Αίτημα περί αναπλήρωσης συναίνεσης της φυσικής μητέρας.
[...] Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1550 ΑΚ, για να υιοθετηθεί ένας ανήλικος, χρειάζεται να συναινέσουν ενώπιον του δικαστηρίου οι γονείς του ή ο ένας τους μόνον, αν ο άλλος έχει εκπέσει από τη γονική μέριμνα κατά το άρθρο 1537 ΑΚ, ή η συναίνεση του είναι αδύνατη γιατί έχει τεθεί σε στερητική δικαστική συμπαράσταση, που περιλαμβάνει και τη στέρηση της ικανότητας να συναινεί για την υιοθεσία του παιδιού του. Ωστόσο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 1552 ΑΚ, η συναίνεση των γονέων για υιοθεσία του τέκνου τους αναπληρώνεται με απόφαση του δικαστηρίου, μεταξύ των άλλων περιοριστικά προβλεπόμενων στο ως άνω άρθρο περιπτώσεων, και στην περίπτωση που αυτοί έχουν άγνωστη διαμονή (1552 περ. γ`). Εξάλλου, άγνωστης διαμονής είναι εκείνος του οποίου αγνοείται ο τόπος ή η διεύθυνση της διαμονής του, η εξακρίβωση των οποίων δεν είναι δυνατή με τα συνήθη μέσα επιμέλειας. Η άγνοια αυτή πρέπει να είναι αντικειμενική, δηλαδή ευρύτερου κύκλου προσώπων, με την έννοια της αδυναμίας διακρίβωσης παρά την επιμελή αναζήτηση πληροφοριών, του τόπου ή της διεύθυνσης διαμονής του προσώπου που αφορούν. Τις πληροφορίες δε αυτές κρίνει το δικαστήριο, λαμβανομένης υπόψη και της δυσχέρειας επιβεβαίωσης τους, το οποίο θα πρέπει να εφαρμόζει τη διάταξη με μεγάλη φειδώ και να δέχεται τη συνδρομή της προϋπόθεσης της αγνώστου διαμονής μόνον όταν υπάρχει πλήρης απόδειξη προς αποφυγή του κινδύνου πλήρους παράκαμψης της συναίνεσης του απολειπομένου γονέα (Εφθρ 475/1999 Αρμ 2000.1386, ΠολΠρΑΘ 807/2006, ΤΝΠ Νόμος, Δεληγιάννη, Προϋποθέσεις και διαδικασία τέλεσης της υιοθεσίας ανηλίκων κατά το νέο δίκαιο, Αρμ 1998.3 επ.). Εν προκειμένω, ο αλλοδαπός νόμος αγνοεί το θεσμό της αναπλήρωσης της συναίνεσης των φυσικών γονέων, και συνακόλουθα τίθεται το ζήτημα εάν στην προκειμένη περίπτωση θα παραμείνει αρρύθμιστη ή θα ρυθμιστεί κατ΄ εφαρμογή άλλης νομικής διάταξης, η οποία θα αναπληρώσει το κενό του αλλοδαπού δικαίου (Η. Κρίσπη, «Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο», ελδ. 1977 παρ. 38 – Μαριδάκης «Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο» εκδ. 1950,24). Στην τελευταία περίπτωση πρέπει να ερευνηθεί εάν το συμπέρασμα του πιο πάνω δικανικού συλλογισμού, δηλαδή το να παραμείνει αρρύθμιστη η σχέση, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του Βουλγαρικού Δικαίου, προσκρούει στην ημεδαπή δημόσια τάξη. Σύμφωνα με το άρθρο 33 ΑΚ, δημόσια τάξη είναι το σύνολο των πρωταρχικής, βασικής και θεμελιώδους σημασίας αρχών και αντιλήψεων, που διέπουν τη ζωή σε ορισμένο τόπο και χρόνο (Η. Κρίσπης, ΙΔΔ εκδ. 1977 σελ. 360, Σ. Βρέλλης ΙΔΔ 1988 σελ. 75), ή άλλως κατά τον κλασικό ορισμό του Ευρυγένη «οι θεμελιώδεις αντιλήψεις ηθικού, κοινωνικού, πολιτικού και οικονομικού χαρακτήρα που απορρέουν από το θετικό δίκαιο» (Ευρυγένης ΙΔΔ παρ. 84,85,86). Έτσι, όταν το εφαρμοστέο δίκαιο είναι το αλλοδαπό δίκαιο, ο Δικαστής οφείλει να εξετάσει εάν προσκρούει στην ημεδαπή δημόσια τάξη και στο υπάρχον στην ημεδαπή κοινό αίσθημα περί των θεμελιωδών αρχών του βίου η συγκεκριμένη διάταξη του αλλοδαπού δικαίου.
Η υιοθεσία, όπως προκύπτει από τις διατάξεις που την ρυθμίζουν είναι νομική πράξη με την οποία δημιουργείται η τεχνητή σχέση γονέα και τέκνου, χωρίς την ύπαρξη αντίστοιχης βιοτικής οικογένειας (Κουμάντος, Οικογ. Δίκαιο 1989 σελ. 248. Παπαχρίστου στον ΑΚ Γεωργιάδη Σταθόπουλου). Ο θεσμός της υιοθεσίας είναι γνωστός στην Ελλάδα από τους αρχαίους χρόνους και αρχικά εξασφάλιζε την συνέχεια του οίκου ως θρησκευτικής, οικονομικής και κοινωνικής ομάδας. Στους νεώτερους χρόνους το ενδιαφέρον έχει επικεντρωθεί στο συμφέρον του υιοθετουμένου περισσότερο ειδικότερα του ανηλίκου με την προσπάθεια βελτίωσης της θέσης του παιδιού και την δυνατότητα παροχής σε αυτό της δυνατότητας να μεγαλώσει σε ένα οικογενειακό περιβάλλον με την ανάπτυξη σχέσεως στοργής και αφοσίωσης στην σωστή ηθική και πνευματική του ανάπτυξη και την ομαλή εξέλιξη της προσωπικότητας του. (βλ. Ε. Κουνουγέρη – Μανωλεδάκη «Οικογενειακό Δίκαιο» τόμος ΙΒ σελ. 183 – Παπαχρίστου σε ΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλου σελ. 360). Επομένως, κατά την κρίση του Δικαστηρίου Σας, πρέπει να πληρωθεί το κενό που αφήνει το αλλοδαπό ουσιαστικό Δίκαιο όσον αφορά στην αναπλήρωση της συναίνεσης προς υιοθεσία των φυσικών γονέων. Έτσι, κατόπιν όλων των προαναφερομένων εφόσον η ημεδαπή δημόσια τάξη δεν επιτρέπει την συγκεκριμένη βιοτική σχέση με τα συγκεκριμένα περιστατικά της ένδικης υπόθεσης να μείνει αρρύθμιστη λόγω του κενού που αφήνει το αλλοδαπό δίκαιο (αναπλήρωση της συναίνεσης των φυσικών γονέων), ανακύπτει το ζήτημα της πλήρωσης αυτού. Στην περίπτωση αυτή υπάρχουν δύο απόψεις: α) ότι θα εφαρμοστεί το δίκαιο της ημεδαπής πολιτείας και β) ότι θα αναζητηθεί άλλος κατάλληλος κανόνας του αλλοδαπού ουσιαστικού δικαίου προς ρύθμιση της υπό κρίση βιοτικής σχέσης. Ακολουθώντας όμως την δεύτερη άποψη, της αναπλήρωσης του κενού του αλλοδαπού δικαίου με την ερμηνεία αυτού στην αναζήτηση ανάλογης διάταξης του αλλοδαπού δικαίου, οδηγούμαστε σε ανασφάλεια δικαίου. Συνακόλουθα, είναι προτιμότερη η συμπλήρωση του κενού με την εφαρμογή του ισχύοντος στην ημεδαπή έννομη τάξη κανόνος δικαίου (Μαριδάκη «Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο» βιβλία Ι κεφ. Β παρ. 24 – Η. Κρίσπη «Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο» 1979 παρ. 47, ΠΠρΑθ 1830/1999, 23358/2007 ΠΠρΘες 2008,65).
Η φυσική μητέρα του ανήλικου προς υιοθεσία …………………… είναι ………………….. υπηκοότητας, άγαμη και δεν είναι σε θέση να αναθρέψει το ανήλικο τέκνο της. Εφόσον, λοιπόν, το ανήλικο γεννήθηκε χωρίς γάμο των φυσικών του γονέων και δεν έχει αναγνωριστεί από τον φυσικό του πατέρα, αρκεί η συναίνεση μόνο από τη φυσική του μητέρα. Μετά την παράδοση του βρέφους (…………………….) η φυσική μητέρα διατήρησε επικοινωνία μαζί μας, προκειμένου να ενημερωθεί για την ακριβή ημερομηνία που έπρεπε να εμφανισθεί στο Δικαστήριο για να επαναλάβει την συναίνεσή της. Πλην, όμως, από τις αρχές ……………………. του τρέχοντος έτους,……………………. εβδομάδες πριν την αρχική δικάσιμο της υπό κρίση αίτησης (…………………), διεκόπη οιαδήποτε επικοινωνία μας με τη φυσική μητέρα και έκτοτε δεν μπορέσαμε να έρθουμε σε επικοινωνία και να διακριβώσουμε τον τόπο διαμονής της ούτε στην …………………….. ούτε στην Ελλάδα. Πιο συγκεκριμένα, παρ΄ όλες τις επανειλημμένες προσπάθειες μας και τις τηλεφωνικές μας απόπειρες δεν κατέστη δυνατή, από τις αρχές…………………….., η εξεύρεση της φυσικής μητέρας, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να αναβληθεί η συζήτηση της υπό κρίση αίτησης τόσο κατά την …………………….. όσο και κατά την ………………... Παράλληλα, από τις αρχές …………………….., όταν και αναβλήθηκε η συζήτηση της υπό κρίση αίτησης για την σημερινή δικάσιμο, άρξαμε μια διαδικασία για την εξεύρεση της φυσικής μητέρας προκειμένου να παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου Σας κατά την σημερινή δικάσιμο, εντούτοις όμως όλες οι προσπάθειες αναζήτησης της, προκειμένου να προσέλθει για να παράσχει τη συναίνεση της, απέβησαν άκαρπες. Ειδικότερα, την ……………………. κοινοποιήσαμε στον αρμόδιο εισαγγελέα Πρωτοδικών ………………., την προσκομιζόμενη από ……………………εξώδικη μας δήλωση (με την οποία της καθιστούσαμε γνωστό ότι έπρεπε να προσέλθει κατά την σημερινή δικάσιμο για να μας χορηγήσει την συναίνεσή της - …………………..), προκειμένου αυτή με επιμέλεια του Υπουργείου Εξωτερικών της …………………… και σε συνεργασία με τις αρμόδιες κατά τόπον …………………αρχές να κοινοποιηθεί στην τελευταία γνωστή διεύθυνση κατοικίας - διαμονή της φυσικής μητέρας, που κατά δήλωσή της (βλ. συμβολαιογραφική πράξη ανάθεσης επιμέλειας – ΣΧΕΤ …………..) αλλά και όπως αποδεικνύεται και από το δελτίο ταυτότητάς της (ΣΧΕΤ ………) είναι το………….……………………………... Εντούτοις, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη (ΣΧΕΤ …………….) βεβαίωση του Περιφερειακού Δικαστηρίου του………………… αλλά και από το σχετικό συνοδευτικό έντυπο του φακέλου αποστολής – παραλαβής .(……………………….), η εν λόγω κοινοποίηση δεν πραγματοποιήθηκε γιατί η φυσική μητέρα δεν ανευρέθηκε στην διεύθυνση που είχε δηλώσει ως τελευταία γνωστή διαμονή της. Παράλληλα, όπως προκύπτει από την………………….. βεβαίωση ματαιωθείσας επίδοσης (…………) της δικαστικής επιμελήτριας…………………………………., το περιεχόμενο της οποίας επιβεβαιώθηκε από το έγγραφο του τμήματος Κοινωνικής Πρόνοιας της…………………………………, δεν κατέστη δυνατή η εξεύρεση της φυσικής μητέρας στην τελευταία γνωστή διαμονή της στην………………. στην πόλη της………………….. και επί της οδού……………………….. (όπως η ίδια μας είχε δηλώσει προκειμένου να ενημερώσουμε την κατά τόπο αρμόδια κοινωνική λειτουργό), όπου ο ως άνω δικαστικός επιμελητής την αναζήτησε, προκειμένου να της επιδώσει την εξώδικη δήλωση - πρόσκληση μας για να προσέλθει και να παράσχει τη συναίνεσή της ενώπιον του ορισθέντος μέλους του δικαστηρίου Σας κατά τη δικάσιμο της ………………………., ημερομηνία συζήτησης της ως άνω αίτησης, για την αιτούμενη υιοθεσία. Επιπρόσθετα, όπως αποδεικνύεται και από την προσκομιζόμενη υπ΄ αρίθμ…………………….βεβαίωση (………………………..), η φυσική μητέρα, δεν είναι κάτοικος……………….. και ειδικότερα δεν διαμένει στην οδό …………………., όπως άλλωστε προκύπτει και από το τηρούμενο στην Διεύθυνση Ασφαλείας……………………… αρχείο αλλοδαπών. Εξάλλου, το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχει επιδείξει το παραμικρό ενδιαφέρον για το τέκνο της, σε συνδυασμό με την ως άνω συμβολαιογραφική πράξη συναίνεσης για υιοθεσία, αποδεικνύει τη βούλησή της να αποξενωθεί πλήρως από αυτό.
Συνεπώς, εφόσον δεν κατέστη δυνατή η εξακρίβωση του τόπου διαμονής της με τα συνήθη μέσα επιμέλειας, λαμβανομένου υπόψη ότι τόσο εμείς όσο και το αρμόδιο Τμήμα Κοινωνικής Έρευνας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ………………………προέβημεν σε συγκεκριμένες ενέργειες (για συλλογή πληροφοριών), όπως αποδεικνύεται από τα παρακάτω έγγραφα στοιχεία αναζήτησης της και τις σχετικές βεβαιώσεις αδυναμίας εξεύρεσης της [βλ. προσκομιζόμενη …………………….. βεβαίωση του Περιφερειακού Δικαστηρίου του ………………………αλλά και το σχετικό συνοδευτικό έντυπο του φακέλου αποστολής – παραλαβής………………………, βλ. την από………………….. βεβαίωση ματαιωθείσας επίδοσης…………………… της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου…………………………., βλ. την προσκομιζόμενη υπ΄ αρίθμ………………………… βεβαίωση της Δ/σης Ασφαλείας………………………… .(…………………..), βλ. το σχετικό έγγραφο επιτόπιας έρευνας του Τμήματος Κοινωνικής Πρόνοιας], είναι ανέφικτη η αυτοπρόσωπη εμφάνιση και παράσταση της ενώπιον του δικαστηρίου, προκειμένου να παράσχει τη συναίνεση της για την υιοθεσία του ανηλίκου τέκνου της, η οποία αποτελεί ουσιώδη παράγοντα της υιοθεσίας και ως εκ τούτου συνιστά ουσιαστική και απαραίτητη προϋπόθεση της. Συντρέχει, επομένως, ενόψει των ανωτέρω στοιχείων (άγνωστη διαμονή, πλήρης αδιαφορία για την τύχη του τέκνου) νόμιμη περίπτωση, όπως αναπληρωθεί η συναίνεση της φυσικής μητέρας από το δικαστήριο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1552 περ. γ` ΑΚ, το οποίο επιτρέπει τη δικαστική αναπλήρωση της συναίνεσης, όταν οι γονείς του τέκνου είναι άγνωστης διαμονής (Εφθεσ 706/1983, Αρμ 1984.204, ΠολΠρΑΘ 447/2005, ΤΝΠ Νόμος, ΠολΠρθεσ 14/1990, Αρμ 1990.17), μη απαιτουμένης εν προκειμένω της ακρόασης των πλησιέστερων συγγενών αυτής (άρθρο 1553 ΑΚ), αφού τούτο δεν είναι εφικτό. Επιπροσθέτως, δεν απαιτείται η συναίνεση του φυσικού πατέρα του ως άνω εκτός γάμου και μη αναγνωρισθέντος τέκνου, καθόσον, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, σε περίπτωση έλλειψης γάμου, δεν υπάρχει κατά νόμον πατέρας του τέκνου και ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα συναίνεσης του στην αιτούμενη υιοθεσία (ΠολΠρθεσ 9852/2001, Αρμ 2001.965, Κουνουγέρη - Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο, β` έκδ. 1998, τόμ. Β`, σελ. 287, Βαθρακοκοίλη, Το νέο Οικογενειακό Δίκαιο, 2000, 1099). Από τα άνωθεν συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση θα πρέπει να κριθεί ότι είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1542, 1543, 1544, 1545, 1546, 1549, 1550, 1551,1552 παρ. 1 περ. γ`, 1553, 1557 και 1558 του ΑΚ (όπως αυτές τέθηκαν σε ισχύ και εφαρμόζονται δυνάμει των άρθρων 1 και 57 παρ. 4 του ν. 2447/1996), σε συνδυασμό αφενός με τα άρθρα 49, 51, 54, 56 και 59 του …………………………..κώδικα περί οικογένειας της 18ης Μαΐου 1985 (όπως τροποποιήθηκε από το νόμο της 3ης Φεβρουαρίου 1992 και το νόμο της 13ης Ιουνίου/10ης Ιουλίου 2003), και τις αντίστοιχες διατάξεις των άρθρων 3 έως 9, 12 και 16 του ν. 1049/1980, με τον οποίο κυρώθηκε η Διεθνής Σύμβαση των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης "περί υιοθεσίας ανηλίκων", η οποία υπεγράφη στο Στρασβούργο στις 24.4.1967.
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα