Σημειώσεις σχετικά με την αγωγή εξώσεως λόγω καθυστερήσεως του μισθώματος (άρθρο 597 ΑΚ)
[1]. Γενικά :
Κατά το άρθρο 597 του Αστ.Κ. «Αν ο μισθωτής καθυστερεί το μίσθωμα ολικά ή μερικά, ο εκμισθωτής δικαιούται να καταγγείλει τη μίσθωση τουλάχιστον πριν από ένα μήνα αν πρόκειται για μίσθωση που η διάρκειά της συμφωνήθηκε για ένα χρόνο ή περισσότερο, και πριν από δέκα ημέρες στις άλλες μισθώσεις. Δεν αποκλείεται αξίωση του εκμισθωτή για αποζημίωση εξαιτίας της πρόωρης λύσης της μίσθωσης. Η καταγγελία μένει χωρίς αποτέλεσμα αν ο μισθωτής πριν περάσει η προθεσμία αυτή καταβάλει το καθυστερούμενο μίσθωμα μαζί με τα τυχόν έξοδα καταγγελίας». Κατά το άρθρο 598 «Είναι άκυρη κάθε συμφωνία με την οποία συντομεύονται οι προθεσμίες του προηγούμενου άρθρου ή λύνεται αυτόματα η μίσθωση ή παρέχεται τέτοιο δικαίωμα στον εκμισθωτή μόλις ο μισθωτής γίνει υπερήμερος ως προς την πληρωμή του μισθώματος». [Πρβλ. Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, Αστικός Κώδιξ, Ειδ. Ενοχ., υπ’ άρθρ. 597, 598. Καυκά, Ενοχ. υπ’ άρθρ. 597, 598. Ζέπο, Ενοχ. παρ. 7, IV 3 σ. 208. Τούση Ενοχ. Ειδ. παρ. 79. Αποστολίδη, Ενοχ. υπ’ άρθρ. 597, 598. Φουρκιώτη, Ενοχ. σ. 235 επ. Φίλιο, Ενοχ. Ειδ. παρ. 7Ε]. Η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 597 καθιερώνει σύστημα μονομερούς λύσεως της μισθώσεως πράγματος από τον εκμισθωτή, δια καταγγελίας με προθεσμία, εάν ο μισθωτής καθυστερεί το μίσθωμα εν όλω ή εν μέρει και ρυθμίζει το δικαίωμα της καταγγελίας, τη νόμιμη προθεσμία και το ανίσχυρο αυτής: Αποστολίδης 597 παρ. 1. Η διάταξη της παρ. 1 είναι δημοσίας τάξεως – αναγκαστικού δικαίου, μη δυναμένη να τροποποιηθεί με αντίθετη συμφωνία (598): Αποστολίδης 597 παρ. 1. 598 παρ. 1. Η διάταξη του άρθρου 598 έχει τεθεί υπέρ του μισθωτή και αποκλείει συμφωνίες με τις οποίες προβλέπεται: α) η σύντμηση των προθεσμιών της κατ’ άρθρ. 597 καταγγελίας, (επιμήκυνσή τους αντίθετα είναι πάντοτε δυνατή), β) η επέλευση αυτοδίκαιης λύσης της μισθώσεως με μόνη την υπερημερία του μισθωτή και γ) η παροχή άμεσου δικαιώματος καταγγελίας στον εκμισθωτή. Ο εκμισθωτής –εάν ο μισθωτής καθυστερεί την πληρωμή του μισθώματος εν όλω ή εν μέρει και η καθυστέρηση δεν οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη– δύναται, αν επιθυμεί να επέλθουν οι εκ του άνω άρθρου συνέπειες α) να καταγγείλει τη σύμβαση της μισθώσεως υπό τους επιβαλλομένους στο άρθρο 597 όρους και β) να ζητήσει και αποζημίωση για την πρόωρη λύση της μίσθωσης που επέρχεται με την καταγγελία του: ΑΚ 597 παρ. 1. Καυκάς 597 παρ. 2. Ζέπος σ. 209. Μετά την πάροδο της οριζομένης στο άρθρο 597 προθεσμίας, η σύμβαση της μισθώσεως θεωρείται ληθείσα για το μέλλον: ΑΚ 587. Καυκάς 597 παρ. 2 α’. Αποστολίδης 597 παρ. 3. Ζέπος σ. 280. ΑΠ 447/58 ΝοΒ 6, 103. Μετά την επερχόμενη με την καταγγελία λύση της μισθώσεως, ο εκμισθωτής δικαιούται να επιδιώξει την έξωση του μισθωτή από τον μίσθιο, εάν αυτός δεν εγκαταλείπει και δεν αποδίδει τούτο: Αποστολίδης 597 παρ. 4, Καυκάς 597 παρ. 2α’, Ζέπος σ. 209. Η άσκηση της αγωγής αποδόσεως της χρήσης του μισθίου ισχύει ως καταγγελία της συμβάσεως, τηρουμένων των διατάξεων του ουσιαστικού δικαίου: Κ.Πολ.Δ. 662, Γαζής ΝοΒ 17,7. ΑΠ 76/73 ΝοΒ 21,762.
[2]. Στοιχεία – προϋποθέσεις :
Ο εκμισθωτής οφείλει κατά την άσκηση της προκειμένης περί αποδόσεως του μισθίου αγωγής να διαλάβει σε αυτή, πλην των οριζομένων στα άρθρ. 118, 119 παρ. 1 και 216 Κ.Πολ.Δ. τα ακόλουθα στοιχεία: α) την συναφθείσα μεταξύ αυτού και του εναγόμενου σύμβαση μισθώσεως (Α’), β) την εκ μέρους του εναγομένου μισθωτή μη πληρωμή του μισθώματος (Β’), γ) την εξ αιτίας της καθυστερήσεως αυτής γενομένη εκ μέρους του (ενάγοντος) καταγγελία της μισθώσεως (Γ’), δ) την επελθούσα δια της καταγγελίας λύση της μισθώσεως (Δ’), ε) ορισμένο αίτημα (Ε’).
Α’. Η διάταξη του άρθρου 597 έχει εφαρμογή τόσο επί μισθώσεων αορίστου όσο και επί μισθώσεων ορισμένου χρόνου: Καυκάς 597 παρ. 2 σημ. 2. Εξ άλλου η αξίωση του άρθρ. 597 αναφέρεται σε κάθε αντικείμενο μισθώσεως πράγματος, δηλαδή είτε κινητό είτε ακίνητο είναι το μίσθιο. Ως προς την υφισταμένη σύμβαση της μισθώσεως, πρέπει στην αγωγή να καθορίζονται: ο τόπος και ο χρόνος της συνάψεως της συμβάσεως αυτής, οι συμβαλλόμενοι, το μίσθιο πράγμα (κινητό ή ακίνητο), το μίσθωμα και ο χρόνος καταβολής αυτού, καθώς και ο χρόνος διάρκειας της μισθώσεως. Περισσότερα βλ. στην αξίωση του μισθωτή για την παράδοση της χρήσεως του μισθίου πράγματος. Οι διαφορές που απορρέουν από την μίσθωση αστικών ακινήτων και αφορούν στην παράδοση ή απόδοση της χρήσης του μισθίου για οποιοδήποτε λόγο υπάγονται στην ειδική διαδικασία (647 επ. Κ.Πολ.Δ.). Ως προς τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ειδικής διαδικασίας αποδόσεως μισθίου βλ. Μπέη Π.Δ. 291 επ. Διαφορές υπαγόμενες και μη στην ειδική διαδικασία αποδόσεως μισθίου: Μπέης Π.Δ. 292, 293, 214 επ. Αρμόδιο καθ’ ύλην δικαστήριο και κατά ποια διαδικασία: Μπέης, Π.Δ. 300 επ.
Β’. Περί της συμφωνημένης ή ειθισμένης προθεσμίας καταβολής του μισθώματος ως και περί της καθυστερήσεως αυτού βλ. ανωτέρω αξίωση καταβολής μισθώματος. Για να έχει δικαίωμα ο εκμισθωτής να καταγγείλει τη σύμβαση μισθώσεως, προκειμένου να επέλθει λύση αυτής κλπ., πρέπει να υπάρχει καθυστέρηση της καταβολής του μισθώματος, ο δε μισθωτής να τελεί σε υπερημερία, δηλ. η καθυστέρηση της παροχής να οφείλεται σε πταίσμα του οφειλέτη: ΕΠ 214/58 ΕΕΝ 26,58. Αρμ. 12,479. Δεν αρκεί, κατά την επικρατέστερη γνώμη, απλή καθυστέρηση των μισθωμάτων. Ο μισθωτής επομένως απαλλάσσεται αν, αποδείξει ότι η καθυστέρηση του μισθώματος οφείλεται σε εύλογη αιτία (ΑΚ 342).
Γ’. Η μη εκπλήρωση της υποχρεώσεως του μισθωτή προς καταβολή του μισθώματος συνιστά τον λόγο που δικαιολογεί την καταγγελία για μονομερή λύση της μισθώσεως για το μέλλον: Αποστολίδης 597 παρ. 2. Η κατά το άρθρ. 597 ΑΚ καταγγελία προϋποθέτει υπερημερία του μισθωτή ως προς την πληρωμή του μισθώματος, η οποία, κατά το άρθρ. 341 ΑΚ, εάν προς εκπλήρωση της παροχής συμφωνήθηκε ορισμένη ημέρα, επέρχεται και χωρίς όχληση με μόνη την παρέλευση της ημέρας αυτής: ΑΠ 345/67 ΕΕΝ 34,672. Ο μισθωτής είναι υπόχρεος, χωρίς όχληση, να καταβάλει το μίσθωμα στις καθορισμένες προθεσμίες. Εάν δε αυτός καθυστερεί τούτο, ο εκμισθωτής έχει το δικαίωμα να καταγγείλει την σύμβαση της μισθώσεως προ ενός τουλάχιστον μηνός, εάν η μίσθωση ήταν διάρκειας ενός έτους και πλέον, προ δέκα ημερών σε κάθε άλλη μίσθωση: ΑΚ 597 παρ. 1. Καυκάς 597 παρ. 2α’. Φουρκιώτης σ. 239. ΑΠ 448/57 ΝοΒ 6,103. Για τον υπολογισμό των προθεσμιών εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 241, 242 ΑΚ (τροπ. 144 παρ. 1 ΚΠολΔ). Η καταγγελία είναι μονομερής δικαιοπραξία, γνωστοποιητέα σε αυτόν προς τον οποίον απευθύνεται αυτή. Είναι άτυπη, μπορεί να γίνει είτε εγγράφως είτε προφορικώς και με οποιοδήποτε τρόπο: Καυκάς 597 παρ. 2α’. Φουρκιώτης σ. 239. Βάλληνδας 597,1. ΕΑ 2035/68 Αρμ 23,122. Ο εκμισθωτής πρέπει στην απευθυνόμενη προς τον μισθωτή καταγγελία να δηλώσει ότι καταγγέλλει την μίσθωση και ότι η λύση της μισθώσεως θα επέλθει μετά ένα μήνα ή μετά δέκα ημέρες (στην δεύτερη περίπτωση), αφότου ο μισθωτής λάβει γνώση αυτής (ή να προσδοκάται κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων ότι θα έλαβε γνώση αυτής): Καυκάς 597 παρ. 2α’. Η άσκηση αγωγής αποδόσεως της χρήσεως του μισθίου ισχύει ως καταγγελία της συμβάσεως, τηρουμένων των διατάξεων του ουσιαστικού δικαίου: Κ.Πολ.Δ. 662. ΑΠ 397/63 ΝοΒ 14,281. Με την διάταξη του άρθρ. 662 Κ.Πολ.Δ. κατέστη κανόνας δικαίου ό,τι γινόταν δεκτό ερμηνευτικά υπό το κράτος του προγενεστέρου δικαίου (Αποστολόπουλος Θ. ΝΘ’ 337. ΑΠ 397/63 ΝοΒ 14.281): Σταυρόπουλος 684,2α. Η καταγγελία που είναι άτυπη και δρα από της περιελεύσεως της στον μισθωτή κατ’ άρθρ. 167 ΑΚ, δύναται μεν να γίνει και με την αγωγή, αλλά μόνο όταν σε αυτή δηλώνεται με οποιαδήποτε διατύπωση ότι ο εκμισθωτής καταγγέλλει την μίσθωση λόγω της αναφερομένης στην αγωγή καθυστερήσεως του μισθώματος: ΕΑ 1502/61 ΕλλΔ 3,118. Εάν ο εκμισθωτής κάνει την καταγγελία της μισθώσεως με το δικόγραφο της αγωγής με την οποία, επιδιώκει την έξωση του μισθωτή, πρέπει η συζήτηση της αγωγής αυτής να προσδιορισθεί μετά την πάροδο του μήνα ή των δέκα ημερών από της επιδόσεως αυτής, ή να κοινοποιηθεί η αγωγή αυτή πριν από την παρέλευση του μήνα ή των δέκα ημερών (μέχρι της συζητήσεως), διαφορετικά, δεν επέρχεται λύση της μισθώσεως: Καυκάς 597 παρ. 2α’. Ζέπος σ. 200. ΕΘ 238/68 Αρμ 22,494. ΑΠ 584/50 ΝΑΠ Δ’ 788. ΕΠ 193/54 ΕΕΝ 22,589. Βλ. και ΝοΒ 17,252, 637, 787, 500 και 1160. Αν περισσότεροι μισθωτές ευθύνονται για την πληρωμή του μισθώματος, η καταγγελία θα στραφεί κατ’ εκείνου που καθυστερεί το μέρος του μισθώματος που αναλογεί σε αυτόν. Το ίδιο πρέπει να γίνει δεκτό και στην περίπτωση που οι συμμισθωτές ευθύνονται εις ολόκληρον ή οφείλουν αδιαίρετη παροχή (486 ΑΚ), διότι η καταγγελία προς ένα για την πληρωμή ολόκληρου του μισθώματος δεν μπορεί να βλάψει τους λοιπούς συμμισθωτές (υποκειμενική ενέργεια υπερημερίας συνοφειλέτη). Καυκάς 597 παρ. 4. Η καθυστέρηση του τέλους χαρτοσήμου εκ μέρους του βαρυνόμενου με αυτό μισθωτή αποτελεί λόγο καταγγελίας της μισθώσεως κατά το άρθρ. 597: ΑΠ 281/64 ΝοΒ 15,1044. Παπαδημητρίου ΝοΒ 15,1045. ΕΘ 387/68 Αρμ 23,55. Υποστηρίζεται (Καυκάς παρ. 5) ότι εάν το καθυστερούμενο ποσό του μισθώματος είναι σύμφωνα με τα συναλλακτικά ήθη ασήμαντο σε σχέση προς το όλο ποσό αυτού, το οποίο καταβλήθηκε, θα αντίκειται στην καλή πίστη κλπ. η καταγγελία της συμβάσεως. Κατά το άρθρ. 598 ΑΚ είναι άκυρες οι μεταξύ εκμισθωτή και μισθωτή συμφωνίες: α) αν παρέχεται στον πρώτο το δικαίωμα να καταγγείλει την σύμβαση της μισθώσεως χωρίς την τήρηση προθεσμίας, β) εάν δεν απαιτείται καν η καταγγελία του εκμισθωτή για την λύση της μισθώσεως, αλλ’ αυτή επέρχεται αυτοδίκαια άμα ο μισθωτής καταστεί υπερήμερος, γ) εάν συντέμνονται οι υπό του άρθρ. 597 οριζόμενες προθεσμίες: Καυκάς 598 παρ. 2. Αποστολίδης 598 παρ. 2. Βάλληνδας 598,1. ΕΑ 1502/61 ΕλλΔ 3,118. ΕΑ 741/57 ΝοΒ 5,881. Η ακυρότητα πλήττει μόνο τις συμφωνίες αυτές αλλά όχι και την σύμβαση της μισθώσεως, η οποία εξακολουθεί να είναι έγκυρη και ισχυρή: Αποστολίδης 598 παρ. 3. Καυκάς 598 παρ. 2.
Δ’. Δια της καταγγελίας λόγω καθυστερήσεως του μισθώματος (597) αίρεται κατά το άρθρ. 587 για το μέλλον η σχέση της μισθώσεως και λογίζεται ότι από της επελεύσεως των αποτελεσμάτων της καταγγελίας λήγει ο χρόνος διαρκείας αυτής που είχε οριστεί με τη σύμβαση: ΑΠ 540/68 ΝοΒ 17,47. ΑΠ 281/67 ΝοΒ 15,1044. ΑΠ – ολομ. – 508/65 ΑΝ 16,679. ΑΠ 448/57 ΝοΒ 6,103. Μετά την πάροδο του μηνός ή των δέκα ημερών από της καταγγελίας επέρχεται η λύση της συμβάσεως μισθώσεως και επομένως η λήξη αυτοδικαίως του χρόνου αυτής (587): Καυκάς 597 παρ. α. Αποστολίδης 597 παρ. 3. Η προθεσμία του άρθρ. 597 αρχίζει από την επόμενη της ημέρας, κατά την οποία καταγγέλθηκε η μίσθωση και λήγει με την παρέλευση ολόκληρης της τελευταίας ημέρας, και αν αυτή είναι κατά νόμο εξαιρετέα (εορτάσιμη, Κυριακή, αργία) με την παρέλευση ολόκληρης της επομένης εργάσιμης ημέρας: ΑΠ 208/57 ΝοΒ 5,779.
Ε’. Το αίτημα της προκείμενης αγωγής πρέπει να είναι «να υποχρεωθεί ο εναγόμενος μισθωτής να αποδώσει τη χρήση του μισθίου στον ενάγοντα εκμισθωτή». Η απόφαση που εκδίδεται, εκτελείται και κατά των τυχόν υπομισθωτών, ως και κατά παντός τρίτου ο οποίος έλκει τα δικαιώματα αυτού από τον εναγόμενο μισθωτή ή κατέχει το μίσθιο γι’ αυτόν: Κ.Πολ.Δ. 659.
ΣΤ’. Κατά το άρθρ. 597 παρ. 1 εδ. 2 ΑΚ ο εκμισθωτής, και μετά την δια καταγγελίας λύση της μισθώσεως, διατηρεί την αξίωση αποζημιώσεως κατά του μισθωτή, διότι η λύση αυτή επέρχεται λόγω της καθυστερήσεως εκ μέρους του μισθώματος και της μη τηρήσεως ως εκ τούτου των συμβατικών υποχρεώσεών του: Καυκάς 597 παρ. 2. Αποστολίδης 597 παρ. 5. Η αποζημίωση του εκμισθωτή περιλαμβάνει την ανόρθωση της ζημίας αυτού, την οποία υπέστη εξ αιτίας της υπαίτιας καθυστερήσεως του μισθώματος: Αποστολίδης 597 παρ. 5. Συνίσταται δε η αποζημίωση είτε στο συμφωνηθέν μίσθωμα του υπολειπομένου χρόνου της μισθώσεως, είτε στην επί πλέον διαφορά αυτού: Αποστολίδης 597 παρ. 5 εν τέλει. Στην προκείμενη περίπτωση ο μισθωτής δικαιούται να εκπέσει από το μίσθωμα ο,τιδήποτε ο εκμισθωτής ωφεληθεί χρησιμοποιώντας το μίσθιο κατ’ άλλον τρόπο: ΑΚ 596 παρ. Αποστολίδης 597 παρ. 5 εν τέλει. Επίσης ο εκμισθωτής μπορεί να ζητήσει αποζημίωση και για την αυθαίρετη καταγγελία και εγκατάλειψη του μισθίου από τον μισθωτή: Καυκάς 597 παρ. 2 στο τέλος.
[3]. Διάδικοι :
Ενάγων είναι ο εκμισθωτής και σε περίπτωση θανάτου αυτού ο κληρονόμος του: Αποστολόπουλος «Πρ. Πρωτοδικών» παρ. 136. Επί πολλών εκμισθωτών, την εξωστική αγωγή μπορούν να εγείρουν είτε όλοι από κοινού είτε η πλειοψηφία αυτών κατόπιν τηρήσεως των διατυπώσεων των άρθρων 788-790 ΑΚ: ΑΠ 698/55 ΝοΒ 4,545. ΑΠ 78/55 ΝοΒ 3,382. ΕΘ 606/57 Αρμ 12,19. Το δικαίωμα της καταγγελίας της μισθώσεως ανήκει στον εκμισθωτή και τους καθολικούς και ειδικούς διαδόχους του, προς τους οποίους εκχώρησε το σύνολο των μισθωτικών του δικαιωμάτων ή προς τους οποίους εκποίησε το μίσθιο: Καυκάς 597 παρ. 3. ΑΠ 65/72 ΝοΒ 20,624. Εάν το μίσθιο ανήκει σε περισσότερους συγκυρίους, η καταγγελία θα γίνει μόνο κατόπιν τηρήσεως των διατυπώσεων των άρθρ. 788 – 790 ΑΚ: Καυκάς 597 παρ. 4, διότι συνιστά πράξη διοικήσεως και διαχειρίσεως του κοινού πράγματος. Εναγόμενος είναι ο μισθωτής και εάν δεν κατέχει το μίσθιο. Εάν οι μισθωτές είναι πολλοί, ένας όμως από αυτούς καθυστερεί το αναλογούν σε αυτόν μέρος του μισθώματος, μπορεί ο εκμισθωτής να καταγγείλει την μίσθωση μόνο ως προς αυτόν: Καυκάς 597 παρ. 4.
[4]. Άμυνα του εναγομένου :
Ο εναγόμενος δικαιούται ν’ αντιτάξει τους ακόλουθους ισχυρισμούς: α) Ότι η καθυστέρηση της πληρωμής του μισθώματος οφείλέται σε τυχαίο περιστατικό (ή σε ανωτέρα βία) και όχι σε υπαιτιότητά του. Κατά το άρθρ. 342 ΑΚ ο οφειλέτης απαλλάσσεται αν αποδείξει ότι η καθυστέρηση οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν υπέχει ευθύνη συμφώνως προς τα άρθρα 330-334 ΑΚ: ΑΠ 345/67 ΕΕΝ 64,672. ΑΝ 18,575. ΑΠ 114/58 ΕΕΝ 25,501. Καυκάς 597 παρ. 2. ΕΑ 3359/73 ΝοΒ 21,1476. Τέτοια εύλογη αιτία αποτελεί και η μη παράδοση της χρήσης του μισθίου όπως συμφωνήθηκε κατά τις εν γένει ιδιότητές του: ΕΑ 1213/72 ΝοΒ 20,2071. Περισσότερα βλ. στη κατ’ άρθρ. 595, 596 ΑΚ αξίωση καταβολής μισθώματος. β) Ότι δεν κατέστη υπερήμερος, διότι η καθυστέρηση της παροχής του μισθώματος οφείλεται σε πλάνη του ως προς την ύπαρξη της οφειλής (ή του περιεχομένου αυτής): ΑΚ 342,330-334. ΑΠ 345/67 ε.α. Πρέπει το ποσό του μισθώματος να είναι ακριβώς καθορισμένο και να μην υπάρχει περί αυτού εύλογη αμφιβολία από τον μισθωτή. ΕΘ 134/52 ΑΝ 3,191. Καυκάς 597 παρ. 2. σημ. 1. ΑΠ 411/53 Θ. ΞΔ’ 938. ΝΑΠ 7,703. γ) Ότι κατέβαλε τα καθυστερούμενα μισθώματα μαζί με τα έξοδα της καταγγελίας εντός της προθεσμίας του ενός μηνός ή των δέκα ημερών. Στην περίπτωση αυτή η καταγγελία καθίσταται χωρίς αποτέλεσμα: ΑΚ 597 παρ. 2. Καυκάς 597 παρ. 2α’. Φουρκιώτης σ. 239. ΑΠ 448/57 ΝοΒ 6,103. Π. Αθ. 13217/60 ΑΝ 12,195. Βλ. και Κ.Πολ.Δ. 661. (επί καθυστερήσεως του μισθώματος από δυστροπία και την κατάργηση της δίκης δια της καταβολής ως το τέλος της συζήτησης στο ακροατήριο). ΑΠ 253/74 ΝοΒ 22,1262.
[5]. Δικονομικά :
Η προκειμένη διαφορά υπάγεται στην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου εφόσον το συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα δεν υπερβαίνει τα 600 ευρώ, άλλως του Μονομελούς Πρωτοδικείου: Κ.Πολ.Δ. 14 παρ. 1 εδ. β’, 16 αριθ. 1 (ως τα άρθρα ταύτα ετροπ. δια του Πρ.Δ. 57/74). Επί μισθώσεως δε ακινήτου αρμόδιο κατά τόπο είναι το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου κείται το μίσθιο ακίνητο: Κ.Πολ.Δ. 29. Δεληκωστόπουλος – Σινανιώτης ΕρμΚ.Πολ.Δ. 29, Ι στ’. ΑΠ 270/70 ε.α. Εξ άλλου η διαφορά αυτή, κατά το άρθρ. 647 Κ.Πολ.Δ. (όπως αντ/θηκε από το άρθρ. 11 ν.δ. 490/74) δικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των άρθρ. 648-661 αυτού: Οικονομόπουλος ΕγχΠολ.Δ. Α α 74-75. ΑΠ 677/75 ΝοΒ 24,65. ΑΠ 1045/74 ΝοΒ 23,622. ΕΘ 391/68 Αρμ 23,57. Ως προς την διαδικασία αυτή ισχύουν τα εκτιθέμενα στην παρ. 4 της κατ’ άρθρ. 574, 575, 584 ΑΚ αξιώσεως του μισθωτού προς παράδοση της χρήσεως του μισθίου. Το δικαστήριο δικαιούται να τάξει προθεσμία για την απόδοση της χρήσεως του μισθίου μέχρι 30 ημερών από της δημοσιεύσεως της αποφάσεως: Κ.Πολ.Δ. 658. Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκου ή συμβολαιογράφου λαμβάνονται υπ’ όψιν μόνο αν έγιναν μετά από προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου πριν από είκοσι τέσσερις τουλάχιστον ώρες.: Κ.Πολ.Δ. 650 παρ. 1. ΑΠ 1045/74 ε.α. Έξωση μισθωτή πράγματος (ΕισΝΚ.Πολ.Δ. άρθρ. 66). Περί της αγωγής αποδόσεως του μισθίου λόγω καθυστερήσεως του μισθώματος από δυστροπία βλ. σχετική αξίωση.