Υπερχρεωμένα νοικοκυριά (νόμος 3869/2010, νόμος Κατσέλη) - Αμφιβολία ως προς το ύψος των οφειλών λόγω μη επικαιροποιήσεως αυτών μέχρι το χρόνο κοινοποιήσεως της αιτήσεως - Επανάληψη της συζητήσεως, ώστε να επικαιροποιηθούν οι προς ρύθμιση οφειλές (Ειρηνοδικείο Αθηνών, αριθμός απόφασης 88/2012)
Περίληψη: Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα. Καθστώς του ν. 3869/2010. Αίτηση του αρ. 4 του ν. 3869/2010 περιέχουσα σχέδιο διευθέτησης των οφειλών. Διαδικασία εκδικάσεως της αιτήσεως αυτής. Αίτημα για επικύρωση του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών. Αμφιβολία ως προς το συνολικό ύψος όλων των απαιτήσεων (λόγω μη επικαιροποιήσεως αυτών μέχρι το χρόνο κοινοποιήσεως της αιτήσεως). Επανάληψη της συζητήσεως, ώστε να επικαιροποιηθούν από τον αιτούντα οι εισφερόμενες προς ρύθμιση οφειλές.
[...] Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 4 παρ. Ι, 5 και 7 παρ. 1, 2 και 3 του Ν 3869/2010, όπως τροποποιήθηκαν, προκύπτει ότι, ο οφειλέτης, που δικαιούται να υποβάλει στο δικαστήριο αίτηση για ρύθμιση των οφειλών του με σκοπό την απαλλαγή του από αυτές, μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της αίτησης επιδίδει στους πιστωτές αντίγραφο της αίτησης με ορισμό δικάσιμου για τη συζήτηση της με πρόσκληση να υποβάλουν στη γραμματεία του δικαστηρίου εγγράφως τις παρατηρήσεις τους και να δηλώσουν αν συμφωνούν με το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δυο μηνών από την υποβολή της αίτησης. Οι πιστωτές μπορούν με έγγραφο τους, που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου μέσα στην προθεσμία αυτή [δύο μήνες από την υποβολή της αίτησης] να προτείνουν τροποποιήσεις του σχεδίου. Με την πάροδο της προθεσμίας αυτής άπρακτης, τεκμαίρεται ότι ο πιστωτής συμφωνεί με το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών. Αν συγκατατίθενται στο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών πιστωτές με απαιτήσεις, που υπερβαίνουν το ήμισυ του συνολικού ποσού τον απαιτήσεων, το δικαστήριο κατά τη συζήτηση της αίτησης της παρ. 1 του άρθρου 4, μετά από αίτηση του οφειλέτη ή οποιουδήποτε από τους πιστωτές, που υποβάλλεται εγγράφως μέχρι τη συζήτηση υποκαθιστά την έλλειψη της συγκατάθεσης των πιστωτών, που αντιτίθενται καταχρηστικά στο συμβιβασμό. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται ότι επήλθε ο συμβιβασμός και ότι ανακλήθηκε η αίτηση για την απαλλαγή από τα χρέη. Δεν επιτρέπεται η υποκατάσταση της συγκατάθεσης πιστωτή, μεταξύ άλλων, όταν σε περίπτωση εφαρμογής του σχεδίου ο πιστωτής, που αντιτίθεται αποδεικνύει ότι θα περιέλθει σε δυσμενέστερη οικονομικά θέση από αυτήν στην οποία θα περιερχόταν, αν συνεχιζόταν η διαδικασία απαλλαγής του οφειλέτη από τις οφειλές. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 254 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε, το δικαστήριο μπορεί να διατάζει τη επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Η απόφαση μνημονεύει απαραιτήτως τα ειδικά θέματα, που αποτελούν αντικείμενο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης. Στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση οι διάδικοι κλητεύονται τριάντα τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή, με την εξαίρεση των περιπτώσεων ειδικών διαδικασιών, στις οποίες προβλέπεται συντομότερη προθεσμία κλητεύσεως. Η επαναλαμβανόμενη συζήτηση πρέπει να ορίζεται σε μία από τις πρώτες δικάσιμους μετά την πάροδο της προθεσμία των τριάντα [30] ημερών από την κλήτευση. Η υπόθεση δικάζεται από τον ίδιο δικαστή εκτός αν τούτο είναι για φυσικούς ή νομικούς λόγους αδύνατο. Στην από 2.6.2011 και με αριθμό καταθέσεως 489/2.6.2011 αίτηση, που κρίνεται, εκτίθενται τα παρακάτω: Ο αιτών, ιδιωτικός υπάλληλος, βρίσκεται σε μόνιμη αδυναμία να πληρώσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς τους πιστωτές του, που αναφέρονται στην περιληφθείσα στην αίτηση κατάσταση πιστωτών. Ζητάει, λοιπόν, να επικυρωθεί το περιλαμβανόμενο στην αίτηση σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του προς τους πιστωτές του, άλλως να ρυθμιστούν από το δικαστήριο οι οφειλές του με σκοπό την απαλλαγή του. Η αίτηση αυτή αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας [άρθρο 3 Ν 3869/2010], έχει ασκηθεί εντός εξαμήνου από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και για το παραδεκτό της προσκομίζονται νόμιμα οι προβλεπόμενες από την παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν 3869/2010: α) βεβαίωση αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού με ημερομηνία 26.4.2011 και β) υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος με ημερομηνία 4.6.2011 για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων του, των πιστωτών του και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους, και έξοδα, καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων του κατά την τελευταία τριετία. Εξάλλου από την αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 2 του Ν 3869/2010 προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη όμοια αίτηση του αιτούντος, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές του. Περαιτέρω η υπό κρίση αίτηση είναι νόμιμη και ορισμένη, διότι στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 και 11 του Ν 3869/2010 και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της πλευρά, μετά την καταβολή των νόμιμων τελών συζητήσεως, εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ του αιτούντος και των πιστωτών του. Στην από 17.11.2011 και με αριθμό καταθέσεως 1768/18.11.2011 αίτηση, που κρίνεται, εκτίθενται τα παρακάτω: Ο αιτών έχει υποβάλει στο δικαστήριο αυτό τη με αριθμό καταθέσεως 489/2011 αίτηση του, του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν 3869/2010 που προαναφέρθηκε. Επειδή οι τέταρτος και πέμπτος πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις αποτελούν ποσοστό 50,9% επί του συνόλου των απαιτήσεων, τεκμαίρεται ότι συμφωνούν με το περιλαμβανόμενο στην παραπάνω αίτηση σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του αιτούντος, διότι παρήλθε γι αυτούς άπρακτη η προθεσμία, που προβλέπεται στο άρθρο 5 παρ. 1 για να λάβουν θέση επί του σχεδίου αυτού, οι υπόλοιποι δε πιστωτές αντιτίθενται καταχρηστικά στο δικαστικό συμβιβασμό, ζητάει ο αιτών να υποκατασταθεί η έλλειψη συγκατάθεσης των πρώτου, δεύτερου και τρίτου πιστωτών, να επικυρωθεί το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών και να ανακληθεί η με αριθμό καταθέσεως 489/2011 αίτηση, άλλως να ρυθμιστούν από το δικαστήριο οι οφειλές του αιτούντος με σκοπό την απαλλαγή του. Η αίτηση αυτή αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασίας της εκούστας δικαιοδοσίας, έχει ασκηθεί νόμιμα [άρθρα 3, 4, 5, 7 παρ. 3 Ν 3869/2010], πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσταστική της πλευρά και μετά από αίτημα των διαδίκων πρέπει να συνεκδικαστεί με την προαναφερθείσα με αριθμό καταθέσεως 489/2011 αίτηση, [άρθρο 246 ΚΠολΔ]. Εν προκειμένω, κατά τη μελέτη της υπό κρίση υπόθεσης προέκυψε αμφιβολία ως προς το ακριβές ύψος των απαιτήσεων όλων των πιστωτών, λόγω μη επικαιροποιήσεώς τους μέχρι το χρόνο κοινοποιήσεως της αιτήσεως ρυθμίσεως, όπως απαιτεί ο νόμος. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τις αναλυτικές καταστάσεις των οφειλών του αιτούντος προς τους πιστωτές του, που εξέδωσαν οι τελευταίοι σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 4 του Ν 3869/2010, οι οφειλές του αιτούντος ήταν οι παρακάτω, κατά τις ημερομηνίες εκδόσεως των καταστάσεων αυτών: 1. ...................... στις 29.10.2010 συνολικά οφειλόμενο ποσό 22.976,01 ευρώ, 2. Τράπεζα ............. την 1.11.2010 συνολικά οφειλόμενο ποσό 4.398,32 ευρώ, . ........................ στις 3.11.2010 συνολικά οφειλόμενο ποσό 9.189,02 ευρώ, 4. EM AE στις 27.12.2010 συνολικά οφειλόμενο ποσό 29.582,48 ευρώ και 5. ZRF SA στις 20.1.2011 συνολικά οφειλόμενο ποσό 8.312,15 ευρώ. Η αίτηση ρυθμίσεως των οφειλών του αιτούντος, από της κοινοποιήσεως της οποίας παύουν σύμφωνα με το νόμο να παράγουν τόκους οι ανέγγυες απαιτήσεις, οι οποίες και υπολογίζονται με την τρέχουσα κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης αξία τους [άρθρο 6 Ν 3869/2010], υποβλήθηκε από τον αιτούντα στο δικαστήριο αυτό στις 2.6.2011 και κοινοποιήθηκε στην πρώτη καθών στις 23.6.2011 [έκθεση επιδόσεως με αριθμό .../23.6.2011 της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών Λ.Τ.] στους υπόλοιπους καθών στις 21.6.2011 [εκθέσεις επιδόσεως με αριθμούς ... [...] και... της ίδιας δικαστικής επιμελήτριας]. Όπως προκύπτει από το δικόγραφο της αιτήσεως ρυθμίσεως οι οφειλές αυτές έχουν εισφερθεί προς ρύθμιση, όπως είχαν διαμορφωθεί κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα το χρόνο εκδόσεως των αναλυτικών καταστάσεων των πιστωτών, χωρίς επικαιροποΐηση από τον αιτούντα μέχρι την υποβολή της αιτήσεως ρυθμίσεως. Όμως από το χρόνο εκδόσεως των αναλυτικών καταστάσεων μέχρι το χρόνο κοινοποιήσεως της αιτήσεως έχει παρέλθει χρονικό διάστημα πλέον των έξι μηνών, κατά τη διάρκεια του οποίου οι απαιτήσεις συνέχισαν να παράγουν τόκους με αποτέλεσμα να προκύπτει αμφιβολία ως προς το ύψος των απαιτήσεων, στοιχείο απαραίτητο προκειμένου να υπολογιστεί το κατά πόσο οι απαιτήσεις των τέταρτου και πέμπτου πιστωτών, των οποίων τεκμαίρεται η συναίνεση στο υποβαλλόμενο από τον αιτούντα σχέδιο διευθέτησης, υπερβαίνουν το ήμισυ του συνολικού ποσού των απαιτήσεων και να κριθεί το εάν ο αιτών νομίμως αιτείται την υποκατάσταση της συγκατάθεσης των υπόλοιπων πιστωτών, δεδομένου ότι σύμφωνα με την υποβαλλόμενη κατάσταση πιστωτών οι απαιτήσεις των τέταρτου και πέμπτου πιστωτών οριακά υπερβαίνουν το ήμισυ του συνολικού ποσού των απαιτήσεων, που ορίζει ο νόμος για την υποκατάσταση, αφού οι απαιτήσεις τους αποτελούν το 50,9% του συνόλου των απαιτήσεων. Πρέπει συνεπώς να διαταχθεί επανάληψη της συζήτησης των υπό κρίση αιτήσεων προκειμένου ο αιτών να επικαιροποιήσει τις προς ρύθμιση απαιτήσεις των πιστωτών του στο ύψος τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα του χρόνου κοινοποιήσεως στους πιστωτές της σε αριθμό καταθέσεως 489/2.6.2011 αιτήσεις ρυθμίσεως. [...]
πηγή: http://lawdb.intrasoftnet.com
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη – Αθήνα