Υπερχρεωμένα νοικοκυριά (νόμος 3869/2010, νόμος Κατσέλη) - Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων - Αδυναμία πληρωμής του οφειλέτη λόγω συνεχούς δανεισμού του για να αποπληρώσει παλαιότερα χρέη του (Ειρηνοδικείο Καβάλας, αριθμός απόφασης 213/2012)
Περίληψη: Ρυθμίσεις οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Υπαγωγή στο Ν.3869/2010. Προϋποθέσεις. Συνεκδίκαση αιτήσεων ζεύγους συνταξιούχων. Δεν αποτελεί αντικείμενο της αιτήσεως του αρ. 4 παρ. 1 του ν. 3869/2010 η επικύρωση ή η τροποποίηση του σχεδίου διευθέτησης. Έλεγχος του παραδεκτού της αιτήσεως. Δεν νοείται δολιότητα του δανειολήπτη εκ μόνου του γεγονότος της ανάληψης δανειακής υποχρεώσεως, της οποίας η εξυπηρέτηση είναι επισφαλής. Δεν ασκείται καταχρηστικά η επίδικη αίτηση λόγω του ότι δεν συνέβη κάποιο αναπάντεχο γεγονός στον οφειλέτη - αιτούντα που να δικαιολογεί την μόνιμη αδυναμία πληρωμής. Περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη συνταξιούχου. Αδυναμία που επήλθε λόγω συνεχούς δανεισμού στον οποίο προσέφυγε ο οφειλέτης για να αποπληρώσει παλαιότερα χρέη του, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση και τις δαπάνες θεραπείας εξαιτίας προβλήματος υγείας του. Δεκτή η αίτηση. Επιβάλλεται η καταβολή του 60% της αξίας της κατοικίας. Αναπροσαρμογή των δόσεων ανάλογα με την αυξομείωση των συντάξεων.
[...] Φέρονται προς συζήτηση οι με αριθμό καταθέσεως 76/5-8-2011 και 77/5-8-2011 αιτήσεις ρύθμισης οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, που υποβάλει έκαστος των συζύγων, οι οποίοι έχουν, ως επί το πλείστον, κοινές δανειακές υποχρεώσεις, αλλά και κοινές βιοτικές συνθήκες και ανάγκες και συνεπώς κατά την κρίση του Δικαστηρίου θα πρέπει να συνεκδικαστούν, προς διευκόλυνση και επιτάχυνση διεξαγωγής της δίκης αλλά και μείωση των εξόδων, αφού άλλωστε, υπάγονται αμφότερες στην εκουσία δικαιοδοσία (άρθ.246 σε συνδυασμό με άρθ.741 του ΚΠολΔ). Με την υπό κρίση πρώτη αίτηση (αρ.καταθ.76/2011), ο αιτών, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας, μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς τις αναφερόμενες στην αίτηση πιστώτριες και εκθέτοντας την οικογενειακή και περιουσιακή του κατάσταση, ζητά με βάση τις διατάξεις του Ν.3869/2010 "Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις" α) να επικυρωθεί το περιλαμβανόμενο στην αίτηση σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή να τροποποιηθεί κατά τα οριζόμενα στο άρθ.7 του Ν.3869/10, με τη συγκατάθεση όλως των πιστωτών ώστε να αποκτήσει το σχέδιο ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Και επικουρικά να διαταχθεί η ρύθμιση των χρεών β) να εξαιρεθεί από την εκποίηση της περιουσίας του η αναφερόμενη στην αίτηση κύρια κατοικία του γ) να αναγνωρισθεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης θα απαλλαγεί από τα χρέη του και δ) να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη, ενώ στην αίτησή του αυτή περιλαμβάνει την κατάσταση της περιουσίας του και των κάθε φύσης εισοδημάτων του ,την κατάσταση των πιστωτών του και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και τα έξοδα, καθώς και σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του. Η αίτηση με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, αρμοδίως καθ΄ύλην και κατά τόπο εισάγεται να δικασθεί από το Δικαστήριο τούτο, (περίοδος 1η, άρθ.3 του Ν.3869/2010), κατά την εκουσία δικαιοδοσία (άρθ.1 περ.β του ΚΠολΔ σε συνδ. με περίοδο 2η , άρθ. 3 του Ν.3869/2010 και αρθ. 739 επ. ΚΠολΔ) και είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθ.1 επ. του Ν.3869/2010, πλην του αιτήματος α) να επικυρωθεί ή τροποποιηθεί το σχέδιο διευθέτησης κατ’ άρθ.7 του Ν.3869/2010 το οποίο είναι μη νόμιμο, αφού η επικύρωση του σχεδίου διευθέτησης ή η επικύρωση του τροποποιημένου από τους διαδίκους, κατ’ άρθ.7 του Ν.3869/2010, σχεδίου, δεν αποτελεί αντικείμενο της αιτήσεως του άρθ.4 παρ.1 του Ν 3869/2010, αλλά νόμιμη συνέπεια της ελεύθερης συμφωνίας των διαδίκων, στην περίπτωση που κανένας πιστωτής δεν προβάλει αντιρρήσεις για το αρχικό ή το τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή συγκατατίθενται όλοι σε αυτό, οπότε ο Ειρηνοδίκης αφού διαπιστώσει την κατά τα άνω επίτευξη συμβιβασμού, με απόφαση του επικυρώνει το σχέδιο ή το τροποποιημένο σχέδιο, το οποίο από την επικύρωσή του αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Το Δικαστήριο, στο δικονομικό στάδιο από την κατάθεση της αιτήσεως στην Γραμματεία του Δικαστηρίου μέχρι την συζήτηση δεν έχει την εξουσία να υποχρεώσει σε συμβιβασμό τους διαδίκους ή τους πιστωτές και συνεπώς το εν λόγω αίτημα δεν έχει νόμιμη βάση β) να αναγνωρισθεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης του Δικαστηρίου θα απαλλαγεί από τα χρέη του, το οποίο είναι απαράδεκτο, αφού η αιτούμενη αναγνώριση, δεν αποτελεί υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας κατ΄άρθ. 739 του ΚΠολΔ ώστε να κριθεί κατά την εφαρμοζομένη εν προκειμένω διαδικασία. Πάντως το αίτημα να απαλλαγεί ο υπερχρεωμένος οφειλέτης (και όχι η αιτουμένη αναγνώριση) από κάθε υπόλοιπο οφειλής κατ’ άρθ.11 παρ.1 του Ν.3869/2010, συνιστά αίτημα και περιεχόμενο μεταγενέστερης αιτήσεως που υποβάλλει στο Δικαστήριο μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων που του επιβάλλονται με την απόφαση που εκδίδεται επί της αιτήσεως του αρθ.4 παρ.1 του αυτού νόμου, ως τούτο ρητά αναφέρεται στην παρ.3 του άρθ.11 του Ν 3869/2010 σύμφωνα με το οποίο «Το δικαστήριο με αίτηση του οφειλέτη που κοινοποιείται στους πιστωτές πιστοποιεί την απαλλαγή του από το υπόλοιπο των οφειλών». Περαιτέρω για το παραδεκτό της αιτήσεως τηρήθηκε η επιβαλλόμενη προδικασία των αρθ. 2, 5 παρ.1 και 7 παρ.1 του Ν.3869/2010 και προσκομίσθηκαν εμπρόθεσμα τα προβλεπόμενα έγγραφα, κατά τα οριζόμενα στην παρ.2, του άρθ.4 του Ν.3869/2010, ειδικότερα 1) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, ο οποίος όμως απέτυχε, όπως βεβαιώνεται από τον τελευταίο, με την, από 25-7-2011 βεβαίωση, η οποία εμπρόθεσμα κατατέθηκε (άρθ.4 παρ.2, περ.α του Ν.3869/2010 στην γραμματεία του Δικαστηρίου, ήτοι στις 2-9-2011, 2) επίσης εμπρόθεσμα, στις 2- 9-2011, κατατέθηκε στην γραμματεία του Δικαστηρίου η, από 31-8-2011, υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος (άρθ. 4 παρ.2, περ.β του Ν.3869/2010), αφενός για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας, των εισοδημάτων του, των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και αφετέρου για το ότι ο αιτών δεν έχει προβεί σε μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων του την τελευταία τριετία και γ) απέτυχε ο κατ’ άρθ.5 παρ.1 και 7 παρ.1 του Ν.3869/2010 δικαστικός συμβιβασμός, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από τις µετέχουσες στη δίκη πιστώτριες ανώνυμες τραπεζικές εταιρίες (βλ.για την α΄πιστώτρια, τις από 4-10-11 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 5-10-11, για την β΄ πιστώτρια, τις από 30-9-11 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 4-10-11, για την γ΄ πιστώτρια, τις από 4-10- 11 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 4-10-11, για την δ΄ πιστώτρια, τις από 26-9- 2011 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 29-9-2011 και για την ε΄ πιστώτρια, τις από 4-10-11 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 4-10-11). Επίσης από την, κατ’ άρθ. 13 του Ν.3869/2010, αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, διαπιστώθηκε ότι για τον αιτούντα δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση ρύθμισης οφειλών του ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση με απαλλαγή από τις οφειλές του (βλ. το υπ΄αριθ. 148γ/2011 έγγραφο του Ειρηνοδικείου Αθηνών, Τμήματος Εκουσίας Δικαιοδοσίας, σε συνδυασμό με το υπ`αριθ. 404/21-11-2011 έγγραφο του Ειρηνοδικείου Καβάλας ). Ο αιτών, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του που έγινε στο ακροατήριο κατά την συζήτηση, επανέλαβε και προφορικά πρόταση εκκαθαρίσεως με εξαίρεση της κύριας κατοικίας του, που ευρίσκεται στην οδό .............στην Καβάλα. Πρέπει επομένως, η υπο κρίση αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν. Οι πιστώτριες του αιτούντος δια δηλώσεως του πληρεξουσίου της δικηγόρου εκάστη, που έγινε στο ακροατήριο κατά την συζήτηση, καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα της παρούσης πρακτικά και εξειδικεύθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατατέθηκαν κατά την συζήτηση, αρνήθηκαν την αίτηση και 1] η α, β και δ πιστώτριες ισχυρίσθηκαν ότι ο αιτών περιήλθε με δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών. Όμως ο ισχυρισμός αυτό που συνιστά νόμιμη ένσταση (άρθ.1 του Ν 3869/2010) δεν προβάλλεται ορισμένως και για τούτο κρίνεται απορριπτέος ως απαράδεκτος. Ειδικότερα δεν νοείται δολιότητα του δανειολήπτη από μόνη την ανάληψη δανειακής υποχρεώσεως, της οποίας η εξυπηρέτηση είναι επισφαλής, αλλά για το ορισμένο της ένστασης αυτής απαιτείται, η προβολή περαιτέρω πραγματικών περιστατικών που να θεμελιώνουν την δόλια συμπεριφορά του δανειολήπτη όπως είναι η, από τον οφειλέτη πρόκληση άγνοιας της επισφάλειας από τους πιστωτές. Όμως εν προκειμένω δεν προβάλλονται τέτοια περιστατικά. 2] οι β, δ΄και ε΄ πιστώτριες ισχυρίσθηκαν ότι ο αιτών καταχρηστικώς ασκεί το δικαίωμά του να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του Ν.3869/2010. Ειδικότερα η β΄πιστώτρια ισχυρίσθηκε ότι στον αιτούντα δεν συνέβη κάποιο ιδιαίτερο και αναπάντεχο γεγονός που να δικαιολογεί την μόνιμη αδυναμία πληρωμής, ότι ο αιτών δήλωσε αδυναμία πληρωμής αφού ολοκλήρωσαν τις σπουδές τα παιδιά του και ότι πλήρωνε μέχρι να παύσει να καταβάλει υπαιτίως τα οφειλόμενα και τέλος ισχυρίσθηκε ότι εάν ρυθμισθούν οι οφειλές του αιτούντος σύμφωνα με την πρότασή του, η ίδια θα απωλέσει σημαντικό μέρος από το ποσό που της οφείλεται. Οι ισχυρισμοί αυτοί συνιστούν την κατ’ άρθ.281 του ΑΚ ένσταση και θα εξετασθούν περαιτέρω και κατ’ ουσίαν. Η δ΄πιστώτρια προς θεμελίωση της ενστάσεως του άρθ.281 του ΑΚ, ισχυρίσθηκε ότι ο αιτών έχει επαρκές οικογενειακό μηνιαίο εισόδημα, ότι ζητά την απαλλαγή του από το μεγαλύτερο τμήμα των οφειλών του και ότι η ίδια θα υποστεί σοβαρή οικονομική ζημία εάν γίνει αποδεκτό το προτεινόμενο σχέδιο. Όμως οι ισχυρισμοί της δ΄πιστώτριας δεν συνιστούν την κατ’ άρθ.281 του ΑΚ, αφού το μεν σχέδιο διευθέτησης του αιτούντος, συνιστά πρόταση προς τους πιστωτές και δεν δεσμεύει το Δικαστήριο, ενώ ο ισχυρισμός ότι έχει επαρκές οικογενειακό εισόδημα δεν εξειδικεύεται περαιτέρω, ώστε να θεμελιώνεται καταχρηστική συμπεριφορά. Επομένως απαραδέκτως προβάλλεται και από την δ΄πιστώτρια ο εν λόγω ισχυρισμός. Τέλος η ομοίως η ε΄πιστώτρια δεν εκθέτει πραγματικά περιστατικά που να θεμελιώνουν την ένσταση του άρθ.281 του ΑΚ και συνεπώς και αυτή απαραδέκτως την προβάλλει (άρθ. 216, 262 και 741 του ΚΠολΔ), αφού απλώς ισχυρίζεται ότι καταρτίσθηκε η σύμβαση λίγους μήνες προ της υποβολής της αιτήσεως και ότι στην αρχή πλήρωνε, αλλά μετά σταμάτησε αιφνιδίως τις πληρωμές, γεγονότα που από μόνα τους δεν αποτελούν κατά νόμο καταχρηστική συμπεριφορά του αιτούντα. Με την υπό κρίση δεύτερη αίτηση (αρ.καταθ.77/2011), η αιτούσα, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας, μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της προς τις αναφερόμενες στην αίτηση πιστώτριες και εκθέτοντας την οικογενειακή και περιουσιακή της κατάσταση, ζητά με βάση τις διατάξεις του Ν.3869/2010 "Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις¨ α) να επικυρωθεί το περιλαμβανόμενο στην αίτηση σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή να τροποποιηθεί κατά τα οριζόμενα στο άρθ.7 του Ν.3869/10, με τη συγκατάθεση όλως των πιστωτών ώστε να αποκτήσει το σχέδιο ισχύ δικαστικού συμβιβασμού και επικουρικά να διαταχθεί η ρύθμιση των χρεών, β) να αναγνωρισθεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης θα απαλλαγεί από τα χρέη της και γ) να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη, ενώ στην αίτησή της αυτή περιλαμβάνει την κατάσταση της περιουσίας της και των κάθε φύσης εισοδημάτων της, την κατάσταση των πιστωτών της και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και τα έξοδα καθώς και σχέδιο διευθέτησης οφειλών της. Η αίτηση με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, αρμοδίως καθ΄ ύλην και κατά τόπο εισάγεται να δικασθεί από το Δικαστήριο τούτο, (περίοδος 1η, άρθ.3 Ν του 3869/2010 ), κατά την εκουσία δικαιοδοσία (άρθ.1 περ.β του ΚΠολΔ σε συνδ. με περίοδο 2η, άρθ. 3 του Ν.3869/2010 και αρθ. 739 επ. ΚΠολΔ) και είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθ.1 επ. του Ν.3869/2010, πλην του αιτήματος α) να επικυρωθεί ή τροποποιηθεί το σχέδιο διευθέτησης κατ’ άρθ. 7 του Ν.3869/2010 το οποίο είναι μη νόμιμο, αφού η επικύρωση του σχεδίου διευθέτησης ή η επικύρωση του τροποποιημένου από τους διαδίκους, κατ’ άρθ.7 του Ν.3869/2010, σχεδίου, δεν αποτελεί αντικείμενο της αιτήσεως του άρθ.4 παρ.1 του Ν.3869/2010, αλλά νόμιμη συνέπεια της ελεύθερης συμφωνίας των διαδίκων, στην περίπτωση που κανένας πιστωτής δεν προβάλει αντιρρήσεις για το αρχικό ή το τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή συγκατατίθενται όλοι σε αυτό, οπότε ο Ειρηνοδίκης αφού διαπιστώσει την κατά τα άνω επίτευξη συμβιβασμού, με απόφαση του επικυρώνει το σχέδιο ή το τροποποιημένο σχέδιο, το οποίο από την επικύρωσή του αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Το Δικαστήριο, στο δικονομικό στάδιο από την κατάθεση της αιτήσεως στην Γραμματεία του Δικαστηρίου μέχρι την συζήτηση δεν έχει την εξουσία να υποχρεώσει σε συμβιβασμό τους διαδίκους ή τους πιστωτές και συνεπώς το εν λόγω αίτημα δεν έχει νόμιμη βάση. β) να αναγνωρισθεί ότι με την τήρηση της ρύθμισης του Δικαστηρίου θα απαλλαγεί από τα χρέη της, το οποίο είναι απαράδεκτο, αφού η αιτούμενη αναγνώριση δεν αποτελεί υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας κατ΄άρθ. 739 του ΚΠολΔ ώστε να κριθεί κατά την εφαρμοζομένη εν προκειμένω διαδικασία. Πάντως το αίτημα να απαλλαγεί ο υπερχρεωμένος οφειλέτης (και όχι η αιτουμένη αναγνώριση) από κάθε υπόλοιπο οφειλής κατ’ άρθ.11 παρ.1 του Ν 3869/2010, συνιστά αίτημα και περιεχόμενο μεταγενέστερης αιτήσεως που υποβάλλει στο Δικαστήριο μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων που του επιβάλλονται με την απόφαση που εκδίδεται επί της αιτήσεως του αρθ.4 παρ.1 του αυτού νόμου, ως τούτο ρητά αναφέρεται στην παρ.3 του άρθ.11 του Ν 3869/2010 σύμφωνα με το οποίο «Το δικαστήριο με αίτηση του οφειλέτη που κοινοποιείται στους πιστωτές πιστοποιεί την απαλλαγή του από το υπόλοιπο των οφειλών». Περαιτέρω για το παραδεκτό της αιτήσεως τηρήθηκε η επιβαλλόμενη προδικασία των αρθ. 2 , 5 παρ.1 και 7 παρ.1 του Ν.3869/2010 και προσκομίσθηκαν εμπρόθεσμα τα προβλεπόμενα έγγραφα, κατά τα οριζόμενα στην παρ.2 , του άρθ. 4 του Ν.3869/2010, ειδικότερα 1) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, ο οποίος απέτυχε, όπως βεβαιώνεται από τον διαμεσολαβητή με την, από 25-7- 2011 βεβαίωση, η οποία κατατέθηκε εμπρόθεσμα (άρθ.4 παρ.2,περ.α του Ν.3869/2010) στην γραμματεία του Δικαστηρίου στις 2-9- 2011, 2) επίσης εμπρόθεσμα κατατέθηκε στις 2-9-2011, στην γραμματεία του Δικαστηρίου η, από 31-8-2011,υπεύθυνη δήλωση της αιτούσης (άρθ.4 παρ.2, περ.β του Ν.3869/2010), αφενός για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας της, των εισοδημάτων της, των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και αφετέρου για το ότι η αιτούσα δεν έχει προβεί σε μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της την τελευταία τριετία και γ) απέτυχε ο κατ’άρθ.5 παρ.1 και 7 παρ.1 του Ν.3869/2010 δικαστικός συμβιβασμός, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από τις µετέχουσες στη δίκη πιστώτριες ανώνυμες τραπεζικές εταιρίες (βλ.για την α΄ πιστώτρια, τις από 4-10-11 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 5-10-11, για την β΄πιστώτρια, τις από 30-9-11 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 4-10-11, για την γ΄ πιστώτρια, τις από 4-10-11 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 4-10-11, για την δ΄ πιστώτρια, τις από 4-10-2011 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 5-10- 2011 και τις από 12-12-2011 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 13-12-2011 ). Επίσης από την, κατ’ άρθ. 13 του Ν.3869/2010, αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, διαπιστώθηκε ότι για την αιτούσα δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση ρύθμισης οφειλών της ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση με απαλλαγή από τις οφειλές της (βλ. το υπ΄αριθ. 148γ/2011 έγγραφο του Ειρηνοδικείου Αθηνών, Τμήματος Εκουσίας Δικαιοδοσίας σε συνδυασμό με το υπ`αριθ. 404/21-11-2011 έγγραφο του Ειρηνοδικείου Καβάλας). Πρέπει επομένως, η υπό κρίση αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν. Οι πιστώτριες δια δηλώσεως του πληρεξουσίου της δικηγόρου εκάστη, που έγινε στο ακροατήριο κατά την συζήτηση, καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα της παρούσης πρακτικά και εξειδικεύθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατατέθηκαν κατά την συζήτηση, αρνήθηκαν την αίτηση, ενώ οι β, γ΄και δ΄πιστώτριες ισχυρίσθηκαν ότι η αιτούσα καταχρηστικώς ασκεί το δικαίωμά της να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του Ν.3869/2010. Ειδικότερα η β΄πιστώτρια ισχυρίσθηκε ότι δεν συνέβη κάποιο αναπάντεχο γεγονός στην αιτούσα που να δικαιολογεί την μόνιμη αδυναμία πληρωμής, ότι πλήρωνε μέχρι να παύσει να καταβάλει υπαιτίως τα οφειλόμενα και ότι εάν ρυθμισθούν οι οφειλές της η αιτούσα θα απωλέσει εισοδήματα. Όμως οι ισχυρισμοί αυτοί της β΄πιστώτριας και αληθείς υποτιθέμενοι δεν συνιστούν την κατ’ άρθ.281 του ΑΚ ένσταση, αφού ο νόμος 3869/2010 της παρέχει το δικαίωμα να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του και εφόσον πληρεί τις προϋποθέσεις του νόμου και ρυθμισθούν οι οφειλές της, φυσική συνέπεια θα είναι η απώλεια εισοδημάτων της β΄πιστώτριας, αποτέλεσμα που αποτελεί δικαιοπολιτική επιλογή του νομοθέτη, ενώ η επιλογή της αιτούσης να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του νόμου, συνιστά νόμιμο δικαίωμά της και από μόνη αυτή την επιλογή δεν θεμελιώνεται καταχρηστικότητα. Η γ΄πιστώτρια ισχυρίσθηκε ότι δεν συνέβη κάποιο αναπάντεχο γεγονός στην αιτούσα που να δικαιολογεί την μόνιμη αδυναμία πληρωμής και ότι η αιτούσα προφασιζόμενη τα πολλά δάνεια ζητά την υπαγωγή στη ρύθμιση του Ν.3869/2010. Όμως οι ισχυρισμοί αυτοί της γ΄ πιστώτριας και αληθείς υποτιθέμενοι δεν συνιστούν την κατ’ άρθ.281 του ΑΚ ένσταση κατά τα αμέσως προαναφερθέντα. Τέλος η δ΄ πιστώτρια δεν εκθέτει κάποια ειδικότερα πραγματικά περιστατικά που να θεμελιώνουν την ένσταση του άρθ.281 του ΑΚ και συνεπώς απαραδέκτως προβάλλει τον ισχυρισμό αυτό, λόγω αοριστίας του (άρθ. 216, 262 και 741 του ΚΠολΔ).
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα, που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, από τα έγγραφα που προσκομίσθηκαν, χρήσιμα και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τις ομολογίες που συνάγονται από το σύνολο των ισχυρισμών των μερών και από όσα είναι τοις πάσι γνωστά, αποδείχθηκαν τα παρακάτω ουσιώδη πραγματικά περιστατικά : Ο αιτών 60 ετών και η αιτούσα 59 ετών, είναι σύζυγοι και το μοναδικά τους εισοδήματα αποτελούνται από την σύνταξη γήρατος που ο αιτών λαμβάνει από το ΙΚΑ, ποσού 915,96 € μηνιαίως, και από την σύνταξη που η αιτούσα λαμβάνει επίσης από το ΙΚΑ, ποσού 680 € μηνιαίως. Οι αιτούντες από τον γάμο τους, έχουν δύο ενήλικα τέκνα εκ των οποίων το μικρότερο, η .................είναι άνεργη διαμένει μαζί τους και την συντηρούν, ενώ ο ....................είναι έγγαμος και λόγω των οικογενειακών του υποχρεώσεων αδυνατεί να τους βοηθά οικονομικά. Ο αιτών από τον πρώτο γάμο του, έχει ακόμη δύο ενήλικα τέκνα, με τα οποία όμως οι σχέσεις του έχουν διαρραγεί από καιρό. Ο αιτών από το 2007 πάσχει από στεφανιαία νόσο (έμφραγμα μυοκαρδίου), από αρτηριακή υπέρταση και από το 1999 πάσχει και από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια που σήμερα είναι τελικού σταδίου, για την οποία υποβάλλεται τρις εβδομαδιαίως σε αιμοκάθαρση. Ο αιτών έχει κριθεί από το ΙΚΑ ότι το ποσοστό αναπηρίας του ανέρχεται στο 80% ( βλ. την υπ`αριθ. 12-031016/27-3-2012 γνωμάτευση της Διεύθυνσης Αναπηρίας και ΙΕ του ΙΚΑ) . Η αιτούσα έχει καλή υγεία. Οι ανάγκες διαβιώσεως της οικογενείας των αιτούντων, συνυπολογιζομένων των αυξημένων αναγκών θεραπείας του αιτούντος (συμμετοχή του αιτούντος στις δαπάνες αγοράς φαρμάκων, αναγκαστική μετακίνηση από και προς την μονάδα αιμοκάθαρσης τρεις φορές κάθε εβδομάδα) καθώς και της ανάγκες διαβιώσεως της άνεργης ενήλικης θυγατέρα τους η οποία δεν μπορεί να διατρέφει μόνη της τον εαυτό της λόγω της αδυναμίας ευρέσεως εργασίας εξαιτίας της οικονομικής κρίσης (αρθ.1486 του ΑΚ), ανέρχονται 325 € εβδομαδιαίως, ήτοι στα 1.300 € μηνιαίως. Η αιτούσα δεν διαθέτει ακίνητα, όμως ο αιτών είναι κύριος ενός διαμερίσματος, εμβαδού 72,69 τ.μ. που ευρίσκεται στην πόλη της Καβάλας, στο δυτικό τμήμα του ισογείου ορόφου οικοδομής που είναι κτισμένη στην οδό ....................., δημοτικής αριθμήσεως 26, το οποίο αποτελείται από δύο δωμάτια, καθιστικό, κουζίνα, διάδρομο και λουτροαποχωρητήριο. Το ακίνητο αυτό αποτελεί την κύρια και μοναδική κατοικία του αιτούντα και της οικογενείας του και είναι εμπορικής αξίας 50.000 €. Ακόμη αποδείχθηκε ότι οι οφειλές του αιτούντος είναι οι εξής: 1] Προς την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ..........................¨ α) από την υπ΄αριθ. .................................σύμβαση μεταφοράς από άλλη τράπεζα στεγαστικού δανείου 28.500 €, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 180 μήνες, και οφειλόμενο υπόλοιπο 29.887 €. Η απαίτηση αυτή της τράπεζας είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης, εγγραφείσα επί του μοναδικού ακινήτου του αιτούντος. β) από την υπ΄αριθ. .........../26-5-2006 σύμβαση στεγαστικού δανείου για (επισκευαστικό), 35.500 €, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 180 μήνες και οφειλόμενο υπόλοιπο 36.723 €. Η απαίτηση αυτή της τράπεζας είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης, εγγραφείσα επί του μοναδικού ακινήτου του αιτούντος. γ) από την υπ΄αριθ.............../20-4-2007 σύμβαση στεγαστικού δανείου για (επισκευαστικό), 20.000 €, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 240 μήνες και οφειλόμενο υπόλοιπο 21.947 €. Η απαίτηση αυτή της τράπεζας είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης, εγγραφείσα επί του μοναδικού ακινήτου του αιτούντος. 2 ] Προς την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ¨ ............................¨ από την υπ΄ αριθ. ..... .................../2008 σύμβαση καταναλωτικού δανείου, 4.000 €, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 120 μήνες και οφειλόμενο υπόλοιπο 2.499 €. 3 ] Προς την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ...............................Ανώνυμη Εταιρία, από την υπ΄αριθ. ...................... σύμβαση καταναλωτικού δανείου 17.900 €, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 156 μήνες, το οφειλόμενο υπόλοιπο ανέρχεται σε 17.939 €. 4] Προς την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ...............................plc ¨α) από την υπ΄αριθ.................../13-11-2006 σύμβαση προσωπικού δανείου 7.000€, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 60 μήνες, ενώ το οφειλόμενο υπόλοιπο ανέρχεται σε 3.404,58 € β)από την υπ΄αριθ.......................πιστωτική κάρτα, για την οποία η σχετική σύμβαση καταρτίσθηκε το 2004 και το οφειλόμενο ποσό ανέρχεται σε 12.327,37 € . 5] Προς την ...........από την υπ΄αριθ............................./28-4-2010 σύμβαση προσωπικού δανείου 12.800€, με εγγυήτρια την σύζυγό του ......... με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 145 μήνες, ενώ το οφειλόμενο υπόλοιπο ανέρχεται σε 15.048,75 €. Όλες οι ως άνω συμβάσεις συνάφθηκαν σε χρόνο προγενέστερο, του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της κρινόμενης αίτησης του αιτούντος, ενώ το συνολικό ύψος των ως άνω οφειλών του ανέρχεται στο ποσό των 139.775,7 €. Επίσης αποδείχθηκε ότι οι οφειλές της αιτούσης είναι οι εξής: 1] Προς την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ...................ΑΕ α) ποσό 29.887 €, για το οποίο ευθύνεται ως εγγυήτρια υπέρ του συζύγου της ενεχόμενη εις ολόκληρον με τον τελευταίο ως αυτοφειλέτιδα (όρος 15 της συμβάσεως ), δυνάμει της υπ΄αριθ.................../26-05-2006 σύμβασης μεταφοράς από άλλη τράπεζα στεγαστικού δανείου 28.500 €, που σύναψε ο αιτών συζυγός της με την εν λόγω τράπεζα με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 180 μήνες. β) ποσό 36.723 €, για το οποίο ευθύνεται ως εγγυήτρια υπέρ του συζύγου της ενεχόμενη εις ολόκληρον με τον τελευταίο ως αυτοφειλέτιδα ( όρος 15 της συμβάσεως ), δυνάμει της υπ΄αριθ.................../26-5-2006 σύμβασης στεγαστικού δανείου (επισκευαστικό ) 35.500 €, που σύναψε ο αιτών σύζυγος της με την εν λόγω τράπεζα, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 180 μήνες . γ) ποσό 21.947 €, για το οποίο ευθύνεται επίσης ως εγγυήτρια υπέρ του συζύγου της ενεχόμενη εις ολόκληρον με τον τελευταίο ως αυτοφειλέτιδα ( όρος 15 της συμβάσεως ), δυνάμει της υπ΄αριθ. 5381800/20-4-2007 σύμβασης στεγαστικού δανείου (επισκευαστικό ), 20.000 €, που σύναψε ο αιτών σύζυγός της με την εν λόγω τράπεζα, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 240 μήνες. Η αιτούσα με τον όρο 15.1 των ως άνω τριμερών συμβάσεων, παραιτήθηκε από το δικαίωμά της να προτείνει έναντι της δανείστριας τράπεζας, τις μη προσωποπαγείς ενστάσεις του πρωτοφειλέτη συζύγου της και εάν ακόμη αυτός παραιτηθεί από αυτές, παραιτήθηκε από την ένσταση διζήσεως, καθώς και από το δικαίωμα να ασκήσει τα τυχόν από αναγωγή δικαιώματά της, εφόσον υφίσταται υπόλοιπο της απαιτήσεως της τράπεζας από τη σύμβαση και τέλος παραιτήθηκε και από το δικαίωμά της να ελευθερωθεί από την εγγύηση έστω και εάν από οποιοδήποτε λόγο η τράπεζα παραιτήθηκε από εξασφαλίσεις υπέρ της απαιτήσεώς ή αποσβέσθηκε η κύρια οφειλή χωρίς ικανοποίηση της τράπεζας. 2] Προς την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ¨ ................................ ΑΤΕ από την υπ΄αριθ. .................../2007 σύμβαση καταναλωτικού δανείου, 5.000 €, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 120 μήνες και οφειλόμενο υπόλοιπο 3.860 €. 3 ] Προς την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ...............................Ανώνυμη Εταιρία, από την υπ΄αριθ........ ........................./31-3-2009 σύμβαση καταναλωτικού δανείου 23.000 €, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 167 μήνες, το οφειλόμενο υπόλοιπο ανέρχεται σε 22.585 € . 4] Προς την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία α) από την υπ΄αριθ. ...................../24- 6-2010 σύμβαση δανείου ρύθμισης οφειλών καταναλωτικής πίστης και πιστωτικών καρτών με ενοχικές εξασφαλίσεις 1.498 €, με συμφωνημένη διάρκεια αποπληρωμής 36 μήνες, ενώ το οφειλόμενο υπόλοιπο ανέρχεται σε 1.534,37 € β) από την υπ΄αριθ. ................ πιστωτική κάρτα, το οφειλόμενο ποσό ανέρχεται σε 8,28 €. Όλες οι συμβάσεις συνάφθηκαν σε χρόνο προγενέστερο, του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της κρινομένης αίτησης της αιτούσης, ενώ το συνολικό ύψος των παραπάνω οφειλών της ανέρχεται στο ποσό των 116.544,65 €. Όμως με το εισόδημα από τις συντάξεις τους , οι αιτούντες δεν κατόρθωσαν να ανταπεξέλθουν στις υψηλές δανειακές τους υποχρεώσεις, οι οποίες δημιουργήθηκαν εξαιτίας των αυξημένων υποχρεώσεών τους, τόσο λόγω των ασθενειών του αιτούντος όσο και λόγω των δαπανών για σπουδές των παιδιών τους. Οι αιτούντες προσέφυγαν στον συνεχή δανεισμό προκειμένου να ρυθμίσουν ή να αποπληρώσουν παλαιότερα χρέη τους από πιστωτικές κάρτες και δάνεια, αλλά και να αντιμετωπίσουν τις τρέχουσες βιοτικές ανάγκες των ιδίων και των παιδιών τους. Όλα τούτα σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση, την εξ αυτής μείωση των εισοδημάτων τους, την αύξηση της άμεσης και έμμεσης φορολογίας και των δαπανών θεραπείας του αιτούντος οδήγησαν τους αιτούντες, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των παραπάνω οφειλών τους. Μάλιστα δεν κατάφεραν να καταβάλλουν το πρώτο Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ηλεκτροδοτημένων Δομημένων Επιφανειών (ΕΕΤΗΔΕ) του Ν.4021/2011, για το μοναδικό ακίνητο του αιτούντος. Η επιδίωξη για ρύθμιση των χρεών εκάστου των αιτούντων, υπό τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά δεν συνιστά κατάχρηση δικαιώματος, καθώς η άσκηση του δικαιώματος του αυτού δεν έρχεται σε αντίθεση με την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικοοικονομικό σκοπό του δικαιώματος, αλλά αντιθέτως κρίνεται ότι είναι απολύτως σύμφωνη με το γράμμα και το πνεύμα του νόμου και δεν ασκείται άσκοπα αλλά σύμφωνα και το σκοπό των διατάξεων του Ν.3869/2010 (βλ σχετικά αιτιολογική έκθεση) και σύμφωνα με τους ηθικούς κανόνες, που χαρακτηρίζουν την συμπεριφορά του μέσου συνετού ανθρώπου, απορριπτομένης ούτως της σχετικής ενστάσεως. Η καταφυγή στον δανεισμό για να αντιμετωπίσουν αιτούντες την έλλειψη ρευστότητος, ήταν μια λανθασμένη, πλην όμως συνήθης επιλογή κατά το διάστημα που κατέφευγαν στον δανεισμό οι αιτούντες, η οποία καλλιεργήθηκε στους πολίτες από τα πιστωτικά ιδρύματα αλλά και δεν ρυθμίσθηκε ως έπρεπε από την πολιτεία, ως τούτο προκύπτει από την γενική πείρα αλλά και από τις παραδοχές της αιτιολογικής εκθέσεως του Ν.3869/2010 «Η εισοδηματική στενότητα, τα υψηλά επιτόκια στο χώρο ιδίως της καταναλωτικής πίστης, οι επιθετικές πρακτικές προώθησης των πιστώσεων, ατυχείς προγραμματισμοί, απρόβλεπτα γεγονότα στη ζωή των δανειοληπτών (απώλεια εργασίας κ.α.), αποτέλεσαν παράγοντες που, δρώντας υπό την απουσία θεσµών συµβουλευτικής υποστήριξης των καταναλωτών σε θέµατα υπερχρέωσης, συνέβαλαν ανενόχλητα στην αυξανόµενη υπερχρέωση νοικοκυριών που, αδυνατώντας εν συνεχεία να αποπληρώσουν τα χρέη τους, υπέστησαν και υφίστανται, τις αλυσιδωτά επερχόµενες καταστροφικές συνέπειές της.». Υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι οι αιτούντες, που έχουν πτωχευτική ικανότητα, έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρηματικών οφειλών τους. Το προταθέν σχέδιο διευθέτησης των οφειλών των αιτούντων, δεν έγινε δεκτό από τις δανείστριες τράπεζες και συνεπώς πληρούνται οι προϋποθέσεις για την κατ’ άρθ. 8 επ. του Ν.3869/2010 ρύθμιση των οφειλών εκάστου των αιτούντων από το Δικαστήριο, μη υπαρχουσών αμφισβητουμένων απαιτήσεων. Συνεπώς συντρέχουν στο πρόσωπο εκάστου των αιτούντων οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στη ρύθμιση του Ν.3869/10. Περαιτέρω συνάγεται ότι οι αιτούντες οφειλέτες δεν διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία για την ικανοποίηση των δανειστών, πλην των συντάξεών τους και επομένως το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τα εισοδήματά τους αυτά, αλλά και σταθμίζοντάς τα με τις βιοτικές ανάγκες των ιδίων και της θυγατέρας τους που συνοικεί μαζί τους, θα τους υποχρεώσει να καταβάλλει έκαστος μηνιαίως και για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών ορισμένο ποσό, συμμέτρως διανεμόμενο. Ειδικότερα η ρύθμιση των χρεών εκάστου αιτούντος θα γίνει με 48 ισόποσες μηνιαίες καταβολές, δηλαδή επί τετραετία, που θα γίνονται απευθείας στις πιστώτριες τράπεζες από τα εισοδήματα τους και θα αρχίσουν την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την πάροδο τετραμήνου από την έκδοση της παρούσης, θα είναι, δε, καταβλητέες την 1η εργάσιμη ημέρα εκάστου μηνός. Η τετράμηνη η περίοδος χάριτος χορηγείται διότι ως είναι γνωστό τοις πάσι, επίκειται το αμέσως επόμενο διάστημα η επιβολή τακτικής και έκτακτης φορολογίας, όπως του ενιαίου τέλους ακινήτων (Ε.Τ.Α.Κ.) 2009 και του Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. 2012 και οι αιτούντες με τα μειωμένα και χαμηλά εισοδήματά τους, θα πρέπει να έχουν δυνατότητα να καταβάλλουν προς το Δημόσιο τις φορολογικές τους υποχρεώσεις, εις τρόπον ώστε να μη παρακωληθούν και οι υποχρεώσεις τους από την ένδικη ρύθμιση. Επίσης ενόψη της δυνατότητος που παρέχεται στο Δικαστήριο από την διάταξη του β΄εδαφίου της παρ. 2 του άρθ. 8 του Ν.3869/2010 που ορίζει ότι «Με την απόφαση μπορεί να οριστεί ότι το ποσό αυτό αναπροσαρμόζεται ανά διαστήματα που ορίζονται σε αυτή με βάση αντικειμενικό δείκτη αναφοράς» και αφού κατά την τρέχουσα περίοδο είναι γνωστό ότι επίκεινται περαιτέρω μειώσεις των συντάξεων, αλλά και προς εφαρμογή της αρχής της οικονομίας της δίκης, το ποσό των δόσεων θα αναπροσαρμόζεται ανά τετράμηνο, κατά το ποσοστό αυξήσεως ή μειώσεως των καταβαλομένων (καθαρών) ποσών των συντάξεων που θα λαμβάνουν οι αιτούντες. Η αναπροσαρμογή αυτή θα ισχύει αναδρομικά από τον μήνα που έλαβε χώρα, η μείωση ή η αύξηση του καθαρού ποσού της μηνιαίας συντάξεως και θα εκκαθαρίζεται στην πρώτη καταβολή μετά την πάροδο του τετραμήνου. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, το κατά μήνα προς διάθεση αμφοτέρων των αιτούντων ποσό, ανέρχεται στα 295,96 € ( 915,96 +680= 1.595,96 και 1.595,96-1.300 = 295,96 € ) από το οποίο αντιστοιχεί στον αιτούντα ποσό 169,85 € ( 915,96 Χ 295,96 /1.595,96 = 169,85 ), ενώ στην αιτούσα αντιστοιχεί ποσό 126,10 € ( 680 Χ 295,96 /1.595,96 = 126,10 ). Έτσι σύμφωνα με την αρχή της σύμμετρης ικανοποίησης Α] ο αιτών πρέπει να καταβάλλει : i) στην α΄πιστώτρια ...............¨ ποσό 107,61 € ( 29.887+36.723 +21.947 = 12ο φύλλο της με αριθμό 213/2012 απόφασης του Ειρηνοδικείου Καβάλας.88.557 και 88.557Χ169,85/139.775,70 = 107,61 € ) και επομένως μετά το τέλος της τετραετίας θα έχει καταβληθεί ποσό 5.165,28 € (107,61 Χ 48 = 5.165,28) από 88.557 € . ii) στην β΄πιστώτρια ...................¨ ποσό 3,04 € ( 2.499 Χ169,85/139.775,70 = 3,04 € ), και επομένως μετά το τέλος της τετραετίας θα έχει καταβληθεί ποσό 145.92 € ( 3,04 Χ 48 = 145,92 ) από 2.499 € , iii) στην γ΄πιστώτρια ¨Τράπεζα .....................Ανώνυμη Εταιρία ¨ποσό 21,79 € (17.939 Χ169,85/139.775,70 = 21,79 € ) και επομένως μετά το τέλος της τετραετίας θα έχει καταβληθεί ποσό 1.045,92 € ( 21,79 Χ 48 = 1.046,40 ) από 17.939 €, iv) στην δ΄πιστώτρια .........................., ποσό 19,12 € (3.404,58 + 12.327,37 = 15.731,95 και 15.731,95 Χ169,85/139.775,70 = 19,12 € ) και επομένως μετά το τέλος της τετραετίας θα έχει καταβληθεί ποσό 917,76 € ( 19,12Χ 48 = 917,76 ) από 15.731,95 € και v) στην ε΄πιστώτρια ........................., ποσό 18,29 € (15.048,75 Χ169,85 /139.775,70 = 18,29 € ) και επομένως μετά το τέλος της τετραετίας θα έχει καταβληθεί ποσό 877,92 € ( 18.29Χ 48 = 877,92 ) από 15.048,75 €. Β] η αιτούσα πρέπει να καταβάλλει : i) στην α΄πιστώτρια ..............ΑΕ¨ το ποσό των ποσό 94,41 € ( 29.887+36.723 +21.947 = 88.557 και 88.557- 5.165 ,28 = 83.391,72 και 116.544,65 - 5.165,28=111.379,37 και 83.391,72 Χ126,10/111.379,37 94,41 € ) και επομένως μετά το τέλος της τετραετίας θα έχει καταβληθεί ποσό 4.531,68 € (94,41 Χ 48 = 4.531,68) από 88.557 €. Για τον υπολογισμό του οφειλομένου ποσού προς από την αιτούσα αφαιρέθηκε το ποσό των 5.165,28 € που με την παρούσα έχει ρυθμιστεί να δώσει ο εις ολόκληρον οφειλέτης σύζυγός της για το ίδιο χρέος. Επίσης το αυτό ποσό αφαιρέθηκε και από τον υπολογισμό του αρχικού συνολικού της χρέους εκ 116.544,65 € και έτσι το τελευταίο διαμορφώθηκε στα 111.379,37 €, ii) στην β΄πιστώτρια ...................... ποσό 4,37 € ( 3.860 Χ126,10/111.379,37 = 4,37 € ), και επομένως μετά το τέλος της τετραετίας θα έχει καταβληθεί ποσό 209,76 € ( 4,37 Χ 48 = 209,76 ) από 3.860 € , iii) στην γ΄πιστώτρια ¨Τράπεζα .............................Ανώνυμη Εταιρία ¨ ποσό 25,57 € (22.585 Χ126,10/111.379,37 = 25,57 € ) και επομένως μετά το τέλος της τετραετίας θα έχει καταβληθεί ποσό 1.227,36 € ( 25,57 Χ 48 = 1.227,36 ) από 22.585 € , iv) στην δ΄πιστώτρια .................................ποσό 1,75 € (1.534,37 + 8,28 = 1.542,65 και 1.542,65 Χ 126,10/111.379,37 = 1,75 € ) και επομένως μετά το τέλος της τετραετίας θα έχει καταβληθεί ποσό 84 € ( 1,75 Χ 48 = 84 ) από 1.542,65 € . Περαιτέρω, η παραπάνω πρώτη ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 του Ν 3869/2010, εφόσον με τις καταβολές επί τετραετία της πρώτης ρύθμισης δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτριών του αιτούντα και έχει υποβληθεί αίτημα εξαίρεσης της κατοικίας του από την εκποίηση, μετά το οποίο η εν λόγω εξαίρεση είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο (άρθ.9 παρ.2 του Ν.3869/2010 ). Η αξία της παραπάνω κύριας κατοικίας του αιτούντα δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, που για τον αιτούντα ο οποίος έχει κατά ποσοστό 80 % φυσική αναπηρία, ανέρχεται μέχρι του ποσού των 275.000 € ( άρθ.1 παρ.1 και 2 περ.α του Ν.1078/1980 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθ.21 του Ν.3842/2010) και συνεπώς επιτρέπεται να εξαιρεθεί της εκποιήσεως. Επομένως, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του αιτούντα, για την οποία ο τελευταίος θα πρέπει κατά την κρίση του Δικαστηρίου να καταβάλλει ποσό των 30.000 €, δηλαδή το 60% της εμπορικής του αξίας (50.000 ευρώ Χ 60% = 30.000 ), λαμβανόμενων υπόψιν των μειωμένων οικονομικών δυνατοτήτων του αιτούντα που σχετίζονται και με την βιωσιμότητα της ρυθμίσεως, της ηλικίας και ασθενείας του που αφενός επηρεάζουν το προσδόκιμο ζωής του και αφετέρου αυξάνουν τις πιθανότητες να χειροτερεύσει η κατάσταση της υγείας του και κατ’ επέκταση και οι σχετικές με αυτήν βιοτικές του ανάγκες. Το υπόλοιπο των απαιτήσεων της α΄πιστώτριας, δηλαδή της .............ΑΕ, που είναι ασφαλισμένες με προσημείωση υποθήκης στην κατοικία του αιτούντος, μετά τις καταβολές επί 4ετία αμφοτέρων των αιτούντων, ανέρχεται σε 78.860,04 € (88.557 -5.165,28 = 83.391,72 και 83.391,72- 4.531,68 =78.860,04 € ). Έτσι η προνομιακή ικανοποίηση της πιστώτριας αυτής, θα γίνει μέχρι του ποσού των 30.000 €, με μηνιαίες καταβολές επί 120 μήνες, που θα αρχίσουν την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την πάροδο των καταβολών της τετραετίας, θα είναι καταβλητέες την 1η εργάσιμη ημέρα εκάστου μηνός και εκάστη μηνιαία καταβολή θα ανέρχεται στο ποσό των 250 € (30.000/ 120 =250 ). Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνει χωρίς ανατοκισμό και με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά τα χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ως προς τις υπόλοιπες παραπάνω απαιτήσεις των πιστωτών από τα καταναλωτικά δάνεια κατά το μέρος που δεν καλύφθηκαν από τις 4ετείς καταβολές δεν μπορεί να ικανοποιηθούν, διότι δεν είναι δυνατόν να επιβληθούν περαιτέρω οικονομικές επιβαρύνσεις στον αιτούντα. Να σημειωθεί ότι η αναφερομένη στη παρ.2 του άρθ.9 του Ν.3869/2010 δυνατότητα του Δικαστηρίου να ρυθμίσει την ικανοποίηση απαιτήσεων των πιστωτών μέχρι συνολικό ποσό που ανέρχεται στο 85%της εμπορικής αξίας του ακινήτου της κύριας κατοικίας, δεν σημαίνει ότι θα πρέπει σε κάθε περίπτωση η ρύθμιση να ανέρχεται στο 85% της εμπορικής αξίας, όταν οι υπάρχουσες απαιτήσεις ξεπερνούν την αξία αυτή (του 85%), διότι σε περιπτώσεις όπως η ένδικη εάν επιβληθούν στον αιτούντα βάρη μεγαλύτερα των δυνατοτήτων του, τούτο θα οδηγούσε ευθέως στην μη βιωσιμότητα της ρυθμίσεως, θα αυτοαναιρούνταν οι παραδοχές της αποφάσεως του Δικαστηρίου (όπως περί του ύψους της δόσης που μπορεί να καταβάλλει) και θα οδηγούνταν ο οφειλέτης, από την ίδια την απόφαση που ρυθμίζει τις οφειλές του, στην αδυναμία καταβολής των δόσεων και τελικώς στην ανατροπή της ρυθμίσεως και την ακύρωση των σκοπών της επανένταξης του υπερχρεωµένου πολίτη στην οικονοµική και κοινωνική ζωή που υπηρετεί ο Ν.3869/2010. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να γίνει δεκτή εκάστη των αιτήσεων και ως βάσιμη στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη των αιτούντων, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας του αιτούντος, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθ. 8 παρ.6 του Ν.3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις με αριθμό καταθέσεως 76/5-8-2011 και 77/5-8-2011 αιτήσεις. ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων. ΔΕΧΕΤΑΙ αμφότερες τις αιτήσεις. ΡΥΘΜΙΖΕΙ τις επί τετραετία (48 μήνες) ισόποσες μηνιαίες καταβολές, εκάστου των αιτούντων απευθείας προς τις πιστώτριες τράπεζες, οι οποίες θα αρχίσουν την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την πάροδο τετραμήνου από την έκδοση της παρούσης και θα είναι καταβλητέες την 1η εργάσιμη ημέρα εκάστου μηνός , ως εξής : Α] ο αιτών θα καταβάλλει μηνιαίως i) στην α΄πιστώτρια ........................ποσό 107,61 € ii) στην β΄πιστώτρια ................ ποσό 3,04 € iii) στην γ΄πιστώτρια Τράπεζα ............................Ανώνυμη Εταιρία ποσό 21,79 € iv) στην δ΄πιστώτρια .............................., ποσό 19,12 € v) στην ε΄πιστώτρια ................................., ποσό 18,29 € . Β] η αιτούσα θα καταβάλλει μηνιαίως i) στην α΄πιστώτρια ......................ποσό 94,41 € , ii) στην β΄πιστώτρια ..................................ποσό 4,37 € ,iii) στην γ΄πιστώτρια ..............................Ανώνυμη Εταιρία ¨ποσό 25,57 €, iv) στην δ΄πιστώτρια ......................., ποσό 1,75 € . Το ποσό των παραπάνω δόσεων θα αναπροσαρμόζεται ανά τετράμηνο, κατά το ποσοστό αυξήσεως ή μειώσεως των καταβαλλομένων (καθαρών) ποσών των συντάξεων που θα λαμβάνουν οι αιτούντες και η αναπροσαρμογή αυτή θα ισχύει από τον μήνα που έλαβε χώρα η μείωση ή η αύξηση του καθαρού ποσού της μηνιαίας συντάξεως και οι δόσεις θα εκκαθαρίζονται στην πρώτη καταβολή μετά την πάροδο του τετραμήνου, μετά από την προσκόμιση των σχετικών ενημερωτικών σημειωμάτων συντάξεων του ΙΚΑ από τον αιτούντα στις πιστώτριες. ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση την κύρια κατοικία του αιτούντος δηλαδή ένα διαμέρισμα, εμβαδού 72,69 τ.μ. που ευρίσκεται στην πόλη της Καβάλας, στο δυτικό τμήμα του ισογείου πολυωρόφου οικοδομής που είναι κτισμένη στην οδό ..................., δημοτικής αριθμήσεως 26 και αποτελείται από δύο δωμάτια, καθιστικό, κουζίνα, διάδρομο και λουτροαποχωρητήριο. ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλλει μηνιαίως για τη διάσωση της παραπάνω κατοικίας του, το ποσό των 250 € επί 120 μήνες, που θα αρχίσουν την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την πάροδο των καταβολών της τετραετίας και θα είναι καταβλητέες την 1η εργάσιμη ημέρα εκάστου μηνός . Η καταβολή των δόσεων θα γίνει χωρίς ανατοκισμό και με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά τα χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η παραπάνω διάταξη για την αναπροσαρμογή των δόσεων της τετραετίας αναλόγως των αυξομειώσεων της συντάξεως του αιτούντος εφαρμόζεται και στην ρύθμιση αυτή.
πηγή: http://lawdb.intrasoftnet.com/nomos
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα