Υπερχρεωμένα νοικοκυριά (νόμος 3869/2010, νόμος Κατσέλη) - Οφειλές προς τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) υπάγονται σε ρύθμιση (Ειρηνοδικείο Καβάλας, αριθμός απόφασης 388/2012)
Περίληψη: Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα. Οφειλές προς τον ΟΕΚ. Αίτηση ρύθμισης οφειλών. Το αίτημα περί επικύρωσης του σχεδίου διευθέτησης δεν είναι νόμιμο στη δίκη της αιτήσεως του αρ. 4 παρ. 1 του ν.3869/2010. Λόγοι. Προδικασία που πρέπει να τηρείται πριν την υποβολή της ως άνω αιτήσεως. Περιουσιακά στοιχεία του αιτούντος. Περίπτωση αιτούντος χρόνια ανέργου, χωρίς υπαιτιότητα οφειλέτη, με σοβαρά προβλήματα υγείας και ανεπαρκές εισόδημα. Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να καθορίσει το ακριβές ποσό που θα πρέπει να καταβάλει ο αιτών στους πιστωτές του, το οποίο είναι δυνατόν να είναι και μηδενικό. Ορισμός νέας δικασίμου για τον προσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών εάν μετά την πάροδο έτους επέλθει θετική μεταβολή της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης του αιτούντος. Η περίπτωση οφειλής προς τον Ο.Ε.Κ. δεν συμπεριλαμβάνεται στις εξαιρέσεις του ν.4019/2011 κι επομένως επιτρέπεται να συμπεριληφθεί στη ρύθμιση του ν.3869/2010. Στην επίδικη περίπτωση, λόγω των ως άνω περιστάσεων, ορίζονται μηδενικές μηνιαίες δόσεις.
[...] Όπως προκύπτει από την με αριθμό,3801γ/8-12-2011 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Καβάλας, ........, που προσκομίζει ο απών, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, δικάσιμο, επιδόθηκε νόμιμα στον πρώτο των πιστωτών Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.), εντός της κατ` άρθ. 5, παρ.1, του Ν.3869/2010 προθεσμίας του ενός μηνός από την κατάθεση της αίτησης. Εφόσον, λοιπόν, ο Ο.Ε.Κ. δεν εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση υποθέσεως από το πινάκιο κατά την συζήτηση ,ενώ τηρήθηκαν οι όροι της ,προς αυτόν, νομίμου επιδόσεως της αιτήσεως θα δικαστεί σα να είναι παρών (άρθ.226,παρ. 4,εδ. δ`, 741 και 754, παρ.2 του ΚΠολΔ). Με την υπό κρίση αίτηση, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε και συμπληρώθηκε (άρθ.236 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθ. 22 παρ.5 του Ν.3994/2011, άρθ. 741 και 751 του ΚΠολΔ ), ο αιτών, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας, μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς τους αναφερομένους στην αίτηση πιστωτές και εκθέτοντας την οικογενειακή και περιουσιακή του κατάσταση, ζητά με βάση τις διατάξεις του Ν.3869/2010 ¨Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις¨ να γίνει δεκτό το περιλαμβανόμενο στην αίτηση σχέδιο διευθέτησης οφειλών και να επικυρωθεί, και επικουρικά να διαταχθεί η ρύθμιση των χρεών του και να εξαιρεθεί από την εκποίηση της περιουσίας του η αναφερόμενη στην αίτηση κύρια κατοικία του. Η αίτηση με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, αρμοδίως καθ΄ ύλην και κατά τόπο εισάγεται να δικασθεί από το Δικαστήριο τούτο, (περίοδος 1η, άρθ.3 Ν. του 3869/2010), κατά την εκουσία δικαιοδοσία (άρθ.1 περ.β του ΚΠολΔ σε συνδ. με περίοδο 2η, άρθ. 3 του Ν.3869/2010 και αρθ. 739 επ. του ΚΠολΔ) και είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθ.1 επ. του Ν.3869/2010, πλην του αιτήματος να γίνει δεκτό και να επικυρωθεί το σχέδιο διευθέτησης το οποίο είναι μη νόμιμο, αφού η επικύρωση του σχεδίου διευθέτησης ή η επικύρωση του τροποποιημένου από τους διαδίκους, σχεδίου, δεν αποτελεί αντικείμενο της αιτήσεως του άρθ.4 παρ.1 του Ν.3869/2010, αλλά νόμιμη συνέπεια της ελεύθερης συμφωνίας των διαδίκων, στην περίπτωση που κανένας πιστωτής δεν προβάλει αντιρρήσεις για το αρχικό ή το τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή συγκατατίθενται όλοι σε αυτό, οπότε ο Ειρηνοδίκης αφού διαπιστώσει την κατά τα άνω επίτευξη συμβιβασμού, με απόφαση του επικυρώνει το σχέδιο ή το τροποποιημένο σχέδιο, το οποίο από την επικύρωσή του αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Το Δικαστήριο, στο δικονομικό στάδιο που ακολουθεί την κατάθεση της αιτήσεως στην Γραμματεία του Δικαστηρίου μέχρι και την συζήτηση, δεν έχει την εξουσία να υποχρεώσει σε συμβιβασμό τους διαδίκους ή τους πιστωτές και συνεπώς το εν λόγω αίτημα δεν έχει νόμιμη βάση .Περαιτέρω για το παραδεκτό της αιτήσεως τηρήθηκε η επιβαλλόμενη προδικασία των άρθ. 2, 5 παρ.1 και 7 παρ.1 του Ν.3869/2010 και προσκομίσθηκαν εμπρόθεσμα τα προβλεπόμενα έγγραφα, κατά τα οριζόμενα στην παρ.2, του άρθ. 4 του Ν.3869/2010, ειδικότερα 1) τηρήθηκε, με τη διαμεσολάβηση της Ενώσεως Καταναλωτών Καβάλας, η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, ο οποίος όμως απέτυχε, όπως βεβαιώνεται από την τελευταία, με την, από 7-11-2011 βεβαίωση, η οποία εμπρόθεσμα κατατέθηκε (άρθ.4 παρ.2, περ.α του Ν.3869/2010) στην γραμματεία του Δικαστηρίου, ήτοι στις 14-11-2011, 2) επίσης εμπρόθεσμα, στις 8-12-2011, κατατέθηκε στην γραμματεία του Δικαστηρίου η υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος (άρθ. 4 παρ.2, περ.β του Ν.3869/2010), αφενός για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας, των εισοδημάτων του, των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και αφετέρου για το ότι ο αιτών δεν έχει προβεί σε μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων του την τελευταία τριετία και γ) απέτυχε ο κατ’ άρθ.5 παρ.1 και 7 παρ.1 του Ν.3869/2010 δικαστικός συμβιβασμός, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από τις µετέχοντες στη δίκη πιστωτές (βλ.για τον α΄ πιστωτή, τις από 16-12- 2011 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 16-12-2011, για την β΄ πιστώτρια, τις από 5-1- 2012 παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στις 5-1-2012). Επίσης από την, κατ’ άρθ. 13 του Ν.3869/2010, αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, διαπιστώθηκε ότι για τον αιτούντα δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση ρύθμισης οφειλών του, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση με απαλλαγή από τις οφειλές του (βλ. το υπ΄αριθ. 156γ/2012 έγγραφο του Ειρηνοδικείου Αθηνών, Τμήματος Εκουσίας Δικαιοδοσίας, σε συνδυασμό με το υπ`αριθ. 93/2011 έγγραφο του Ειρηνοδικείου Καβάλας). Πρέπει επομένως, η υπό κρίση αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν. Η β΄ πιστώτρια του αιτούντος δια δηλώσεως της πληρεξουσίου της δικηγόρου, που έγινε στο ακροατήριο κατά την συζήτηση, στα ταυτάριθμα της παρούσης πρακτικά και εξειδικεύθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατατέθηκαν κατά την συζήτηση, αρνήθηκε την αίτηση.
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα, που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και την ανωμοτί κατάθεση του αιτούντος, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, από τα έγγραφα που προσκομίσθηκαν, χρήσιμα και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και από τις ομολογίες που συνάγονται από το σύνολο των ισχυρισμών των μερών, αποδείχθηκαν τα παρακάτω ουσιώδη πραγματικά περιστατικά : Ο αιτών γεννήθηκε το έτος 1954 και έχει τελέσει γάμο με την...............................το έτος 1980. Από τον γάμο του αυτό, ο αιτών έχει ένα ενήλικο τέκνο, τον ....................................που γεννήθηκε το 1991 και πάσχει από δυσχρωματοψία, κολόβωμα ίριδος ,είναι οριακής νοημοσύνης και δουλεύει περιστασιακά σε αλιευτικό καΐκι με ημερομίσθιο 10-15 €, με συνέπεια να έχει ένα υψηλότερο του συνήθους βαθμό εξάρτησης από τους γονείς του. Ο έτερος υιός του αιτούντος ..............................................που γεννήθηκε το 1983 απεβίωσε το 1989. Ο αιτών που είναι άνεργος ανειδίκευτος βιοπαλαιστής, κατά το έτος 2010 είχε εισόδημα από την εργασία του από πεντάμηνη σύμβαση στο Δήμο Καβάλας, το ποσό των 4.615,28 € και μετά τη λήξη της συμβάσεως είχε εισόδημα ποσού 2.725 από το επίδομα ανεργίας του ΟΑΕΔ. Έκτοτε και μέχρι τον χρόνο της συζητήσεως της αιτήσεως, είναι άνεργος και δεν έχει εισοδήματα λόγω της ηλικίας του σε συνδυασμό με την γενικότερη οικονομική κρίση, εξ αιτίας της οποίας μειώθηκε δραματικά η προσφορά εργασίας σε πρόσωπα της καταστάσεως του αιτούντος. Η σύζυγος του αιτούντος είναι επίσης άνεργη. Η οικογένεια του αιτούντος επιβιώνει από τα πενιχρά εισοδήματα του υιού του αιτούντος και από την ελεήμονα βοήθεια τρίτων και κατοικεί σε ισόγεια οικοδομή στην οδό .................., που ευρίσκεται στο 78-79 οικοδομικό τετράγωνο της πόλεως της Καβάλας, έχει εμβαδόν 63 τ.μ., αρ. εργατικής κατοικίας 14, αρ.στοίχου 2, φέρει Κ.Α.Ε.Κ..................../2/6 και αποτελείται από ένα υπνοδωμάτιο, καθιστικό, κουζίνα, λουτρό και αποθήκη. Η κατοικία συνοδεύεται και από αποθήκη στο υπόγειο, με εμβαδόν 22,78 τ.μ., που φέρει Κ.ΑΕ.Κ. ........................1/2/5. Την κατοικία αυτή, που αποτελεί την κύρια κατοικία του αιτούντος, ο τελευταίος την απέκτησε κατά κυριότητα με το υπ΄αριθ. ...............παραχωρητήριο του ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ και 1ου καθού, το οποίο εκδόθηκε στις 13/4/2009 και είναι νομίμως μεταγεγραμμένο. Ο αιτών δεν έχει κανένα άλλο εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο, εκτός της προπεριγραφείσης κατοικίας. Η εμπορική αξία της ως άνω κατοικίας του αιτούντος ανέρχεται κατά τον χρόνο της συζητήσεως της υπό κρίση αιτήσεως περί τα 20.000 €. Η σύζυγος του αιτούντος έχει στη κυριότητά της ιδανικό μερίδιο 18,75% εξ αδιαιρέτου πλήρους κυριότητος, ενός οικοπέδου με αριθ. 142, εκτάσεως 646 τμ,μετά της επ αυτού κατοικίας, 65 τμ που ευρίσκεται στο 30 οικοδομικό τετράγωνο Ακροβουνίου, με ΚΑΕΚ..................Ακόμη αποδείχθηκε ότι οι οφειλές του αιτούντος, τις δόσεις των οποίων έχει παύσει να καταβάλλει λόγω της οικονομικής του δυσκολίας, είναι οι εξής: 1]Προς την ..........................ΑΕ ¨και 2ης καθής, από την υπ΄αριθ. .........................σύμβαση ανοιχτού προσωπικού δανείου που καταρτίσθηκε στις 7-11-2003, το οφειλόμενο ποσό ανέρχονταν σε 12.118,24 € κατά τον χρόνο χορηγήσεως της βεβαίωσης προς τον αιτούντα στο στάδιο της κατ’ άρθ. 2 του Ν.3869/2010 διαδικασίας εξωδικαστικού συμβιβασμού. 2]Προς τον Ο.Ε.Κ. και 1ο καθού, από την αγορά της παραπάνω ισόγειας εργατικής κατοικίας περί το ποσό των 25.000 € . Όλες οι ως άνω συμβάσεις συνάφθηκαν σε χρόνο προγενέστερο, του τελευταίου έτους πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη της διαδικασίας κατά την παρ. 1 του άρθ. 4 του Ν.3869/2010. Συνεπώς υπό τα ως άνω περιστατικά, αποδεικνύεται ότι ο αιτών έχει πτωχευτική ικανότητα και έχει περιέλθει χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρηματικών οφειλών του. Το προτεινόμενο από τον αιτούντα σχέδιο ρύθμισης των οφειλών του, δεν έγινε δεκτό από τους ως άνω πιστωτές και συνεπώς πληρούνται οι προϋποθέσεις για την κατ’ άρθ. 8 επ. του Ν.3869/2010 ρύθμιση των οφειλών του από το Δικαστήριο, μη υπαρχουσών αμφισβητουμένων απαιτήσεων. Κατά το άρθ. 8, παρ. 5 του Ν.3869/2010 "Σε περιπτώσεις που εξαιτίας εξαιρετικών περιστάσεων, όπως χρόνια ανεργία χωρίς υπαιτιότητα του οφειλέτη, σοβαρά προβλήματα υγείας, ανεπαρκές εισόδημα για την κάλυψη στοιχειωδών βιοτικών αναγκών του οφειλέτη ή άλλων λόγων ίδιας τουλάχιστον βαρύτητας, προσδιορίζονται με την απόφαση μηνιαίες καταβολές μικρού ύψους ή και μηδενικές, το δικαστήριο μπορεί με την ίδια απόφαση να ορίσει, όχι νωρίτερα από πέντε μήνες, νέα δικάσιμο για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών." Εν προκειμένω το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο αιτών δεν έχει εισοδήματα για την κάλυψη των στοιχειωδών του αναγκών και ότι ευρίσκεται σε χρόνια ανεργία, με αποτέλεσμα να πρέπει οι μηνιαίες καταβολές για την τετραετία να ορισθούν μηδενικές. Όμως το Δικαστήριο ταυτόχρονα θα ορίσει, νέα δικάσιμο, για να εξετάσει την περίπτωση επαναπροσδιορισμού των μηνιαίων καταβολών, εάν μετά την πάροδο έτους από την έκδοση της παρούσης επέλθει θετική μεταβολή της κοινωνικοοικονομικής καταστάσεως του αιτούντος. Να σημειωθεί ότι το Δικαστήριο δεν δεσμεύεται από το περιλαμβανόμενο στην υπό κρίση αίτηση σχέδιο διευθέτησης των οφειλών, δηλαδή από την πρόταση προς τους πιστωτές που προορίζεται να αποτελέσει την βάση της προσπάθειας του κατ’ άρθ. 7 του Ν.3869/2010 δικαστικού συμβιβασμού. Το σχέδιο διευθέτησης δεν αποτελεί αίτημα, ώστε κατ΄άρθ.106 του ΚΠολΔ να δεσμεύει το Δικαστήριο, αφού εν προκειμένω το αίτημα συνίσταται στην κατά την κρίση του Δικαστηρίου ρύθμιση των οφειλών του αιτούντος ( άρθ.1 παρ.1, άρθ. 4 παρ.1 και άρθ.8 παρ.2 του Ν.3869/2010), το οποίο τελεί υπό την αίρεση της αποτυχίας του δικαστικού συμβιβασμού και της μη υποκαταστάσεως της έλλειψης συγκατάθεσης πιστωτών, οπότε πληρωθέντων των αιρέσεων,το Δικαστήριο υποχρεούται να εκδώσει ανάλογη απόφαση και δεν δικαιούται να προχωρήσει στην ρύθμιση κατά τους όρους του Ν.3869/2010, άλλως προχωρεί και ρυθμίζει τις οφειλές του αιτούντος κατά την κρίση του, ενεργώντας στα πλαίσια του Ν.3869/2010 και των γενικών κανόνων δικαίου. Περαιτέρω η ισόγεια εργατική κατοικία της οδού ............, που αποτελεί την κύρια κατοικία του αιτούντος, θα πρέπει να εξαιρεθεί από την ρευστοποίηση, αφού ο τελευταίος υπέβαλε στο Δικαστήριο σχετική πρόταση εκκαθάρισης. Κατά το άρθ.9 παρ. 2 του Ν.3869/2010 «..το δικαστήριο ρυθμίζει την ικανοποίηση απαιτήσεων των πιστωτών μέχρι συνολικό ποσό που ανέρχεται στο ογδόντα πέντε τοις εκατό της εμπορικής αξίας του ακινήτου της κύριας κατοικίας, όπως αυτή αποτιμάται από το δικαστήριο.» , δηλαδή απόκειται στην ευχέρεια του Δικαστηρίου, αναλόγως των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών του αιτούντος , να καθορίσει το ακριβές ποσό από τις απαιτήσεις των πιστωτών, το οποίο θα πρέπει ο αιτών να τους καταβάλλει ως αντίτιμο για την διατήρηση της κατοικίας του. Τούτο μπορεί να πράξει το Δικαστήριο, με θεσμοθετημένο μόνον το ανώτατο όριο του καταβλητέου ποσού, δηλαδή το 85 % της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας του οφειλέτη ,ενώ δεν τίθεται κατώτερο όριο, με αποτέλεσμα να επιτρέπεται να ορισθεί ακόμη και μηδενική καταβολή, σε περίπτωση που είναι αδύνατη η όποια καταβολή ,χωρίς την υποβάθμιση του ανεκτού ορίου της ανθρωπίνης διαβιώσεως. Τούτο συνάγεται από την γραμματική ερμηνεία του άρθ.9 του Ν.3869/2010, το οποίο ρητά ορίζει μόνον το ανώτατο όριο « .. μέχρι συνολικό ποσό που ανέρχεται στο ογδόντα πέντε τοις εκατό …» , επιτρέποντας έτσι στο Δικαστήριο να εξειδικεύσει κατά περίπτωση ,ενώ ταυτόχρονα παρέχεται και το νομοθετικό έρεισμα για τον ορισμό ακόμη και μηδενικής καταβολής, αφού ο νόμος δεν τον απαγορεύει. Αντίθετα μάλιστα η μηδενική καταβολή ευρίσκεται εντός των νομοθετημένων ορίων και επιλογών ,αφού στην μεν περίπτωση της παρ.5 του άρθ.8 του Ν.3869/2010 επιτρέπεται ρητά να ορισθούν μηδενικές καταβολές, στην δε περίπτωση της παρ.9 δεν τις επιτρέπει άμεσα, αλλά έμμεσα, με το να θέτει μόνον το ανώτατο όριο. Το επιτρεπτό μηδενικής καταβολής και κατά την εφαρμογή του άρθ.9 του ως άνω νόμου, προκύπτει και από την ερμηνεία της διατάξεως αυτής κατά τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου. Ειδικότερα η κατ’ άρθ. 2 παρ.1 του Συντάγματος, πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας να σέβεται και να προστατεύει την αξία του ανθρώπου, θέτει ως όριο της πολιτειακής πράξης, όπως είναι και η δικαστική απόφαση, την διατήρηση εκείνων των συνθηκών διαβιώσεως του πολίτη που θα του επιτρέπουν να ζει με αξιοπρέπεια, ενώ εάν το Δικαστήριο στερήσει αυτήν την δυνατότητα στην αιτούσα τότε προκρίνει έναντι της αξίας του ανθρώπου, την ικανοποίηση περιουσιακών δικαιωμάτων, σε αντίθεση με την ως άνω θεμελιώδη συνταγματική διάταξη που πρέπει να διαπνέει το δίκαιο και την ερμηνεία του. Εν προκειμένω, το Δικαστήριο υπό τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες του αιτούντος, λόγω της απόλυτης οικονομικής αδυναμίας αυτού και της οικογενείας του και της γενικότερης οικονομικής κρίσης για τα οποία δεν ευθύνεται ο ίδιος, κρίνει ότι θα πρέπει να ορισθούν μηδενικές δόσεις, όχι μόνον για τις επί τετραετία καταβολές, αλλά και για την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του αιτούντος από την ρευστοποίηση, αφού ο αιτών σε περίπτωση ορισμού χρηματικών δόσεων θαυποχρεωθεί σε απόλυτη ανέχεια ,διακινδυνεύοντας ταυτόχρονα και την επιβίωσή του. Τοιουτοτρόπως εξυπηρετείται ο σκοπός του Ν.3869/2010 δηλαδή η απαλλαγή από τα χρέη και η επανένταξη του υπερχρεωµένου πολίτη στην οικονοµική και κοινωνική ζωή, (βλ. αιτιολογική έκθεση Ν.869/2010), ο οποίος θα είναι αδύνατον να εκπληρωθεί, εάν υποχρεωθεί ο αιτών στα "αδύνατα¨ δηλαδή εάν υποχρεωθεί να καταβάλλει οποιοδήποτε χρηματικό ποσό, το οποίο αποδείχθηκε ότι δεν διαθέτει. Εάν ο αιτών υποχρεωθεί σε χρηματικές καταβολές, επειδή είναι βέβαιο ότι θα αδυνατεί να τις εκπληρώσει, θα οδηγηθεί αφενός στην, κατ’ άρθ.11, παρ. 2 του Ν. 3869/2010, έκπτωσή του από τη ρύθμιση και αφετέρου οι απαιτήσεις των πιστωτών, κατ’ άρθ.11 παρ.3 του Ν.3869/2010 να επανέλθουν στο ύψος στο οποίο θα βρίσκονταν αν δεν είχε υποβληθεί η αίτηση της παρ. 1, του άρθ. 4 του Ν.3869/2010 .Συνεπώς εάν γίνει δεκτό ότι στην περίπτωση του αιτήματος εξαιρέσεως της κύριας κατοικίας δεν είναι επιτρεπτό να ορισθούν μηδενικές καταβολές ,ουσιαστικά καταστρατηγείται ο Ν.3869/2010, διότι ο υπερχρεωμένος πολίτης, ενώ θα δικαιούται με βάση τις ρυθμίσεις του νόμου προστασίας, θα βρεθεί στο τέλος της διαδικασίας απροστάτευτος και μάλιστα τούτο θα έχει επισυμβεί δυνάμει δικαστικής αποφάσεως ,με την οποία θα παραβιάζεται και η γενική αρχή του δικαίου, κατά την οποία κανείς δεν υποχρεούται στα αδύνατα (ΑΠ 288/2000 ΔΕΕ 2000.743). Επειδή δεν υπάρχει ρευστοποιήσιμη περιουσία του αιτούντος δεν θα ορισθεί εκκαθαριστής, ούτε και όροι της διαδικασίας ρευστοποιήσεως. Όμως το Δικαστήριο θα ορίσει νέα δικάσιμο για την διερεύνηση της περιπτώσεως επαναπροσδιορισμού των δόσεων , σε περίπτωση αυξήσεως των εισοδημάτων του ή ευρέσεως εργασίας. Περαιτέρω με την παρ.2 του άρθ. 1 του Ν.3869/2010 ως ισχύει μετά την τροποποίησή της με την παρ.15 ,του άρθ. 20 του Ν.4019/2011, ορίζεται ότι « Δεν επιτρέπεται η ρύθμιση οφειλών, οι οποίες: είτε α) έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη της διαδικασίας της παραγράφου 1 του άρθρου 4 είτε β) προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, από διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού, τέλη προς νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης είτε γ) προέκυψαν από χορήγηση δανείων από Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 16 του ν. 3586/2007, όπως ισχύουν (Α` 151).». Συνεπώς καθίσταται σαφές ότι ο νόμος εξαιρεί από την υπαγωγή στην ρύθμιση μόνον ορισμένες περιπτώσεις οφειλών τις οποίες απαριθμεί ,μεταξύ των οποίων δεν υπάγεται και η περίπτωση οφειλής προς τον Ο.Ε.Κ., η οποία επιτρέπεται να συμπεριληφθεί στην ρύθμιση του Ν.3869/2010. Κατ’ ακολουθίαν, αφού ορισθούν μηδενικές μηνιαίες καταβολές, και εξαιρεθεί η κύρια κατοικία του αιτούντος, θα πρέπει κατ΄άρθ.8 παρ 5 του Ν.3869/2010 να ορισθεί νέα δικάσιμος για την διερεύνηση περιπτώσεως επαναπροσδιορισμού των μηνιαίων μηδενικών καταβολών. Οι ουσιαστικοί ισχυρισμοί της 1ης καθής για την μη υπαγωγή του αιτούντος στη ρύθμιση και τις ελλείψεις κατά το στάδιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού δεν αποδείχθηκαν. Το Δικαστήριο σε περίπτωση που θα όριζε χρηματικές καταβολές, θα έπρεπε να ζητήσει με την απόφασή του να προσκομισθεί έγγραφο της 2ης καθής από το οποίο να προκύπτει το ακριβές ύψος της οφειλής του αιτούντος κατά τον χρόνο κοινοποιήσεως της αιτήσεως σε αυτήν, διότι το ποσό της οφειλής των 12.118,24 € , αποτυπώνει το ύψος της κατά τον χρόνο χορηγήσεως της βεβαίωσης προς τον αιτούντα στο στάδιο της κατ’ άρθ. 2 του Ν.3869/2010 διαδικασίας εξωδικαστικού συμβιβασμού, δηλαδή αποτυπώνει την οφειλή λίγους μήνες προ της κοινοποιήσεως. Όμως τούτο θα προκαλούσε ανώφελο δικονομικό βάρος ,ενόψει του ορισμού μηδενικών καταβολών και για τον λόγο αυτό κρίνεται ότι δεν απαιτείται. Τέλος δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθ. 8 παρ.6 του Ν.3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων. ΟΡΙΖΕΙ μηδενικές μηνιαίες δόσεις ως προς όλους τους πιστωτές για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών που θα αρχίσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2012. ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησεως την κύρια κατοικία του αιτούντος, δηλαδή την ισόγεια κατοικία στην οδό Τραπεζούντος 37, που ευρίσκεται στο 78-79 οικοδομικό τετράγωνο της πόλεως της Καβάλας, εμβαδού 63 τ.μ., με αρ. εργατικής κατοικίας 14 , αρ. στοίχου 2 και Κ.ΑΕ.Κ. .........01/2/6 μετά της συνοδευούσης αυτής υπόγειας αποθήκης με Κ.ΑΕ.Κ. ...........01/2/5. ΟΡΙΖΕΙ μηδενικές μηνιαίες δόσεις ως προς όλους τους πιστωτές για τη διάσωση της παραπάνω κύριας κατοικίας του αιτούντος, για χρονικό διάστημα 240 μηνών, που θα αρχίσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2012. ΟΡΙΖΕΙ δικάσιμο για την διερεύνηση περιπτώσεως επαναπροσδιορισμού των μηνιαίων καταβολών, την 29 Μαΐου 2013, ημέρα Τετάρτη και ώρα 11:00 στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου.
πηγή: http://lawdb.intrasoftnet.com/nomos
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα