Υπερχρεωμένα νοικοκυριά (νόμος 3869/2010, νόμος Κατσέλη) - Όποιος περιήλθε σε αδυναμία πληρωμών ενόσω είχε την εμπορική ιδιότητα (ενώ τώρα την έχει απωλέσει) υπάγεται στις ρυθμίσεις του πτωχευτικού κώδικα και όχι στο νόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά (Ειρηνοδικείο Αθηνών, αριθμός απόφασης 198/2011)
Περίληψη: Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα. Καθεστώς του ν. 3869/2010. Αίτηση διευθέτησης οφειλών. Περιεχόμενο αυτής. Πρόσωπα που υπάγονται στο ρυθμιστικό πλαίσιο του ανωτέρω νόμου. Δεν υπάγονται οι έμποροι. Υπάγονται όμως αυτοί που έπαυσαν να είναι έμποροι (χωρίς να απαιτείται να έχουν παύσει τις πληρωμές τους). Το πρόσωπο που περιήλθε σε αδυναμία πληρωμών ενόσω είχε την εμπορική ιδιότητα (ενώ τώρα την έχει απωλέσει) υπάγεται στις ρυθμίσεις του πτωχευτικού κώδικα.
[...] Οι αιτούντες, επικαλούμενοι με την αίτησή τους ότι έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, ζητούν τη διευθέτηση τους από το δικαστήριο κατά το προτεινόμενο από αυτούς σχέδιο, ώστε να επέλθει η μερική απαλλαγή τους από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο των χρεών τους έναντι των πιστωτών τους που περιλαμβάνονται στην υποβληθείσα από αυτούς κατάσταση. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινομένη αίτηση, εισάγεται αρμοδίως και παραδεκτώς ενώπιον αυτού του δικαστηρίου της περιφέρειας της κατοικίας ίων αιτούντων κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 3 Ν 3869/2010). Για το παραδεκτό της έχει τηρηθεί η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ` αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο, άρθρο 2 παρ. 2 του Ν 3869/2010, περί αποτυχίας της απόπειρας εξωδίκου συμβιβασμού. Περαιτέρω, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση των αιτούντων, ούτε έχει εκδοθεί προγενεστέρως απόφαση για τη διευθέτηση των οφειλών τους με απαλλαγή τους από υπόλοιπα χρεών (άρθρο 13 παρ. 2 Ν 3869/2010). Η αίτηση, στην οποία περιλαμβάνονται και τα στοιχεία του άρθρου 4 παρ. 1 Ν 3869/2010, είναι ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 και 11 του ιδίου νόμου. Εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ των αιτούντων και των πιστωτών τους, πρέπει η αίτηση να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της. Ο καθών η αίτηση-πιστώτριες τράπεζες, με προφορική δήλωση τους που καταχωρήθηκε στα πρακτικά αλλά και με τις προτάσεις τους, πρότειναν την ένσταση ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης, για το λόγο ότι η πρώτη των αιτούντων διατηρεί την εμπορική της ιδιότητας. Η ένσταση αυτή τυγχάνει νόμιμη, ερειδομένη στις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 Ν 3869/2010 και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 «Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών και απαλλαγή». Σύμφωνα με το σκοπό του νόμου, στη ρύθμιση του νόμου υπάγονται μόνο φυσικά πρόσωπα, και μάλιστα πρόσωπα που δεν ασκούν αυτοτελή οικονομική δραστηριότητα, που να τους προσδίδει την ιδιότητα του εμπόρου. Προσθέτως, υπάγονται και όσοι ήταν έμποροι, έπαψαν όμως την εμπορία ή την οικονομική τους δραστηριότητα, χωρίς κατά την παύση αυτή να έχουν παύσει τις πληρωμές τους (άρθρο 2 παρ. 3 του ΠτΚ). Από τη ρύθμιση του νόμου αποκλείονται τα φυσικά πρόσωπα που έχουν πτωχευτική ικανότητα. Κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του ΠτΚ (Ν 3588/2007) πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ΕμπΝ και τη διδασκαλία του εμπορικού δικαίου έμπορος είναι ο κατά σύνηθες επάγγελμα ασκών εμπορικές πράξεις. Οι έμποροι επομένως -για τους οποίους μάλιστα βάσει του άρθρου 8 παρ. 2 του Διατάγματος περί αρμοδιότητος των εμηοροδικείων ισχύει το τεκμήριο της εμπορικότητας, σύμφωνα με το οποίο όλες οι συναλλαγές που γίνονται από τον έμπορο τεκμαίρεται ότι γίνεται χάριν της εμπορίας του-, αποκλείονται από την εφαρμογή του νόμου. Γι αυτούς, σε περίπτωση αδυναμίας εκπληρώσεως των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων τους κατά τρόπο γενικό και μόνιμο (παύση πληρωμών), ισχύουν οι ρυθμίσεις του ΠτΚ και όχι αυτές του Ν 3869/2010. Επομένως, κρίσιμο διάστημα για την εφαρμογή ή μη του νόμου, αποτελεί η ιδιότητα του αιτούντος οφειλέτη ως εμπόρου ή μη, βασικά, κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως. (Αθ. Kρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων Ν 3869/2010, σελ. 39).
Επειδή [...] αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη των αιτούντων Χ.Μ., κάτοικος Αιγάλεω Αττικής, έχει γεννηθεί το έτος 1978, είναι άγαμος και διαμένει με τους γονείς της σε διαμέρισμα των τελευταίων. Η αιτούσα κατά το παρελθόν, απασχολείτο ως μεσίτρια, ενώ στις 5.11.2007 προέβη σε μίσθωση, έναντι του ποσού των 800 ευρώ μηνιαίως, ενός καταστήματος στο Χαϊδάρι Αττικής το οποίο, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο και επικαλούμενο από 5.11.2007 ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως θα χρησιμοποιείτο ως Γραφείο Συμβούλων Επιχειρήσεων/Ασφάλειες. Στις 14.2.2008 η αιτούσα έκανε έναρξη επαγγελματικής δραστηριότητας ενώ στις 30.6.2010 προέβη σε διακοπή εργασιών, όπως προκύπτει από την με αρ. 148/21.3.2011 βεβαίωση διακοπής εργασιών φυσικών προσώπων επιτηδευματία της αρμόδιας ΔΟΥ Χαϊδαρίου. Κατά το χρονικό διάστημα που κατατέθηκε η κρινομένη αίτηση η πρώτη των αιτούντων δεν εργαζόταν ενώ ήδη έχει εκδοθεί η υπ` αριθμ. ....................κάρτα ανεργίας της. Πιστωτές της αιτούσας είναι οι: [...] Η πρώτη των αιτούντων μέχρι και τον Δεκέμβριο του έτους 2009 εξυπηρετούσε κανονικά τις οφειλές της, ενώ στη συνέχεια σταμάτησε να καταβάλει προς τους πιστωτές της, όπως προκύπτει από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη καρτέλα της πέμπτης των καθών, ενώ στη συνέχεια στις 30.6.2010 προέβη σε διακοπή εργασιών της προαναφερομένης επιχείρησης (σχετ. έγγραφο ΔΟΥ Χαϊδαρίου). Ενόψει των παραπάνω πραγματικών περιστατικών και σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα νομική σκέψη, κατά παραδοχή ως ουσιαστικά βάσιμης της προαναφερθείσης ένστασης που υπεβλήθηκε από τις καθών, πρέπει η κρινομένη αίτηση να απορριφθεί λόγω μη συνδρομής της ουσιαστικής προϋπόθεσης της έλλειψης πτωχευτικής ικανότητας στο πρόσωπο της πρώτης των αιτούντων, καθότι αυτή το χρονικό διάστημα που έπαυσε τις πληρωμές της (τέλη του έτους 2009) είχε την εμπορική ιδιότητα, καθότι έπαυσε να την έχει από τις 30.6.2010 και στο εξής. Επιπρόσθετα δε τα προαναφερθέντα χρέη, σύμφωνα επίσης με τα αναφερθέντα στη μείζονα νομική σκέψη, εφόσον αναλήφθησαν από την πρώτη των αιτούντων, όταν είχε την εμπορική της ιδιότητα, τεκμαίρεται ότι αυτά έγιναν χάριν της εμπορίας της. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του Ν 3869/2010. [...] (Απορρίπτει την αίτηση).
πηγή: http://lawdb.intrasoftnet.com/nomos
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα