Υπερχρεωμένα νοικοκυριά (νόμος Κατσέλη, νόμος 3869/2010) - Εξαίρεση από την εκποίηση της πρώτης κατοικίας - Καθορισμός μηνιαίων καταβολών επί 5 έτη (Ειρηνοδικείο Αθηνών, αριθμός απόφασης 568/2012).
Περίληψη: Δικαστική ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη κατά το Ν 3869/2010. Αίτηση του οφειλέτη για ρύθμιση και απαλλαγή. Αίτημα του οφειλέτη για εξαίρεση από την εκποίηση της πρώτης κατοικίας. Χρέη του οφειλέτη μη υπερβαίνοντα το 85% της εμπορικής αξίας της πρώτης κατοικίας. Καθορισμός από το δικαστήριο (60) μηνιαίων καταβολών από τη δημοσίευση της αποφάσεως χωρίς εφαρμογή του άρθρου 8 παρ. 2 Ν 3869/2010.
[...] Η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, ζητεί τη ρύθμιση των χρεών της σύμφωνα με το προτεινόμενο από αυτήν σχέδιο διευθέτησης με σκοπό την απαλλαγή της από αυτά. Με το πιο πάνω περιεχόμενο η αίτηση αρμοδίως φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο τούτο (άρθρο 3 του Ν 3869/2010) κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 και 781 του ΚΠολΔ (άρθρο 3 του Ν 3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό της προσκομίζονται οι προβλεπόμενες στην παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν 3869/2010 α) βεβαίωση αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού (βλ. την από 20.3.2012 βεβαίωση του δικηγόρου Κ. Λ.) και β) υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας με ημερομηνία 9.4.2012 για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων της, των πιστωτών της και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, καθώς και τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία. Εξάλλου, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτησή της ούτε έχει εκδοθεί προγενέστερη απόφαση για τη διευθέτηση των οφειλών της και απαλλαγή από το υπόλοιπο των χρεών της (άρθρο 13 παρ. 2 Ν 3869/2010). Είναι δε ορισμένη η αίτηση, καθόσον περιλαμβάνονται σ’ αυτήν όλα τα στοιχεία του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν 3869/2010, και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 και 11 του ιδίου νόμου. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και της καθ’ ης πιστώτριάς της. Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της αιτούσας, που περιέχεται στα πρακτικά της δίκης, καθώς και τα έγγραφα που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι αποδείχθηκαν κατά την κρίση του δικαστηρίου τα ακόλουθα: Η αιτούσα, 67 ετών είναι παντρεμένη με τον Α.Σ., από το γάμο της με τον οποίο έχει αποκτήσει δύο τέκνα, τα οποία είναι ενήλικα. Η αιτούσα δεν εργάζεται και δεν έχει κανένα εισόδημα, γι’ αυτό και οι βιοτικές της ανάγκες καλύπτονται από το σύζυγό της, ο οποίος είναι συνταξιούχος του ΙΚΑ και η μηνιαία σύνταξη του μετά τις μειώσεις που έχει υποστεί ανέρχεται στο ποσό των 907 ευρώ περίπου. Η αιτούσα έχει την επικαρπία ενός διαμερίσματος, επιφανείας 58 τ.μ., έτους κατασκευής 1968, το οποίο βρίσκεται στο δεύτερο όροφο πολυκατοικίας επί της οδού … αριθ. … στην Αθήνα. Το διαμέρισμα αυτό, στο οποίο διαμένει με το σύζυγό της αποτελεί την κύρια κατοικία της αιτούσας. Η εμπορική αξία του ανωτέρω δικαιώματος της αιτούσας, λαμβανομένων υπόψη της περιοχής στην οποία βρίσκεται το ως άνω διαμέρισμα, της παλαιότητάς του, της αντικειμενικής αξίας του ως άνω δικαιώματος της αιτούσας, που ανέρχεται στο ποσό των 16.443 ευρώ, και των πτωτικών τάσεων που επικρατούν στην αγορά ακινήτων λόγω της έλλειψης αγοραστικού ενδιαφέροντος συνεπεία της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, ανέρχεται στο ποσό των 18.000 ευρώ, το οποίο δεν υπερβαίνει το όριο αφορολόγητου ποσού απόκτησης πρώτης κατοικίας από έγγαμο φορολογούμενο, προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή του από την εκποίηση. Έχει επίσης, η αιτούσα το 1/2 εξ αδιαιρέτου της κυριότητας μίας παλαιάς οικίας, έτους κατασκευής 1965, επιφανείας 60 τ.μ. με βοηθητικούς χώρους 30 τ.μ., αντικειμενικής αξίας 3061,80 ευρώ, που βρίσκεται στο χωριό … Ζαγορίου. Η εμπορική αξία του ποσοστού της αιτούσας επί του ανωτέρω ακινήτου, λαμβανομένων υπόψη της παλαιότητάς του, της περιοχής στην οποία βρίσκεται και της αντικειμενικής του αξίας, ανέρχεται στο ποσό των 10.000 ευρώ. Η αιτούσα σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την υποβολή της υπό κρίση αιτήσεως είχε αναλάβει το πιο κάτω χρέος, το οποίο κατά πλάσμα του νόμου θεωρείται ληξιπρόθεσμο με την κοινοποίηση της αίτησης και επειδή είναι ανέγγυο παύει να παράγει τόκους με την κοινοποίηση της αίτησης (άρθρο 6 παρ. 3 του Ν 3869/2010), προς τη μοναδική της πιστώτρια E. AE, που μετονομάσθηκε σε «ΤΡ. AE», οφειλή ύψους 5.390,36 ευρώ από τη με αριθμό … σύμβαση πιστωτικής κάρτας. Η αιτούσα, η οποία δεν έχει εισοδήματα και της οποίας το κόστος των βιοτικών αναγκών και την εξυπηρέτηση της ως άνω δανειακής της υποχρέωσης κάλυπτε ο σύζυγός της με τη σύνταξή του, έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής από τον Απρίλιο του 2012, αφού ο σύζυγός της από τότε αδυνατεί πλέον να καλύπτει τόσο τις δανειακές υποχρεώσεις τις δικές του όσο και της συζύγου του, που ανέρχονται συνολικά στο ποσό των 800 ευρώ περίπου μηνιαίως, δεδομένου ότι δεν απομένει επαρκές υπόλοιπο μετά την αφαίρεση του ποσού του απαιτούμενου για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών των δικών του και της συζύγου του, που ανέρχονται σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας στο ποσό των 800 ευρώ περίπου μηνιαίως.
Όπως προκύπτει από τα προπαρατιθέμενα, συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στο ρυθμιστικό πεδίο του Ν 3869/2010 και ειδικότερα στη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2, αφού η αιτούσα υποβάλει αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της, η οποία είναι υποχρεωτική για το δικαστήριο μετά την υποβολή του ανωτέρω αιτήματος και αφού το 85% της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το ποσό της οφειλής της προς τη μοναδική της πιστώτρια, η οποία θα ικανοποιηθεί πλήρως με τις καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της αιτούσας. Εν προκειμένω το 85% της κύριας κατοικίας της αιτούσας ανέρχεται σε 15.300 ευρώ (18.000 x 85%). Με βάση τη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2, εφόσον το χρέος του οφειλέτη υπερβαίνει το ποσό του 85% της εμπορικής αξίας της κατοικίας του το δικαστήριο θα ρυθμίσει το χρέος μέχρι το 85% του ποσού της αξίας της κατοικίας του, ενώ αν το υπόλοιπο των χρεών του είναι μικρότερα του 85% θα υποχρεωθεί σε καταβολές μέχρι το ύψος αυτού του ποσού. Στην προκειμένη περίπτωση το 85% της κύριας κατοικίας της αιτούσας μέχρι το οποίο μπορεί να ικανοποιηθεί η απαίτηση της καθ’ ης ανέρχεται σε 15.300 ευρώ, όπως προαναφέρεται. Το χρέος της αιτούσας ανέρχεται σε 5.390,36 ευρώ που είναι μικρότερο του 85% της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας του και θα ικανοποιηθεί πλήρως η καθ’ ης-πιστώτριά της. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με σταθερό επιτόκιο σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, ο δε χρόνος τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού πρέπει να οριστεί σε πέντε (5) έτη, ήτοι σε 60 μήνες. Το ποσό που θα καταβάλει η αιτούσα βάσει της ρύθμισης αυτής θα ανέρχεται σε 89,84 ευρώ μηνιαίως. Οι μηνιαίες αυτές καταβολές θα αρχίσουν να καταβάλλονται εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μηνός, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας. Συνακόλουθα, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αίτηση, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ’ άρθρο 8 παρ. 6 του Ν 3869/2010.
πηγές: EφΑΔ 3/2013, 274 και www.nb.org/blog
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης και Συνεργάτες, Δικηγορικό Γραφείο, Θεσσαλονίκη - Αθήνα