Υπερχρεωμένα νοικοκυριά (νόμος Κατσέλη, νόμος 3869/2010) - Επικύρωση σχεδίου διευθέτησης οφειλών. Η μη προβολή ισχυρισμών / αντιρρήσεων επί του τροποποιημένου σχεδίου διευθέτησης των οφειλών λειτουργεί ως τεκμήριο συναίνεσης και η παρέλευση της προθεσμίας των είκοσι ημερών επιφέρει ως κύρωση την τεκμαιρόμενη συναίνεση των πιστωτών.
Περίληψη: Ρυθμίσεις οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Υπαγωγή στο ν.3869/2010. Προϋποθέσεις. Eπικύρωση σχεδίου διευθέτησης οφειλών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 7 παρ.1 και 2 και 5 παρ. 2 του Ν.3869/2010. Η μη προβολή ισχυρισμών - αντιρρήσεων επί του τροποποιημένου σχεδίου διευθέτησης των οφειλών λειτουργεί ως τεκμήριο συναίνεσης και η παρέλευση της προθεσμίας των είκοσι ημερών επιφέρει ως κύρωση την τεκμαιρόμενη συναίνεση των πιστωτών.
[...] Από τις εκθέσεις επίδοσης υπ` αριθ. 886 Δ/16-3-2012 και 887 Δ/16-3-2012 του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Κορίνθου δικαστικού επιμελητή .........................και από την υπ` αριθ. 6117 Β/27- 3-2012 έκθεση επίδοσης της διορισμένης στο Πρωτοδικείο Αθηνών δικαστικής επιμελήτριας ..................., που προσκομίζει και επικαλείται ο αιτών - οφειλέτης, προκύπτει ότι αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση, καθώς και πρόσκληση να υποβάλουν εγγράφως τις παρατηρήσεις τους εντός δύο μηνών και να δηλώσουν αν συμφωνούν με το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών κατ` άρθρο 5 παρ.1 Ν. 3869/2010, επιδόθηκε εμπρόθεσμα και νομότυπα στις καθ`ών η αίτηση - πιστώτριες. Επομένως, εφόσον η δεύτερη καθ`ής δεν εμφανίσθηκε κατά την παραπάνω δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε μ£ τη σειρά της από το πινάκιο, πρέπει να δικασθεί αυτή ερήμην, πλην όμως η συζήτηση της υπόθεσης θα προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (αρθ. 754 παρ. 2 ΚΠολΔ). Με την διάταξη του άρθ. 1 του Ν.3869/2010, που αφορά τη «Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α` 130/2010), ορίζεται ότι: «1. Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα κι έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών τους αυτών και απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής. 2. Δεν επιτρέπεται η ρύθμιση οφειλών οι οποίες είτε α) έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη της διαδικασίας, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 4 είτε β) προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, από διοικητικά πρόστιμα, από χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης είτε γ) προέκυψαν.[...] 3. Απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου μπορεί να γίνει μόνο μία φορά». Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5 και 5 του ίδιου νόμου «Με την υποβολή της αίτησης ανοίγει στο αρμόδιο δικαστήριο φάκελος του οφειλέτη στον οποίο τοποθετούνται με μέριμνα της γραμματείας του όλα τα έγγραφα και στοιχεία της υπόθεσης. Ο οφειλέτης το αργότερο μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της αίτησης επιδίδει στους πιστωτές αντίγραφο της αίτησης με ορισμό δικασίμου για τη συζήτηση της, με πρόσκληση να υποβάλουν στη γραμματεία του δικαστηρίου εγγράφως τις παρατηρήσεις τους και να δηλώσουν αν συμφωνούν με το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης. Οι πιστωτές μπορούν να λάβουν γνώση όλων των στοιχείων που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του προηγούμενου άρθρου. Οι πιο πάνω πιστωτές μπορούν, με έγγραφο τους που κατατίθεται στη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου να προτείνουν τροποποιήσεις του σχεδίου. Με την πάροδο της προθεσμίας αυτής άπρακτης, τεκμαίρεται ότι ο πιστωτής συμφωνεί με το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών. Στην πρόσκληση γίνεται μνεία για τη συνέπεια αυτή». Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθ. 7 παρ. 1,2, 3 και 4 του παραπάνω νόμου «Μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε ημερών που αρχίζει με την πάροδο δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4, ο οφειλέτης, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις των πιστωτών, μπορεί να επιφέρει μεταβολές στο αρχικό σχέδιο διευθέτησης, προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία όλων των πιστωτών. Οι πιστωτές ενημερώνονται με δική τους επιμέλεια για τις παραπάνω μεταβολές και λαμβάνουν θέση εγγράφως για το αναμορφωμένο, σχέδιο μέσα σε είκοσι ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής τροποποιημένου σχεδίου. Τροποποίηση του σχεδίου μπορεί να λάβει χώρα μόνο μία φορά. Αν κανένας πιστωτής δεν προβάλλει, αντιρρήσεις για το, αρχικό ή το τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή συγκατατίθενται όλοι σε αυτό, θεωρείται ότι ο.συμβιβασμός έχει γίνει αποδεκτός. Ο ειρηνοδίκης με απόφαση του επικυρώνει το σχέδιο, το οποίο αποκτά πλέον ισχύ, δικαστικού συμβιβασμού. Η αίτηση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές θεωρείται ότι ανακλήθηκε. Αν συγκατατίθενται στο σχέδιο πιστωτές με απαιτήσεις που υπερβαίνουν το ήμισι του συνολικού ποσού των απαιτήσεων, στους οποίους περιλαμβάνονται σε κάθε περίπτωση το σύνολο των πιστωτών με εμπράγματος εξασφαλισμένες απαιτήσεις και πιστωτές με απαιτήσεις που υπερβαίνουν το ήμισι των τυχόν εργατικών απαιτήσεων, το δικαστήριο κατά τη συζήτηση της αίτησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος, μετά από αίτηση του οφειλέτη ή οποιουδήποτε από τους πιστωτές που υποβάλλεται εγγράφως μέχρι τη συζήτηση, υποκαθιστά την έλλειψη συγκατάθεσης των πιστωτών που αντιτίθενται καταχρηστικά στο συμβιβασμό. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται ότι επήλθε ο συμβιβασμός και ότι ανακλήθηκε η αίτηση για την απαλλαγή από τα χρέη. Δεν επιτρέπεται υποκατάσταση της συγκατάθεσης πιστωτή όταν: α) η απαίτηση του πιστωτή που αντιτίθεται δεν ικανοποιείται σε ανάλογο, σε σχέση με τους άλλους πιστωτές, βαθμό ή β) σε περίπτωση εφαρμογής του σχεδίου, ο πιστωτής που αντιτίθεται αποδεικνύει ότι θα περιέλθει σε δυσμενέστερη οικονομικά θέση από αυτήν στην οποία θα περιερχόταν, αν συνεχιζόταν η διαδικασία απαλλαγής του οφειλέτη από τις οφειλές ή γ) αμφισβητείται απαίτηση από οφειλέτη ή οποιονδήποτε πιστωτή». Από τον συνδυασμό των παραπάνω άρθρων συνάγεται ότι ο Ν.3869/2010 έχει προβλέψει δύο περιπτώσεις πλασματικής συναίνεσης των πιστωτών στο προτεινόμενο από τον οφειλέτη σχέδιο διευθέτησης οφειλών. Στην πρώτη περίπτωση, του άρθρου 5 παρ. 2 Ν.3869/2010, η παράλειψη των πιστωτών να υποβάλουν έγγραφες παρατηρήσεις επί του σχεδίου διευθέτησης εντός της τιθέμενης προθεσμίας, λειτουργεί ως κατά τεκμήριο συμφωνία τους στο σχέδιο αυτό. Στην περίπτωση του άρθρου 7 του ίδιου νόμου, προκειμένου να επέλθει κατά πλασματική συναίνεση συμβιβασμός με υποκατάσταση της έλλειψης συγκατάθεσης κάποιου πιστωτή, ο δικαστής υποχρεούται να προβεί σε ουσιαστικό έλεγχο κατά πόσο υπάρχει καταχρηστική άρνηση. Οι περιπτώσεις του άρθρου 7 παρ. 4 δεν είναι περιοριστικές ως προς τους λόγους άρνησης. Απλώς σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται αυτοδικαίως δεκτή ως δικαιολογημένη η άρνηση. Ο πιστωτής, λοιπόν, ενδέχεται να μην αρνείται καταχρηστικά, ακόμα κι αν δεν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις της παραγράφου 4. Πάντως, κριτήριο ως προς την καταχρηστικότητα της άρνησης αποτελούν η θέση του συγκεκριμένου πιστωτή σε περίπτωση δικαστικής ρύθμισης και ο βαθμός και ο τρόπος ικανοποίησης του. Αν το αποτέλεσμα της υποθετικής δικαστικής ρύθμισης δεν απέχει ουσιωδώς από το οικονομικό και νομικό αποτέλεσμα του προτεινόμενου συμβιβασμού, τότε ο πιστωτής καταχρηστικά αρνείται και για την οικονομία της δίκης ο δικαστής πρέπει να επικυρώσει τον πλασματικώς επερχόμενο συμβιβασμό. Στις περιπτώσεις πλασματικής συναίνεσης, ο δικαστικός συμβιβασμός, και σε αντίθεση με τις περιπτώσεις συμβιβασμού των άρθρων 214 Α και 293 παρ. 1 ΚΠολΔ, δεν είναι μια απλή πράξη του Ειρηνοδίκη περί επικύρωσης, αλλά δικαστική απόφαση (Ι. Βενιέρης - Θ.Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα, έκδοση 2011, σελ 209-210).
Με την κρινόμενη αίτηση, ο αιτών - φυσικό πρόσωπο χωρίς εμπορική ιδιότητα, επικαλούμενος ότι έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των προς τις καθ`ών - πιστώτριες ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητεί να επικυρωθεί το προτεινόμενο από αυτόν σχέδιο διευθέτησης οφειλών, άλλως να γίνει ρύθμιση από το δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις τού άρθρου 8 Ν.3869/2010 και να ρευστοποιηθεί η ακίνητη περιουσία του κατ` άρθ. 9 τού ίδιου νόμου, ώστε να επέλθει απαλλαγή του από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο των χρεών του και να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα, η αίτηση αρμόδια καθ` ύλη και κατά τόπο φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, όπου έχει την κατοικία του ο αιτών, κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρθ. 3 Ν. 3869/2010), και είναι νόμιμη, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1,4, 8, 9 και 11 του Ν.3869/2010, και πρέπει συνεπώς να εξετασθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, εφόσον για το παραδεκτό της α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ` αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο κατ` άρθρο 2 παρ. 1 και 2 Ν. 3869/2010, ο οποίος (συμβιβασμός) απέτυχε, όπως βεβαιώνεται από τον διαμεσολαβητή δικηγόρο Γεώργιο - Αλέξανδρο Λιάκη, β) η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του άρθ. 2 παρ 1 Ν.3869/2010 από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού (αποτυχία εξωδικαστικού συμβιβασμού στις 12-1-2012 και κατάθεση κρινόμενης αίτησης στις 6-3- 2012), γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντος για ρύθμιση των χρεών του στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτηση του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ` άρθρο 13 παρ. 2 ιδίου ως άνω νόμου (βλ. σχετική βεβαίωση του Ειρηνοδικείου Αθηνών υπ` αριθμ. πρωτ. ), δ) κλητεύθηκαν εμπρόθεσμα και νομότυπα, όπως ανωτέρω αναφέρεται, οι μετέχοντες πιστωτές κατ` , άρθρο 5 παρ. I N.3869/2010, ε) κατατέθηκαν εμπρόθεσμα στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού τα έγγραφα του άρθ. 4 παρ. 2 και 4 Ν. 3869/2010 (ήτοι βεβαίωση αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού και υπεύθυνη δήλωση για την ορθότητα και πληρότητα της οικονομικής κατάστασης με τα αποδεικτικά έγγραφα αυτής) και στ) απέτυχε ο δικαστικός συμβιβασμός, δοθέντος ότι δεν έχει γίνει δεκτό το προτεινόμενο από τον αιτούντα σχέδιο διευθέτησης οφειλών από τις μετέχουσες στη δίκη πιστώτριες (βλ. τις έγγραφες παρατηρήσεις- αντιρρήσεις των καθ`ών). Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την επισκόπηση του τηρούμενου στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού φακέλου του οφειλέτη (άρθρο 4 παρ. 5 Ν 3869/2010), μετά τη νομότυπη και εμπρόθεσμη (ήτοι εντός διμήνου κατ` άρθρο 5 παρ. 1 Ν. 3869/2010) κατάθεση παρατηρήσεων των πιστωτριών επί του σχεδίου διευθέτησης οφειλών, ο αιτών προέβη σε μεταβολή του αρχικού του σχεδίου διευθέτησης οφειλών, καταθέτοντας το από 16-5-2012 τροποποιημένο σχέδιο εμπρόθεσμα (ήτοι εντός δεκαπέντε ημερών από τη λήξη της παραπάνω δίμηνης προθεσμίας κατ` άρθρο 7 παρ. 1 Ν. 3869/2010). Επί του ανωτέρω τροποποιημένου σχεδίου έλαβε θέση νομότυπα και εμπρόθεσμα (ήτοι εντός είκοσι ημερών από την κατάθεση του τροποποιημένου σχεδίου κατ` άρθρο 7 παρ. 1 Ν. 3869/2010) μόνο η δεύτερη καθ`ής πιστώτρια τράπεζα, με τις από 28-5-2012 έγγραφες παρατηρήσεις της, οι οποίες υπογράφονται από εξουσιοδοτημένους για υπογραφή υπαλλήλους της τράπεζας και πρέπει να γίνουν δεκτές ως νομότυπα υποβληθείσες, αφού από το γράμμα των άρθρων 5 και 7 παρ. 1 Ν. 3869/2010 δεν προκύπτει ότι οι παρατηρήσεις των πιστωτών πρέπει να υπογράφονται υποχρεωτικά από πληρεξούσιο δικηγόρο και συνεπώς αρκεί η υπογραφή τους από οποιονδήποτε εκπρόσωπο. Παρά ταύτα, ούτε η πρώτη ούτε η τρίτη των καθ`ών κατέθεσαν παρατηρήσεις επί του ως άνω τροποποιημένου σχεδίου διευθέτησης οφειλών, τεκμαιρόμενης έτσι της συμφωνίας τους με αυτό, κατά το άρθ. 7 παρ. 2 Ν. 3869/2010 και σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη. Περαιτέρω, οι απαιτήσεις των πιστωτριών που πλασματικά συγκατατέθηκαν στο τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης του αιτούντος, υπερβαίνουν το ήμισι του συνολικού ποσού των οφειλών του αιτούντος, καθόσον ανέρχονται στο ποσό των 12.952,76 ευρώ από συνολική οφειλή του αιτούντος ύψους 18.881,13 ευρώ προς όλες τις πιστώτριες του, ενώ καμία από τις απαιτήσεις των πιστωτριών τραπεζών δεν είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη. Πρέπει λοιπόν να εξετασθεί η περίπτωση υποκατάστασης της έλλειψης συγκατάθεσης της δεύτερης καθ`ής κατ` άρθρο 7 παρ. 3 Ν.3869/2010, εφόσον αποδειχθεί ότι η τελευταία αντιτίθεται στο σχέδιο καταχρηστικά, και συνακόλουθα να επικυρωθεί το τροποποιημένο σχέδιο του αιτούντος οφειλέτη από το Δικαστήριο αυτό, ώστε να. αποκτήσει ισχύ δικαστικού συμβιβασμού, σύμφωνα με αίτημα που προέβαλε νομότυπα ο αιτών με τις προτάσεις του κατά τη συζήτηση της κρινόμενης αίτησης. Από το σύνολο της αποδεικτικής διαδικασίας, προέκυψε ότι ο αιτών, ηλικίας 41 ετών, είναι άνεργος από τον Ιούνιο του έτους 2010 (βλ προσκομιζόμενες βεβαιώσεις εγγραφής στα μητρώα του ΟΑΕΔ), οπότε και απολύθηκε από την εργασία του στην εταιρία .............................(βλ προσκομιζόμενη από 31-5-2010 καταγγελία σύμβασης εργασίας), διαμένει με την μητέρα του και συντηρείται από την σύνταξη της ύψους περίπου 500 ευρώ μηνιαίως, ενώ ο ίδιος έχει προσωπικά έξοδα διαβίωσης ύψους 200 ευρώ. Δεν έχει καθόλου, δικά του εισοδήματα, ούτε αξιόλογη και ρευστοποιήσιμη, κινητή καν ακίνητη περιουσία, προτείνει δε με το αρχικό αλλά και το τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του, μηνιαίες καταβολές προς τις πιστώτριες του για τέσσερα έτη, αφού του δοθεί προηγουμένως διετής περίοδος χάριτος, καθώς και ρευστοποίηση της περιουσίας του και απαλλαγή από το υπόλοιπο των οφειλών του. Η δεύτερη καθ`ής πιστώτρια αρνήθηκε και απέκρουσε ολοκληρωτικά με τις παρατηρήσεις της τόσο το αρχικό όσο και το τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης οφειλών του αιτούντος, χωρίς να αντιπροτείνει δικό της σχέδιο διευθέτησης ή τροποποιήσεις επί αυτού, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, δεν παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της κρινόμενης αίτησης προκειμένου να προβάλει και να αποδείξει ότι η άρνηση της δεν είναι καταχρηστική και βασίζεται σε κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθ. 7 παρ, 4 Ν. 3869/2010, ήτοι ότι η απαίτηση της δεν θα ικανοποιηθεί σε ανάλογο σε σχέση με τις άλλες πιστώτριες βαθμό, ή ότι θα περιέλθει σε δυσμενέστερη οικονομικά θέση από αυτήν στην οποία θα περιερχόταν αν συνεχιζόταν η διαδικασία απαλλαγής του οφειλέτη δικαστικά ή ότι η άρνηση της βασίζεται σε οπονονδήποτε άλλο λόγο.
Περαιτέρω, λαμβανομένου υπόψη ότι ο αιτών είναι μακροχρόνια άνεργος και λόγω της ηλικίας του αλλά και της γνωστής στο Δικαστήριο οικονομικής κρίσης, δεν αναμένεται να βρει εργασία άμεσα, η οποία θα του εξασφαλίζει εισόδημα που μπορεί να καλύψει τις βιοτικές του ανάγκες χωρίς τη βοήθεια της μητέρα του και παράλληλα να εξοφλεί τις οφειλές του προς τις καθ` ών. Ενόψει των ανωτέρω, το αποτέλεσμα της υποθετικής δικαστικής ρύθμισης των χρεών του αιτούντος, εν προκειμένω, δεν θα απείχε ουσιωδώς από το οικονομικό και νομικό αποτέλεσμα του προτεινόμενου με το τροποποιημένο του σχέδιο συμβιβασμού, όπως αναλύεται και στη μείζονα σκέψη. Συνεπώς, η άρνηση της δεύτερης καθ`ής να συγκατατεθεί στον προτεινόμενο με το τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης συμβιβασμό κρίνεται καταχρηστική και η έλλειψη συγκατάθεσης της πρέπει να υποκατασταθεί, αφού συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις του άρθ. 7 παρ. 3 και 4 Ν. 3869/2010. Θεωρείται ότι ο συμβιβασμός έχει γίνει αποδεκτός με την τεκμαιρόμενη συμφωνία της πρώτης και τρίτης των καθ`ών και την υποκατάσταση της συγκατάθεσης της δεύτερης των καθ`ών και το Δικαστήριο οφείλει να επικυρώσει το τροποποιημένο σχέδιο, το οποίο αποκτά πλέον ισχύ δικαστικού συμβιβασμού, ενώ η κρινόμενη αίτηση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές θεωρείται ότι ανακλήθηκε (άρθ. 7 παρ. 2 Ν. 3869/2010). Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθ. 8 παρ. 6 του Ν.3869/2010. Τέλος, παράβολο ερημοδικίας δεν ορίζεται, γιατί η απόφαση δεν υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας σύμφωνα με το άρθ. 14 Ν. 3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ: Δικάζει ερήμην της δεύτερης καθ`ής ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «.....................» και με παρόντες τους λοιπούς διαδίκους. Θεωρεί ότι επήλθε μεταξύ των διαδίκων συμβιβασμός βάσει του από 16-5-2012 τροποποιημένου σχεδίου διευθέτησης οφειλών του αιτούντος, το οποίο έχει ως περιεχόμενο: α) να μην καταβάλει οποιοδήποτε ποσό ο οφειλέτης για δύο έτη από την έκδοση της παρούσας απόφασης, β) να παύσει με την υποβολή της κρινόμενης αίτησης ο εκτοκισμός των οφειλών του, γ) μετά την πάροδο της διετούς περιόδου χάριτος να καταβάλει την 5η ημέρα κάθε μήνα και για μία τετραετία (48 μήνες) στην μεν πρώτη καθ`ής «...............................» το ποσό των 35 ευρώ το μήνα και συνολικά το ποσό των 1.680 ευρώ, στην δεύτερη καθ`ής .............το ποσό των 45 ευρώ το μήνα και συνολικά το ποσό των 2.160 ευρώ και τέλος, στην τρίτη καθ`ής ........................οφειλή του το ποσό των 65 ευρώ το μήνα κατ συνολικά το ποσό των 3.120 ευρώ και για τη δεύτερη οφειλή τον το ποσό των 20 ευρώ για τέσσερείς μονό μήνες και συνολικά το ποσό των 80 ευρώ, δ) μετά την πάροδο της εξαετίας να απαλλαγεί από το υπόλοιπο των χρεών του προς τις καθ`ών πιστώτριες, ε) να εκποιηθεί η περιουσία του οφειλέτη εφόσον είναι πρόσφορο. Επικυρώνει το από 16-5-2012 τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης οφειλών του αιτούντος, που αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού και αποφαίνεται ότι η κρινόμενη αίτηση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές έχει ανακληθεί.
πηγή: lawdb.intrasoftnet.com/nomos
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης και Συνεργάτες, Δικηγορικό Γραφείο, Θεσσαλονίκη - Αθήνα