Καραγιάννης & Συνεργάτες - Δικηγορικό Γραφείο

ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ
& ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ | ΑΘΗΝΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Επικοινωνήστε μαζί μας
2103810723 (Αθήνα) | 2310525720 (Θεσσαλονίκη) | info@karagiannislawfirm.gr

Ρυθμίσεις οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων - Μόνιμη αδυναμία πληρωμής, δεδομένης και της μείωσης των αποδοχών και των συντάξεων των πολιτικών και στρατιωτικών υπαλλήλων (Ειρηνοδικείο Σάμου, αριθμός απόφασης 82/2012).

Περίληψη: Ρυθμίσεις οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Υπαγωγή στο ν. 3869/2010. Προϋποθέσεις. Στοιχεία για το ορισμένο και παραδεκτό της αίτησης. Μητέρα τριών τέκνων, εκ των οποίων μόνο το ένα ανήλικο, εργαζόμενη σε Δήμο, με μηνιαίες αποδοχές 1.282,42 ευρώ και συνταξιούχο σύζυγο, του οποίου η σύνταξη είναι 1.585,71 ευρώ, χωρίς άλλη πηγή εισοδημάτων. Δαπάνες για τα δύο τέκνα λόγω εκπαίδευσης και ιατρικής περίθαλψης αξίας 2.068,13 ευρώ. Απαιτήσεις της Τράπεζας συνολικής αξίας 309.883,92 ευρώ, εκ δανείων στεγαστικών και καταναλωτικών. Μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ανωτέρω προσώπων, δεδομένης και της μείωσης των αποδοχών και των συντάξεων των πολιτικών και στρατιωτικών υπαλλήλων. Δεν υφίσταται δόλος εκ μέρους του πιστωτή εκ μόνου του λόγου ότι ανέλαβε περισσότερα δάνεια από όσα μπορούσε να εξοφλήσει, εκτός εάν με πλαστά έγγραφα προσπάθησε να εξαπατήσει τους τραπεζικούς υπάλληλους περί μεγαλύτερης οικονομικής του επιφάνειας. Λόγω μη ύπαρξης ρευστοποιήσιμης περιουσίας της αιτούσας, ρυθμίζονται μηνιαίες καταβολές αξίας 400,00 ευρώ για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών προς μερική εξόφληση των οφειλών της. Απαλλαγή της κύριας κατοικίας, αξίας 180.000,00 ευρώ της οποίας η αιτούσα είναι κύρια κατά ποσοστό 50%. Από τις ως άνω μηνιαίες καταβολές θα καλυφθεί μόνο ποσό 19.200,00 ευρώ επί συνόλου οφειλών 309.883,92 ευρώ, δηλαδή απομένει υπόλοιπο 290.683,92 ευρώ. Η ικανοποίηση των υπολοίπων απαιτήσεων της πιστώτριας της, δια περαιτέρω καταβολών προς διάσωση του ποσοστού της αιτούσας επί της κύριας κατοικίας της, πρέπει να ανέλθει σε 76.400,00 ευρώ και η περίοδος τοκοχρεολυτικής εξόφλησης αυτού του ποσού να οριστεί σε 15 έτη και 11 μήνες με δόση 400,00 ευρώ μηνιαίως.

[...] Η αιτούσα, επικαλούμενη με την αίτησή της ότι έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της, ζητά τη διευθέτηση τους από το Δικαστήριο κατά το προτεινόμενο από αυτήν σχέδιο, ώστε να επέλθει η μερική απαλλαγή της από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο των χρεών της έναντι της πιστώτριας της που περιλαμβάνεται στην υποβληθείσα από αυτήν κατάσταση. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 και 4 παρ. 1 ν. 3869/2010, σαφώς προκύπτει ότι για το ορισμένο της αίτησης αρκεί να αναφέρεται ότι ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, ότι κατέβαλε προσπάθεια εξωδικαστικού συμβιβασμού, ο οποίος απέτυχε, ότι βρίσκεται σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του. Ακόμη στην αίτηση πρέπει να περιέχεται ακριβής περιγραφή της οικογενειακής (έγγαμος ή μη, προστατευόμενα μέλη), και περιουσιακής κατάστασης του οφειλέτη, (το μέσο μηνιαίο εισόδημα αυτού και της συζύγου του, τα πάσης φύσεως εισοδήματα του και τα περιουσιακά του στοιχεία), κατάσταση όλων των πιστωτών και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και σχέδιο διευθέτησης των οφειλών. Τέλος απαιτείται ορισμένο αίτημα, που είναι αυτό της ρύθμισης των χρεών του οφειλέτη με σκοπό την απαλλαγή του, εφόσον δε, επιθυμεί να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία του, πρέπει να υποβάλλεται και σχετικό αίτημα. Περαιτέρω σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 216 και 747 Κ.Πολ.Δ. δεν απαιτείται πανηγυρική διατύπωση των παραπάνω στοιχείων και του αιτήματος της αίτησης, αλλά μπορούν να περιέχονται οπουδήποτε στο δικόγραφο, γιατί δεν καθορίζεται από το νόμο η παράθεση τους σε ορισμένη θέση ή σειρά, αρκεί μόνο να προκύπτουν με σαφήνεια, (βλ. ΑΠ 173/1981 Αρχ.Ν. 32-258 και 1293/1993 Δνη 35-140, ΕφΑΘ 2212/1983 Δνη 2401417 και 11416/1987 Δ. 19-332). Στην προκείμενη περίπτωση η ένδικη αίτηση περιέχει όλα τα παραπάνω στοιχεία. Επομένως, οι ισχυρισμοί της καθής πιστώτριας περί αοριστίας της αίτησης λόγω μη αναφοράς στο δικόγραφο της των αιφνίδιων γεγονότων που οδήγησαν την αιτούσα σε υπερδανεισμό, στερούνται βασιμότητας, τα δε αναφερόμενα από αυτή στοιχεία, αποτελούν θέματα της αποδεικτικής διαδικασίας. Η αίτηση εισάγεται αρμοδίως και παραδεκτά ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου της περιφέρειας της κατοικίας της αιτούσας κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 επ. Κ.Πολ.Δ., (άρθρο 3 Ν. 3869/2010). Για το παραδεκτό της έχει προσκομιστεί νομίμως η βεβαίωση η προβλεπόμενη από το άρθρο 2 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 περί αποτυχίας της απόπειρας εξωδικαστικού συμβιβασμού, (βλ. την από 14.2.2012 βεβαίωση του δικηγόρου Σάμου Ιωάννη Καλτάκη), και υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας για την ορθότητα και πληρότητα της κατάστασης της περιουσίας της και των εισοδημάτων αυτής και του συζύγου της, β) της πιστώτριας της και των απαιτήσεων της κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία, (βλ. την από 14.2.2012 υπεύθυνη δήλωση). Περαιτέρω, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μια χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Ο παραπάνω δε νόμος, εξειδικεύοντας την αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενοχών του άρθρου 288 ΑΚ, στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής του οφειλέτη, καθορίζοντας τις προϋποθέσεις ρύθμισης των χρεών αυτού, με σκοπό να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του τελευταίου και των πιστωτών του. Επιπλέον προέβαλε τον ισχυρισμό του νόμω και ουσία αβάσιμου της κρινόμενης αίτησης, διότι δεν αποδείχθηκε μόνιμη και διαρκής αδυναμία της αιτούσας να αποπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της. Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα απόδειξης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα πρακτικά, από τους ισχυρισμούς και όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η αιτούσα ................. του ............., κάτοικος Χώρας Σάμου, είναι έγγαμη με τρία παιδιά, ηλικίας 28, 18 και 16 ετών, (βλ. κατάθεση μάρτυρα απόδειξης, που περιέχεται στα ταυτάριθμα πρακτικά συνεδρίασης), εκ των οποίων το ένα φοιτά στο Γυμνάσιο και το άλλο στο Λύκειο. Εργάζεται στο Δήμο Σάμου, λαμβάνοντας μηνιαίως το ποσό των 1.282,42 ευρώ, (βλ. την από 9.3.2012 βεβαίωση αποδοχών της, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 μέχρι 1.12.2011,του Δήμου Σάμου και την κατάθεση της μάρτυρα απόδειξης). Ο σύζυγος της, .................. του .................., είναι συνταξιούχος του Πολεμικού Ναυτικού, το δε μηνιαίο εισόδημα του από τη σύνταξη του ανέρχεται στο ποσό των 1.585,71 ευρώ, (βλ. το από 14.7.2011 σχετικό έγγραφο υπολογισμού της σύνταξης του), το οποίο ποσό και συνεισφέρει μηνιαίως για την κάλυψη των οικογενειακών τους αναγκών. Αλλη πηγή εισοδήματος δεν διαθέτει η αιτούσα, ούτε ο σύζυγος της, οι οποίοι διαμένουν σε δική τους κατοικία.

Συνολικά λοιπόν, το μηνιαίο εισόδημα της αιτούσας και του συζύγου της ανέρχεται στο ποσό των 2.868,13 ευρώ, (1.282,42 + 1.585,71). Στις οικογενειακές δαπάνες της αιτούσας, περιλαμβάνονται οι απαιτούμενες για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών της ιδίας, του συζύγου και των δύο ανήλικων τέκνων τους, (το ενήλικο τέκνο της αιτούσας, ηλικίας σήμερα 28 ετών, δεν προέκυψε ότι βρίσκεται σε οικονομική εξάρτηση από αυτήν, επομένως η αιτούσα δεν επιφορτίζεται με την κάλυψη των οικονομικών αναγκών αυτού), των εξόδων για την εκπαίδευση αυτών, καθώς και των εξόδων για την ιατρική περίθαλψη ενός εκ των δύο ανήλικων τέκνων της Σάμου δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση της αιτούσας στο Δικαστήριο αυτό ή σε άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει εκδοθεί προγενεστέρως απόφαση για τη διευθέτηση των οφειλών της, με απαλλαγή της από το υπόλοιπο χρεών κατά το άρθρο 13 παρ. 2 Ν. 3869/2010, (βλ. σχετικές βεβαιώσεις της γραμματείας του Ειρηνοδικείου τούτου και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1,4,5,8,9 και 11 του ιδίου νόμου, (ν. 3869/2010), καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σ` αυτήν περιστατικά, συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της και τα χρέη της δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης. Εφόσον δε, δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και της πιστώτριας της, πρέπει η αίτηση να ερευνηθεί και κατ` ουσία. Η πιστώτρια της αιτούσας με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της αλλά και με τις έγγραφες προτάσεις της, ζήτησε να απορριφθεί η αίτηση. Επιπλέον υπέβαλε την ένσταση αοριστίας της κρινόμενης αίτησης, η οποία έχει ήδη κριθεί απορριπτέα ως αβάσιμη. Προέβαλε επίσης την ένσταση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, ισχυριζόμενη ότι η αιτούσα δεν βρίσκεται σε μόνιμη αδυναμία αποπληρωμής των οφειλών της, ή έστω, επικουρικά, περιήλθε με δική της υπαιτιότητα στην κατάσταση αυτή, ότι δεν έχουν μεταβληθεί σημαντικά τα εισοδήματα της σε σχέση με το χρόνο που ανέλαβε τις οφειλές της, ότι δεν ρύθμισε αυτές λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα της πιστώτριας της, ούτε μείωσε τις προσωπικές και οικογενειακές της δαπάνες ενόψει των χρεών της και ότι έχει σκοπό μόνο να αποφύγει την εκπλήρωση των συμβατικών της υποχρεώσεων, προσπαθώντας να υπαχθεί στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου 3869/2010. Ο εν λόγω ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος διότι τα παραπάνω επικαλούμενα και αληθή υποτιθέμενα δεν μπορούν να υπαχθούν στη διάταξη του άρθρου 281 Α.Κ. Περαιτέρω, με το νόμο 3869/2010, παρέχεται η δυνατότητα της ρύθμισης για το φυσικό πρόσωπο, των χρεών του, με απαλλαγή από αυτά και βρίσκει τη νομιμοποίηση της ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μια χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Ο παραπάνω δε νόμος, εξειδικεύοντας την αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενοχών του άρθρου 288 ΑΚ, στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής του οφειλέτη, καθορίζοντας τις προϋποθέσεις ρύθμισης των χρεών αυτού, με σκοπό να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του τελευταίου και των πιστωτών του. Επιπλέον προέβαλε τον ισχυρισμό του νόμω και ουσία αβάσιμου της κρινόμενης αίτησης, διότι δεν αποδείχθηκε μόνιμη και διαρκής αδυναμία της αιτούσας να αποπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της. Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα απόδειξης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα πρακτικά, από τους ισχυρισμούς και όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η αιτούσα ..........................του ........................, κάτοικος Χώρας Σάμου, είναι έγγαμη με τρία παιδιά, ηλικίας 28, 18 και 16 ετών, (βλ. κατάθεση μάρτυρα απόδειξης, που περιέχεται στα ταυτάριθμα πρακτικά συνεδρίασης), εκ των οποίων το ένα φοιτά στο Γυμνάσιο και το άλλο στο Λύκειο. Εργάζεται στο Δήμο Σάμου, λαμβάνοντας μηνιαίως το ποσό των 1.282,42 ευρώ, (βλ. την από 9.3.2012 βεβαίωση αποδοχών της, για το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 μέχρι 1.12.2011, του Δήμου Σάμου και την κατάθεση της μάρτυρα απόδειξης). Ο σύζυγος της, ............................ του ................, είναι συνταξιούχος του Πολεμικού Ναυτικού, το δε μηνιαίο εισόδημα του από τη σύνταξη του ανέρχεται στο ποσό των 1.585,71 ευρώ, (βλ. το από 14.7.2011 σχετικό έγγραφο υπολογισμού της σύνταξης του), το οποίο ποσό και συνεισφέρει μηνιαίως για την κάλυψη των οικογενειακών τους αναγκών. Αλλη πηγή εισοδήματος δεν διαθέτει η αιτούσα, ούτε ο σύζυγος της, οι οποίοι διαμένουν σε δική τους κατοικία. Συνολικά λοιπόν, το μηνιαίο εισόδημα της αιτούσας και του συζύγου της ανέρχεται στο ποσό των 2.868,13 ευρώ, (1.282,42 + 1.585,71).

Στις οικογενειακές δαπάνες της αιτούσας, περιλαμβάνονται οι απαιτούμενες για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών της ιδίας, του συζύγου και των δύο ανήλικων τέκνων τους, (το ενήλικο τέκνο της αιτούσας, ηλικίας σήμερα 28 ετών, δεν προέκυψε ότι βρίσκεται σε οικονομική εξάρτηση από αυτήν, επομένως η αιτούσα δεν επιφορτίζεται με την κάλυψη των οικονομικών αναγκών αυτού), των εξόδων για την εκπαίδευση αυτών, καθώς και των εξόδων για την ιατρική περίθαλψη ενός εκ των δύο ανήλικων τέκνων της αιτούσας το οποίο υποβάλλεται σε λογοθεραπεία και της ιδίας η οποία έχει υποβληθεί σε δύο χειρουργικές γυναικολογικές επεμβάσεις. Ανέρχονται δε, οι δαπάνες αυτές, στο ποσό των 2.068,13 ευρώ μηνιαίως. Η οικονομική κατάσταση της αιτούσας δεν αναμένεται να βελτιωθεί, ενόψει της οικονομικής κρίσης που πλήττει την χώρα και τις περικοπές που εφαρμόζονται στους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους. Περαιτέρω, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης, η αιτούσα είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, (Κρητικός, «Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», σελ. 99), με εξαίρεση τα παρακάτω εμπράγματος ασφαλισμένα στεγαστικά δάνεια, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της απόφασης, (άρθρο 6 παρ. 3 του ν. 3869/2010). Οι οφειλές δε, της αιτούσας προς την πιστώτρια καθής «................. ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», είναι οι εξής: α) από τη με αριθμό ................ σύμβαση στεγαστικού δανείου, ποσό 30.801,47 ευρώ, β) από τη με αριθμό λογαριασμού ....................... σύμβαση καταναλωτικού δανείου, ποσό 2.026,03 ευρώ, γ) από τη με αριθμό λογαριασμού ........................ σύμβαση πιστωτικής κάρτας, ποσό 2.535,24 ευρώ, δ) από τη με αριθμό ................. σύμβαση στεγαστικού δανείου, του οποίου η αιτούσα είναι εγγυήτρια, ποσό 69.699,36 ευρώ, ε) από τη με αριθμό ................................. σύμβαση στεγαστικού δανείου, ποσό 88.025,87 ευρώ, στ) από τη με αριθμό ................ σύμβαση στεγαστικού δανείου, ποσό 58.083,20 ευρώ, ζ) από τη με αριθμό ....................... σύμβαση στεγαστικού δανείου, ποσό 27.225,18 ευρώ και η) από τη με αριθμό .....................σύμβαση στεγαστικού δανείου, ποσό 31.487,57 ευρώ. Οι υπό στοιχεία α), ε), στ), ζ), και η) απαιτήσεις της ως άνω πιστώτριας από τα στεγαστικά δάνεια, είναι εξοπλισμένες με εμπράγματες ασφάλειες και συγκεκριμένα με προσημειώσεις υποθήκης στην κύρια κατοικία της αιτούσας, για την οποία γίνεται αναφορά παρακάτω, (όσον αφορά την εξομοίωση ενυπόθηκου και προσημειούχου δανειστή, με μόνη διαφορά ως προς τον τρόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ` άρθρο 1007 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., βλ. ΑΠ 31/2009 και ΕφΘεσ. 4/2010 ΤΝΠ -ΝΟΜΟΣ), ενώ η υπό στοιχεία δ) απαίτηση της πιστώτριας τράπεζας για την οποία έχει εγγυηθεί η αιτούσα υπέρ του πρωτοφειλέτη συζύγου της, .........................., είναι εξοπλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια και δη με προσημείωση υποθήκης σε οριζόντια ιδιοκτησία που βρίσκεται στον πρώτο όροφο της πολυκατοικίας επί της οδού ..........................στην Κερατέα Αττικής, την ψιλή κυριότητα της οποίας (ιδιοκτησίας) έχει ο σύζυγος της αιτούσας. Συνολικά οι απαιτήσεις της καθής τράπεζας ανέρχονται σε 309.883,92 ευρώ, (30.801,47 + 2.026,03 + 2.535,24 + 69.699,36 + 88.025,87 + 58.083,20 + 27.225,18 + 31.487,57). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η αιτούσα από τον Οκτώβριο του έτους 2011 έχει περιέλθει σε πραγματική μόνιμη και διαρκή αδυναμία να πληρώσει τις ληξιπρόθεσμες αυτές χρηματικές οφειλές της, η οποία οφείλεται στην μείωση των μηνιαίων εισοδημάτων αυτής και του συζύγου της, (περικοπή μισθού της και σύνταξης του συζύγου της), σε σχέση με αυτά των προηγούμενων ετών, που ανέρχονταν στα ποσά των 1.750,00 ευρώ για την αιτούσα και 2.200,00 ευρώ για το σύζυγο της, (βλ. κατάθεση μάρτυρα απόδειξης), σε συνδυασμό με το ύψος των μηνιαίων δόσεων που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση των δανείων της, τα οποία επιβαρύνονται με υψηλά επιτόκια, που έχουν περιορίσει σε σημαντικό βαθμό το εισόδημα της, με αποτέλεσμα να μην επαρκεί αυτό για την αντιμετώπιση των αναγκαίων δαπανών διαβίωσης αυτής και της οικογένειας της. Μέρος δε των παραπάνω οφειλών της, προέρχονται από συμβάσεις καταναλωτικών δανείων που συνάπτε αυτή για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στην καταβολή των μηνιαίων δόσεων των στεγαστικών δανείων. Έτσι δημιουργήθηκαν ληξιπρόθεσμες οφειλές και μη, τις οποίες δεν μπορεί πλέον να εξυπηρετεί. Η αδυναμία της αυτή δεν οφείλεται σε δόλο, καθότι κάτι τέτοιο δεν αποδείχθηκε. Εξάλλου μέχρι το έτος 2011, οπότε μειώθηκε σημαντικά το εισόδημα της και περιήλθε σε αδυναμία πληρωμής, η αιτούσα εξυπηρετούσε τις ληξιπρόθεσμες δόσεις των οφειλών της. Ο δε ισχυρισμός της πιστώτριας ότι η αιτούσα ενήργησε καταχρηστικά, επιδιώκοντας τη διαγραφή των χρεών της, χωρίς να προκύπτει σημαντική μεταβολή της οικονομικής της κατάστασης και πραγματική αδυναμία πληρωμής, αποτελεί, περαιτέρω και άρνηση της προϋπόθεσης της πραγματικής αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της, η οποία, (αδυναμία), αποδείχθηκε κατά τα προλεχθέντα. Ακόμη, ο επικουρικά προβαλλόμενος ισχυρισμός της πιστώτριας ότι η αιτούσα περιήλθε με δική της υπαιτιότητα σε αδυναμία πληρωμής, επωμιζόμενη δανειακές υποχρεώσεις που δεν μπορούσε να αποπληρώσει, είναι, επιπλέον, απορριπτέος διότι, ο δανειολήπτης που αιτείται τη λήψη δανείου, δεν έχει την ευχέρεια να υποχρεώσει τον πιστωτή να αποδεχθεί την πρόταση του. Ιδιαίτερα, οι τράπεζες έχουν την δυνατότητα, εκτός από την έρευνα των οικονομικών δυνατοτήτων του αιτούμενου δανείου, (μέσω βεβαίωσης αποδοχών), να διαπιστώσουν και λοιπές δανειακές υποχρεώσεις του σε άλλες τράπεζες ή την εν γένει οικονομική του συμπεριφορά μέσω του τραπεζικού συστήματος Τειρεσίας. Υπαιτιότητα του, ενδεχομένως, θα μπορούσε να υπάρξει, μόνο αν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους της τράπεζας προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις που για οποιονδήποτε λόγο δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες, για την οικονομική συμπεριφορά των υποψήφιων πελατών τους, (Ερ.Ν.Ιωνίας 4/2011 τ.ν.π. Νόμος), τα οποία δεν συντρέχουν στην συγκεκριμένη περίπτωση.

Η αιτούσα είναι συγκυρία, συννομέας και συγκάτοχος, κατά ποσοστό 1/2 εξ` αδιαιρέτου, (το υπόλοιπο 1/2 εξ` αδιαιρέτου ανήκει στη σύζυγο της ................), μιας διώροφης οικίας με υπόγειο, συνολικού εμβαδού 165 τ.μ., με το οικόπεδο της εμβαδού 814,05 τ.μ., που βρίσκεται εντός της Χώρας Σάμου, στη περιοχή «Πάσπαρος» και χρησιμεύει ως κύρια κατοικία της, εμπορικής αξίας κατά το χρόνο συζήτηση της αίτησης, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, 180.000,00 ευρώ, καθότι αποτελεί νέα και μεγάλη οικοδομή εντός αρκετά μεγάλου οικοπέδου, που βρίσκεται σε καλή θέση, επί την οποίας οικίας υφίστανται εμπράγματα βάρη, (5 προσημειώσεις υποθήκης), υπέρ της πιστώτριας, ......................., προς εξασφάλιση των ανωτέρω υπ` αρίθμ. ...................................................... και ..................... συμβάσεων στεγαστικών δανείων, ποσών κεφαλαίων 30.801,47 ευρώ, 88.025,87 ευρώ, 58.083,20 ευρώ, 27.225,18 ευρώ και 31.487,57 ευρώ, αντίστοιχα, των οποίων δανείων η αιτούσα είναι πρωτοφειλέτης εις ολόκληρον με το σύζυγο της ................................., η δε οικία αποτελεί την κύρια κατοικία αυτής, της οποίας η τελευταία, με την υπό κρίση αίτηση της, ζήτησε την εξαίρεση του ποσοστού της επ` αυτής από την εκποίηση. (Όπως δε προειπώθηκε, προς εξασφάλιση της υπ` αρίθμ. ................. σύμβασης στεγαστικού δανείου, ποσού κεφαλαίου 69.699,36 ευρώ του οποίου δανείου η αιτούσα είναι εγγυήτρια υπέρ του πρωτοφειλέτη συζύγου της ................................, υφίσταται εμπράγματο βάρος, (προσημείωση υποθήκης), σε οριζόντια ιδιοκτησία, εμβαδού 130 τ.μ., που βρίσκεται στο Δήμο Κερατέας Αττικής, στον πρώτο πάνω από το ισόγειο όροφο πολυκατοικίας, στην διασταύρωση των οδών .......................... και ......................, αριθμός .., της οποίας ο σύζυγος της αιτούσας έχει την ψιλή κυριότητα, τη δε επικαρπία, έχει η μητέρα του ............... του .....). Λόγω μη ύπαρξης ρευστοποιήσιμης περιουσίας της αιτούσας, για την ικανοποίηση της πιστώτριας της, το Δικαστήριο πρέπει να προβεί σε ρύθμιση μηνιαίων καταβολών από τα εισοδήματα της για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών προς μερική εξόφληση των οφειλών της. Αφού ληφθούν υπόψη όλα τα παραπάνω στοιχεία, η κάθε μηνιαία καταβολή της, πρέπει να ορισθεί σε 400,00 ευρώ, (λαμβανομένου υπόψη και του ποσού των 400,00 ευρώ που υποχρεούται να καταβάλει, στην πιστώτρια, ο σύζυγος της αιτούντα, για τις οφειλές του), συμμέτρως διανεμόμενο μεταξύ των οφειλών της πιστώτριας της. Ειδικότερα για την πρώτη οφειλή της, (στεγαστικό δάνειο ποσού 30.801,47 ευρώ), η αιτούσα θα είναι υποχρεωμένη να καταβάλλει 39,76 ευρώ μηνιαίως, [400,00 Χ 30.801,47 : 309.883,92], για τη δεύτερη οφειλή της, (καταναλωτικό δάνειο - υπερανάληψη ποσού 2.026,03 ευρώ), 2,62 ευρώ μηνιαίως, [400,00 Χ 2.026,03 : 309-883,92], για την τρίτη οφειλή της, (πιστωτική κάρτα ποσού 2.535,24 ευρώ), 3,28 ευρώ μηνιαίως, [400,00 Χ 2.535,24 : 309.883,92], για την τέταρτη οφειλή της, (στεγαστικό δάνειο ποσού 69699,36 ευρώ), 89,97 ευρώ μηνιαίως, [400,00Χ 69.699,36 : 309.883,92], για την πέμπτη οφειλή της, (στεγαστικό δάνειο ποσού 88.025,87 ευρώ), 113,62 ευρώ μηνιαίως, [400,00 Χ 88.025,87 : 309.883,92], για την έκτη οφειλή της, (στεγαστικό δάνειο ποσού 58.083,20 ευρώ), 74,97 ευρώ μηνιαίως, [400,00 Χ 58.083,20 : 309.883,92], για την έβδομη οφειλή της, (στεγαστικό δάνειο ποσού 27.225,18 . ευρώ), 35,14 ευρώ μηνιαίως, [400,00 Χ 27.225,18 : 309.883,92] και για την όγδοη οφειλή της, (στεγαστικό δάνειο ποσού 31.487,57 ευρώ), 40,64 ευρώ μηνιαίως, [400,00 Χ 31.487,57 : 309.883,92]. Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της τετραετίας η αιτούσα θα έχει καταβάλει συνολικά το ποσό των 19.200,00 (400,00 Χ 48) ευρώ. Περαιτέρω η διώροφη οικία με υπόγειο, που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία της αιτούσας, συνολικού εμβαδού 165 τ.μ. επί οικοπέδου έκτασης 814,05 τ.μ., ευρισκόμενη στην περιοχή «Πάσπαρος», στη Χώρα του Δήμου Σάμου, εμπορικής αξίας κατά το χρόνο συζήτηση της αίτησης, 180.000 ευρώ, της οποίας η αιτούσα είναι συγκυρία σε ποσοστό 50%, δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξημένο κατά 50%, (250.000,00 ευρώ + 50% με περαιτέρω προσαύξηση κατά 25.000,00 ευρώ για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και 30.000,00 ευρώ για το τρίτο τέκνο), το ποσοστό δε συγκυριότητας της αιτούσας επ` αυτής, πρέπει να εξαιρεθεί από την εκποίηση, μετά την υποβολή σχετικής πρότασης της τελευταίας. Το συγκεκριμένο ακίνητο αποκτήθηκε από την αιτούσα, σε ποσοστό συνιδιοκτησίας 50%, με στεγαστικά δάνεια που δεν έχουν εξοφληθεί ακόμη, υφίστανται δε, επί του ακινήτου πέντε προσημειώσεις υποθήκης υπέρ της πιστώτριας τράπεζας, όπως αναφέρεται ανωτέρω. Από τις μηνιαίες καταβολές της αιτούσας για μία τετραετία που αναφέρονται παραπάνω, θα καλυφθεί, όπως προειπώθηκε, μόνο μέρος των απαιτήσεων της καθής και ειδικότερα ποσό 19.200,00 ευρώ επί συνόλου οφειλών 309.883,92 ευρώ, δηλαδή απομένει υπόλοιπο 290.683,92 ευρώ. Η ικανοποίηση των υπολοίπων απαιτήσεων της πιστώτριας της, δια περαιτέρω καταβολών προς διάσωση του ποσοστού της αιτούσας επί της κύριας κατοικίας της, που σύμφωνα με το νόμο μπορεί να ανέλθει μέχρι το 85% της εμπορικής αξίας του ποσοστού συνιδιοκτησίας της, δηλαδή μέχρι 76.500,00 ευρώ, (180.000,00 ευρώ η εμπορική αξία του ακινήτου κατά τη συζήτηση της αίτησης Χ 85% αυτής = 153.000,00 ευρώ Χ 50% το ποσοστό συνιδιοκτησίας της αιτούσας = 76.500,00 ευρώ), πρέπει να ανέλθει σε 76.400,00 ευρώ και η περίοδος τοκοχρεολυτικής εξόφλησης αυτού του ποσού να οριστεί σε 15 έτη και 11 μήνες. Το ποσό που θα καταβάλει η αιτούσα, στα πλαίσια αυτού του σκέλους της ρύθμισης, θα ανέρχεται σε 400,00 ευρώ μηνιαίως (15 έτη Χ 12 μήνες = 180 μήνες + 11 μήνες =191 μήνες Χ 400,00 ευρώ = 76.400,00 ευρώ), οι δε μηνιαίες δόσεις θα αρχίσουν να καταβάλλονται τέσσερα χρόνια μετά τη δημοσίευση της απόφασης αυτής, καθόσον κρίνεται ότι στην αιτούσα πρέπει να παρασχεθεί και περίοδος χάριτος διαρκείας 4 ετών. Οι οφειλές που θα εξοφληθούν με αυτόν τον τρόπο λογίζονται, σύμφωνα με το νόμο έντοκες, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, οι συγκεκριμένες δε καταβολές θα χρησιμοποιηθούν, σύμμετρα κατανεμημένες, για την προνομιακή ικανοποίηση των στεγαστικών δανειακών συμβάσεων της πιστώτριας καθής τράπεζας, που έχει, όπως προαναφέρθηκε, εμπράγματες ασφάλειες επί του ακινήτου της πρώτης κατοικίας της αιτούσα, ήτοι ποσό 40,35 ευρώ το μήνα για την απαίτηση από τη σύμβαση στεγαστικού δανείου ποσού 30.801,47 ευρώ, (400,00 Χ 30.801,47 : 305.322,65), ποσό 91,31 ευρώ το μήνα για την απαίτηση που πηγάζει από τη σύμβαση στεγαστικού δανείου ποσού 69.699,36 ευρώ, (400,00 Χ 69.699,36 : 305.322,65), ποσό 115,32 ευρώ το μήνα για τη απαίτηση από τη σύμβαση στεγαστικού δανείου ποσού 88.025,87 ευρώ, (400,00 Χ 88.025,87 : 305.322,65), ποσό 76,10 ευρώ το μήνα για την απαίτηση από τη σύμβαση στεγαστικού δανείου ποσού 58.083,20 ευρώ, (400,00 Χ 58.083,20 : 305.322,65), ποσό 35,67 ευρώ το μήνα για την απαίτηση από τη σύμβαση στεγαστικού δανείου ποσού 27.225,18 ευρώ, (400,00 Χ 27.225,18 : 305.322,65), ποσό 41,25 ευρώ το μήνα για την απαίτηση από τη σύμβαση στεγαστικού δανείου ποσού 31.487,57 ευρώ, (400,00X31.487,57:305.322,65) και στη συνέχεια, εάν οι απαιτήσεις αυτής με τους υπολογιζόμενους κατά τα προεκτιθέμενα τόκους, καλυφθούν, θα χρησιμοποιηθούν για την ικανοποίηση των υπολοίπων οφειλών, εφαρμοζομένου του άρθρου 9 παρ.3 ν. 3869/2010. Σύμφωνα με όλα αυτά, η αίτηση πρέπει να γίνει μερικά δεκτή ως βάσιμη και κατ` ουσίαν (εφόσον δεν γίνεται πλήρως δεκτό το σχέδιο που πρότεινε η αιτούσα), ως προς την πιστώτρια και να ρυθμισθούν οι οφειλές της αιτούσας κατά το διατακτικό. Η απαλλαγή της από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο χρεών της έναντι των ως άνω δανειστριών, θα επέλθει κατά νόμο (άρθρο 11 παρ. 1 ν. 3869/2010) υπό τον όρο της κανονικής εκτέλεσης των υποχρεώσεων της, οι οποίες προβλέπονται από την ρύθμιση για μηνιαίες καταβολές επί μία τετραετία, με τη επιφύλαξη όμως της πραγματοποίησης των καθοριζομένων για τη διάσωση του ποσοστού της επί της κατοικίας της καταβολών, καθώς και με την επιφύλαξη της μεταβολής των οικογενειακών εισοδημάτων της αιτούσας και της τυχόν τροποποίησης της παρούσας ρύθμισης. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ` άρθρο 8 παρ. 6 του νόμου 3869/2010.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ: ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων. ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση. ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ τις μηνιαίες επί μία τετραετία καταβολές της αιτούσας προς την πιστώτρια της σε τετρακόσια (400,00) ευρώ συνολικά, διανεμόμενες μεταξύ των οφειλών της όπως ειδικότερα προσδιορίζεται στο σκεπτικό, οι οποίες θα καταβάλλονται μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε μηνός, αρχής γενομένης από τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα. ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση το ποσοστό 50% της συνιδιοκτησίας της αιτούσας επί της διώροφης οικίας με υπόγειο, στην περιοχή «Πάσπαρος» στη Χώρα του Δήμου Σάμου, συνολικού εμβαδού 165 τ.μ., επί οικοπέδου εμβαδού 814,05 τ.μ., που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία της αιτούσας. ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ το καταβλητέο από την αιτούσα για την αμέσως παραπάνω αιτία συνολικό ποσό σε εβδομήντα έξι χιλιάδες τετρακόσια (76.400,00) ευρώ, που θα πληρωθεί με μηνιαίες καταβολές ύψους τετρακοσίων (400,00) ευρώ, διανεμόμενες κατά τα οριζόμενα στο σκεπτικό, οι οποίες θα αρχίσουν από την 1.11.2016, θα γίνονται μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε μήνα και θα διαρκέσουν επί 15 έτη και 11 μήνες.

πηγή: lawdb.intrasoftnet.com/nomos

Δημήτριος Χ. Καραγιάννης και Συνεργάτες, Δικηγορικό Γραφείο, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.

Επικοινωνία

Θεσσαλονίκη

Πολυτεχνείου 21 (6ος Όροφος), 54626

2310525720

Αθήνα

Σολωμού 58 και Πατησίων (6ος Όροφος), 10682

2103810723

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη online εμπειρία, χρησιμοποιούμε cookies.