Υπερχρεωμένα νοικοκυριά (νόμος Κατσέλη, νόμος 3869/2010) - Ακόμα και η αλόγιστη περιέλευση του οφειλέτη σε υπερχρέωση δυσανάλογη με την επάρκεια των εισοδημάτων του, δεν συνιστά λόγο μη νομιμότητας του αιτήματος του να υπαχθεί στη ρύθμιση του νόμου (Ειρηνοδικείο Λαυρίου, αριθμός απόφασης 193/2012).
Περίληψη: Ρυθμίσεις οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Υπαγωγή στο Ν.3869/2010. Προϋποθέσεις. Στοιχεία που πρέπει να αναφέρονται στην αίτηση του αρ. 4 του ν. 3869/2010 για να είναι ορισμένη και παραδεκτή. Προστασία κύριας κατοικίας. Πότε ισχύει. Αιτών άνεργος, εργαζόμενος μέχρι πρότινος ως οδηγός και τώρα ως μουσικός περιστασιακά, διαζευγμένος με δύο ανήλικα τέκνα, με ελάχιστο εισόδημα και υποχρέωση καταβολής διατροφής εκ ποσού 400 ευρώ μηνιαίως. Συνολική οφειλή αξίας σχεδόν 300.000 ευρώ. Απορριπτέα η ένσταση των καθ΄ ων ότι ο αιτών περιήλθε εκ δόλου σε αδυναμία πληρωμής, καθόσον ακόμα και η αλόγιστη περιέλευση του οφειλέτη σε υπερχρέωση δυσανάλογη με την επάρκεια των εισοδημάτων του, δεν συνιστά λόγο μη νομιμότητας του αιτήματος του να υπαχθεί στη ρύθμιση του νόμου. Πότε νοείται η ύπαρξη δόλου. Πότε μπορεί το δικαστήριο να καθορίζει έως και μηδενικές καταβολές. Υπαγωγή του αιτούντος στις διατάξεις του νόμου αυτού, απαλλαγή της κύριας κατοικίας του, καταβολή δόσεων του 85% της αξίας της ψιλής κυριότητας άλλου ακινήτου κυριότητάς του, αρχής γενομένης μετά την παρέλευση τεσσάρων ετών από την έκδοση της παρούσας απόφασης και εντός είκοσι ετών σε 240 μηνιαίες δόσεις. Απαλλαγή της κατοικίας που διαμένει η οικογένειά του. Απαλλαγή και του αυτοκινήτου του, λόγω παλαιότητας και ως εκ τούτου λόγω του μη σημαντικού οικονομικού αντικρίσματος από την εκποίησή του.
[...] Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν.3869/2010 που αφορά "Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις" ορίζεται ότι "1. Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών και απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής. 2. Δεν επιτρέπεται η ρύθμιση οφειλών που: α) έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης για την έναρξη διαδικασίας κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου και β) που προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο, διοικητικά πρόστιμα, χρηματικές ποινές, φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανιομούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δευτέρου βαθμού, τέλη προς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εισφορές προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης. Απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου μπορεί να γίνει μόνο μία φορά. Περαιτέρω κατά τη διάταξη του αρθρ.9 του ιδίου νόμου, ορίζεται η διαδικασία ρευστοποίησης της περιουσίας και προστασία κύριας κατοικίας ειδικότερα "1. Εφόσον υπάρχει ρευστοποιήσιμη περιουσία, η εκποίηση της οποίας κρίνεται απαραίτητη για την ικανοποίηση των πιστωτών ή όταν το δικαστήριο κρίνει αναγκαίο να παρακολουθήσει και να υποβοηθήσει την εκτέλεση των όρων ρύθμισης των οφειλών για την απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη ή την εξασφάλιση των συμφερόντων των πιστωτών, ορίζεται εκκαθαριστής. 2. Ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει στο δικαστήριο πρόταση εκκαθάρισης ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση βεβαρημένο ή μη με εμπράγματη ασφάλεια ακίνητο, που χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, προσαυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό. Η προστασία του ακινήτου σύμφωνα με τα προηγούμενα, ισχύει και εφόσον ο οφειλέτης έχει την επικαρπία ή ψιλή κυριότητα ή ιδανικό μερίδιο επ` αυτών». Οι απαιτήσεις των πιστωτών που έχουν εμπράγματη ασφάλεια ικανοποιούνται προνομιακά. Στην αίτηση, που κρίνεται, εκτίθενται τα παρακάτω: Ο αιτών, ο οποίος δεν έχει εμπορική ιδιότητα και ως εκ τούτου στερείται πτωχευτικής ικανότητας, έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία ν`αποπληρώσει τις οφειλές του, που ανέρχονται συνολικά σε 356.550 ευρώ με μηνιαίες δόσεις όπως αυτές καθορίζονται από τις σχετικές δανειακές συμβάσεις. Ζητάει, λοιπόν, κατ` εκτίμηση του περιεχομένου της αιτήσεως, να γίνει δικαστική ρύθμιση των οφειλών του με σκοπό να απαλλαγεί από αυτές καταβάλλοντος μηνιαίες δόσεις μικρότερες από τις συμφωνηθείσες με τις πιστώτριες τράπεζες και να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση της περιουσίας του. Η αίτηση αυτή αρμόδια φέρεται για συζήτηση κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 3 ν.3869/2010) και για το παραδεκτό της προσκομίζονται νόμιμα 1) η υπεύθυνη δήλωση του αιτούντα για την ορθότητα και πληρότητα της κατάστασης της περιουσίας και των εισοδημάτων του, των πιστωτών του και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα και 2) η βεβαίωση περί αποτυχίας του επιχειρηθέντος εξωδικαστικού συμβιβασμού. Από την αυτεπάγγελτη δε έρευνα του δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 2 του ν.3869/2010 προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη όμοια αίτηση του αιτούντα, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές του. Οι περί αοριστίας ενστάσεις των καθ` ων πρέπει ν` απορριφθούν, καθόσον η αίτηση περιέχει τα στοιχεία που, όπως αυτά αναφέρονται παραπάνω, είναι απαραίτητα κατά το άρθρο 1 του Ν. 3869/2010 για τον έλεγχο της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας της αίτησης. Εξάλλου τα ελλείποντα στοιχεία που επικαλούνται οι καθ` ων είναι αντικείμενα αυτεπάγγελτου ελέγχου από τον δικαστή κατά την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας καν ειδικότερα της συνδρομής των όρων της υπαγωγής του αιτούντα στη ρύθμιση του Ν.3869/2010, καθόσον, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθ.744, 745, 751 ΚΠολΔ, ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, επιβάλλει την ενεργή συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης και επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (αρθ.115 παρ. 3 ΚΠολΔ), εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747 παρ. 2 ΚΠολΔ, επομένως και του αιτήματος αυτής (βλ. ΑΠ 1131/87 ΝοΒ 36-1601-02 πλειοψηφία, ΕφΑΘ 2735/00, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ, και Π. Αρβανιτάκη στον ΚΠολΔ. Κεραμέα -Κονδύλη -Νίκα, υπ` άρθρο 747, αριθ. 7).
Μετά απ` αυτά, απορριπτόμενων των περί αοριστίας ενστάσεων των καθ`ων, και εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ του αιτούντα και των πιστωτριών, η υπό κρίση αίτηση είναι ορισμένη και νόμιμη, διότι στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 και 11 του ν.3869/2010 και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, αφού καταβλήθηκαν και τα νόμιμα τέλη για τo παραδεκτό της συζήτησης της. Ο αιτών γεννήθηκε το έτος 1975. Έως την 30η Νοέμβρη 2010 εργάζεται ως οδηγός αυτοκινήτου της Πρεσβείας της ..............., οπότε απολύθηκε και έκτοτε είναι άνεργος. Λόγω των γνώσεων μουσικής που έχει εργάζεται περιστασιακά ως μουσικός με εισόδημα ελάχιστο, που δεν υπερβαίνει το όριο μιας στοιχειώδους ελάχιστης δαπάνης διαβίωσης. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τo ότι ο αιτών είναι διαζευγμένος πατέρας δύο ανήλικων τέκνων ηλικίας 4 και 7 ετών, τα οποία ζουν με την μητέρα τους, η οποία είναι άνεργη, έχει δε υποχρέωση καταβολής 400 ευρώ μηνιαία για διατροφή των τέκνων του, έχουν φέρει τον αιτούντα σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμής των χρεών του προς τις πιστώτριες τράπεζες, σύμφωνα με τους όρους των σχετικών δανειακών συμβάσεων. Η αδυναμία αυτή κρίνεται μόνιμη λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα, του υψηλού ποσοστού ανεργίας των πολιτών, του χαμηλού ύψους των μηνιαίων αποδοχών και των εργαζόμενων ακόμη, γεγονότων γνωστών σε όλους, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο κατ` εφαρμογή του άρθρου 336 Κ.Πολ.Δ. Κατά το χρονικό διάστημα πλέον του ενός έτους πριν από την κατάθεση της αίτησης ο αιτών είχε δανεισθεί από τις καθ`ων, στις οποίες οφείλει 1) στην Τράπεζα.................................. 66.271,75 ευρώ από δύο στεγαστικά δάνεια και η απαίτηση αυτή είναι εξασφαλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια, 2) στην Τράπεζα ........................201.089,29 ευρώ από δύο στεγαστικά δάνεια και η απαίτηση αυτή είναι εξασφαλισμένη με εμπράγματη ασφάλεια, 3) στην Τράπεζα ...............18.230,38 ευρώ από καταναλωτικό δάνειο και 4) στην Τράπεζα ...........9.053,38 ευρώ. Οι καθ` ων ισχυρίζονται όχι ο αιτών δόλια περιήλθε σε αδυναμία πληρωμής, και όχι ο δόλος του συνίσταται στην ενσυνείδητη από μέρους του ανάληψη πολλών χρεών χωρίς να έχει την απαιτούμενη οικονομική - εισοδηματική δυνατότητα ν` ανταποκριθεί στην αποπληρωμή αυτών. Η ένοταση αυτή πρέπει ν` απορριφθεί ως νομικά αβάσιμη για τους εξής λόγους: Η αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενοχών, που καθιερώνεται από τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ, στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής και στην επαναφορά της ισορροπίας των παροχών, που διαταράχθηκε από διάφορα περιστατικά - προβλεπτά ή απρόβλεπτα - με κριτήρια αντικειμενικά, για την ασφάλεια των συναλλαγών και γενικότερα του δικαίου (βλ. σχετ, Β. Βαθρακοκοίλης - «Αναλυτική ερμηνεία - νομολογία του ΑΚ», τ. Ι, έκδοση 1994, άρ. 288, σελ. 423). Με το Ν.3869/2010 παρέχεται στο φυσικό πρόσωπο η δυνατότητα της ρύθμισης των χρεών του, με απαλλαγή από αυτά και βρίσκει νομιμοποίηση ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου, που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μία - χωρίς διέξοδο και προοπτική - κατάσταση, από την οποία - άλλωστε - και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μία τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί κι ευρύτερα το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν - μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη, προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Ν.3869/2010 εξειδικεύοντας τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής του οφειλέτη, καθότι καθορίζει τις προϋποθέσεις ρύθμισης των χρεών και απαλλαγής του από αυτά και έχει σκοπό να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών, που - κατά κύριο λόγο - είναι οι τράπεζες (βλ.σχετ. Ειρ. Θεσ. 5105/2011, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), γι αυτό και η αλόγιστη περιέλευση του οφειλέτη σε υπερχρέωση δυσανάλογη με την επάρκεια των εισοδημάτων του για την αποπληρωμή των αναληφθέντων χρεών δεν συνιστά λόγο μη νομιμότητας του αιτήματος του να υπαχθεί στη ρύθμιση του νόμου. Η δολιότητα που προβλέπει ο νόμος αναφέρεται στην αδυναμία πληρωμής και όχι στον τρόπο περιέλευσης του οφειλέτη σε αδυναμία. Δεν νοείται δολιότητα κατά την ανάληψη δανείου αλλά μόνο κατά το διάστημα μετά την ανάληψη του (Κρητικός σελ.44, παρ. 14). Εξάλλου ο δανειολήπτης που αιτείται τη λήψη δανείου δεν έχει τη δυνατότητα να υποχρεώσει τον πιστωτή του ν` αποδεχθεί την πρόταση του. Τα πιστωτικά ιδρύματα όμως έχουν το εξαιρετικό προνόμιο να ερευνήσουν τις οικονομικές δυνατότητες του αιτουμένου το δάνειο (μέσω του εκκαθαριστικού σημειώματος και βεβαίωσης αποδοχών) καθώς και τις λοιπές προηγούμενες δανειακές του υποχρεώσεις ή την εν γένει οικονομική του συμπεριφορά (ύπαρξη ακάλυπτων επιταγών, απλήρωτων συναλλαγματικών, κατασχέσεων κλπ) μέσω του συστήματος «Τειρεσίας» (σύστημα οικονομικής συμπεριφοράς και σύστημα συγκέντρωσης κινδύνων). Γι αυτό στην υπ`αριθ. Ζ1-199 απόφαση περί προσαρμογής της Ελληνικής Νομοθεσίας προς την οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23-04-2008 για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης (ΦΕΚ 917/2010) θεσπίζεται ρητά στο άρθρο 8 η υποχρέωση από τα πιστωτικά ιδρύματα της αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας του καταναλωτή, δηλαδή τo εκάστοτε πιστωτικό ίδρυμα υποχρεώνεται, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, πριν από τη σύναψη σύμβασης πίστωσης να ερευνά και να αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα και φερεγγυότητα του καταναλωτή, βάσει επαρκών στοιχείων κατά το προσυμβατικό στάδιο και κατόπιν έρευνας στην κατάλληλη βάση δεδομένων, σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις για την εποπτεία των πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι δολιότητα νοείται μόνο όταν ο δανειολήπτης εξαπάτησε τους υπαλλήλους της τράπεζας προσκομίζοντας πλαστά στοιχεία ή αποκρύπτοντας υποχρεώσεις του που για οποιονδήποτε λόγο δεν έχουν καταχωρηθεί στις βάσεις δεδομένων που αξιοποιούν οι τράπεζες για την οικονομική συμπεριφορά των υποψήφιων πελατών τους (Δημητρίου Μακρή Ερμηνεία Ν.3869/2010 παρ. 17, σελ.37) και τέτοιου είδους εξαπάτηση δεν επικαλούνται οι ενιστάμενες.
Οι καθ`ων ισχυρίζονται ακόμη ότι ο αιτών καταχρηστικά ασκεί το δικαίωμα του Ν.3869/2010 διότι το ποσοστό του χρέους από το οποίο ζητά ν` απαλλαγεί είναι υπερβολικό, σε συνδυασμό με τη μη μόνιμη περιέλευσή του σε αδυναμία αποπληρωμής των χρεών του και τη μη συνδρομή έκτακτων περιστάσεων που έφεραν αυτόν σε κατάσταση αδυναμίας αποπληρωμής αυτών. Η ένσταση αυτή πρέπει ν` απορριφθεί καθόσον στόχος των διατάξεων του ν.3869/2010 είναι να δοθεί μία δεύτερη ευκαιρία στον υπερχρεωμένο οφειλέτη να επανενταχθεί στην οικονομική και κοινωνική ζωή με την επανάκτηση της οικονομικής ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη των χρεών που αδυνατεί να αποπληρώσει. Αδυναμία, άλλωστε, συνιστά όχι απαραίτητα κάποιο έκτακτο γεγονός, αλλά και άλλοι παράγοντες όπως αστοχία σχετικά με τις οικονομικές δυνατότητες του δανειολήπτη, ατυχείς προγραμματισμοί, επιθετικές πρακτικές προώθησης των πιστώσεων, εισοδηματική στενότητα, υψηλά επιτόκια κλπ, στοιχεία δηλαδή που θα αποτελέσουν αντικείμενο της αποδεικτικής διαδικασίας. Ο νόμος 3869/2010 έχει ως σκοπό να διευκολύνει την έστω και μερική εξόφληση των χρεών, στην οποία δεν θα μπορούσαν να προβούν οι οφειλέτες χωρίς τη ρύθμιση. Ακολούθως σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 8 ν.3869/2010, δεν αποκλείεται η εμφάνιση στην πράξη ακραίων ή εξαιρετικών περιπτώσεων οφειλετών, οι οποίοι έχουν πραγματική αδυναμία καταβολών και ελάχιστου ακόμη ποσού. Σ` αυτή την περίπτωση, δεν τηρείται ο κανόνας που επιβάλλεται με την παρ. 2 αλλά επιτρέπεται στο δικαστήριο να καθορίζει και μηδενικές ακόμη καταβολές κατά τη διατύπωση του νόμου (αρθρ. 8 παρ. 5), εφόσον διατυπώνεται σχετικό αίτημα από τον οφειλέτη. Το δικαστήριο προβαίνοντας σε εφαρμογή της παραπάνω διάταξης, ορίζει με την ίδια απόφαση νέα δικάσιμο που απέχει από την προηγούμενη όχι λιγότερο από πέντε (5) μήνες για επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών. Στη νέα αυτή δικάσιμο είτε επαναλαμβάνει την προηγούμενη απόφαση του, είτε προσδιορίζει εκ νέου καταβολές προς τα πάνω ή προς τα κάτω, αν συντρέχει περίπτωση. Για τη νέα δικάσιμο οι διάδικοι (οφειλέτες-πιστωτές) ενημερώνονται με δική τους επιμέλεια. Δηλαδή από τη διάταξη της §5 του άρθρου 8 του νόμου προκύπτει ότι με τον καθορισμό μηδενικών καταβολών από το δικαστήριο δεν εκκαθαρίζεται «οριστικά» το θέμα της απαλλαγής του οφειλέτη από τα χρέη αλλά αναμένεται παρέλευση (μέχρι) των τεσσάρων (4) ετών και έλεγχος μήπως μέσα στο διάστημα αυτό αλλάζουν τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη και τα τυχόν εισοδήματα του, που θα δικαιολογήσουν νέο προσδιορισμό των καταβολών, (βλ. Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, σελ. 138-139). Η αναβολή αυτή και ο ορισμός με την ίδια απόφαση νέας δικάσιμου, δίνει εν τέλει στην εκδιδομένη απόφαση το χαρακτήρα της εν μέρει οριστικής απόφασης, με προσωρινή ισχύ, αφού η έκδοση της οριστικής απόφασης, θα είναι αυτή που θα αποφανθεί τελικά για την οριστική ρύθμιση του χρέους. Μετά απ` αυτά κρίνεται ότι ο αιτών πρέπει να ενταχθεί στις ρυθμίσεις του Ν.3869/2010, αφού δεν έχει πτωχευτική ικανότητα και χωρίς υπαιτιότητα του έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρεών του από δάνεια που έχει λάβει από τις καθ`ων. Μηνιαίες καταβολές εκτιμάτε από το δικαστήριο όχι ο αιτών δεν δύναται να καταβάλει, εντασσόμενος στη ρύθμιση της παρ. 2 του άρθρου 8 του Νόμου, για τους λόγους που αναφέρονται παραπάνω-, τηρουμένων των άρθρων του Συντάγματος 21 περί της υποχρέωσης ειδικής μέριμνας του κράτους για προστασία της οικογένειας, 2 παρ. 1 που καθορίζει ως πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας τον σεβασμό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου, 1 παρ. 1 και 2 περί ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, της συμμετοχής στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας υπό συνθήκες απόλυτης προστασίας της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας, και 25 που καθιερώνει την αρχή του κοινωνικού κράτους. Η ρύθμιση αυτή θα συνδυαστεί μ` αυτή του αρθρ. 9 παρ. 2, προκειμένου να μην εκποιηθεί η κύρια κατοικία του αιτούντα. Το προβαλλόμενο αίτημα εξαίρεσης από την εκποίηση της κατοικίας του αιτούντα είναι υποχρεωτικό για το Δικαστήριο (βλ. σε Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις σελ. 148, αριθ. 16 και Ι. Βενιέρη-Θ.Κατσα, σελ. 301). Ο αιτών ζητά να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία του, της οποίας είναι ψιλός κύριος κατά ποσοστό 100% και επικαρπωτής είναι ο 70 xρovoς πατέρας του. Το ακίνητο αυτό είναι μία μονοκατοικία εμβαδού 100 τμ, η οποία βρίσκεται στα Καλύβια Αττικής επί της οδού ........................, είναι κτισμένη εντός οικοπέδου επιφανείας 265,70 τ.μ. εμπορικής αξίας 200.000 ευρώ. Η αξία της ψιλής κυριότητας αυτού του ακινήτου λαμβανομένης υπόψη της ηλικίας του επικαρπωτή είναι 30% της εμπορικής αξίας του ακινήτου, δηλαδή 160.000 ευρώ. Για τη διάσωση αυτής της οικίας αιτών πρέπει να καταβάλει στις πιστώτριες 85% της αξίας του εμπραγμάτου δικαιώματος του, δηλαδή 136.000 ευρώ. Το ποσό αυτό θα καταβληθεί μετά την πάροδο τεσσάρων (4) ετών από τη δημοσίευση αυτής της απόφασης, εντός είκοσι (20) ετών σε διακόσιες σαράντα (240) μηνιαίες δόσεις από 566 ευρώ εκάστη. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης. Το ποσό αυτό επειδή δεν επαρκεί για την αποπληρωμή όλων των χρεών του αιτούντα, πρέπει να καταβληθεί στις πιστώτριες που έχουν εξασφαλισμένες τις απαιτήσεις τους με εμπράγματη ασφάλεια. Το συνολικό ποσό χρεών που είναι εξασφαλισμένα με εμπράγματη ασφάλεια είναι αυτό που προέρχεται από τα στεγαστικά δάνεια του αιτούντα στην Τράπεζα ........................66.271,75 ευρώ και στην Τράπεζα ..............201.089,29 ευρώ, δηλαδή 267.361,04 ευρώ. Η απαίτηση της Τράπεζας ............................... αποτελεί το 24,78% και η απαίτηση της Τράπεζας ...............................75,22 % των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων απαιτήσεων, οι οποίες πρέπει να ικανοποιηθούν προνομιακά, δηλαδή πρέπει να καταβληθεί στην Τράπεζα .........................το 24,78 % της μηνιαίας δόσης (566 ευρώ), που είναι 140 ευρώ και στην Τράπεζα ..............ιο 75,22 % της ίδιας δόσεις, που είναι 426 ευρώ. Ο αιτών έχει εμπράγματο δικαίωμα επί ενός άλλου ακινήτου, το οποίο είναι μία ισόγεια μονοκατοικία εμβαδού 32,25 τμ, η οποία κατασκευάσθηκε το έτος 1983 εντός αγροτεμαχίου, που βρίσκεται στη θέση ..............................(.........) του δημοτικού διαμερίσματος Καλυβιών του Δήμου Σαρωνικού. Είναι ιδιοκτήτης του εν λόγω ακινήτου κατά ποσοστό 50 %. Κατά το λοιπό μέρος , 50% συνιδιοκτήτρια είναι η πρώην σύζυγος του και κατοικεί σ` αυτό με τα παιδιά του αιτούντα, ο τελευταίος δε έχει παραχωρήσει τη χρήση του ακινήτου στα μέλη της οικογένειας του έναντι μέρους της οφειλομένης στα τέκνα του διατροφής. Η παλαιότητα της κατασκευής του εν λόγο ακινήτου (1983), το μέγεθος του (32 τμ) και το είδος του δικαιώματος του αιτούντα (50% της συγκυριότητας), καθιστούν αυτό περιουσιακό στοιχείο μη επιδεκτικό ρευστοποίησης. Η εκποίηση δε αυτού του ακινήτου, που είναι η κύρια κατοικία μιας οικογένειας, είναι καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος τον πιστωτριών, αφού η ελάχιστη ικανοποίηση του χρέους που θα προκύψει για κάθε πιστώτρια αντιβαίνει στον κοινωνικό και οικονομικό προορισμό του δικαιώματος της να εισπράξει το χρέος του αιτούντα (άρθ.281 ΑΚ). Ο αιτών είναι ιδιοκτήτης ενός αυτοκινήτου μάρκας .................1.600 κ.ε, έτους πρώτης κυκλοφορίας 1999 (βλ,άδεια κυκλοφορίας), με αριθμό κυκλοφορίας ............... με αριθμό κυκλοφορίας .............,η αξία του οποίου λόγω της παλαιότητας του δεν υπερβαίνει το ποσό των 1.000 ευρώ, και η ρευστοποίηση του είναι άνευ σημαντικού αντικρίσματος για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτριών, εάν ληφθούν υπόψη και τα έξοδα της ρευστοποίησης αυτού του περιουσιακού στοιχείου. Για την ικανοποίηση των πιστωτριών δύναται να διατεθεί η περιουσία του οφειλέτη κινητή ή ακίνητη, εφόσον είναι ρευστοποιήσιμη κατά τη διατύπωση της παρ.1 του άρθρου 9 του Ν.3869/2010. Ρευστοποιήσιμη περιουσία σημαίνει ότι είναι επιδεκτική ρευστοποίησης, κατά τρόπο που παρέχει την προσδοκία απολήψεως ανάλογου ανταλλάγματος, δηλαδή αν μπορεί και αν αξίζει να εκποιηθεί για τον παραπάνω σκοπό. Αυτό συμβαίνει όταν υπολογίζεται ότι θα επιτευχθεί τίμημα που θα επιφέρει κάποια σοβαρή βελτίωση της θέσης των πιστωτών (βλ. Αθ. Κρητικός ο.π.άρθ.9, σελ. 208,209 εκδ.2012). Συνεπώς λόγω του απρόσφορου της εκποίησης τον εν λόγω περιουσιακών στοιχείων του αιτούντα, το σχετικό αίτημα των πιστωτριών πρέπει ν` απορριφθεί.
Μετά απ` αυτά η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 8 του Ν.3869/2010 λόγω του ορισμού μηδενικών καταβολών για μία 4ετία, πρέπει να ορισθεί νέα ημερομηνία μετά πάροδο τουλάχιστον πέντε (5) μηνών για επανασυζήτηση της δυνατότητας του αιτούντα να καταβάλει κάποιο ποσό εντός της 4ετίας για την αποπληρωμή των χρεών του, εάν τυχόν έχει βελτιωθεί το εισόδημα του. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010. Για τους λόγους αυτούς Δικάζει κατ` αντιμωλία των διαδίκων. Δέχεται την αίτηση. Υπάγει τov αιτούντα στη ρύθμιση του Ν.3869/2010. Ορίζει μηδενικές καταβολές από τον αιτούντα για τέσσερα (4) χρόνια. Εξαιρεί από την εκποίηση την ψιλή κυριότητα της κύριας κατοικίας του αιτούντα και συγκεκριμένα μίας μονοκατοικίας εμβαδού 100 τμ, η οποία βρίσκεται στα Καλύβια Αττικής επί χης οδού ....................και είναι κτισμένη εντός οικοπέδου επιφανείας 265,70 τ.μ. Εξαιρεί από την εκποίηση α) τη συγκυριότητα του αιτούντα 50% εξ αδιαιρέτου μίας ισόγειας μονοκατοικίας εμβαδού 32,25 τμ, η οποία κατασκευάσθηκε το έτος 1983 εκτός σχεδίου εντός αγροτεμαχίου, που βρίσκεται στη θέση .....................................(...........) του δημοτικού διαμερίσματος Καλυβιών του Δήμου Σαρωνικού, και β) ενός επιβατηγού αυτοκινήτου μάρκας ......., 1.600 κ.ε, με αριθμό κυκλοφορίας ......... Επιβάλλει στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει μετά την πάροδο τεσσάρων (4) ετών από τη δημοσίευση αυτής της απόφασης μηνιαία δόση στις καθ` ων από πεντακόσια εξήντα έξι (566) ευρώ και συγκεκριμένα: στην Τράπεζα....... ...............................εκατόν σαράντα (140) ευρώ και στην Τράπεζα ................τετρακόσια σαράντα έξι (426) ευρώ. Η καταβολή των μηνιαίων δόσεων θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μήνα τέσσερα (4) χρόνια μετά τη δημοσίευση της απόφασης και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο εππόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά τo χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ορίζει νέα δικάσιμο, για επαναπροσδιορισμό τυχόν μηνιαίων καταβολών του αιτούντα την ... .
πηγή: lawdb.intrasoftnet.com/nomos
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης και Συνεργάτες, Δικηγορικό Γραφείο, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.