Τροχαίο ατύχημα (αυτοκινητικό ατύχημα) και καταβολή αποζημίωσης (Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, αριθμός απόφασης 6777/2013).
[...] Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111 παρ.2, 118 αρ. 4 και 216 παρ.1 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει: α)σαφή έκθεση των γεγονότων που απαιτούνται για τη νομική της θεμελίωση, β)ακριβή περιγραφή του αντικειμένου τα διαφοράς και γ)ορισμένο αίτημα. Τα πραγματικά περιστατικά θα πρέπει να είναι τόσα, όσα απαιτούνται για τη θεμελίωση της αξίωσης, να αναφέρονται δε αυτά με τέτοια σαφήνεια, ώστε όχι μόνο να μην αφήνεται αμφιβολία για την αξίωση του ενάγοντα που απορρέει από αυτά, για την οποία αναφέρεται το αίτημα της αγωγής αλλά ακόμη και κατά τρόπο ώστε ο εναγόμενος, να έχει τη δυνατότητα άμυνας, με ανταπόδειξη ή ένσταση κατά της αξίωσης του ενάγοντα. Αν λείπουν αυτά τα στοιχεία το δικόγραφο της ογωγής είναι απορριπτέο και απαράδεκτο λόγω αοριστίας, το απαράδεκτο δε αυτό ερευνάται και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο ως αναγόμενο στην προδικασία, η οποία αφορά τη δημόσια τάξη αυτό η αοριστία αυτή δεν μπορεί να θεραπευθεί με τις προτάσεις, ούτε με την παραπομπή σε άλλα έγγραφα της δίκης ούτε με την εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 265/2000, ΕλλΔνη 41, 1303, ΑΠ 1363/1997, ΕλλΔνη 39 325 ΑΠ 1296/1983, ΝοΒ 32 1028, ΑΠ 483/1981, ΝοΒ 30, 50. ΑΠ 915/1980, ΝοΒ 29, 297, ΕφΘεσ 2472/1995, ΕλλΔνη 38, 1161). Περαιτέρω, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 929 του ΑΚ "σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας του προσώπου η αποζημίωση περιλαμβάνει, εκτός από τα νοσήλια και τη ζημία που έχει ήδη επέλθει, οτιδήποτε ο παθών θα στερείται στο μέλλον ή θα ξοδεύει επιπλέον εξαιτίας της αύξησης των δαπανών του" και στη διάταξη του άρθρου 298 ΑΚ ότι "η αποζημίωση περιλαμβάνει τη μείωση της υπάρχουσας περιουσίας του δανειστή (θετική ζημία) καθώς και διαφυγόν κέρδος. Τέτοιο κέρδος λογίζεται εκείνο που προσδοκά κανείς με πιθανότητα σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί". Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, προκύπτει ότι ο υποστάς βλάβη του σώματος ή της υγείας του, δικαιούται να αξιώσει και τη μελλοντική αποθετική του ζημία (διαφυγόν κέρδος), γιατί λόγω της μειωμένης ικανότητάς του προς εργασία συνεπεία της βλάβης της υγείας ή του σώματος του χάνει τα εισοδήματα από την εργασία, την οποία έχοντας πλήρη ικανότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα ασκούσε στο μέλλον (ΑΠ 1832/2005 ΕλλΔικ 47.425). Η δυνατότητα αυτή προβλέπεται έστω και αν ακόμη δεν έχει επέλθει η ζημία και επομένως δεν έχει πληρωθεί ένας όρος του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, η δε αξίωση προς αποκατάσταση της είναι απεριόριστη για όσο χρόνο διαρκεί η ανικανότητα του παθόντος. Προς τούτο δεν απαιτείται βεβαιότητα, αλλά αρκεί πιθανότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, γεγονός που πρέπει να προκύπτει από τις ιδιαίτερες περιστάσεις, ιδιαίτερα δε από τα προς τούτο ληφθέντα μέτρα. Για να είναι η αγωγή ορισμένη και νόμιμη, ο ζημιωθείς πρέπει να επικαλεσθεί στην αγωγή του και να αποδείξει ότι δεν θα μπορέσει στο κρίσιμο χρονικό διάστημα να ασκήσει την επαγγελματική δραστηριότητα που προηγουμένους ασκούσε και που με πιθανότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα ασκούσε, αν δεν τραυματιζόταν και έτσι ζημιώθηκε ορισμένο ποσό που κέρδιζε προηγουμένως από την ίδια εργασία. Δεν αρκεί η επανάληψη των εκφράσεων του άρθρου 298 ΑΚ ούτε η αναφορά του συνολικά φερόμενου ως διαφυγόντος κέρδους, αλλά απαιτείται η εξειδικευμένη κατά περίπτωση μνεία των συγκεκριμένων περιστάσεων και μέτρων που καθιστούν πιθανό το κέρδος ως προς τα επιμέρους κονδύλια καθώς και η επίκληση των κονδυλίων αυτών, ώστε να μπορεί να διαταχθεί απόδειξη (ΟλΑΠ 20/1992, ΝοΒ 41, 85, ΑΠ 390/2004 ΕλλΔικ 46.1654, ΑΠ 1147/2003 ΕλλΔικ 46.388, ΑΠ 998/2003 ΕλλΔικ 45.1597, ΑΠ 948/2003, ΧριΔ 2004, 44, ΑΠ 468/2003, ΑΠ 849/2002, ΝοΒ 2003, 47. ΑΠ 150/2002, Δημοσίευση "ΝΟΜΟΓ, ΑΠ 849/2002 ΕλλΔικ 43.1613ΑΠ 754/2000, Δημοσίευση "ΝΟΜΟΣ"). Αν από την έκθεση των περιστατικών, η μελλοντική ζημία παρίσταται ως απλώς ενδεχόμενη, τότε η αγωγή δεν είναι νόμιμη και δεν θεμελιώνεται αξίωση αποζημίωσης. Είναι διαφορετικό το θέμα αν στην αγωγή η ζημία του ενάγοντος εμφανίζεται ως πιθανή κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, από τις αποδείξεις όμως προκύπτει ότι αυτή είναι απλώς ενδεχόμενη. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η αγωγή είναι απορριπτέα ως κατ` ουσία αβάσιμη (ΑΠ 743/2003 ΕλλΔικ 44,1560, ΑΠ 107/2003 ΕλλΔικ 44.955, ΑΠ 1074/2002 ΕλλΔικ 45.86, ΑΠ 549/2002 ΕλλΔικ 43.1615, ΑΠ 1582/2001 ΕλλΔικ 43.701 -βλ. και Αθαν. Κρητικού, Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα, έκδ. 1998, παρ. 39 έως 41).
Σύμφωνα με την απολύτως κρατούσα στη νομολογία άποψη, σε περίπτωση ολοσχερούς καταστροφής οχήματος συνεπεία τροχαίου αυτοκινητικού ατυχήματος, ο κύριος αυτού δικαιούται να ζητήσει από τον ζημιώσαντα, να του καταβάλει το ποσό που αντιστοιχεί στην αξία που είχε το όχημα πριν από την επέλευση της ζημίας (βλ. ΑΠ 183/1991, ΕλλΔνη 1992, 810, ΑΠ 2060/1983. ΝοΒ 33, 25, ΕφΑΘ 1291/1993, ΕπΣυγκΔ ........ 255 EφΑθ 2469/1993: ΕπΣυγκΔ 1994. 33, Αθ. Κρητικού Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα, έκδοση 2008, σελ 466 και επ). Εξάλλου, η καθολική ή ολοσχερής βλάβη ή καταστροφή του πράγματος και ιδιαίτερα οχήματος, εμφανίζεται βασικά με δύο μορφές. Η μία είναι η τεχνική και η άλλη η οικονομική. Στην πρώτη περίπτωση, λόγω της σφοδρότητας της σύγκρουσης ή γενικά του είδους και της έκτασης των βλαβών, το όχημα έχει πάθει τέτοια παραμόρφωση ώστε ουσιαστικά δεν είναι πλέον τεχνικά δυνατή η αποκατάσταση των βλαβών του. Στη δεύτερη περίπτωση είναι τεχνικά δυνατή η αποκατάσταση των βλαβών, Αυτή όμως θα απαιτήσει χρόνο και δαπάνες, το ύψος των οποίων -με συνυπολογισμό και της μείωσης της εμπορικής αξίας του οχήματος- υπερβαίνει σημαντικά το κόστος για την απόκτηση ενός άλλου, ισάξιου με το ζημιωθέν (ΕφΘεσ 2935/2005, Αρμ 2006, 703). Αν, λοιπόν, η δαπάνη επισκευής υπερβαίνει την -πριν από το ατύχημα- εμπορική αξία του οχήματος, συνυπολογιζομένης πάντα και της μείωσης της εμπορικής του αξίας, αυτό έχει υποστεί ολική καταστροφή υπό οικονομική έννοια και η αιτούμενη αποζημίωση περιορίζεται στην πριν από το ατύχημα αξία του (βλ. ΕφΠατρ 187/2005, ΑχΝομ 2006, 694, ΕφΠατρ 348/2004, ΑχαΝομ 2005, 609, ΕφΑθ 2395/2003, ΑρχΝ 2003, 729, με σημείωση Χρ. Νικολαΐδη). Ενδέχεται όμως ο ιδιοκτήτης του οχήματος που έπαθε ολική καταστροφή, να προβεί σε επισκευή του η οποία αποδεικνύεται στο τέλος ότι δεν ήταν οικονομικά συμφέρουσα, για το λόγο ότι αυτή ξεπέρασε σημαντικά την αξία που είχε το όχημα πριν από τη βλάβη. Σε μια τέτοια περίπτωση ο ιδιοκτήτης παραβαίνει το καθήκον του για περιορισμό της ζημίας του (άρθρο 300 §1 εδ. β` ΑΚ). Τελικά, η αποζημίωση δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερη από την αξία του πράγματος κατά το χρόνο της βλάβης και έτσι, η δαπάνη επισκευών που υπερβαίνει την αξία του οχήματος πριν από τη βλάβη, θα μείνει τελικά σε βάρος του ιδιοκτήτη (ΕφΑθ 2395/2003, ό.π.), Δηλαδή, αν η δαπάνη επισκευής του πράγματος υπερβαίνει συνολικά την πριν από το ατύχημα αξία του, τότε πράγματι πρόκειται για ολική καταστροφή και επομένως η αποζημίωση δεν μπορεί να υπερβεί την αξία του (βλ, ΕφΑΘ 5897/2005. ΕπΣυγκΔ 2006.158- ΕφΑΘ 5675/2004, ΕπΣυγκΔ 2005.368- ΕφΠατρ 801/2004, ΑχΝομ 2005.633· ΕφΠατρ 205/2004, ΑχΝομ 2005.601· ΕφΠατρ 348/2004, ό.π.). Από την τελευταία ωστόσο, πρέπει να αφαιρεθεί και η αξία των υπολειμμάτων του (ΕφΑΘ 5897/2005, ό.π.· ΕφΠατρ 801/2004, ό.π.· Αθ. Κρητικός, Αποζημίωση από αυτοκινητικά ατυχήματα §22.1.2.α, αριθ. 10, σελ. 468). Αν ο ενάγων στην αγωγή αποζημιώσεως δεν αναφέρει τίποτε για την ύπαρξη και αξία υπολειμμάτων του καταστραφέντος αυτοκινήτου του, η μείωση της αποζημίωσης κατά την αξία των υπολειμμάτων δεν γίνεται αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, αλλά απαιτείται για τον σκοπό αυτό προβολή σχετικού ισχυρισμού (ένστασης) από την πλευρά του εναγομένου (βλ. ΕφΘεσ 2935/2005, ό.π. ΕφΑΘ 10496/1998, ΕπΣυγκΔ 2001.290). Η ένσταση αυτή που χαρακτηρίζεται ως ένσταση συνυπολογισμού ζημίας και οφέλους (compensatio lucri cum damno) για να είναι πλήρως ορισμένη (ΚΠολΔ 262), πρέπει να περιέχει σαφή έκθεση των γεγονότων (είδος και αξία των υλικών που διασώθηκαν) και να έχει αίτημα που να κατευθύνεται στον περιορισμό της αιτούμενης αποζημίωσης κατά την αξία των υπολειμμάτων. Διαφορετικά απορρίπτεται από το δικαστήριο ως αόριστη (βλ. ΑΠ 1539/1998, Δίκη 1999, 794, με παρατηρήσεις Κ, Μπέη σε ΕΕΝ 2000, 203, ΕφΑΘ 1115/2009, ΕλλΔνη 2009. 1449, ΕφΛαμ 141/2008, ΑρχΝ 2009, 437, ΕφΔωδ 344/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 80/2002, ΠειρΝομ 2002,65, Αθ. Κρητικού ο.π. παρ. 22, σημ. 32-33, σελ, 475). Τέλος, σε περίπτωση που ο ίδιος ο ενάγων υπολογίζει στην αγωγή του και προαφαιρεί την αξία των υπολειμμάτων, ο ισχυρισμός του εναγομένου σχετικά με το ύψος της αξίας των υπολειμμάτων, συνιστά αιτιολογημένη άρνηση αυτού. Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινομένη αγωγή του όπως το περιεχόμενο της παραδεκτά διορθώθηκε με σχετική δήλωση της πληρεξουσίου δικηγόρου ου στο ακροατήριο που καταχωρήθηκε στο οικείο πρακτικό σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 224 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 22 του ν. 3994/2011- ο ενάγων, εκθέτει ότι στη Θεσσαλονίκη, στις 2-7-2007 και κάτω από τις συνθήκες που εξειδικεύονται λεπτομερώς στο δικόγραφο, από αποκλειστική υπαιτιότητα της πρώτης εναγομένης που οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας ......................Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο ιδιοκτησίας της, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για τον κίνδυνο πρόκλησης ζημιών σε τρίτους στην ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία ".............`, της οποίας η άδεια λειτουργίας ήδη ανακλήθηκε και στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της οποίας από την ασφαλιστική σύμβαση έχει υπεισέλθει αυτοδικαίως το δεύτερο εναγόμενο ν.π,, προκλήθηκε το αναφερόμενο στην αγωγή του, τροχαίο ατύχημα, μεταξύ του -αυτοκινήτου που οδηγούσε η πρώτη εναγόμενη και της με αριθμό κυκλοφορίας ............... δίκυκλης μοτοσικλέτας που οδηγούσε ο ίδιος, ιδιοκτησίας του, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να υποστεί τις λεπτομερώς αναφερόμενες στο δικόγραφο της αγωγής του, σοβαρές σωματικές βλάβες, καθώς και θετικές και αποθετικές ζημίες. Κατόπιν του ανωτέρω ιστορικού, ο ενάγων ζητά να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, να του καταβάλουν το συνολικό ποσό των 57.200 ευρώ, το οποίο αφορά ειδικότερα τα ακόλουθα κονδύλια: α) το ποσό των 1.800 ευρώ, που αντιστοιχεί στην αξία της ολοσχερώς καταστραφείσας δίκυκλης μοτοσικλέτας του κατά το επίδικο ατύχημα, μετά από αφαίρεση του ποσού των 200 ευρώ, στο οποίο εκτιμά την αξία των διασωθέντων υπολειμμάτων της, β) το ποσό των 600 ευρώ τουλάχιστον κατά μέσο όρο μηνιαίως και συνολικά το ποσό των 5.400 ευρώ, το οποίο απώλεσε κατά το χρονικό διάστημα των εννέα μηνών, κατά το οποίο εξαιτίας του τραυματισμού του, ήταν ανίκανος να εργασθεί και το οποίο αφορά τα διάφορα επιδόματα που δεν έλαβε κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα, τα οποία εξαρτώνται από την παροχή αντίστοιχης πραγματικής εργασίας και γ) το ποσό των 50,000 ευρώ για τη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που ισχυρίζεται ότι υπέστη εξ αιτίας του ένδικου τραυματισμού του. Ολα τα ανωτέρω χρηματικά ποσά ζητά ο ενάγων να του επιδικαστούν, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής του και μέχρι την εξόφληση, να απαγγελθεί εναντίον της πρώτης εναγομένης προσωπική κράτηση διαρκείας έως έξι μήνες λόγω τέλεσης αδικοπραξίας εκ μέρους της, να κηρυχθεί η παρούσα προσωρινά εκτελεστή εκτός από τη διάταξη της περί προσωπικής κρατήσεως και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων.
Επιπλέον δε ως προς το δεύτερο εναγόμενο ν.π., ο ενάγων επικαλείται επικουρικά σύμβαση αναδοχής χρέους, που καταρτίστηκε ανάμεσα στην ασφαλιστική εταιρεία "................" και τον ίδιο και δη με πρόταση εκ μέρους της ασφαλιστικής εταιρείας, με την κατάθεση από την πρώτη εναγομένη οδηγό του φερομένου ως ζημιογόνου αυτοκινήτου στο αρμόδιο αστυνομικό τμήμα, βεβαίωσης ασφάλισης του εν λόγω αυτοκινήτου στην ασφαλιστική εταιρία και με την αποδοχή εκ μέρους του ιδίου (του ενάγοντος) της εν λόγω πρότασης με την άσκηση της παρούσας αγωγής του, δυνάμει της οποίας η ασφαλιστική εταιρία αναδέχθηκε σωρευτικά το χρέος της πρώτης εναγομένης για την αποζημίωση του από το ένδικο τροχαίο ατύχημα. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αιτήματα η κρινομένη αγωγή, αρμόδια και παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 14 αριθμ. 2, 22, 25 παρ.2 και 37 του ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666, 667, 670` 677 σε συνδυασμό με το άρθρο 6Β1Α του ΚΠολΔ μετά και την καταβολή του απαιτούμενου τέλους δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το με αριθμό 13044336/27-11-2012 διπλότυπο είσπραξης της Δ.Ο.Υ. Β` Θεσσαλονίκης, το με αριθμό 8881943/27-11-2012 γραμμάτιο είσπραξης και την υπ` αριθμόν 30/27-11-2012 απόδειξη είσπραξης του καταστήματος Δικαστικού Μεγάρου της ΕΤΕ) και την επίδοση αντιγράφου της αγωγής στον Προϊστάμενο της Δ.ΟΥ Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης στην οποία υπάγεται ο ενάγων, ενόψει των διατάξεων του άρθρου 10 παρ 5 του ν 489/1976, όπως προστέθηκε με το άρθρο 10 εδ η` του ν, 2741/1999, ως προς το αίτημα της αποζημίωσης για τα διαφυγόντα εισοδήματα του ενάγοντος (βλ. την υπ` αριθμόν 3202/22-2-2012 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Σωτηρίας Μερτζανίδου- Σαμαρά). Περαιτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμω βάσιμη, καθώς στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330 εδ, β`, 481, 914, 926, 932, 345, 346 του Α.Κ., 176, 191 παρ.2. 907, 908 περ. δ` και 1047 του ΚΠολΔ, 2, 4, 9, 10 ν. ΓπΝ/1911 και 16 και επ. ν. 489/1976, επιπλέον δε ως προς την επικουρική της βάση (περί σωρευτικής αναδοχής χρέους) και στις διατάξεις των άρθρων 185, 189, 173, 361, 471, 472, 474, 477 ΑΚ και 43 παρ, 6 του ν. 2696/1999, εκτός από το ανωτέρω υπό στοιχείο β" κονδύλιο της, το οποίο πρέπει να απορριφθεί ως αόριστο και ανεπίδεκτο δικαστικής εκτίμησης, σύμφωνα και με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν στην υπό στοιχείο Ι. μείζονα σκέψη της παρούσας. Ειδικότερα, με το εν λόγω αγωγικό κονδύλιο, ο ενάγων ζητά να του επιδικαστεί το ποσό των 600 ευρώ τουλάχιστον κατά μέσο όρο μηνιαίως και συνολικά το ποσό των 6,400 ευρώ το οποίο απώλεσε -όπως υποστηρίζει- κατά το χρονικό διάστημα των εννέα μηνών, κατά το οποίο εξαιτίας του τραυματισμού του, ήταν ανίκανος να εργασθεί και αφορά τα διάφορα επιδόματα που δεν ελάμβανε, τα οποία εξαρτώνται από την παροχή αντίστοιχης πραγματικής εργασίας, την οποία αυτός δεν παρείχε καθ` όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα, Για τον προσδιορισμό δε των εν λόγω απολεσθέντων επιδομάτων του, ο ενάγων όλων αορίστως αναφέρει στη 17° σελίδα του αγωγικού δικογράφου ότι αφορούσαν: `αμοιβή νυκτερινής εργασίας, αμοιβή ελιγμών, επίδομα επικινδύνου εργασίας, επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, απασχόληση έξι ημερών κ,ο,κ.", αφήνοντας να εννοηθεί ότι υπολείπονται και άλλα επιδόματα που απώλεσε, πλην όμως δεν τα παραθέτει. Ωστόσο, για τον προσδιορισμό του απολεσθέντος ποσού των 600 ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο (το οποίο σε προηγούμενο σημείο του αγωγικού δικογράφου το προσδιορίζει στο ποσό των 624,88 ευρώ κατά μέσο όρο), ο ενάγων, αρκείται στην απλή παράθεση της μισθοδοσίας του των προηγουμένων του ατυχήματος, δώδεκα μηνών, καθώς και των ποσών που έλαβε μετά τον τραυματισμό του και μέχρι το μήνα Φεβρουάριο του 2008, χωρίς να εκθέτει με σαφήνεια και πληρότητα όπως θα έπρεπε, ποια και πόσα είναι ακριβώς τα επιδόματα εκείνα τα οποία λάμβανε πριν τον τραυματισμό του και τα οποία απώλεσε εξαιτίας του. Επίσης, τι ποσό ακριβώς ελάμβανε μηνιαίως για κάθε ένα από τα επιδόματα αυτά ξεχωριστά και εφόσον επρόκειτο για παράδειγμα για επίδομα νυχτερινής εργασίας, σε πόσες ώρες νυχτερινής εργασίας αντιστοιχούσε και- ποια η αμοιβή για κάθε ώρα νυχτερινής εργασίας. Μάλιστα, παρά τα όσα σχετικά ισχυρίζεται ο ενάγων, κατά την παράθεση της μισθοδοσίας του του μηνός Αυγούστου 2007, οπότε και βρισκόταν ήδη σε αναρρωτική άδεια λόγω του ένδικου τραυματισμού του στις 2-7-2007, εκτίθεται ότι του χορηγήθηκε μέρος των διάφορων επιδομάτων που επικαλείται ότι απώλεσε, όπως αμοιβή νυχτερινής εργασίας, αμοιβή ελιγμών, επίδομα επικινδύνου εργασίας και επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, χωρίς να αναφέρεται ο λόγος που του χορηγούνται τα εν λόγω ποσά ενώ δεν παρείχε πραγματική εργασία κατά το μήνα Αύγουστο του 2007, Συνεπώς, η παράλειψη αναφοράς των προσδιοριστικών στοιχείων των διαφυγόντων επιδομάτων του ενάγοντος, δεν καθιστά δυνατή στην προκειμένη περίπτωση την κρίση περί υπαγωγής ή μη αυτών, στα εννοιολογικά στοιχεία του πραγματικού του κανόνα δικαίου (άρθρο 298 του Α.Κ.) σύμφωνα και με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, με αποτέλεσμα το εν λόγω αγωγικό κονδύλιο να μην πληροί τις προϋποθέσεις του ορισμένου, έτσι ώστε, αφενός μεν το Δικαστήριο να μπορέσει να υπαγάγει τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά στον προσήκοντα κανόνα δικαίου, αφετέρου δε οι εναγόμενοι, να μπορέσουν να αμυνθούν. Συνεπώς, κατόπιν αυτεπάγγελτης έρευνας του Δικαστηρίου, το εν λόγω κονδύλιο πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο λόγω αοριστίας, Οι εναγόμενοι, με σχετικές δηλώσεις των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στο ακροατήριο που καταχωρήθηκαν συνοπτικά στα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου και αναφέρονται και στις νομίμως κι εμπροθέσμως κατατεθειμένες προτάσεις τους, συνομολόγησαν το γεγονός ότι αποκλειστικά υπαίτια για την πρόκληση της ένδικης σύγκρουσης οχημάτων, είναι η πρώτη από αυτούς και οδηγός του φερομένου ως ζημιογόνου αυτοκινήτου. Επομένως, όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την ιστορική βάση της κρινομένης αγωγής και αφορούν την αποκλειστική υπαιτιότητα της πρώτης εναγομένης για την πρόκληση της ένδικης σύγκρουσης, δημιουργείται πλήρης απόδειξη από την ως άνω δικαστική ομολογία αυτής από τους εναγομένους (άρθρα 261 και 362 του ΚΠολΔ). Επίσης οι εναγόμενοι, συνομολόγησαν το γεγονός της ολικής καταστροφής της δίκυκλης μοτοσικλέτας ιδιοκτησίας του ενάγοντος, εξαιτίας του ενδίκου ατυχήματος, πλην όμως σμφισβήτηοαν το ύψος της αξίας της. Περαιτέρω, οι εναγόμενοι, αρνήθηκαν κατά τα λοιπά την ουσιαστική βασιμότητα και το ϋψος των αιτουμένων αγωγικών κονδυλίων και προέβαλαν τον ισχυρισμό ότι ο ενάγων, από οικείο πταίσμα συνέβαλε στην έκταση του ένδικου τραυματισμού του κατά ποσοστό 80%, διότι κατά τον χρόνο που έλαβε χώρα το ανωτέρω ατύχημα, δεν έκανε χρήση προστατευτικού κράνους και επικουρικά, διότι δεν έκανε σωστή χρήση κράνους και πλέον επικουρικά, διότι έκανε χρήση ακατάλληλου κράνους. Ο ισχυρισμός αυτός είναι νόμιμος και συνιστά την ένσταση περί συντρέχοντος πταίσματος του ενάγοντος, καθώς στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 300 του Α.Κ. και 12 παρ.6 εδ. 1 και 101 του Κ.Ο.Κ. Επιπλέον, το δεύτερο εναγόμενο νομικό πρόσωπο, προέβαλε τον ισχυρισμό ότι η όποια ευθύνη του, πρέπει να περιοριστεί ποσοστικά σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 19 παρ.2 του Π.Δ. 237/1986, ως ισχύει μετά την τροποποίηση του από το τέταρτο άρθρο του ν. 4092/2012. Ο ισχυρισμός αυτός του δεύτερου εναγομένου, πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 περ.γ΄ του ν 4092/8-12-2012 (ΦΕΚ Α` 220/8- 11-2012), η παράγραφος 2 του άρθρου 19 του π.δ. 237/1986, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 26 του άρθρου 37 του ν. 2496/1997, αντικαθίσταται ως ακολούθως: «2. Η αποζημίωση που καταβάλλει το Επικουρικό Κεφάλαιο για χρηματικές ικανοποιήσεις λόγω ψυχικής οδύνης δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των 6.000 ευρώ για κάθε δικαιούχο. Η αποζημίωση για τα εδάφια α` και β` της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να υπερβεί τα κατά το άρθρο 6 παράγραφος 5 κατώτατα όρια ασφαλιστικών ποσών του χρόνου του ατυχήματος. Στις περιπτώσεις του εδαφίου γ` της προηγούμενης παραγράφου το συνολικό ποσόν για την αποζημίωση καταβάλλεται σύμφωνα με τα ακόλουθα: α) για αποζημίωση ύψους έως 4.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσόν ίσο προς το 90% αυτής, β) για αποζημίωση ύψους από 4.001 έως 10.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσόν ίσο προς το 87,5% αυτής, με κατώτατο όριο 3.600 ευρώ, γ) για αποζημίωση ύψους από 10.001 έως 30.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσόν ίσο προς το 85% αυτής, με κατώτατο όριο 8.750 ευρώ, δ) για αποζημίωση ύψους από 30.001 έως 60.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσόν ίσο προς το 80% αυτής, με κατώτατο όριο 25.000 ευρώ, ε) για αποζημίωση ύψους από 60.001 έως 100,000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσόν ίσο προς το 70% αυτής, με κατώτατο όριο 48.000 ευρώ, στ) για αποζημιώσεις το ύψος των οποίων υπερβαίνει τις 100.000 ευρώ καταβάλλεται συνολικό ποσόν ίσο με το 70% αυτής, με ανώτατο όριο τις 100.000 ευρώ.
Το Επικουρικό Κεφάλαιο υποχρεούται στην καταβολή αποζημίωσης και πέραν των 100.000 ευρώ σε πρόσωπα που ζημιώθηκαν με αναπηρία, η φύση και ο βαθμός της οποίας, καθώς και το ύψος αποζημίωσης, θα οριστούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. που εκδίδεται μετά από γνώμη του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ). Η ανωτέρω γνώμη διατυπώνεται εντός 30 ημερών από την περιέλευση στο ΚΕΠΑ του σχετικού αιτήματος του Υπουργού Οικονομικών, Σε περίπτωση άπρακτης της προθεσμίας των 30 ημερών, η κοινή υπουργική απόφαση εκδίδεται χωρίς τη γνώμη αυτή. Η ρύθμιση της παρούσας παραγράφου καταλαμβάνει και τις ήδη γεγενημένες αξιώσεις κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου, χωρίς πάντως να θίγει αξιώσεις που έχουν επιδικαστεί με οριστική δικαστική απόφαση. Οι δικαιούχοι αποζημίωσης δύναται να διεκδικήσουν το υπόλοιπο ποσόν της ζημίας από την κοινή εκκαθάριση. Οι τόκοι που στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου υποχρεούται να καταβάλει το Επικουρικό Κεφάλαιο υπολογίζονται σε κάθε περίπτωση με επιτόκιο έξι τοις εκατό (6%) ετησίως. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται μετά από εισήγηση της Τράπεζας της Ελλάδος, μπορεί να μεταβάλλεται το εν λόγω ποσοστό. Οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου υπόκεινται στην παραγραφή της παραγράφου 2 του άρθρου 10.», Σύμφωνα δε με την περίπτωση "δ" του ίδιου ως άνω άρθρου ορίζονται τα εξής: " δ. Στο τέλος του άρθρου 19 του π.δ. 237/1986 προστίθεται νέα παράγραφος ως εξής: «8. Η αγωγή κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου είναι παραδεκτή, μόνον αν ο ενάγων έχει υποβάλει προ της άσκησης της στο Επικουρικό Κεφάλαιο, έγγραφη αίτηση αποζημίωσης, με συνημμένα τα έγγραφα που αποδεικνύουν την απαίτηση του. Το Επικουρικό Κεφάλαιο είναι υποχρεωμένο να απαντήσει αιτιολογημένα στην αίτηση εντός τριών μηνών από την υποβολή της, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 6 του νόμου αυτού. Μετά τη λήψη της απάντησης του Επικουρικού Κεφαλαίου ή την άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας, ο παθών δύναται να ασκήσει αγωγή κατά του Επικουρικού Κεφαλαίου.» Oπως συνάγεται από την τελευταία αυτή διάταξη, προστίθεται νέα παράγραφος με αριθμό 8, στη διάταξη του άρθρου 19 του ν 237/1986, σύμφωνα με την οποία, θεσπίζεται ως προϋπόθεση παραδεκτού της άσκησης αγωγής εκ μέρους του παθόντος από αυτοκινητικό ατύχημα, εναντίον του Επικουρικού Κεφαλαίου, η προηγούμενη της άσκησης της αγωγής, κατάθεση έγγραφης αίτησης αποζημίωσης εκ μέρους του παθόντος, η οποία θα απευθύνεται προς το Επικουρικό Κεφάλαιο, με συνημμένα τα έγγραφα που αποδεικνύουν την απαίτηση του. Επί της αίτησης αυτής του παθόντος, θεσπίζεται τρίμηνη προθεσμία η οποία ξεκινά από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, εντός της οποίας το Επικουρικό Κεφάλαιο είναι υποχρεωμένο να απαντήσει αιτιολογημένα επί της αίτηση αυτής. Μόνο μετά τη λήψη της απάντησης του Επικουρικού Κεφαλαίου ή την άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας, ο παθών μπορεί να ασκήσει παραδεκτά αγωγή εναντίον του Επικουρικού Κεφαλαίου. Από όλα τα ανωτέρω και ανεξαρτήτως του ζητήματος της συνταγματικότητας ή μη των διατάξεων του ν. 4092/2012 καθώς και της αντίθεσης τους ή μη στις διατάξεις του Κοινοτικού δικαίου, συνάγεται κατά την κρίση του δικαστηρίου ότι ο σκοπός του νομοθέτη, ήταν να τεθούν σε ισχύ και να αρχίσει η εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4092/2012 που αφορούν το Επικουρικό Κεφάλαιο, έστω κι αν ανάγονται σε "γεγενημένες αξιώσεις"` εναντίον του, όχι όσον αφορά τις αγωγές που είχαν ήδη ασκηθεί και ήταν εκκρεμείς χωρίς να έχει εκδοθεί επ` αυτών οριστική απόφαση, πριν από τη δημοσίευση του άνω νόμου στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (8-11-2012), αλλά μόνον όσον αφορά τις αγωγές που ασκούνται εναντίον του Επικουρικού Κεφαλαίου, μετά την πάροδο τουλάχιστον τριών μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (9-2-2013). Τούτο διότι, μόνο μετά την πάροδο του εν λόγω χρονικού διαστήματος μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή η νέα παράγραφος με αριθμό 8 που προστέθηκε στο άρθρο 19 του π,δ. 237/1986 και θέτει ως προϋπόθεση του παραδεκτού της άσκησης αγωγής εναντίον του Επικουρικού Κεφαλαίου, την προηγούμενη υποβολή έγγραφης αίτησης αποζημίωσης εκ μέρους του παθόντος, η οποία να απευθύνεται προς το Επικουρικό Κεφάλαιο, με συνημμένα τα έγγραφα που αποδεικνύουν την απαίτηση του Κατόπιν των ανωτέρω παραδοχών, εφόσον στην προκειμένη περίπτωση η κρινομένη αγωγή έχει κατατεθεί στη γραμματεία αυτού του δικαστηρίου στις 20-1- 2012 (βλ, την υπ` αριθμόν 1346/2012 έκθεση κατάθεσης δικογράφου) και έχει επιδοθεί στην πρώτη και στο δεύτερο των εναγομένων στις 24-1-2012 και 25-1-2012 αντίστοιχα (βλ. την υπ` αριθμόν 2919/24-1-2012 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Σωτηρίας Μερτζανίδου-Σαμαρά και την υπ` αριθμόν 4850/25-1-2012 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών Αγγελου Καλύβα), δηλαδή ένα σχεδόν έτος πριν τη δημοσίευση του ανωτέρω νόμου, ο σχετικός ισχυρισμός περί περιορισμού της ευθύνης του σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4092/2012 που προέβαλε το δεύτερο εναγόμενο, τυγχάνει απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος. Κατόπιν δε των ανωτέρω παραδοχών, παρέλκει η έρευνα της αντένστασης περί αντισυνταγματικότητας και αντίθεσης στο κοινοτικό δίκαιο, των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 4092/2012, που προέβαλε ο ενάγων. Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων που περιέχονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου, σε συνδυασμό με τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, από τα έγγραφα της ποινικής δικογραφίας τα οποία κατ` άρθρον 395 του ΚΠολΔ εκτιμώνται από το Δικαστήριο ως δικαστικά τεκμήρια (ΑΠ 142/1983, ΕλλΔνη 24,643) και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη αυτεπάγγελτα (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 2-7-2007 και ώρα 15.10 περίπου, ο ενάγων, οδηγούσε τη με αριθμό κυκλοφορίας ............... δίκυκλη μοτοσικλέτα ιδιοκτησίας του (βλ. άδεια κυκλοφορίας αυτής), εργοστασίου κατασκευής HONDA" και εκινείτο επί της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου στον Εύοσμο Θεσσαλονίκης, με κατεύθυνση από την οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου προς την οδό Παπάγου, με κανονική ταχύτητα η οποία δεν υπερέβαινε το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο των 50 χλμ/ω και πλησίαζε στη διασταύρωση της οδού στην οποία κινούνταν, με την οδό Ιωνίας. Την ίδια ημέρα και ωρα η πρώτη των εναγομένων, οδηγούσε το με αριθμό κυκλοφορίας .................. Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της και κατά τον ανωτέρω χρόνο ήταν ασφαλισμένη με ισχυρή ασφαλιστική σύμβαση για την κάλυψη των ζημιών που τυχόν θα προξενούσε το παραπάνω όχημα της σε τρίτους, στην ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία "...................", της οποίας η άδεια λειτουργίας ήδη ανακλήθηκε σύμφωνα με σχετική απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης και στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της οποίας έχει ήδη υπεισέλθει το "δεύτερο εναγόμενο νομικό πρόσωπο, γεγονός που δεν αμφισβητείται και κινούνταν επί της οδού Ιωνίας, έχοντας κατεύθυνση προς την οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου και πλησίαζε στη διασταύρωση της οδού Ιωνίας με την οδό Καραολή Δημητρίου. Στο ανωτέρω σημείο της, η οδός Καραολή Δημητρίου είναι διπλής κατεύθυνσης, με πλάτος οδοστρώματος 8,00 μέτρα, μια λωρίδα κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση, ευθεία, οριζόντια και ασφαλτοστρωμένη, ενώ η οδός Ιωνίας είναι επίσης διπλής κατεύθυνσης με πλάτος οδοστρώματος 7,00 και 5,00 μέτρα, μια λωρίδα ανά κατεύθυνση, ευθεία, οριζόντια και ασφαλτοστρωμένη. Από άποψη σήμανσης, υφίσταται στην πορεία των οχημάτων που κινούνται επί της οδού Ιωνίας και πρόκειται να εισέλθουν στη διασταύρωση με την οδό Καραολή Δημητρίου, ρυθμιστική της κυκλοφορίας πινακίδα Ρ2 (STOP), για υποχρεωτική παραχώρηση προτεραιότητας στα οχήματα που κινούνται επί της οδού Καραολή Δημητρίου. Κατά την άνω ημέρα και ώρα το οδόστρωμα αμφοτέρων των οδών ήταν ξηρό, η κυκλοφορία των οχημάτων πυκνή, επικρατούσε καλοκαιρία και η ορατότητα δεν περιοριζόταν, το δε όριο ταχύτητας των κινουμένων οχημάτων σε αμφότερες τις οδούς, ανέρχονταν στα 50 χλμ/ώρα, λόγω κατοικημένης περιοχής (βλ. την από 2-7-2007 έκθεση αυτοψίας τροχαίου ατυχήματος την οποία συνέταξε ο Αστ/κας .................................).
Οπως περαιτέρω αποδείχθηκε, καθώς η πρώτη εναγομένη, κινούμενη επί της οδού Ιωνίας, προσέγγιζε στην ανωτέρω διασταύρωση, παρά το γεγονός ότι στην πορεία της υπήρχε πινακίδα Ρ2 "STOP", από έλλειψη προσοχής κατά την οδήγηση, δεν ακινητοποίησε το όχημα που οδηγούσε ως όφειλε, προ αυτής και δεν προέβη σε επισταμένο έλεγχο της κυκλοφοριακής κατάστασης επί της οδού Καραολή Δημητρίου, έτσι ώστε να παραχωρήσει προτεραιότητα στα κινούμενα στην οδό αυτή, οχήματα, αλλ` αντιθέτως, εισήλθε εντελώς ανεξέλεγκτα εντός της άνω διασταύρωσης, με αποτέλεσμα, να μην αντιληφθεί εγκαίρως την κανονικά κινούμενη σ` αυτή δίκυκλη μοτοσικλέτα που οδηγούσε ο ενάγων, στην οποία όφειλε να παραχωρήσει προτεραιότητα. Αποτέλεσμα δε της ενέργειας αυτής του ανωτέρω οδηγού ήταν να -προκληθεί η σύγκρουση των δύο οχημάτων, καθώς το αυτοκίνητο που αυτή οδηγούσε επέπεσε με το -εμπρόσθιο τμήμα του, στο εμπρόσθιο και δεξιό τμήμα της δίκυκλης μοτοσικλέτας που οδηγούσε ο ενάγων, ο οποίος αιφνιδιάστηκε από την ξαφνική αυτή κίνηση της οδηγού του αυτοκινήτου και για τον λόγο αυτό, δεν πρόλαβε να επιχειρήσει οποιοδήποτε αποφευκτικό ελιγμό, ενόψει και της έλλειψης χρονικών περιθωρίων προς τούτο. Λόγω δε της σφοδρότητας της σύγκρουσης, η δίκυκλη μοτοσικλέτα του ενάγοντα εκτινάχθηκε στην απέναντι πλευρά της οδού όπου και ακινητοποιήθηκε, ενώ το σώμα του ενάγοντος εκτινάχθηκε επίσης στην απέναντι πλευρά της οδού και έπεσε στο οδόστρωμα σε μικρή απόσταση από τη μοτοσικλέτα. Επίσης, εξαιτίας της παραπάνω σύγκρουσης, προκλήθηκαν υλικές ζημίες σε αμφότερα τα οχήματα, καθώς και ο σοβαρός τραυματισμός του ενάγοντος. Από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά, τα οποία συνομολογούνται από τους εναγομένους όπως ήδη ανωτέρω εκτέθηκε, αποδείχθηκε ότι το ένδικο ατύχημα, οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα της πρώτης εναγομένης, η οποία δεν επέδειξε την επιμέλεια και προσοχή που μπορούσε και έπρεπε να καταβάλε, κάτω από τις ίδιες περιστάσεις, ο μέσος συνετός οδηγός, την οποία (επιμέλεια και προσοχή) αν επιδείκνυε, θα μπορούσε να αποφύγει το ένδικο ατύχημα. Ειδικότερα, η αμέλειά της συνίσταται στο ότι αυτή, ενώ επιχείρησε να εισέλθει από την οδό Ιωνίας στην οποία κινούνταν, όπου υπήρχε στην πορεία της ρυθμιστική πινακίδα με την ένδειξη "STOP", εντός της διασταύρωσης της εν λόγω οδού με την οδό Καραολή Δημητρίου, δεν ακινητοποίησε - ως όφειλε- το αυτοκίνητο που οδηγούσε πριν εισέλθει στη διασταύρωση ώστε να ελέγξει εάν μπορεί να πράξει τούτο με ασφάλεια και να παραχωρήσει προτεραιότητα στα οχήματα που τυχόν κινούνταν στην οδό Καραολή Δημητρίου, αλλά εισήλθε ανέλεγκτα σ` αυτήν, με αποτέλεσμα να μην αντιληφθεί εγκαίρως την κανονικά κινούμενη εντός αυτής δίκυκλη μοτοσικλέτα που οδηγούσε ο ενάγων, παρόλο που μπορούσε ευχερώς να το πράξει, αφού είχε ορατότητα και να επιπέσει στο εμπρόσθιο και δεξιό τμήμα αυτής, προκαλώντας το προπεριγραφέν ατύχημα (άρθρα 12 παρ.1, 26 παρ. 1, 4 σε συνδ. με 4 περ. 3 του Κ.Ο.Κ.). Εξάλλου, λόγω σχετικής δήλωσης του ενάγοντος ότι δεν επιθυμεί την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον της πρώτης εναγομένης, η Εισαγγελέας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης με την από 27-11-2007 Διάταξη της, απείχε από την ποινική δίωξη εναντίον της πρώτης εναγομένης. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι, κατά την επίδικη σύγκρουση, ο ενάγων τραυματίστηκε και διακομίστηκε στο Γενικό Νοσοκομείο ΑΧΕ.Π.Α." της Θεσσαλονίκης, οπότε και εισήχθη στη Χειρουργική Κλινική αυτού, όπου μετά την υποβολή του σε αξονική τομογραφία κρανίου-, διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί: "οίδημα και αιμάτωμα μαλακών μορίων (ΔΕ) βρεγματικά. Εικόνα... ενδοπαρεγχυματικής αιμορραγικής εστίας πάνω από το (ΑΡ) λιθοειδές. Εικόνα συμμετρικού, μετρίου βαθμού οιδήματος με εμπλουτισμό του σκινηδίου-υπαραχνοειδής αιμορραγία, Πιθανολογείται η παρουσία φυσσαλίδος αέρα ενδοκρανιακά μετωπιαία. Συνίσταται επανέλεγχος με συνεργασία του ασθενούς βλ. το από 2-7-2007 Πόρισμα Αξονικής Τομογραφίας του άνω νοσοκομείου), Στις 5-7-2007 ο ενάγων υποβλήθηκε σε νέα αξονική τομογραφία κρανίου η οποία έδειξε: παραμονή της αιμορραγίας στην περιοχή του σκηνιδΐου καθώς και των αιμορραγικών ευρημάτων (αρ) κροταφικά, τα οποία περιβάλλονται από εγκεφαλικό οίδημα" (βλ. το από 5-7-2007 Πόρισμα Αξονικής Τομογραφίας κρανίου του ίδιου νοσοκομείου). Ο ενάγων, νοσηλεύτηκε στην προπαιδευτική χειρουργική κλινική του άνω νοσοκομείου από 2-7-2007 έως 20-7-2007, οπότε έλαβε εξιτήριο (βλ. το από 20.7-2007 εξιτήριο). Στις 8-8-2007 ο ενάγων προσήλθε και εξετάστηκε στη νευροχειρουργική κλινική του ίδιου νοσοκομείου, οπότε βρέθηκε να πάσχει από καρανιοεγκεφαλική κάκωση και θλάσεις εγκεφάλου και κρίθηκε από τους θεράποντες ιατρούς του ότι έχρηζε αναρρωτικής αδείας είκοσι ημερών (βλ. την από 8-8-2007 ιατρική γνωμάτευση του νευροχειρουργού .............................). Εν συνεχεία, στις 29-8-2007 ο ενάγων προσήλθε στα εξωτερικά ιατρεία της νευροχειρουργικής κλινικής του νοσοκομείου "Α.Χ.Ε.Π.Α." και βρέθηκε να πάσχει από ζάλη, αστάθεια και αδυναμία συγκέντρωσης σε έδαφος προηγηθείσας ΚΕΚ, ενώ ήταν και υπό αντιεπιληπτική αγωγή. Κρίθηκε δε από τους θεράποντες ιατρούς του ότι έχρηζε συνέχιση της προηγούμενης αναρρωτικής αδείας του για ένα μήνα ακόμη (βλ. την υπ` αριθμόν πρωτ. 29695/29-8-2007 Ιατρική Γνωμάτευση). Στις 22-8-2007 ο ενάγων υποβλήθηκε σε Αξονική Τομογραφία Εγκεφάλου στο Ιατρικό Διαγνωστικό Κέντρο ".........................", σύμφωνα με το πόρισμα της οποίας, εντοπίστηκαν μεταξύ άλλων και τα εξής: ".......... Στις υπερσκηνίδιες τομές, παρατηρείται υπόπυκνη εστία αριστερά κροταφικά, χωρίς σημεία παθολογικού εμπλουτισμού μετά τη χορήγηση ιωδιούχου σκιαστικού η οποία θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει μικρό αιμάτωμα με αποδόμηση των αιμορραγικών στοιχείων..... Δεν παρατηρείται εικόνα επισκληρίδιου ή υποσκληρίδιου αιματώματος.................Εικόνα κατάγματος δεξιά μετωποκροταφοβρεγματικά με συνοδό μικρό τοπικό κεφαλαιμάτωμα στα μαλακά μόρια (εξωεγκεφαλικά). Παρουσία φλεγμονώδους υλικού στις ηθμοειδείς κυψέλες (ηθμοειδίτις), Συνιστάται κλινική εκτίμηση και σύγκριση με προηγούμενες εξετάσεις" (βλ την Αξονική τομογραφία του άνω διαγνωστικού κέντρου). Ακολούθως, στις 11-9-2007 ο ενάγων εξετάστηκε στην προπαιδευτική χειρουργική κλινική του νοσοκομείου "Α,Χ.Ε.Π.Α." οπότε βρέθηκε να πάσχει από οίδημα και αιμάτωμα μαλακών μορίων (ΔΕ) βρεγματικά. Είχε εικόνα ενδοπαρεγχυματικής αιμορραγικής εστίας πάνω από το αριστερό λιθοειδές. Εικόνα συμμετρικού οιδήματος με εμπλουτισμό του σκηνιδίου, υπαραχνοειδής αιμορραγία, (βλ. το από 11-9-2007 Πιστοποιητικό του άνω νοσοκομείου). Στις 26-9-2007 ο ενάγων εξετάστηκε στα εξωτερικά ιατρεία της νευροχειρουργικής κλινικής και βρέθηκε να πάσχει από αστάθεια, ζάλη, κεφαλαλγία σε έδαφος κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης (ενδοεγκεφαλική και υπαραχνοειδής αιμορραγία), κάταγμα λιθοειδούς και κρίθηκε ότι έχρηζε αναρρωτικής αδείας τριάντα ακόμη ημερών και επανεξέταση (βλ. την υπ` αριθμόν πρωτ. 33779/26-9-2007 Ιατρική Γνωμάτευση), Τέλος, ο ενάγων, προσήλθε και εξετάστηκε στη νευροχειρουργική κλινική του νοσοκομείου "Α.Χ.Ε.Π.Α," στις 24-10-2007 οπότε βρέθηκε να πάσχει από αναφερόμενο τροχαίο στις 2-7-2007. Κρανιοεγκεφάλική κάκωση με εγκεφαλικό οίδημα και ενδοεγκεφαλικές θλάσεις σε αποδρομή. Παθολογικά στοιχεία στο τελευταίο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα. Μεταδιασεισικό σύνδρομο. Κρίθηκε δε ότι έχρηζε αναρρωτικής αδείας για τριάντα ακόμη ημέρες (βλ. την υπ` αριθμόν πρωτ, 37970/24-10-2007 Ιατρική Γνωμάτευση). Στις 5-3-2008, ο ενάγων, ο οποίος μέχρι την ημέρα του τραυματισμού του εργαζόταν ως κλειδούχος στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλάδος, εξετάστηκε από την Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή προκειμένου να κριθεί η σωματική και πνευματική του ικανότητα. Η εν λόγω Υγειονομική Επιτροπή με το υπ` αριθμόν 10/2008 Πρακτικό της, έκρινε τον ενάγοντα ικανό για την εκτέλεση της υπηρεσίας την οποία πρέπει να παρέχει, με τη σύσταση για ένα δίμηνο να απασχολείται σε ελαφριά εργασία Κρίση οριστική (βλ. το υπ` αριθμόν πρωτ 1185183/6-3-2008 Απόσπασμα πρακτικού Πρωτοβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής).
Εξάλλου, όσον αφορά την εξέλιξη της κατάστασης της υγείας του ενάγοντος, ο τελευταίος, στις 17-7-2008, δηλαδή ένα έτος μετά τον ένδικο τραυματισμό του, εξετάστηκε στα Εξωτερικά Ιατρεία της νευροχειρουργικής κλινικής του νοσοκομείου ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ" της Θεσσαλονίκης και βρέθηκε να πάσχει από παροδικές κεφαλαλγίες, αναφερόμενες κρίσεις αφαιρέσεων, διαταραχές λόγου και απομνημόνευσης, απότοκο κρανοεγκεφαλικής κάκωσης προ έτους. Σύμφωνα με τα ευρήματα MRI εγκεφάλου και ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος, η γλοίωση (μετατραυματικά) αρ. κροταφικά δικαιολογεί τα άνω ευρήματα. Η βλάβη (γλοίωση) του εγκεφάλου θεωρείται μόνιμη παρ` όλο που υπάρχουν κάποια περιθώρια βελτίωσης (βλ, την υπ` αριθμόν πρωτ. 34458/18-7-2008 Ιατρική Γνωμάτευση). Τέλος, στις 19-8-2008 ο ενάγων προσήλθε και εξετάστηκε στο Ιατρείο της Ειδικής Νευρολόγου ........................................και βρέθηκε να παρουσιάζει σημεία και συμπτώματα: " 1. Μετατραυματικής κρανιοεγκεφαλικής κακώσεως με διαταραχές μνήμης 2. Μετατραυματικής διαταραχής τύπου στρες.,.,.. Βλάβη συνόλου του εγκεφάλου, όπως αυτό φαίνεται από το εγκεφαλικό οίδημα και την περιτραυματική αμνησία. Η βλάβη παρατηρείται μετατραυματικά στον ασθενή μετά από την κρανιοεγκεφαλική κάκωση, λόγω διάχυτης αξονικής προσβολής. Μετατραυματική διαταραχή προσοχής και συγκέντρωσης, απότοκο της βαρείας εγκεφαλικής κάκωσης που υπέστη ο ασθενής κατά τον τραυματισμό στο συγκεκριμένο τροχαίο ατύχημα, με αποτέλεσμα εύκολη κόπωση κατά την πνευματική εργασία, που σε συνδυασμό με τη διαταραχή μνήμης μπορεί να έχει επακόλουθη επίπτωση και στις οικονομικές απολαβές του ασθενούς. Εμμένοντα συμπτώματα της τραυματικής κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης με διαταραχή προσοχής, εύκολη κόπωση, διαταραχής ύπνου, φοβία, συναισθηματική αστάθεια και κατάθλιψη, τα οποία σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη διεθνή βιβλιογραφία είναι απότοκα του τραυματισμού, δεν έχουν σχέση με τη διαδικασία της αποζημίωσης και παρατηρούνται ακόμη και ένα χρόνο μετά από το ατύχημα σε ποσοστά πολύ υψηλότερα από ότι στο γενικό πληθυσμό ". Σύμφωνα δε με το πόρισμα της άνω ιατρού, ο ενάγων παρουσιάζει ποσοστό αναπηρίας ανερχόμενο σε 20%. Όπως αποδεικνύεται από όλα τα ανωτέρω, οι σωματικές βλάβες που υπέστη ο ενάγων εξαιτίας του ενδίκου τραυματισμού του, εντοπίζονται στην περιοχή της κεφαλής του και ήταν ιδιαίτερα σοβαρές, πλην όμως έχουν αποκατασταθεί σε σημαντικό βαθμό, δεδομένου ότι αυτός, οκτώ μήνες μετά τον τραυματισμό του, επέστρεψε στην εργασία του ως κλειδούχος έστω και με ελαφρύτερα καθήκοντα, όπως κατέθεσε σχετικά ο εξετασθείς μάρτυρας του .................... Εξάλλου, το τελευταίο ιατρικό πιστοποιητικό από δημόσιο νοσηλευτικό ίδρυμα που επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων, είναι η από 17-7-2008 Ιατρική Γνωμάτευση του νοσοκομείου "ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ" της Θεσσαλονίκης, χωρίς έκτοτε να επικαλείται οποιοδήποτε άλλο ιατρικό πιστοποιητικό αναφορικά με την κατάσταση της υγείας του, αν και μέχρι το χρόνο συζήτησης της κρινομένης αγωγής, έχουν παρέλθει τέσσερα σχεδόν έτη από την τελευταία επίσκεψη του στο νοσοκομείο. Συνεπώς, από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκαν οι ισχυρισμοί του ενάγοντος που περιλαμβάνονται στο δικόγραφο της αγωγής του, σύμφωνα με τους οποίους κινδύνευε να εμφανίσει μετά εξάμηνο από την εξέταση του στις 19-8-2008 στο ιατρείο της νευρολόγου ........................... μετατραυματική επιληψία. Επίσης, αν και η κρινομένη αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία αυτού του δικαστηρίου πολύ μεταγενέστερα και συγκεκριμένα στις 20-1-2012, δεν αποδείχθηκε η αναγκαιότητα συστηματικής παρακολούθησης του ανά τρίμηνο από νευρολόγο, διερεύνησης με μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου στην τριετία, παρουσίας συνοδού επί 24 ώρου βάσεως λόγω επιληπτικών κρίσεων και λήψη σταθερής αντιεπιληπτικής αγωγής και εγκεφαλογραφήματος σε τακτά χρονικά διαστήματα, δεδομένου ότι ο ενάγων δεν επικαλέστηκε ούτε και προσκόμισε σχετικές βεβαιώσεις τυχόν θεραπόντων ιατρών του μετά την 19-8-2008 ούτε και σχετικές εξετάσεις μαγνητικής τομογραφίας η εγκεφαλογραφήματος, σε αντίθεση με όσα σχετικά προσκομίζει κατά το προγενέστερο χρονικό διάστημα. Περαιτέρω, στο σημείο αυτό πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος ο ισχυρισμός των εναγομένων περί συντρέχοντος πταίσματος του ενάγοντος στην έκταση του τραυματισμού του στο κεφάλι, για τον λόγο ότι κατά τον χρόνο που έλαβε χώρα ο ένδικος τραυματισμός του δεν έκανε χρήση προστατευτικού κράνους, δεδομένου ότι αυτός, κατά τον χρόνο του τραυματισμού του έκανε πράγματι χρήση κράνους ασφαλείας, όπως σαφώς κατέθεσε περί τούτου ο εξετασθείς μάρτυράς του και αυτόπτης κατά το ατύχημα, πλην όμως αυτό, έφυγε από τη θέση του λόγω της σφοδρότητας της πρόσκρουσης. Ομοίως ως αβάσιμος από ουσιαστική άποψη πρέπει να απορριφθεί και ο επικουρικός ισχυρισμός των εναγομένων περί συντρέχοντος πταίσματος του ενάγοντος λόγω μη σωστής χρήσης κράνους ή λόγω χρήσης ακατάλληλου κράνους, διότι από κανένα στοιχείο της διαδικασίας δεν αποδείχθηκαν τέτοιου είδους περιστατικά, δηλαδή ότι ο ενάγων δεν έκανε σωστή χρήση του κράνους ασφαλείας που φορούσε ή ότι αυτό, ήταν ακατάλληλο. Αποδείχθηκε εξάλλου ότι ο ενάγων, λόγω του ενδίκου ατυχήματος και του εξ αυτού, σοβαρού τραυματισμού του και ειδικότερα, της κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης που υπέστη, της νοσηλείας του στο νοσοκομείο "ΑΧΕ.ΠΑ." από τις 2-7-2007 έως τις 20-7-2007", της αναγκαιότητας συνεχών επανελέγχων της κατάστασης της υγείας του, εξαιτίας των οποίων ήταν υποχρεωμένος να επισκέπτεται συχνά τους θεράποντες ιατρούς του τουλάχιστον μέχρι τις 24-10- 2007, της αποχής του από την εργασία του έως τις 4-3-2008 και του γεγονότος ότι αυτός κρίθηκε ικανός να επιστρέψει στην εργασία την οποία ασκούσε πριν τον τραυματισμό του, έστω και με πιο ελαφρά καθήκοντα, υπέστη ηθική βλάβη, για τη χρηματική ικανοποίηση της οποίας, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του ατυχήματος, του είδους και της έντασης της προσβολής, της αποκλειστικής υπαιτιότητας της πρώτης εναγομένης στην πρόκληση του ατυχήματος, της ηλικίας του (46 ετών κατά το ατύχημα) και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων φυσικών προσώπων (κλειδούχος του ΟΣΕ ο ενάγων και στρατιωτικός η πρώτη εναγομένη), πρέπει να του επιδικαστεί το χρηματικό ποσό των δεκατριών χιλιάδων ευρώ (13.000 ευρώ), Εξάλλου, αποδείχθηκε, ότι η με αριθμό κυκλοφορίας ................. δίκυκλη μοτοσικλέτα την οποία οδηγούσε ο ενάγων κατά τον χρόνο που έλαβε χώρα το ένδικο ατύχημα, ήταν ιδιοκτησίας του ιδίου, εργοστασίου κατασκευής "HONDA", 249 CC, με ημερομηνία πρώτης αδείας κυκλοφορίας ..την 20- 4-2000. Εξ αιτίας της ένδικης σφοδρότατης σύγκρουσης, το ανωτέρω όχημα υπέστη εκτεταμένες ζημίες σε όλα τα ουσιώδη τμήματα αυτού, που το καθιστούν επισφαλές και επικίνδυνο για την κυκλοφορία, ακόμη και μετά την τυχόν επιμελημένη επισκευή του, με αποτέλεσμα να καθίσταται ασύμφορη η επισκευή του όπως βάσιμα ισχυρίζεται ο ενάγων και αποδεικνύεται και από το από 27- 2-2008 έγγραφο του εμπόρου μοτοσικλετών ............... Λόγω δε των ανωτέρω σοβαρών υλικών ζημιών που υπέστη το παραπάνω όχημα, αυτό, θεωρείται ως ολικώς κατεστραμμένο υπό την τεχνική έννοια του όρου, λόγος για τον οποίο άλλωστε αυτό, διαγράφηκε οριστικά ήδη από τις 3-3-2008 όπως τούτο αποδεικνύεται από το σχετικό από 3-3-2008 έγγραφο της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, που επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων. Σημειωτέον ότι το γεγονός της ολοσχερούς καταστροφής του ανωτέρω οχήματος συνομολόγησαν οι εναγόμενοι όπως ήδη ανωτέρω εκτέθηκε. Η εμπορική αξία του ανωτέρω οχήματος, κατά τον κρίσιμο χρόνο αμέσως πριν το ένδικο ατύχημα, ο οποίος αποτελεί τον χρόνο υπολογισμού της ζημίας σύμφωνα και με όσα ανωτέρω εκτέθηκαν στην υπό στοιχ. II, μείζονα σκέψη, ανέρχονταν στο ποσό των 1.400 ευρώ, λαμβανομένου υπόψη του ανωτέρω εγγράφου του εμπόρου μοτοσικλετών ......................................... και των φύλλων αγγελιών μεταχειρισμένων μοτοσικλετών που επικαλούνται και προσκομίζουν οι εναγόμενοι, καθώς επίσης και του γεγονότος ότι αυτό, κατά τον χρόνο του ατυχήματος βρισκόταν σε πολύ καλή κατάσταση, καθώς δεν είχε υποστεί άλλη φθορά πλην της φυσιολογικής, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις συνήθεις τιμές πώλησης παρόμοιων μεταχειρισμένων μοτοσικλετών. Εξάλλου, όπως ομολογεί ο ενάγων με το δικόγραφο της κρινομένης αγωγής του, η αξία των διασωθέντων υπολειμμάτων της μοτοσικλέτας του, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 200 ευρώ, το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από το ποσό των 1.400 ευρώ, στο οποίο ήδη κρίθηκε, ότι ανέρχονταν η αξία της, Συνεπώς, η ζημία που έχει υποστεί ο ενάγων από την ολοσχερή καταστροφή της ανωτέρω μοτοσικλέτας, ανέρχεται στο ποσό των 1.200 ευρώ (1.400 - 200), το οποίο πρέπει να του επιδικαστεί. Συνεπεία πάντων των ανωτέρω, η κρινομένη αγωγή πρέπει να γίνει κατά ένα μέρος δεκτή και ως βάσιμη από ουσιαστική άποψη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, να καταβάλουν στον ενάγοντα για τις ανωτέρω αιτίες, το συνολικό χρηματικό ποσό των 14.200 ευρώ (13.000 + 1.200) με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, μέχρι του ποσού των 10.000 ευρώ, διότι κρίνεται ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα (άρθρα 907 και 908 παρ. 1 ΚΠολΔ). Το αίτημα περί απαγγελίας προσωπικής κρατήσεως εις βάρος της πρώτης εναγομένης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο από ουσιαστική άποψη, διότι δεν αποδείχθηκε αφερεγγυότητα ή κακή πίστη της τελευταίας. Τέλος, οι εναγόμενοι πρέπει να καταδικαστούν στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος λόγω της ήττας τους στην παρούσα δίκη (άρθρο 176 του ΚΠολΔ) κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ: ΔΙΚΑΖΕΙ κατ` αντιμωλία των διαδίκων. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό της παρούσας. ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή κατά ένα μέρος. ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγόμενους, εις ολόκληρον τον καθένα τους, να καταβάλουν στον ενάγοντα το συνολικό χρηματικό ποσό των δεκατεσσάρων χιλιάδων διακοσίων ευρώ (14.200 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς την αμέσως προηγούμενη καταψηφιστική της διάταξη και για το ποσό των δέκα χιλιάδων ευρώ (10.000 ευρώ). ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγόμενους στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία καθορίζει στο ποσό των εξακοσίων ευρώ (600 ευρώ).
πηγή: lawdb.intrasoftnet.com/nomos
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης και Συνεργάτες, Δικηγορικό Γραφείο, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.