Διατροφή ανήλικου τέκνου - Yποχρέωση των γονέων να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους (Άρειος Πάγος, αριθμός απόφασης 120/2013)
Περίληψη: Διατροφή ανήλικου τέκνου. Η κοινή και ανάλογη με τις δυνάμεις τους υποχρέωση των γονέων να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους. Προσδιορισμός του μέτρου της δικαιούμενης διατροφής. Πολιτική δικονομία. Λόγοι αναίρεσης. Η έννοια των «πραγμάτων». Η παραβίαση των διδαγμάτων κοινής πείρας στοιχειοθετεί τον σχετικό αναιρετικό λόγο, μόνο όταν το δικαστήριο χρησιμοποιεί εσφαλμένα ή παραλείπει εσφαλμένα να χρησιμοποιήσει διδάγματα της κοινής πείρας για να βρει την έννοια κάποιου κανόνα δικαίου ή να υπαγάγει σ` αυτόν τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς. Το δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση για την αναίρεση της υπ’αριθμ. 253/2010 απόφασης του Εφετείου Δωδεκανήσου.
[...] Κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 περ.α` ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο, Ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου, ενώ κατά την διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται, αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα το οποίο ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης έλλειψη νόμιμης βάσεως σημαίνει την αδυναμία αναιρετικού ελέγχου της δικανικής κρίσεως ως προς την εφαρμογή διατάξεως ουσιαστικού νόμου, ιδίως λόγω ελλείψεως ή ανεπάρκειας ή αντιφατικότητας των αιτιολογιών για ζήτημα το οποίο ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης (πρβλ. ΑΠ 1231/2004). Εξ άλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489, 1493 ΑΚ προκύπτει ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή και ανάλογη με τις δυνάμεις τους υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμη και εάν αυτό έχει περιουσία, της οποίας όμως τα εισοδήματα ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του και περιλαμβάνει τα αναγκαία για τη συντήρηση και εν γένει εκπαίδευσή του έξοδα. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβιώσεως, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη επιτηρήσεως και εκπαιδεύσεως και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου.
Για να καθοριστεί το ποσό της δικαιούμενης διατροφής αξιολογούνται κατ` αρχήν τα εισοδήματα των γονέων από οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου, καθοριστικό δε στοιχείο είναι οι συνθήκες της ζωής του, δηλαδή οι όροι διαβιώσεώς του, χωρίς όμως να ικανοποιούνται οι παράλογες αξιώσεις. Η δαπάνη για την εξυπηρέτηση στεγαστικών ή καταναλωτικών δανείων δεν προαφαιρείται από τα εισοδήματα του υποχρέου, αλλά λαμβάνεται υπόψη ως επί πλέον βιοτική ανάγκη του (ΑΠ 837/2009, ΑΠ 471/2005). Τέλος, κατά το άρθρο 31§§1, 2, 3 Ν. 3528/2007 (Κώδικας Δημοσίων, Πολιτικών, Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.), "Ι. Μετά από άδεια ο υπάλληλος μπορεί να ασκεί ιδιωτικό έργο ή εργασία με αμοιβή, εφόσον συμβιβάζεται με τα καθήκοντα της θέσης του και δεν παρεμποδίζει την ομαλή εκτέλεση της υπηρεσίας του. 2. Η άδεια χορηγείται για συγκεκριμένο έργο ή εργασία μετά από σύμφωνη αιτιολογημένη γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου και μπορεί να ανακαλείται με τον ίδιο τρόπο. Η άδεια στους υπαλλήλους του Δημοσίου χορηγείται από τον οικείο υπουργό και στους υπαλλήλους των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης και αν δεν υπάρχει τέτοιο όργανο, από τον πρόεδρο του συλλογικού οργάνου διοίκησης. 3. Δεν επιτρέπεται στον υπάλληλο η κατ` επάγγελμα άσκηση εμπορίας". Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο, το οποίο εδίκασε αντίθετες εφέσεις των διαδίκων κατά της πρωτόδικης αποφάσεως, η οποία έκρινε αγωγή και ανταγωγή εκείνων για την άσκηση της επιμέλειας αυτών επί των ανηλίκων τέκνων των, την οφειλομένη για τα τελευταία διατροφή και για την επικοινωνία με αυτά, δέχθηκε με την προσβαλλομένη απόφαση (σχετικά με την συμβολή του εναγομένου στη διατροφή των τεσσάρων ανηλίκων τέκνων των διαδίκων) τα εξής: "Ο εναγόμενος εργάζεται ως εκπαιδευτικός στο ΤΕΕ με μηνιαίες αποδοχές, κατόπιν συνυπολογισμού δώρων και επιδόματος αδείας, από 1.930,83 ευρώ (1.655 Χ 14:12). Από το 2005 μέχρι τον Ιούλιο 2009 απασχολήθηκε ως σύμβουλος διοίκησης σε θέματα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού και εξυπηρέτησης πελατών στην εδρεύουσα στη Ρόδο ανώνυμη εταιρία οίνων και ποτών με την επωνυμία "........................" αντί μηνιαίων αποδοχών 2500 ευρώ. Από 1-1-2008 με δική του αίτηση ζήτησε και έγινε δεκτό από την εταιρία να απασχολείται με μειωμένο ωράριο με αποδοχές 1.000 ευρώ μηνιαίως. Η σύμβαση εργασίας καταγγέλθηκε από 21-7-2009. Διαμένει σε μισθωμένη κατοικία, 200 τμ, καταβάλλοντος μίσθωμα 550 ευρώ μηνιαίως και επιπλέον βαρύνεται με τις λειτουργικές δαπάνες αυτής (κοινόχρηστα, θέρμανση κλπ). Επίσης καταβάλει ποσό 499,88 ευρώ μηνιαίως προς εξόφληση δανείου που του χορηγήθηκε από την Εμπορική Τράπεζα, που συνεκτιμάται ως επιπλέον βιοτική αυτού ανάγκη. Δεδομένου ότι ο εναγόμενος όντας σε παραγωγική ηλικία και υγιής, διαθέτει ιδιαίτερο προσόντα, ικανότητες και εμπειρία καθόσον έχει αποπερατώσει την Ανωτέρα Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων, έχει παρακολουθήσει πλείστα προγράμματα μεταπτυχιακών εξειδικεύσεων και έχει εργαστεί ως διευθυντικό στέλεχος σε ξενοδοχεία και επιχειρήσεις... έχει τη δυνατότητα ως ικανό, δραστήριο και έμπειρο στέλεχος να παρέχει τις υπηρεσίες του σε σχετικές επιχειρήσεις αποκομίζοντας τουλάχιστον το ως άνω ποσό που απολάμβανε εργαζόμενος στην παραπάνω ανώνυμη εταιρία μέχρι την αίτηση που υπέβαλε ο ίδιος για μειωμένη απασχόληση και τη μετέπειτα καταγγελία της σύμβασης εργασίας αυτού. Είναι κύριος του με αριθμό κυκλοφορίας … ΙΧΕ αυτοκινήτου, 1600 κυβικών. Αλλη περιουσία ή εισόδημα δεν διαθέτουν οι διάδικοι. Με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες των διαδίκων και τις εν γένει περιστάσεις η κατά μήνα διατροφή για τα ανήλικα τέκνα τους πρέπει να καθοριστεί σε 700 ευρώ για τον Α., 400 για τον Α., 300 για τη Μ. και 300 για το Θ.. Τα ποσά αυτά, στα οποία συνυπολογίζεται η προσφορά των φροντίδων και περιποιήσεων της ενάγουσας-αντεναγομένης προς τους ανηλίκους, είναι ανάλογα προς τις ανάγκες τους, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής τους, και ανταποκρίνονται στα απαραίτητα έξοδα για τη διατροφή, ένδυση, εκπαίδευση, ιατρική περίθαλψη και ψυχαγωγία.
Από τα ως άνω ποσά ο εναγόμενος - αντενάγων είναι σε θέση και δύναται να καταβάλει το ποσό 500, 300, 220 και 220 ευρώ αντίστοιχα για κάθε ανήλικο τέκνο, ενώ κατά τα λοιπά συμμετέχει η ενάγουσα-αντεναγομένη με μέρος του εισοδήματός της, την παροχή της στέγης και την προσφορά της προσωπικής εργασίας και απασχόλησης για την περιποίηση και φροντίδα τους". Με αυτά τα οποία δέχθηκε το Εφετείο, σωστά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικές διατάξεις των άρθρων 1489 ΑΚ και 31 Ν. 3528/2007, περιέλαβε δε στην προσβαλλομένη απόφαση επαρκείς και σαφείς αιτιολογίες ως προς τα ζητήματα τα οποία ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης και ειδικότερα ως προς τον προσδιορισμό των αναγκών σε χρήμα των τεσσάρων ανηλίκων τέκνων των διαδίκων, της οικονομικής δυνατότητας του αναιρεσείοντος και του ποσού με το οποίο αυτός πρέπει να συμμετέχει στην διατροφή των εν λόγω τέκνων του και συνεπώς οι τα αντίθετα υποστηρίζοντες πρώτος και τρίτος λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 559 αριθ. 1 και 19 ΚΠολΔ είναι αβάσιμοι. Κατά το άρθρο 559 αριθ. 8 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως "πράγματα" νοούνται οι αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί που τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση του ασκούμενου με την αγωγή, ένσταση ή αντένσταση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος (Ολ. ΑΠ 3/1997). Δεν αποτελούν πράγματα και επομένως δεν ιδρύεται ο εκ του άρθρου 559 αρ. 8 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως, αν δεν ληφθούν υπόψη οι αρνητικοί της αγωγής ή της ενστάσεως ισχυρισμοί, ως και οι ισχυρισμοί που συνιστούν επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, τα οποία αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 163/2004). Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων, με τον δεύτερο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως προβάλλει, ότι ενώ πρότεινε τους ισχυρισμούς 1) ότι οι καθαρές μηνιαίες αποδοχές υπολείπονται κατά πολύ των εξόδων του και ως εκ τούτου είναι αναγκασμένος να προσφεύγει στον δανεισμό και 2) ότι επιμελείται ό ίδιος των εξόδων διατροφής, διασκέδασης, ψυχαγωγίας των τέκνων του, κατά το διάστημα κατά το οποίο διαμένουν μαζί του, το οποίο εκτείνεται σε 144 ημέρες ετησίως, εν τούτοις το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη τους ισχυρισμούς αυτούς και έτσι υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 8 ΚΠολΔ.
Οι άνω ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος δεν αποτελούν "πράγματα", αλλά προβλήθηκαν ως επιχειρήματα του αναιρεσείοντος προς ενίσχυση των μη γενομένων δεκτών από την προσβαλλομένη απόφαση απόψεών του περί των μειωμένων οικονομικών δυνατοτήτων του. Επομένως, εκ του ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα ως άνω επιχειρήματα του αναιρεσείοντος, δεν ιδρύεται ο εκ του άρθρου 559 αριθ. 8 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως και ο αντίθετος εκ του άρθρου αυτού δεύτερος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως είναι απαράδεκτος. Επειδή από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 εδ. β` του ΚΠολΔ προκύπτει, ότι η παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας ιδρύει λόγο αναιρέσεως μόνον αν αυτά αφορούν την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή σ` αυτούς των πραγματικών περιστατικών, δηλαδή όταν το δικαστήριο χρησιμοποιεί εσφαλμένα ή παραλείπει εσφαλμένα να χρησιμοποιήσει διδάγματα της κοινής πείρας για να βρει την έννοια κάποιου κανόνα δικαίου ή να υπαγάγει σ` αυτόν τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς, όχι δε και όταν χρησιμεύουν για την υπό του δικαστηρίου εξακρίβωση της υπάρξεως πραγματικών περιστατικών, γιατί στην περίπτωση αυτή πρόκειται για εκτίμηση πραγμάτων, η οποία είναι αναιρετικά ανέλεγκτη και επομένως ο λόγος αναιρέσεως με τέτοιο περιεχόμενο είναι, σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, απαράδεκτος (ΑΠ 24/2005). Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων, με τον τέταρτο λόγο της αιτήσεώς του προβάλλει, ότι το Εφετείο, με το να δεχθεί ότι λόγω των ιδιαιτέρων προσόντων του έχει την δυνατότητα να παρέχει τις υπηρεσίες του σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, όπως και στο παρελθόν και να κερδίζει επί πλέον 2.500 € μηνιαίως και έτσι θα μπορεί να καταβάλλει στα τέκνα του ως διατροφή συνολικώς 1.240 € κάθε μήνα, παραβίασε τα διδάγματα της κοινής πείρας κατά την ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 1489 εδ.β` ΑΚ, καθόσον 1) είναι δύσκολο στην ηλικία των 51 ετών να βρει τέτοια εργασία και 2) δεν είναι δυνατόν να επιβληθεί σε αυτόν πρόσθετη εργασία στον ιδιωτικό τομέα, η οποία θα οδηγήσει στην βιολογική εξόντωσή του. Ο λόγος αυτός προβάλλεται απαραδέκτως διότι η επικαλουμένη παραβίαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας αφορά την εκτίμηση των αποδείξεων και όχι την βάση των επικαλούμενων "διδαγμάτων" ερμηνεία της ως άνω διατάξεως. Ακολούθως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 25-10-2010 αίτηση για αναίρεση της υπ` αριθμ. 253/2010 αποφάσεως του Εφετείου Δωδεκανήσου. Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ.
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα