Εφαρμοστέο δίκαιο επί αγωγής για την προσβολή πατρότητας τέκνου - Δεκτή η αγωγή - Κατά το χρόνο συλλήψεως οι σύζυγοι δεν είχαν σαρκική συνάφεια (Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, αριθμός απόφασης 48/2010)
Περίληψη: Εφαρμοστέο δίκαιο επί αγωγής για την προσβολή πατρότητας τέκνου. Εφαρμοστέο είναι το δίκαιο που διέπει τις προσωπικές σχέσεις της μητέρας και του συζύγου της κατά το χρόνο της γέννησης του τέκνου, εφόσον έχουν κοινή ιθαγένεια, αλλιώς εφαρμοστέο τυγχάνει το δίκαιο της τελευταίας κατά τη διάρκεια του γάμου κοινής διαμονής τους. Περίπτωση εφαρμογής του ελληνικού δικαίου, δεδομένου ότι η τελευταία συνήθης διαμονή του ζευγαριού ήταν η Ελλάδα. Δεκτή η αγωγή του συζύγου περί προσβολής της πατρότητας του τέκνου γεννημένου σε γάμο, διότι κατά το χρόνο συλλήψεώς του, οι σύζυγοι δεν είχαν σαρκική συνάφεια.
[...] Κατά τη διάταξη του άρθρου 17 ΑΚ «η ιδιότητα τέκνου ως γεννημένου σε γάμο κρίνεται κατά το δίκαιο που διέπει τις προσωπικές σχέσεις της μητέρας και του συζύγου της κατά το χρόνο της γέννησης του τέκνου ή, αν ο γάμος τους έχει λυθεί πριν από τη γέννηση, κατά το χρόνο της λύσης του γάμου», ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 14 ΑΚ οι προσωπικές σχέσεις των συζύγων ρυθμίζονται κατά σειρά: 1) από το δίκαιο της τελευταίας κατά τη διάρκεια του γάμου κοινής ιθαγένειας τους, εφόσον ο ένας τη διατηρεί, 2) από το δίκαιο της τελευταίας κατά τη διάρκεια του γάμου κοινής συνήθους διαμονής τους και 3) από το δίκαιο με το οποίο οι σύζυγοι συνδέονται στενότερα. Επίσης, κατά το ως άνω εφαρμοστέο κατά περίπτωση δίκαιο κρίνεται και το ζήτημα των προσώπων τα οποία δύνανται να αμφισβητήσουν τη γνησιότητα του τέκνου, η τυχόν παραγραφή ή αποσβεστική προθεσμία του σχετικού δικαιώματος, καθώς και οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες αποκλείεται η αμφισβήτηση (βλ. ΕρμΑκ Γεωργιάδη - Σταθόπουλου, υπ` αρθρ. 17 αρ. 5).
Με την υπό κρίση αγωγή ο ενάγων ζητεί να κηρυχθεί μη γνήσιο τέκνο του το αβάπτιστο θήλυ τέκνο της πρώτης εναγομένης, το οποίο εκπροσωπείται στην παρούσα δίκη από το δεύτερο εναγόμενο, ως ειδικό επίτροπο αυτού και το οποίο γεννήθηκε στις 3-12-2005 κατά τη διάρκεια του γάμου του με την πρώτη εναγομένη, για το λόγο ότι κατά το κρίσιμο διάστημα της σύλληψης δεν είχαν σαρκικές σχέσεις και ως εκ τούτου η τελευταία ήταν φανερά αδύνατο να συλλάβει από αυτόν, εκθέτοντας ότι πληροφορήθηκε το γεγονός του τοκετού τον Οκτώβριο του έτους 2007.
Με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή, για την εκδίκαση της οποίας το Δικαστήριο αυτό έχει διεθνή δικαιοδοσία, βάσει της γενικής διάταξης του άρθρου 3 παρ. 1 ΚΠολΔ, η οποία κατισχύει της ειδικής διάταξης του άρθρου 622 ΚΠολΔ, όταν πρόκειται για αλλοδαπούς, κατοίκους ημεδαπής, διότι η τελευταία αφορά ειδικά τους έλληνες που βρίσκονται στην αλλοδαπή (βλ. ΕρΝομΑΚ Τόμος Α` Γενικές Αρχές Β. Βαθρακοκοίλη σελ. 134 αρ. 7), αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρ. 18 αρ. 1 και 22 ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών, που αναφέρονται στις σχέσεις γονέων και τέκνων (άρθρ. 614 επ. ΚΠολΔ). Περαιτέρω ο ενάγων ................, έχει γεννηθεί στο Λίβανο και είναι υπήκοος της χώρας αυτής, ενώ η πρώτη εναγομένη και το ανήλικο τέκνο αυτής έχουν ελληνική ιθαγένεια (βλ. ακριβές αντίγραφο της υπ` αριθμ. 60/Α`/1999 ληξιαρχικής πράξης γάμου που συνέταξε η Ληξίαρχος Ψυχικού Αττικής και του υπ` αριθμ. πρωτ. 315Α`/19-12-2006 πιστοποιητικού γέννησης που συνέταξε ο Δήμαρχος Βύρωνα Αττικής). Τίθεται επομένως θέμα εφαρμοστέου δικαίου, το οποίο σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αρχή της παρούσας είναι το δίκαιο που διέπει τις προσωπικές σχέσεις της μητέρας και του συζύγου της κατά το χρόνο της γέννησης του τέκνου και εφόσον οι τελευταίοι κατά τον ίδιο χρόνο δεν είχαν κοινή ιθαγένεια, το δίκαιο της τελευταίας κατά τη διάρκεια του γάμου κοινής συνήθους διαμονής τους. Με βάση τ` ανωτέρω εφαρμοστέο δίκαιο τυγχάνει το ελληνικό, διότι η τελευταία κοινή διαμονή του ενάγοντος και της πρώτης εναγομένης βρισκόταν στην Ελλάδα. Κατόπιν τούτου η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1465 παρ. 1, 1467, 1468, 1469 αρ. 1, 1470 αρ. 1 και 1472 του ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ` ουσίαν.
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος του ενάγοντος, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και τα έγγραφα, τα οποία οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Ο ενάγων και η πρώτη εναγομένη τέλεσαν νόμιμο γάμο στις 1-4-1999, ο οποίος δεν έχει λυθεί. Στις 3-12-2005, ήτοι κατά τη διάρκεια του γάμου τους, η πρώτη εναγομένη γέννησε στη Λάρισα ένα θήλυ τέκνο, το οποίο έλαβε το όνομα ............. (βλ. ακριβές αντίγραφο του ως άνω υπ` αριθμ. πρωτ. 315Α`/19-12-2006 πιστοποιητικού γέννησης) και εκπροσωπείται στην παρούσα δίκη από τον δεύτερο εναγόμενο, ως ειδικό επίτροπο αυτού, δυνάμει της υπ` αριθμ. 5043/2008 απόφασης εκούσιας δικαιοδοσίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Το τέκνο αυτό τεκμαίρεται, κατ` άρθρο 1465 ΑΚ, ότι έχει πατέρα τον ενάγοντα. Κατά το κρίσιμο, όμως, χρονικό διάστημα της σύλληψής του, το οποίο τοποθετείται χρονικά ανάμεσα στην τριακοσιοστή (300η) και την εκατοστή ογδοηκοστή (180η) ημέρα πριν τον τοκετό (άρθρο 1468 ΑΚ) και εν προκείμενω από τις 6-2-2005 έως 6-6-2005, ο ενάγων και η πρώτη εναγομένη δεν είχαν μεταξύ τους καμία σαρκική συνάφεια, διότι η έγγαμη συμβίωση τους είχε ήδη διακοπεί από το έτος 2000 και έκτοτε ζούσαν συνεχώς χωριστά και συνεπώς η πρώτη εναγομένη ήταν φανερά αδύνατο να συλλάβει από τον ενάγοντα.
Επιπλέον οι τελευταίοι δεν είχαν καμία επικοινωνία μεταξύ τους με αποτέλεσμα να πληροφορηθεί ο ενάγων τον τοκετό τον Οκτώβριο του έτους 2007, επομένως η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς ασκήθηκε στις 15-1-2008, ήτοι εντός του χρονικού διαστήματος του ενός έτους από την ημέρα κατά την οποία ο τελευταίος πληροφορήθηκε τον τοκετό. Τ` ανωτέρω αποδεικνύονται από την κατάθεση του ως άνω μάρτυρος και συνομολογούνται απο τους εναγομένους με τις έγγραφες προτάσεις τους, η ομολογία δε αυτή εκτιμάται ελεύθερα από το Δικαστήριο σε συνδυασμό με τις λοιπές αποδείξεις (άρθρ. 352 παρ. 2 ΚΠολΔ). Με βάση τα προαναφερόμενα αποδεικνύεται ότι ο ενάγων δεν είναι φυσικός πατέρας του παραπάνω ανήλικου τέκνου και συνεπώς η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ` ουσίαν και να κηρυχθεί το γεννηθέν στη Λάρισα στις 3-12-2005 θήλυ τέκνο της πρώτης εναγομένης, το οποίο έλαβε το όνομα ................, μη γνήσιο τέκνο του ενάγοντος. Δικαστικά έξοδα δεν πρέπει να επιβληθούν, ελλείψει σχετικού αιτήματος εκ μέρους του τελευταίου (άρθρ. 106 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων. ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή. Και, ΚΗΡΥΣΣΕΙ το ανήλικο θήλυ τέκνο της πρώτης εναγομένης, το οποίο γεννήθηκε στη Λάρισα στις 3-12-2005 και έλαβε το όνομα ................., μη γνήσιο τέκνο του ενάγοντος.
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα