Μεταβίβαση επιχείρησης - Εργασιακά δικαιώματα (Άρειος Πάγος - Αριθμός απόφασης: 431/2010)
Περίληψη: Μεταβολή προσώπου εργοδότη. Κατοχύρωση και διατήρηση των δικαιωμάτων και υφιστάμενων συμβατικών σχέσεων των εργαζομένων στην περίπτωση αυτή. Περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης σε άλλη της οποίας το ιδιοκτησιακό καθεστώς διέπεται από άλλες σ.σ.ε. εν σχέσει με αυτές που υπάγονταν οι μισθωτοί μέχρι εκείνη την στιγμή. Οι χαμηλότερες αμοιβές της νέας σ.σ.ε. αποτελούν βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας των εργαζομένων συνεπεία της διατήρησης των εργασιακών τους δικαιωμάτων προ της μεταβίβασης και συνεπώς τους οφείλονται οι σχετικές διαφορές στις αποδοχές τους. (Απόρριψη αναίρεσης κατά της υπ΄ αριθμ. 6/2008 ΠΠρΛάρισας).
[...] Κατά τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 του Ν. 2112|1920 "η μεταβολή του προσώπου του εργοδότου, οπωσδήποτε επερχομένη, ουδαμώς επηρεάζει την εφαρμογή των υπέρ του υπαλλήλου διατάξεων του παρόντος". Ο ίδιος κανόνας περιέχεται και στο άρθρο 9 παρ. 1 του Β.Δ. 16/18-7-1920. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 3 παρ. 1 και 2 του ΠΔ 572|1988, με το οποίο εναρμονίσθηκε η ελληνική νομοθεσία προς εκείνη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ειδικότερα προς τις διατάξεις της 77/187/ΕΟΚ Οδηγίας "τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις, που έχει ο μεταβιβάζων από σύμβαση ή σχέση εργασίας, που υφίστανται κατά την ημερομηνία της, για οποιονδήποτε λόγο μεταβίβασης, βαρύνουν, εξαιτίας της μεταβίβασης αυτής, τον διάδοχο. Με την επιφύλαξη της επομένης παραγράφου (η οποία αναφέρεται σε δικαιώματα, από τυχόν υφιστάμενα συστήματα επαγγελματικής ή διεπαγγελματικής ασφάλισης), μετά την για οποιονδήποτε λόγο μεταβίβαση, ο διάδοχος τηρεί τους όρους εργασίας, που προβλέπονται από συλλογική σύμβαση εργασίας, απόφαση διαιτησίας, κανονισμό ή ατομική σύμβαση εργασίας". Η εν λόγω Οδηγία τροποποιήθηκε με την υπ` αριθμ. 98/ 50,αντίστοιχη, των Ε.Κ., προς προσαρμογή δε σ` αυτή εκδόθηκε το υπ` αριθμ. 178/2002 Π.Δ., στο άρθρο 3 του οποίου ορίζεται ότι "διά της μεταβιβάσεως και από την ημερομηνία αυτής, όλα τα υφιστάμενα δικαιώματα και υποχρεώσεις, που έχει ο μεταβιβάζων από σύμβαση ή σχέση εργασίας, μεταβιβάζονται στον διάδοχο. Μετά την μεταβίβαση, ο διάδοχος εξακολουθεί να τηρεί τους όρους εργασίας, που προβλέπονται από συλλογική σύμβαση εργασίας, απόφαση διαιτησίας, κανονισμό ή ατομική σύμβαση εργασίας". Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει ότι, σε περίπτωση της, με οποιονδήποτε τρόπο, μεταβίβασης επιχείρησης, ο νέος εργοδότης υπεισέρχεται σε όλες τις υποχρεώσεις, που απορρέουν από τις προϋφιστάμενες εργασιακές σχέσεις, χωρίς αυτές και τα εν γένει δικαιώματα των μισθωτών, να επηρεάζονται, από τη μεταβίβαση, αυτό δε ανεξάρτητα από τη νομική αιτία και τη μορφή της μεταβίβασης και είτε τα δικαιώματα αυτά προέρχονται από Σ.Σ.Ε, από ατομική σύμβαση εργασίας ή από διαιτητική απόφαση, αρκεί η επιχείρηση να συνεχίζεται, ως οικονομική μονάδα και να διατηρεί την ταυτότητά της με τον νέο φορέα, επιδιώκοντας τον ίδιο κερδοσκοπικό ή οικονομικό σκοπό. Καθιερώνεται δηλαδή η αρχή της αυτοδίκαιης μεταβίβασης της εργασιακής σχέσης, στο σύνολό της, με αποτέλεσμα να διασώζεται αυτή, καθ` όλο το περιεχόμενό της, διασφαλίζοντας έτσι τη συνέχεια στην απασχόληση και την αποφυγή της χειροτέρευσης της θέσης του μισθωτού (Ολ. Α.Π. 5/1994). Στην προκείμενη περίπτωση το Πολυμελές Πρωτοδικείο Λάρισας, που δίκασε ως Εφετείο έφεση κατά απόφασης Ειρηνοδικείου, με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη των πραγμάτων κρίση του, ότι " η εναγομένη ανώνυμη εταιρία, που δραστηριοποιείται στον χώρο της επεξεργασίας γάλακτος, από την ίδρυσή της είχε ως κύρια μέτοχο την ................................................... , η συμμετοχή της οποίας προσέδιδε σ` αυτήν τον χαρακτήρα της συνεταιριστικής εταιρίας, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 και 2 του Ν. 2163/1993, περί Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων. Κατά το έτος 2000, η εναγομένη περιήλθε, με εξαγορά του 70% των μετοχών της, στην ιδιοκτησία της εταιρίας "........". Οι ενάγοντες είχαν προσληφθεί από την εναγομένη, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου ο μεν πρώτος, κατά τη σειρά που αναφέρονται στην αγωγή, την 1-9-1992, ο δεύτερος την 1-8-1997 και ο τρίτος την 12-4-1985, προκειμένου να εργασθούν ο μεν ως προϊστάμενος πωλήσεων, ο δε ως οδηγός και ως προϊστάμενος αποθηκάριος ο τρίτος, στο εργοστάσιο της εναγομένης, που διατηρεί στη Λάρισα. Η εναγομένη, από το έτος 2001 καταβάλλει μειωμένες αποδοχές στους ενάγοντες, εφαρμόζοντας την κλαδική συλλογική σύμβαση των εργαζομένων στις βιομηχανίες, τυροκομικές επιχειρήσεις και τυροκομικά εργαστήρια όλης της χώρας, λόγω της αλλαγής του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και δεν τις υπολογίζει, με βάση τις ΣΣΕ, για τους όρους αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων στις αγροτικές συνεταιριστικές εταιρίες, όπως συνέβαινε μέχρι τότε. Ειδικότερα, η εναγομένη είχε εντάξει τους ενάγοντες σε μισθολογικά κλιμάκια, ανάλογα με το χρόνο προϋπηρεσίας του καθενός και χορηγούσε τα προβλεπόμενα επιδόματα, κατ` εφαρμογή των εκάστοτε Σ.Σ.Ε., που συνάπτονται, σύμφωνα με τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης του Προσωπικού Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων, καθότι το μισθολογικό καθεστώς των συλλογικών αυτών συμβάσεων είχε αποτελέσει σιωπηρώς ουσιώδη όρο των εργασιακών συμβάσεων, που καταρτίσθηκαν μεταξύ των εναγόντων και της εναγομένης και οι οποίες λειτούργησαν ομαλά μέχρι το έτος 2000. Μετά από αυτά, η μονομερής μεταβολή των όρων εργασίας από το έτος 2001 και μετά, στην οποία προέβη η εναγομένη εταιρία, με την κατάργηση του ισχύοντος μισθολογικού καθεστώτος των εναγόντων, συνιστά βλαπτική μεταβολή για τα συμφέροντα των τελευταίων, εφόσον προκαλεί μείωση των αποδοχών τους. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Πρωτοδικείο, απέρριψε την έφεση της αναιρεσείουσας κατά της 291|2005 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Λάρισας, με την οποία είχε γίνει κατά ένα μέρος δεκτή η αγωγή των αναιρεσιβλήτων και είχε επιδικάσει σ` αυτούς τα αναφερόμενα στην απόφαση χρηματικά ποσά, ως διαφορά μεταξύ των καταβλητέων, κατά το νόμο, ήτοι με βάση της ΣΣΕ, που ίσχυαν για τους εργαζομένους στις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις και αυτών, που, μετά την ως άνω ιδιοκτησιακή μεταβολή, η οποία, όμως, δεν επέφερε και την αλλαγή στο αντικείμενο της οικονομικής δραστηριότητας της εναγομένης ούτε αλλοίωσε την ταυτότητα αυτής, κατέβαλε ως αμοιβή σ` αυτούς. Έτσι, όπως έκρινε, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Λάρισας, δεν παρεβίασε τις διατάξεις, που διέπουν τις επίδικες εργασιακές συμβάσεις, καθόσον αφορά τις καταβλητέες αποδοχές στους ενάγοντες και ειδικότερα αυτές που στη μείζονα σκέψη της παρούσας παρετέθηκαν και είναι εφαρμοστέες, κατά νόμο. Επομένως, ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 560 αριθ. 1 ΚΠολΔ. και με τον οποίο προβάλλεται παραβίαση των ανωτέρω ουσιαστικών διατάξεων, καθόσον μετά την ως άνω ιδιοκτησιακή μεταβολή, που επήλθε στην αναιρεσείουσα δεν είχαν πλέον εφαρμογή οι ΣΣΕ της ΟΣΥΓΟ, αλλά αυτές, που διέπουν τις εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων στις βιομηχανίες τυροκομίας και τυροκομικές, εν γένει, επιχειρήσεις της χώρας και, συνεπώς, με βάση αυτές έπρεπε να υπολογισθούν οι εν γένει αποδοχές των εναγόντων, έστω και αν αυτό είχε ως συνέπεια τη μείωση αυτών, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος. Ο ίδιος λόγος αναίρεσης, κατά το μέρος με το οποίο προβάλλεται περαιτέρω η αναιρετική πλημμέλεια ότι στην πληττόμενη απόφαση δεν αναφέρεται κανένα περιστατικό από το οποίο να συνάγεται ότι υπήρξε ρητή συμφωνία μεταξύ της εργοδότιδας και των αναιρεσιβλήτων για τη σύναψη σιωπηρής συμφωνίας περί συναινετικής υπαγωγής των τελευταίων στους όρους της ΣΣΕ/ΟΣΥΓΟ, είναι απαράδεκτος, διότι η με αυτόν αποδιδόμενη ως άνω πλημμέλεια αναφέρεται στην έλλειψη νόμιμης βάσης της προσβαλλόμενης απόφασης, λόγω ανεπαρκών αιτιολογιών ως προς το ανωτέρω ζήτημα, η οποία όμως δεν παρέχεται, σύμφωνα με το άρθρ. 560 Κ.Πολ.Δ., ως λόγος αναίρεσης κατά των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά αποφάσεων Ειρηνοδικείων, όπως στην προκείμενη περίπτωση. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 7-4-2008 αίτηση της εταιρείας ".........", για αναίρεση της 6/2008 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λάρισας, που δίκασε ως Εφετείο. Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία προσδιορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1200) ευρώ.
ΠΗΓΗ: NOMOS
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.