Καραγιάννης & Συνεργάτες - Δικηγορικό Γραφείο

ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ - ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ
& ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ | ΑΘΗΝΑ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Επικοινωνήστε μαζί μας
2103810723 (Αθήνα) | 2310525720 (Θεσσαλονίκη) | info@karagiannislawfirm.gr

Προνομιακή κατάταξη απαίτησης διατροφής ανηλίκου (Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών - Αριθμός απόφασης: 1095/2010)

Περίληψη: Αναγκαστική εκτέλεση. Πίνακας κατατάξεως. Προνόμια. Προσδιορισμός και θέση προνομίου απαίτησης διατροφής από το νόμο υπέρ ανηλίκου τέκνου του καθού.

[...] Κατά τη διάταξη του άρθρου 975 αρ. 2 του ΚΠολΔ στη δεύτερη τάξη του πίνακα κατάταξης και αφού αφαιρεθούν τα έξοδα εκτελέσεως, κατατάσσονται προνομιακοί οι απαιτήσεις για την παροχή τροφίμων αναγκαίων για τη συντήρηση εκείνου κατά του οποίου έχει στραφεί η εκτέλεση, της συζύγου και των τέκνων, αν προέκυψαν τους τελευταίους έξι (6) μήνες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Μεταξύ των απαιτήσεων της ανωτέρω διατάξεως δεν περιλαμβάνονται και οι απαιτήσεις διατροφής από το νόμο που επιδικάστηκαν με δικαστική απόφαση υπέρ της συζύγου και των ανηλίκων τέκνων του καθού η εκτέλεση, αλλά μόνο οι απαιτήσεις τρίτων για την παροχή μόνο των απαραίτητων τροφίμων και όχι όλων των απαραίτητων προς διαβίωση π.χ. θέρμανση, ιματισμό, οίκηση, ενδυμασία κ.λπ. (ΕφΠειρ 828/1992 ΑρχΝ 1994,314, ΕφΑΘ 2853/1983 ΕλλΔνη 24,1057, I. Mπρίνιας Αναγκ. Εκτέλεση, άρθρο 975 αρ. 2, σελ. 1088, Κεραμεύς Koνδύλης-Nίκας σελ. 1887). Με την κρινόμενη ανακοπή κατά του 39387/9.1.2007 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Αθηνών, Σ.Δ. η ανακόπτουσα ως αναγγελθείς δανειστής, ζητεί, για το διαλαμβανόμενο λόγο, τη μεταρρύθμιση του προσβαλλόμενου πίνακα, ώστε να αποβληθεί η καθής από την προνομιακή της κατάταξη στο ποσό των 7.376,33 ευρώ και στο ποσό που ελευθερώνεται να χωρήσει σύμμετρη κατάταξη για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των διαδίκων. Με το περιεχόμενο αυτό, η ανακοπή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, που είναι καθ` ύλην και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 979 παρ. 2,933 παρ. 1,2 του ΚΠολΔ), δεδομένου ότι ασκήθηκε εμπροθέσμως και νομοτύπως, αφού ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της πρόσκλησης δανειστών επιδόθηκε στην ανακόπτουσα στις 26.2.2007 (βλ. σχετική σημείωση του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών, Ν.Κ., επί της ως άνω πρόσκλησης), το δε δικόγραφο της κρινόμενης ανακοπής κατατέθηκε στη Γραμματεία το δικαστηρίου τούτου στις 13.3.2007 και επιδόθηκε στην καθής στις 14.3.2007 (βλ. τη με αρ. 8052/14.3.2007 έκθεση επίδοσης του ως άνω δικαστικού επιμελητή). Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρας και να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα του μοναδικού προβαλλόμενου λόγου της. Με τον πρώτο και μοναδικό λόγο της ανακοπής της, κατά την προσήκουσα εκτίμηση του περιεχομένου του, η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι η υπάλληλος του πλειστηριασμού εσφαλμένα κατέταξε την καθής η ανακοπή ως προνομιακή, έχουσα εξοπλιστεί με το γενικό προνόμιο του άρθρου 975 αρ. 2 ΚΠολΔ, για το ποσό 7.376,33 ευρώ προς πλήρη ικανοποίηση της απαίτησης της εναντίον του καθού η εκτέλεση οφειλέτη, Ν.Κ., διότι δεν απολαύει κανενός προνομίου και είναι απλή εγχειρόγραφη δανείστρια καθόσον διατηρεί εναντίον του απαίτηση, η οποία θεμελιώνεται εν μέρει στη με αριθμό 7356/2006 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και εν μέρει στο από 20.10.2005 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ της καθής η αίτηση και του καθού η εκτέλεση οφειλέτη. Συνεπώς πρέπει να αποβληθεί η καθής από την προνομιακή της κατάταξη και στο ποσό που ελευθερώνεται να χωρήσει σύμμετρη κατάταξη των διαδίκων. O λόγος αυτός ανακοπής είναι νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 974,977 ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα. Από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα αποδεικνύεται ότι: Με επίσπευση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «....... ΑΕ» η οποία δικαιούτο να λάβει από τον οφειλέτη - καθ` ου η εκτέλεση, Ν.Κ., το ποσό των 9.700,51 ευρώ, πλέον νόμιμου τόκου, το οποίο επιδικάστηκε με τη με αριθμό 40448/2005 διαταγή πληρωμής του Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατασχέθηκε αναγκαστικά, δυνάμει της 1014/2006 έκθεσε αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά Ν.Κ. η περιγραφόμενη στην έκθεση αυτή ακίνητη περιουσία του ως άνω οφειλέτη. Ακολούθως, στις 6.12.2006 με τη με αριθμό ..76.12.2006 έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού της συμβολαιογράφου Αθηνών Σ.Δ. εκπλειστηριάστηκε η ανωτέρω ακίνητη περιουσία του καθού η εκτέλεση οφειλέτη και κατακυρώθηκε στον Α.Κ. αντί του ποσού των 16.677 ευρώ. Στον ανωτέρω πλειστηριασμό αναγγέλθηκε μεταξύ άλλων η ανακόπτουσα τραπεζική εταιρία με την από 20.12.2006 αναγγελία της με την οποία ζήτησε να καταταγεί στον πίνακα κατάταξης δανειστών που επρόκειτο να συνταχθεί για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της εις βάρος του ανωτέρω οφειλέτη ποσού 5.644 ευρώ. Η απαίτησή της ανακόπτουσας θεμελιώνεται στη με αριθμό .../2006 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδίκη Aθήνας με την οποία ο καθού η εκτέλεση οφειλέτη διατάχθηκε να καταβάλει σε αυτήν το ποσό των 5.436,63 ευρώ με το νόμιμο τόκο από 17.12.2005 μέχρι την εξόφληση, το ποσό των 155,00 ευρώ για δικαστική δαπάνη, το ποσό των 2,70 ευρώ για απόγραφο, αντίγραφο εξ απογράφου κ.τλ., το ποσό των 14,67 ευρώ για σύνταξη της επιταγής και το ποσό των 35,00 ευρώ για τη δαπάνη επίδοση και συνολικά το ποσό των 5.644 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση πλην του κονδυλίου των 5.436,63 ευρώ. Στον ίδιο πλειστηριασμό αναγγέλθηκε και η καθής η αίτηση με την ιδιότητα της ως ασκούσας την επιμέλεια του ανήλικου αβάπτισtου τέκνου της, ηλικίας 13 μηνών, η οποία ανήγγειλε με την από 20.12.2006 αναγγελία της την απαίτησή της συνολικού ποσού 7.376,33 ευρώ, πλέον τόκων. Η απαίτησή της προέρχεται από αξίωση διατροφής του ανήλικου τέκνου της, το οποίο είχε αποκτήσει εκτός γάμου με τον καθού η εκτέλεση οφειλέτη, που αναγνώρισε αυτό ως γνήσιο τέκνο του δυνάμει τα με αριθμό 4714/2005 πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών Δ.Π.-Π. Για την ανωτέρω απαίτησή της από μη καταβληθείσες μηνιαίες διατροφές, ποσού 500 ευρώ μηνιαίως, χρονικού διαστήματος από Ιανουάριο 2006 μέχρι Δεκέμβριο 2006 εκδόθηκε, όσον αφορά στο χρονικό διάστημα από Ιανουάριο 2006 μέχρι Ιούνιο 2006, η με αριθμό 7356/2006 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, όσον δε αφορά στο χρονικό διάστημα από Ιούλιο 2006 μέχρι Δεκέμβριο 2006, πρώτα έλαβε χώρα η από 21.6.2006 εξώδικη όχληση του καθού η εκτέλεση και στη συνέχεια ακολούθησε η έκδοση της με αριθμό 185/2007 διαταγή πληρωμής του ιδίου Δικαστή. Επειδή το πλειστηρίασμα που επιτεύχθηκε δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση όλων των αναγγελθεισών απαιτήσεων η υπάλληλος του πλειστηριασμού προέβη στη σύνταξη του προσβαλλόμενου πίνακα, στον οποίο κατέταξε στο υπόλοιπο ποσό του προς διανομή πλειστηριάσματος που απέμεινε μετά την αφαίρεση των εξόδων εκτέλεσης, τα οποία προσδιορίστηκαν στο ποσό των 4.223,10 ευρώ, ήτοι κατέταξε στο ποσό των (16.677-4.223,10=) 12.453,90 ευρώ: α) τυχαία και προνομιακά για το σύνολο της αναγγελθείσας απαίτησής της, η οποία με το συνυπολογισμό των τόκων διαμορφώθηκε στο ποσό των 7.700 ευρώ, την καθής η αίτηση, με την προαναφερόμενη ιδιότητά της, β) τυχαία ως εγχειρόγραφους δανειστές και συμμέτρως αφενός με την ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «Τράπεζα ....ΑΕ» για το ποσό των 3.005,33 ευρώ, αφετέρου δε την ανακόπτουσα για το ποσό των 1.748,57 ευρώ προς ικανοποίηση μέρους της αναγγελθείσας απαίτησής της και άπασες τις προαναφερόμενες καταταγείσες απαιτήσεις υπό τον όρο τελεσίδικης επιδίκασής τους. Σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρoύσας απόφασης, οι απαιτήσεις διατροφής που είχε η καθ`ης υπό την ιδιότητά της ως ασκούσας τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της κατά του οφειλέτη καθ` ου η εκτέλεση, οι οποίες επιδικάστηκαν με τις προαναφερόμενες διαταγές πληρωμής δεν περιλαμβάνονται στο γενικό προνόμιο της δεύτερης περιπτώσεως της διατάξεως του άρθρου 975 του ΚΠολΔ. Πλην όμως, αν πρόκειται για απαίτηση από διατροφή, η οποία επιδικάστηκε με διαταγή πληρωμής, εφ` όσον το ποσό αυτής ή μέρος διατίθεται για την αγορά αναγκαίων τροφίμων, τότε θα πρέπει να ισχύσει η ίδια ρύθμιση, γιατί αλλιώς σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης αυτής από τον υπόχρεο πατέρα, παραμένουν απροστάτευτα τα τέκνα. Ενόψει όμως του ότι η υπόψη διάταξη είναι εξαιρετικού δικαίου και κατ` ακολουθίαν στενώς ερμηνευτέα, υφίσταται κατ` αρχήν νομική αδυναμία ένταξης δικαστικώς επιδικασθείσας αξίωσης προς διατροφή στο προνόμιο αυτό, γι` αυτό, πρέπει να παρακαμφθεί με τη διεύρυνση της έννοιας της «απαίτησης», αφού δικαιολογείται από την εξέλιξη του ρυθμού της κοινωνικής ζωής, προς την οποία το δίκαιο πρέπει να προσαρμόζεται, διότι και αυτό πρέπει να είναι εξελίξιμο. Πάντως, λόγω της σοβαρότητας του θέματος επιβάλλεται νομοθετική ρύθμιση. Γίνεται δεκτό ότι το άρθρο 940 παρ. 5 ΚΠολΔ όριζε ότι στην πέμπτη τάξη κατατάσσονται απαιτήσεις «ένεκα των προς το ζην αναγκαίων», τα οποία κατά τους τελευταίους έξι (6) μήνες εδόθηκαν εις τον οφειλέτην την γυναίκα του ή τα τέκνα του και ιδίως παρ` αρτοποιών, κρεοπωλών, ξενοδόχων, εμπόρων και των τοιούτων...». Οπως γίνεται φανερό, η διατύπωση του άρθρου αυτού έναντι του ισχύοντος ήταν πολύ ευρύτερη, διότι περιελάμβανε απαιτήσεις για όλα τα αναγκαία προς το ζην. Γινόταν δε δεκτό ότι περιλαμβάνονταν όχι μόνον όσα απέβλεπαν στη διατροφή, αλλά και όλα όσα αποσκοπούσαν στην ικανοποίηση φωτισμού, θερμάνσεως, ιματισμού, ενδυμασίας (Οικονομ. Λιβ. Γιδ. Παρ. 277 σημ. 5 Παπαδοπ. Εκτε. παρ. 503, Καλλιγά, Εν παρ, 639 σελ. 1002, Κιτσικόπουλο άρθρο 40 παρ. 95 σελ. 8661). Με τη νέα διάταξη (άρθρο 975 αρ, 2 ΚΠολΔ) περιορίζεται το προνόμιο σε απαιτήσεις για παροχή αναγκαίων τροφίμων, άρα δεν συμπεριλαμβάνονται οι άλλες ανάγκες της οικογένειας, όπως αντικαταστάθηκε όρος «βάρη του γάμου», σύμφωνα με τις νεώτερες αντιλήψεις, ακολουθώντας το άρθρο 143 παρ. 3 του Ιταλικού ΑΚ. Οσοι προμήθευσαν τα τρόφιμα δεν είναι ανάγκη να είναι κατ` επάγγελμα τροφοδότες, όπως δέχονται οι Mπρίνιας (Αναγκ. εκτελ. έκδ. β` 1979). Ακόμη και υπό την ισχύ του άρθρου 940 αρ. 5 ΚΠολΔ, όπου ορίζονταν ως προμηθευταί «αρτοποιοί, κρεοπώλαι, ξενοδόχοι, έμποροι και άλλοι», γινόταν δεκτό ότι η διατύπωση ήταν ενδεικτική, αφού χρησιμοποιείτο η λέξη «ιδίως»». Οι περισσότεροι ερμηνευτές (Καλλιγά Εν. παρ. 269, Λιβαδάς σε Οικονομ. Λιβ. Γιδ. παρ. 277 σημ. 5) δέχονταν, ότι είχαν προνόμιο και όσοι έδωσαν χρήματα για προμήθεια τροφίμων, για την αγορά αναγκαίων. Οι Οικονομίδης, παρ. 277 σημ. 5, και Παπαδόπουλος Εκτελ. παρ. 508 σελ. 360-361, δέχονταν, ότι είχαν προνόμιο μόνο όσοι είχαν ως επάγγελμα την πώληση αναγκαίων μέσων (ΕφΠατρ 589/1902 Οεμ ΙΔ/554). Η διαφορετική όμως αυτή αντίληψη προερχόταν από τη διατύπωση του άρθρου 2101 του Γαλλικού Αστικού Kώδικος, το οποίο περιόριζε το προνόμιο μόνον στους κατ` επάγγελμα προμηθευτές. Ο νόμος, σύμφωνα με όσες ερμηνείες προαναφέρθηκαν, ρύθμισε ό,τι συμβαίνει συνήθως, όμως πλέον πρέπει και η επιδικασθείσα απαίτηση για διατροφή εις βάρος του υπόχρεου γονέα να μπορεί να καταταγεί προνομιακώς βάσει του άρθρου 975 αρ. 2 ΚΠολΔ κατόπιν διεύρυνσης της έννοιας της "απαίτησης", αφού σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης του πατέρα, ο οποίος έχει προβεί σε εκούσια αναγνώριση του τέκνου ως δικού του (άρθρο 1475 ΑΚ) και οφείλει να διατρέφει αυτό ανάλογα με τις δυνάμεις του (1484,1489 και 2 ΑΚ) καταβάλλοντας την εν λόγω διατροφή σε χρήμα (άρθρο 1496 ΑΚ), εφόσον δεν αναγνωρισθεί δικαίωμα προνομιακής κατάταξης για το επιδικαζόμενο ποσό της διατροφής, ενώ αναγνωρίζεται τέτοιο δικαίωμα σε τρίτα πρόσωπα που επρομήθευσαν τρόφιμα, θίγεται το ανήλικο τέκνο, αφού θα μείνει αρρύθμιστη μία περίπτωση απαίτησης για παροχή τροφίμων. Πρέπει, λοιπόν, να διευρυνθεί η έννοια της απαιτήσεως όπως διαγράφεται στο άρθρο 975 αρ. 2 ΚΠολΔ, ώστε να περιλαμβάνει και το ποσό που επιδικάσθηκε στο τέκνο. Με την αντίθετη λύση, όταν εκπλειστηριάζεται το μοναδικό ακίνητο του υπόχρεου γονέα, είναι τουλάχιστον αντικοινωνικό και απάνθρωπο να μην είναι δυνατόν να καταταγεί ποσό που έχει επιδικασθεί με δικαστική απόφαση στα τέκνα του (βλ. Στσθέας, ΕλλΔνη 24,1059). Τέλος πρέπει να διευκρινιστεί το γεγονός ότι το ποσό της διατροφής που επιδικάστηκε δεν έχει σημασία που περιλαμβάνει και άλλες δαπάνες εκτός από διατροφή, όπως ενδυμασία, οίκηση, νοσηλεία, διότι αυτά είναι εύκολο να αποχωρισθούν προκειμένου να τύχουν της προνομιακής προστασίας μόνο οι δαπάνες διατροφής, εκτός και αν αποδειχθεί ότι το ανωτέρω ποσό για το χρονικό διάστημα που επιδικάστηκε θα διετίθετο μόνο για διατροφή, δηλαδή για κάλυψη αναγκαίων τροφίμων, οπότε δεν γεννάται θέμα. Τέλος σημειώνεται ότι και στην περίπτωση αυτή τίθεται αφετήριο σημείο για τον αναδρομικό υπολογισμό του εξαμήνου η ημέρα του πλειστηριασμού, όπως ορίζεται στη διάταξη του άρθρου 975 αρ. 2 ΚΠολΔ (βλ. Εφθεσ 2295/2007 ΕΠολΔ 2008,538). Με βάση τα παραπάνω εκτιθέμενα, το παρόν Δικαστήριον κρίνει, ότι η καθ` ης η ανακοπή, τουλάχιστον για το ποσόν των τεσσάρων χιλιάδων τριακοσίων (4.300,00) ευρώ, πρέπει να καταταγεί προνομιακώς βάσει του άρθρου 975 αρ. 2 ΚΠολΔ, κρίνοντας ότι, τουλάχιστον το ποσόν αυτό διατέθηκε για την αγορά αναγκαίων τροφίμων του ανηλίκου τέκνου της, θέτοντας αυτό σε στερήσεις. Για το υπόλοιπο ποσό (7.700,00 - 4.300,00=) 3.400,00 ευρώ όμως η υπάλληλος του πλειστηριασμού εσφαλμένα κατέταξε (τυχαία και) προνομιακά την καθής και συνακόλουθα η τελευταία πρέπει να αποβληθεί από την προνομιακή της κατάταξη και στο ποσό αυτό που ελευθερώνεται (3.400,00) ευρώ να χωρήσει σύμμετρη κατάταξη των διαδίκων, η οποία βρίσκεται με την απλή μέθοδο των τριών και συνίσταται συγκεκριμένα στο γινόμενο του πλειστηριάσματος επί το κλάσμα που ως αριθμητή έχει την εκάστοτε απαίτηση και ως παρονομαστή το άθροισμα των αναγγελθεισών απαιτήσεων (ΑΠ 99/2004 ΕλλΔνη 45,1039). Συγκεκριμένα το ποσό του πλειστηριάσματος, στο οποίο θα γίνει η σύμμετρη κατάταξη των διαδίκων ανέρχεται στο ποσό των 3.400,00 ευρώ. Η απαίτηση της καθής ανέρχεται σε 7.700,00 και η απαίτηση της ανακόπτουσας σε 5.644,00 ευρώ. Επομένως η καθής πρέπει να καταταγεί σύμμετρα για το ποσό των 1.961,93 ευρώ [3.400 επί 7.700 διά 13.344 (= 7.700 + 5.644)] και στο ποσό που ελευθερώνεται, ύψους 1.438,07 ευρώ (3.400 -1.961,93) πρέπει να καταταγεί η ανακόπτουσα που έχει αναγγείλει νομίμως τις απαιτήσεις της συνολικού ποσού 5.644 ευρώ, πλην όμως εσφαλμένα κατετάγη μόνο για το ποσό των 1.748,57 ευρώ. Κατ` ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει ο λόγος της ανακοπής να γίνει εν μέρει δεκτός ως βάσιμος και κατ` ουσίαν και συνακόλουθα και η υπό κρίση ανακοπή και να μεταρρυθμιστεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης, ώστε να αποβληθεί η καθής εν μέρει από την προνομιακή της κατάταξη στο ποσό των 3.400 ευρώ, στο δε ποσό που ελευθερώνεται να χωρήσει σύμμετρη κατάταξη των διαδίκων, να καταταγεί η καθής στο ποσό των 1.961,93 ευρώ και να καταταγεί η ανακόπτουσα στο ποσό των 1.438,07 ευρώ. Τέλος πρέπει να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων λόγω του δυσερμήνευτου των διατάξεων που εφαρμόστηκαν (άρθρο 179 εδ. τελ. ΚΠολΔ) [...]

ΠΗΓΗ: NOMOS

Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.

Επικοινωνία

Θεσσαλονίκη

Πολυτεχνείου 21 (6ος Όροφος), 54626

2310525720

Αθήνα

Σολωμού 58 και Πατησίων (6ος Όροφος), 10682

2103810723

Για να σας παρέχουμε την καλύτερη online εμπειρία, χρησιμοποιούμε cookies.