Ρύθμιση της λειτουργίας των Εισπρακτικών Εταιριών
Άρθρο 1. Σκοπός. Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η θέσπιση αρχών συναλλακτικής συμπεριφοράς, κανόνων λειτουργίας και κρατικής εποπτείας των Εταιρειών Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις (εφεξής "Εταιρείες"), η ρύθμιση των σχέσεων τους με τους δανειστές και τους οφειλέτες αυτών, καθώς και η απαγόρευση της εκχώρησης ληξιπρόθεσμων οφειλών σε τρίτους.
Άρθρο 2. Πεδίο εφαρμογής. Οι Εταιρείες λειτουργούν σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και υποχρεούνται να τηρούν τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας περί προστασίας του καταναλωτή, περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής, του τραπεζικού απορρήτου, της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, ώστε να διασφαλίζεται η νομιμότητα της δράσης τους στην αγορά με ταυτόχρονη διασφάλιση του σεβασμού της προσωπικότητας και της οικονομικής ελευθερίας των οφειλετών.
Άρθρο 3. Ορισμοί. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, οι πιο κάτω όροι έχουν την ακόλουθη έννοια: 1. "Οφειλέτες": φυσικά ή νομικά πρόσωπα, όπως δανειολήπτες, εγγυητές πιστώσεων ή καταναλωτές, όπως ορίζονται στον Αστικό Κώδικα και στην κείμενη νομοθεσία περί προστασίας καταναλωτή. 2. "Δανειστές": κάθε πρόσωπο φυσικό ή νομικό που συναλλάσσεται στην αγορά και παρέχει στους πελάτες του πίστωση οποιασδήποτε μορφής, όπως πιστωτικά ιδρύματα, ανώνυμες εταιρίες παροχής πιστώσεων, ασφαλιστικές εταιρίες, εταιρίες κοινής ωφελείας, εταιρίες παροχής σταθερών και κινητών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εταιρίες πώλησης καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών. 3. "Εταιρείες Ενημέρωσης οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις": κεφαλαιουχικές εταιρίες που έχουν ως αποκλειστικό καταστατικό σκοπό την εξώδικη ενημέρωση οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων και απαιτητών χρηματικών οφειλών τους έναντι δανειστών, πριν από τη διενέργεια δικαστικών πράξεων και το στάδιο έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, που προέρχονται από συμβάσεις πίστωσης και εγγύησης και νόμιμες εμπορικές συναλλαγές, όπως αγορές αγαθών, παροχή υπηρεσιών, χορήγηση δανείων, εγγυήσεων και πιστώσεων, χρήση πιστωτικών καρτών, καθώς και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής των οφειλών, κατ` εντολή και για λογαριασμό των δανειστών, σύμφωνα με τις αρχές του άρθρου 4 του παρόντος. 4. "Ληξιπρόθεσμη οφειλή": το χρηματικό ποσό που οφείλει από νόμιμη αιτία ο οφειλέτης προς τον δανειστή και το οποίο έπρεπε να έχει καταβληθεί σε δήλη ημέρα ή σε ορισμένη προθεσμία από την καταγγελία, εφόσον είχε ταχθεί τέτοια προθεσμία και κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό. 5. "Ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις" (εφεξής "Ενημέρωση"): το σύνολο των εξώδικων ενεργειών στις οποίες προβαίνουν οι Εταιρείες προκειμένου να ενημερώσουν τους οφειλέτες για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών τους έναντι δανειστών, οι οποίες προσδιορίζονται από συμβάσεις και άλλα νόμιμα έγγραφα, όπως δανειστικά συμβόλαια, τιμολόγια, φορτωτικές, δελτία αποστολής, τα οποία διέπουν τη μεταξύ του δανειστή και του οφειλέτη σχέση. 6. "Σταθερό μέσο": κάθε μέσο που επιτρέπει την αποθήκευση πληροφοριών κατά τρόπο προσβάσιμο για μελλοντική αναφορά επί χρονικό διάστημα επαρκές για τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι πληροφορίες και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών.
Άρθρο 4. Αρχές που διέπουν την Ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις. 1. Η εν γένει επιχειρηματική δράση των Εταιρειών στην αγορά διέπεται από τις αρχές της επαγγελματικής δεοντολογίας, της ευπρέπειας, της συναλλακτικής ευθύτητας, της ειλικρίνειας κατά την επικοινωνία, της διαφάνειας, του σεβασμού της προσωπικότητας, της ιδιωτικής ζωής, της υγείας, της ασφάλειας, του τραπεζικού απορρήτου και της συμβατικής και οικονομικής ελευθερίας. 2. Η παρέμβαση των Εταιρειών αφορά αποκλειστικά και μόνο στην ενημέρωση των οφειλετών για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών τους έναντι δανειστών και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής αυτών, κατ` εντολή και για λογαριασμό των δανειστών. Απαγορεύεται στους δανειστές η σύναψη σύμβασης για τους σκοπούς του παρόντος νόμου με Εταιρείες που δεν περιλαμβάνονται στο Μητρώο του άρθρου 7 του παρόντος. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής ενημέρωσης για την ίδια ληξιπρόθεσμη οφειλή σε περισσότερες πλην μίας Εταιρείες Ενημέρωσης. 3. Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο είσπραξη από τις Εταιρείες ληξιπρόθεσμων οφειλών, καθώς και η ανάθεση μέρους ή της όλης δραστηριότητας αυτών κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 3, σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο. 4. Πριν από κάθε ενέργεια Ενημέρωσης απαιτείται η από τον δανειστή προς τον οφειλέτη επιβεβαίωση των οφειλών με κάθε διαθέσιμο τρόπο και η ταυτοποίηση του οφειλέτη, καθώς και η ενημέρωση του για τη διαβίβαση των δεδομένων του στην Εταιρεία συμφώνως και προς το άρθρο 11 του ν. 2472/1997, ως εκάστοτε αυτός ισχύει. Η επικοινωνία με τον οφειλέτη πρέπει να γίνεται, σύμφωνα με τις αρχές της παραγράφου 1, εντός εύλογου χρόνου και με συχνότητα οχλήσεων όχι πέραν της μίας ανά δεύτερη ημέρα. Η τηλεφωνική επικοινωνία στο χώρο εργασίας του οφειλέτη γίνεται, μόνο εφόσον ο συγκεκριμένος τηλεφωνικός αριθμός έχει δηλωθεί ως μοναδικός αριθμός επικοινωνίας από τον τελευταίο. «Η τηλεφωνική επικοινωνία από την Εταιρεία για την ενημέρωση του οφειλέτη για ληξιπρόθεσμη απαίτηση επιτρέπεται να πραγματοποιείται μετά την πάροδο δέκα ημερών από την ημέρα που αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη, από τις 9:00 έως 20:00 και μόνο τις εργάσιμες ημέρες. Οι δανειστές παρέχουν στις Εταιρείες μόνο τα αναγκαία για την επικοινωνία στοιχεία των οφειλετών Οι Εταιρείες χρησιμοποιούν τα δεδομένα των οφειλετών για τους σκοπούς, για τους οποίους διαβιβάσθηκαν τα δεδομένα από τον δανειστή σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, καθώς και για την υπεράσπιση δικαιώματος τους ενώπιον των δικαστηρίων ή άλλης δημόσιας αρχής. Απαγορεύεται στις Εταιρείες η διαβίβαση των στοιχείων σε τρίτους, με ή χωρίς αντάλλαγμα, καθώς και η χρήση τους για άλλους σκοπούς. Ως τρίτοι, κατά την έννοια του παρόντος νόμου, θεωρούνται και οι θυγατρικές εταιρείες των Εταιρειών. Πρόσβαση στα δεδομένα έχουν η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων του παρόντος νόμου, άλλες δημόσιες αρχές και οι δικαστικές αρχές στο πλαίσιο της άσκησης των εκ του νόμου αρμοδιοτήτων τους. Οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 2472/1997 (Α` 50) για το απόρρητο και την ασφάλεια της επεξεργασίας εφαρμόζονται αναλόγως στα αρχεία που περιέχουν δεδομένα οφειλετών που είναι νομικά πρόσωπα.» *** Τα πιο πάνω μέσα σε " " εδάφια της παρ.4 προστέθηκαν με το άρθρο 36 παρ.1 Ν.4038/2012,ΦΕΚ Α 14/2.2.2012. 5. Η ανάθεση της Ενημέρωσης από τον δανειστή προς την Εταιρεία γίνεται εγγράφως ή μέσω σταθερού μέσου αποθήκευσης πληροφοριών, κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 3. Οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α`) για το απόρρητο και την ασφάλεια της επεξεργασίας βαρύνουν αναλόγως και την Εταιρεία. 6. Δεν επιτρέπεται στον δανειστή η ανάθεση εντολής για Ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές που δεν εμπίπτουν στην έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 3 ή έχουν υποβληθεί σε ρύθμιση ή διακανονισμό που τηρείται ή έχει παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής Ενημέρωσης για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, οι οποίες απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 (ΦΕΚ 191 Α`), όπως εκάστοτε ισχύει. 7. Ο οφειλέτης δεν επιβαρύνεται με δαπάνες για τη` ανάθεση της Ενημέρωσης από τον δανειστή προς την Εταιρεία.
Άρθρο 5. Αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές Εταιρειών προς οφειλέτες. Απαγορεύεται στις Εταιρείες να προβαίνουν σε αθέμιτες και παραπλανητικές πρακτικές προς τους οφειλέτες, όπως: 1. Η, κατά την επικοινωνία με τον οφειλέτη, εμφάνιση των υπαλλήλων τους υπό ιδιότητες που δεν διαθέτουν όπως υπαλλήλων των δανειστών, δικηγόρων ή δικαστικών επιμελητών. 2. Η άσκηση σωματικής βίας, ψυχολογικής πίεσης περί διακινδύνευσης του επαγγέλματος, των περιουσιακών στοιχείων ή της ζωής του οφειλέτη ή των οικείων του. 3. Η επίδειξη προσβλητικής συμπεριφοράς ή η χρήση προσβλητικών εκφράσεων εναντίον του οφειλέτη ή και των οικείων του. 4. Η δυσφήμιση ή η απειλή δυσφήμισης του οφειλέτη στο οικογενειακό ή εργασιακό περιβάλλον του. 5. Η εκμετάλλευση περιστάσεων αντικειμενικής αδυναμίας του οφειλέτη. 6. Η απειλή λήψης μη νόμιμου μέτρου σε βάρος του. 7. Η παραπλανητική πληροφόρηση του οφειλέτη. 8. Οι κατ` οίκον ή στο χώρο εργασίας του οφειλέτη επισκέψεις, καθώς και οι επισκέψεις σε άλλους χώρους αυστηρώς προσωπικούς, όπως νοσοκομεία. 9. Η όχληση των οικείων προσώπων του κατά την έννοια της περίπτωσης 4. 10. Η παραπλανητική χρήση και παρουσίαση εγγράφων που δημιουργούν εσφαλμένα την εντύπωση ότι πρόκειται για δικαστικά έγγραφα. 11. Η οποιαδήποτε επικοινωνία που περιλαμβάνει ανακριβείς πληροφορίες σχετικά με τις συνέπειες αθέτησης πληρωμών. 12. Η επικοινωνία για οφειλές οι οποίες απορρέουν από γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί κατά χρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994, όπως εκάστοτε ισχύει.
Άρθρο 6. Ειδικές υποχρεώσεις Εταιρειών. 1. Οι Εταιρείες υποχρεούνται να διαθέτουν επαρκή διοικητική και τεχνολογική υποδομή που να περιλαμβάνει, τουλάχιστον, ένα ολοκληρωμένο τηλεφωνικό κέντρο και δίκτυο ηλεκτρονικών υπολογιστών. Οι Εταιρείες υποχρεούνται να απασχολούν υπαλληλικό προσωπικό τουλάχιστον μέσης εκπαίδευσης, το οποίο οφείλουν να επιμορφώνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα σι σχέση με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο και ιδίως με τις διατάξεις του παρόντος και της νομοθεσίας περί προστασίας προσωπικών δεδομένων, με σκοπό την επίδειξη προσήκουσας, κατά το νόμο και τα συναλλακτικά ήθη, συμπεριφοράς έναντι των οφειλετών. Οι Εταιρείες υποχρεούνται να έχουν ελάχιστα ίδια κεφάλαια ύψους τριακοσίων πενήντα χιλιάδων (350.000) ευρώ. 2. Σε κάθε προφορική επικοινωνία με τον οφειλέτη, οι Εταιρείες έχουν υποχρέωση να διαθέτουν εμφανή τον αριθμό προέλευσης κλήσης, να παρέχουν πλήρη και σαφή Ενημέρωση στους οφειλέτες, τόσο για το ονοματεπώνυμο του καλούντος υπαλλήλου και την ιδιότητα του, όσο και για τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας κατά την έννοια του άρθρου 7 και το σκοπό της επικοινωνίας τους. Σε κάθε δε έγγραφη επικοινωνία, είτε με επιστολή είτε με σταθερό μέσο, κατά την έννοια της παραγράφου 6 του άρθρου 3, οι Εταιρείες υποχρεούνται, πλέον των ανωτέρω, να αναγράφουν, την πλήρη εμπορική επωνυμία τους, την ταχυδρομική διεύθυνση της καταστατικής έδρας τους, με οδό, αριθμό, πόλη, ταχυδρομικό κώδικα, τηλεφωνικό αριθμό, αριθμό τηλεομοιοτυπίας και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς και τον αριθμό Μητρώου της Εταιρείας κατά την έννοια του άρθρου 7. Απαγορεύεται στις Εταιρείες να αντιποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο κατά την επικοινωνία τους με τους οφειλέτες την επωνυμία ή το διακριτικό τίτλο των δανειστών - εντολέων τους. 3. Εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη, οι Εταιρείες υποχρεούνται να παρέχουν σε αυτόν εγγράφως και ατελώς πλήρη και ακριβή αναλυτικά στοιχεία για το ύψος και την προέλευση της ληξιπρόθεσμης οφειλής, κατά κεφάλαιο, τόκους, έξοδα και προσαυξήσεις, όπως αυτές έχουν προσδιορισθεί από τον δανειστή, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την πρώτη προφορική επικοινωνία. 4. Οι εκάστοτε ανατιθέμενες ενέργειες Ενημέρωσης αποτυπώνονται με σαφήνεια στη σύμβαση που διέπει τις σχέσεις δανειστή και Εταιρείας. 5. Απαγορεύεται στις Εταιρείες να ενεργούν πράξεις, οι οποίες ασκούνται αποκλειστικά από δικηγόρους ή δικαστικούς επιμελητές, όπως έρευνα στα υποθηκοφυλακεία ή κτηματολογικά γραφεία, παράσταση σε δημόσιες αρχές, κοινοποίηση δικαστικών ή εξώδικων πράξεων, κίνηση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης ή με οποιονδήποτε τρόπο συμμετοχή σε αυτήν, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954, ΦΕΚ 235 Α`) και του Κώδικα Δικαστικών Επιμελητών (ν. 2318/1995, ΦΕΚ 126 Α`), όπως εκάστοτε ισχύουν. Απαγορεύεται στις Εταιρείες να αναθέτουν τη δικαστική διεκδίκηση των οφειλών σε δικηγόρους και δικαστικούς επιμελητές της δικής τους επιλογής, έργο που ανήκει αποκλειστικά στους δανειστές. 6. Απαγορεύεται στις Εταιρείες η πρόσβαση σε αρχεία οικονομικής συμπεριφοράς, όπως στην "ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.", ή σε άλλα αρχεία για τη διακρίβωση της πιστοληπτικής ικανότητας του οφειλέτη. «7. Οι Εταιρείες τηρούν ηλεκτρονικό αρχείο στο οποίο καταγράφονται τα στοιχεία όλων των τηλεφωνικών επικοινωνιών προς τον οφειλέτη, και ειδικότερα η ημερομηνία, η ώρα και η οφειλή για την οποία έγινε η επικοινωνία. Κατά την έναρξη της επικοινωνίας ο οφειλέτης ενημερώνεται για την καταγραφή των ανωτέρω στοιχείων και τη διάρκεια τήρησης τους. Τα στοιχεία αυτά καταστρέφονται μετά την πάροδο ενός έτους από την τελευταία επικοινωνία, εκτός αν αιτηθεί τη διατήρηση τους ο οφειλέτης για τα στοιχεία που τον αφορούν ή η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή για τον έλεγχο της τήρησης των διατάξεων του παρόντος νόμου. Τα ανωτέρω στοιχεία απαγορεύεται να χρησιμοποιηθούν για οποιονδήποτε σκοπό πέραν του ελέγχου της εκτέλεσης της σύμβασης από τον δανειστή, της τήρησης των διατάξεων του παρόντος νόμου και της υπεράσπισης δικαιώματος των Εταιρειών ενώπιον των δικαστηρίων. Οι Εταιρείες οφείλουν να παρέχουν, μετά από αίτηση του οφειλέτη ή μετά από αίτημα της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, εντός δέκα ημερών και χωρίς επιβάρυνση αντίγραφο με τα στοιχεία των τηλεφωνικών επικοινωνιών που αφορούν στο συγκεκριμένο οφειλέτη. Υπεύθυνος επεξεργασίας κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο ζ` του ν. 2472/1997 του αρχείου της παρούσας παραγράφου ορίζεται η Εταιρεία, η οποία απαλλάσσεται από την υποχρέωση γνωστοποίησης του άρθρου 6 του ν. 2472/1997. 8. Οι φορείς παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών διαθέσιμων στο κοινό, οφείλουν, εφόσον τα τηρούν για το σκοπό της χρέωσης των υπηρεσιών τους, να χορηγούν χωρίς επιβάρυνση στον οφειλέτη ή για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων της στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, και εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, κατάσταση με τα συναφή δεδομένα κίνησης των τηλεφωνικών συνδέσεων, καθώς και τα αναγνωριστικά στοιχεία της ταυτότητας του συνδρομητή της τηλεφωνικής σύνδεσης από την οποία πραγματοποιήθηκε η επικοινωνία με τον οφειλέτη προκειμένου να ελεγχθεί καταγγελία για παραβίαση των διατάξεων του παρόντος νόμου.» *** Οι παράγραφοι 7 και 8 προστέθηκαν με την παράγραφο 2 άρθρου 36 Ν.4038/2012,ΦΕΚ Α 14/2.2.2012.Κατά την παράγραφο 6 του αυτού άρθρου και νόμου: "6. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 αρχίζει μετά την πάροδο δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως".
Άρθρο 7. Μητρώο εγγραφής Εταιρειών. 1. Οι Εταιρείες εγγράφονται υποχρεωτικά στο Μητρώο Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών για Ληξιπρόθεσμες Απαιτήσεις (εφεξής "Μητρώο") στο οποίο καταχωρούνται και τα πλήρη στοιχεία των νόμιμων εκπροσώπων των Εταιρειών. 2. Το Μητρώο είναι δημόσιο βιβλίο και τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης σε ηλεκτρονική μορφή, η δε πρόσβαση σε αυτό γίνεται ατελώς. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα τήρησης και λειτουργίας του Μητρώου, κάθε λεπτομέρεια, τεχνική ή μη, σχετική με τη λειτουργία του, καθώς και οι προϋποθέσεις και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την εγγραφή Εταιρείας στο Μητρώο. ***Βλέπε και σχετική ΥΑ 1/8.7.2009 (ΦΕΚ Β΄ 1461/20.7.2009) "Μητρώο Εγγραφής Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών για Ληξιπρόθεσμες Απαιτήσεις ("Μητρώο")". 3. Οι Εταιρείες υποχρεούνται πριν από την έναρξη της δραστηριότητας τους να υποβάλουν αίτηση για την καταχώρηση τους στο Μητρώο. Στη σφραγίδα, στα έντυπα, στα έγγραφα και στις συμβάσεις που συνάπτουν οι Εταιρείες αναγράφεται υποχρεωτικά ο αριθμός εγγραφής τους στο Μητρώο. 4. Η καταχώρηση στο Μητρώο αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την υποβολή της δήλωσης έναρξης εργασιών της Εταιρείας στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία και αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση εγγραφής στο Μητρώο, που χορηγείται από το Υπουργείο Ανάπτυξης. 5. Αν η Εταιρεία δεν πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος νόμου, ο Υπουργός Ανάπτυξης, με αιτιολογημένη απόφαση του που εκδίδεται εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την κατάθεση της αίτησης καταχώρησης στο Μητρώο, αρνείται την εγγραφή της Εταιρείας σε αυτό. 6. Στην περίπτωση κατά την οποία εγγεγραμμένη Εταιρεία στο Μητρώο παραβιάζει τις διατάξεις του παρόντος νόμου, ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί, με αιτιολογημένη απόφαση του, να προβαίνει στις Κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 του παρόντος. Η διαγραφή Εταιρείας από το Μητρώο συνεπάγεται αυτοδικαίως την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της. Η απόφαση περί διαγραφής Εταιρείας από το Μητρώο κοινοποιείται στην αρμόδια για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας Αρχή και στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία.
Άρθρο 8. Προστασία απορρήτου. 1. Οι Εταιρείες υποχρεούνται να μεριμνούν για την προστασία του επιχειρηματικού και προσωπικού απορρήτου. Ειδικότερα, οφείλουν να απέχουν από κάθε προσβολή προσωπικών δεδομένων του οφειλέτη και ιδιαίτερα των προσωπικών δεδομένων του σε ό,τι αφορά τα οικονομικά στοιχεία, όπως αριθμοί λογαριασμών, πιστωτικών καρτών, καταναλωτικά δάνεια, ηλεκτρονικές συναλλαγές, στα πλαίσια της κείμενης νομοθεσίας περί απορρήτου και προσωπικής ζωής του οφειλέτη και των αποφάσεων των ανεξάρτητων αρχών που είναι επιφορτισμένες με την τήρηση τους. «2. Οι Εταιρείες καταγράφουν υποχρεωτικώς το περιεχόμενο κάθε τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον οφειλέτη. Το περιεχόμενο της καταγραφής δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί σε βάρος του οφειλέτη, δικαστικώς ή εξωδίκως, και διατηρείται από τις Εταιρείες υποχρεωτικώς για ένα έτος από την πραγματοποίηση της επικοινωνίας. Με την πάροδο του έτους η καταγραφή καταστρέφεται εκτός αν τη διατήρηση της αιτηθεί ο οφειλέτης ή μετά από καταγγελία αυτού η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή. Κατά την έναρξη της επικοινωνίας ενημερώνεται ο οφειλέτης για την καταγραφή της συνομιλίας, τη διάρκεια τήρησης της και ότι η καταγραφή γίνεται για τη διασφάλιση των δικών του δικαιωμάτων και μόνο. Οι Εταιρείες υποχρεούνται να χορηγούν ηλεκτρονικά αντίγραφα των καταγεγραμμένων επικοινωνιών με τους οφειλέτες στον ίδιο τον οφειλέτη για τα δεδομένα που τον αφορούν ή στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή στο πλαίσιο του ελέγχου σχετικών καταγγελιών ή αυτεπάγγελτου ελέγχου των Εταιρειών μέσα σε δέκα ημέρες από τότε που θα τους ζητηθεί. Υπεύθυνος επεξεργασίας κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο ζ` του ν. 2472/1997 του αρχείου της παρούσας παραγράφου ορίζεται η Εταιρεία, η οποία απαλλάσσεται από την υποχρέωση γνωστοποίησης του άρθρου 6 του ν. 2472/1997. 3. Η καταγραφή της παραγράφου 2 επιτρέπεται, όταν οι Εταιρείες προβαίνουν, στο πλαίσιο ανάθεσης από τους δανειστές, σε ρύθμιση ή διακανονισμό οφειλής, μετά από ενημέρωση του οφειλέτη, να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό παροχής αποδεικτικών στοιχείων της πραγματοποιηθείσας εμπορικής συναλλαγής. Στην περίπτωση αυτή οι Εταιρείες υποχρεούνται να κοινοποιούν εντός δέκα ημερών στον οφειλέτη πρακτικό του διακανονισμού. Δεν επιτρέπεται η κατά τον παραπάνω τρόπο σύναψη ρύθμισης ή διακανονισμού που επιδεινώνει τη θέση του οφειλέτη. Η επικοινωνία με τον οφειλέτη και ο διακανονισμός με αυτόν δεν οδηγούν σε αναγνώριση της οφειλής εκ μέρους του οφειλέτη.» *** Οι παράγραφοι 2 και 3 προστέθηκαν με το άρθρο 36 παρ.3 Ν.4038/2012, ΦΕΚ Α 14/2.2.2012.Κατά την παράγραφο 6 του αυτού άρθρου και νόμου: "6. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 αρχίζει μετά την πάροδο δύο (2) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως".
Άρθρο 9. Σχέσεις Εταιρειών με δανειστές. 1. Κάθε Εταιρεία οφείλει να παρέχει διαφανείς, επαγγελματικές και αποτελεσματικές υπηρεσίες προς τους δανειστές. Η τυχόν ύπαρξη διακανονισμού μεταξύ οφειλέτη και δανειστή αναστέλλει κάθε ενέργεια της Εταιρείας προς όχληση του οφειλέτη για όσο χρονικό διάστημα τηρείται ο διακανονισμός. 2. Με επιμέλεια και ευθύνη του δανειστή, οι επί τη βάσει της σύμβασης μεταξύ αυτού και της Εταιρείας επί μέρους εντολές πρέπει να καθορίζουν με πληρότητα, τις σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου απαιτήσεις κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. 3. Κάθε δανειστής υποχρεούται να παρέχει εντολή προς ενημέρωση μόνο για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 3, οι οποίες δεν απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, καθώς και οι όροι που αναφέρονται στις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση της παραγράφου 21 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994, τηρώντας τις διατάξεις περί απορρήτου και περί προστασίας προσωπικών δεδομένων των πελατών του. Παράβαση της υποχρέωσης αυτής επάγεται αστική ευθύνη του δανειστή προς αποζημίωση της Εταιρείας και του οφειλέτη. Απαγορεύεται στους δανειστές, επί ποινή ακυρότητας, να συνάπτουν συμβάσεις με Εταιρείες, οι οποίες δεν είναι εγγεγραμμένες στο Μητρώο του άρθρου 7 του παρόντος «ή σε άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα». Η παράβαση των διατάξεων αυτών επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων στο άρθρο 10 κυρώσεων, τόσο σε βάρος των δανειστών όσο και σε βάρος των Εταιρειών «ή των άλλων προσώπων» . *** Οι μέσα σε " " λέξεις της παρ.3 προστέθηκαν με το άρθρο 36 παρ.4 Ν.4038/2012,ΦΕΚ Α 14/2.2.2012. 4. Δεν επιτρέπεται στις Εταιρείες να παρεκκλίνουν από τις εντολές του δανειστή ούτε και η αμοιβή τους να συνδέεται με την επιλογή εκ μέρους του οφειλέτη συγκεκριμένου τρόπου αποπληρωμής. Απαγορεύεται η εκχώρηση από δανειστή ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων προς είσπραξη, είτε προς Εταιρείες Ενημέρωσης υπό την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 3 είτε προς οποιονδήποτε τρίτο. 5. Παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου θεμελιώνει και εις ολόκληρον ευθύνη του δανειστή και της Εταιρείας έναντι του οφειλέτη. «6. Οι διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 8 εφαρμόζονται και για τους δανειστές όταν προβαίνουν σε επαναλαμβανόμενη ενημέρωση των οφειλετών για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους.» *** Η παράγραφος 6 προστέθηκε με το άρθρο 36 παρ.4 Ν.4038/2012,ΦΕΚ Α 14/2.2.2012.
Άρθρο 10. Κυρώσεις. 1. Με την επιφύλαξη των κειμένων διατάξεων για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως των νόμων 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α`) και 3471/2006 (ΦΕΚ 133 Α`) και άλλων ειδικότερων διατάξεων, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης επιβάλλεται σε βάρος των Εταιρειών «και των δανειστών» που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής το ανώτατο όριο προστίμου διπλασιάζεται και ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί να διατάξει και την προσωρινή διαγραφή της Εταιρείας από το Μητρώο για χρονικό διάστημα από ένα (1) έως έξι (6) μήνες και, σε περίπτωση περαιτέρω υποτροπής, μπορεί να διατάξει την οριστική διαγραφή της Εταιρείας. «Ειδικά για τις παραβιάσεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 4, της παραγράφου 7 του άρθρου 6 και της παραγράφου 2 του άρθρου 8 από τις οποίες θίγεται το δικαίωμα στην προστασία προσωπικών δεδομένων φυσικών προσώπων αρμόδια είναι η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Για το ύψος του προστίμου εφαρμόζεται η παρούσα παράγραφος.» *** Οι λέξεις «και των δανειστών» της παρ. 1 και τα δύο τελευταία εδάφια αυτής προστέθηκαν με το άρθρο 36 παρ.5 Ν.4038/2012,ΦΕΚ Α 14/2.2.2012. 2. Τα ποσά των προστίμων που επιβάλλονται αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974, ΦΕΚ 90 Α`) και μπορεί να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης. 3. Η επιβολή των ως άνω διοικητικών κυρώσεων είναι ανεξάρτητη από κάθε άλλη αστική, ποινική ή πειθαρχική κύρωση που τυχόν προβλέπεται σε βάρος των Εταιρειών από τον παρόντα νόμο και την κείμενη νομοθεσία.
Άρθρο 11. Υπηρεσία Τήρησης του Μητρώου. Στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης συνιστάται αυτοτελές Τμήμα Μητρώου για την τήρηση και διαχείριση του Μητρώου, τη χορήγηση βεβαίωσης εγγραφής, τη διαχείριση του Μητρώου, τη διαχείριση των υποβαλλόμενων καταγγελιών, τη διενέργεια ελέγχων για την τήρηση της κείμενης νομοθεσίας και την καταχώρηση των κυρώσεων που επιβάλλονται βάσει του άρθρου 10, καθώς και τη διαγραφή από το Μητρώο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 6 του άρθρου 7. Το τμήμα αυτό στελεχώνεται από υπαλλήλους που υπηρετούν στο Υπουργείο Ανάπτυξης, υπό κάθε υπηρεσιακή κατάσταση που προβλέπεται στον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών και Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, ΦΕΚ 26 Α`). Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την οργάνωση, τη λειτουργία του τμήματος, τη διαδικασία ελέγχου, τη συνεργασία των κλιμακίων ελέγχου με συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς, την έναρξη λειτουργίας του, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και ειδική λεπτομέρεια. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης ρυθμίζονται τα θέματα αμοιβής των μελών των κλιμακίων ελέγχων.
Άρθρο 12. Μεταβατικές διατάξεις. Εντός δύο (2) μηνών από την έκδοση της υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 7 του παρόντος νόμου όλες οι Εταιρείες που ήδη τελούν σε λειτουργία οφείλουν να καταθέσουν στο Υπουργείο Ανάπτυξης τα προβλεπόμενα στην απόφαση αυτή δικαιολογητικά για την εγγραφή τους στο Μητρώο και τη λήψη βεβαίωσης εγγραφής τους σε αυτό.
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.