Προστασία σεναρίου τηλεοπτικής σειράς – Έννοια πρωτοτυπίας (Άρειος Πάγος - αριθμός απόφασης 196/2010)
Ι. [...] Εξάλλου, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν 2121/1993 «οι πνευματικοί δημιουργοί, με τη δημιουργία του έργου, αποκτούν πάνω σ’ αυτό πνευματική ιδιοκτησία, που περιλαμβάνει, ως αποκλειστικά και απόλυτα δικαιώματα, το δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου (περιουσιακό δικαίωμα) και το δικαίωμα της προστασίας του προσωπικού του δεσμού προς αυτό (ηθικό δικαίωμα). Με το άρθρο 2 παρ. 1 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «Ως έργο νοείται κάθε πρωτότυπο πνευματικό δημιούργημα λόγου, τέχνης ή επιστήμης, που εκφράζεται με οποιαδήποτε μορφή, ιδίως τα γραπτά ή προφορικά κείμενα, οι μουσικές συνθέσεις, με κείμενο ή χωρίς, τα θεατρικά έργα, με μουσική ή χωρίς, οι φωτογραφίες, τα έργα των εφαρμοσμένων τεχνών, οι εικονογραφήσεις, οι χάρτες, τα τρισδιάστατα έργα που αναφέρονται στη γεωγραφία, την τοπογραφία, την αρχιτεκτονική ή την επιστήμη. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι το έργο, ως πνευματικό δημιούργημα λόγου, τέχνης ή επιστήμης, που εκφράζεται με οποιαδήποτε μορφή προσιτή στις αισθήσεις, προστατεύεται από τις εν λόγω και λοιπές διατάξεις του νόμου αυτού, εφόσον, ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις της γενικής ρήτρας (άρθρο 2 παρ. 1), δηλαδή εφόσον είναι πρωτότυπο. Η «πρωτοτυπία», η έννοια της οποίας δεν προσδιορίζεται γενικά από το νόμο, είναι η κρίση ότι, κάτω από παρόμοιες συνθήκες και με τους ίδιους στόχους, κανένας άλλος δημιουργός, κατά λογική πιθανολόγηση, δεν θα ήταν σε θέση να δημιουργήσει έργο όμοιο ή ότι παρουσιάζει μια ατομική ιδιομορφία ή ένα ελάχιστο όριο «δημιουργικού ύψους», κάποια απόσταση δηλαδή από τα ήδη γνωστά ή αυτόνομα. Η κρίση για την πρωτοτυπία του κάθε έργου στηρίζεται στην «ατομικότητά» του η οποία αντανακλά την ιδιαιτερότητα της δημιουργικής διαδικασίας του δημιουργού του και η οποία συνίσταται και αποδεικνύεται με τη διευθέτηση των μερών της εργασίας του, τη μέσω αυτής σχηματοποίηση της δημιουργικής ιδέας του, τη σπουδή κάθε μέρους της, την προσαρμογή και εναρμόνιση του ενός με το άλλο, έτσι ώστε να απαρτίζουν ένα αρμονικό σύνολο, να διαθέτει «στατιστική μοναδικότητα», με την έννοια ότι, κάτω από τις ίδιες ακριβώς συνθήκες και με τους στόχους, κανένας άλλος δημιουργός, κατά λογική πιθανολόγηση, δεν θα ήταν σε θέση να δημιουργήσει έργο όμοιο, ή να παρουσιάζει μια ατομική ιδιομορφία, ή ένα ελάχιστο όριο δημιουργικού ύψους, ώστε να ξεχωρίζει ή διαφοροποιείται από τα έργα της καθημερινότητας (ΑΠ 257/2005, 152/2005). Επομένως, εάν ένα πνευματικό δημιούργημα είναι πρωτότυπο ή όχι αποτελεί ζήτημα πραγματικό, που υπόκειται σε απόδειξη, και για το οποίο αποφαίνονται ανελέγκτως τα δικαστήρια της ουσίας (ΑΠ 1248/2003). Με τις διατάξεις του νόμου 2121/1993 προστατεύονται και τα σενάρια οπτικοακουστικών έργων τηλεοπτικών σειρών που προβάλλονται σε επαναλαμβανόμενα επεισόδια πολλών δεκάδων ή και εκατοντάδων, που δεν μεταδίδονται ζωντανά από την τηλεόραση, αλλά έχουν εγγραφεί σε υλικό φορέα από πριν, οι δημιουργοί των επί μέρους συμβολών των οποίων, όπως ο συγγραφέας του σεναρίου, απολαμβάνουν πρωτογενώς του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας της επί μέρους καλλιτεχνικής συμβολής του (άρθρο 34 παρ. 2 του Ν 2121/1993). Η προστασία όμως που αναγνωρίζεται στο σενάριο του οπτικοακουστικού έργου στο πλαίσιο του ίδιου Νόμου, αφορά μόνο τα επί μέρους στοιχεία του που περιέχουν τα κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του Ν 2121/1993 απαιτούμενα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν της πρωτοτυπίας, του δημιουργικού ύφους, και της στατικής μοναδικότητας, και όχι όμως και τα στοιχεία εκείνα της καθημερινότητας και της κοινής θεματολογίας που αναφέρονται σε περιεχόμενα, πλοκές, αλληλουχία καταστάσεων διαλόγους ή καταστάσεις που απαντώνται, σε πολλές άλλες γνωστές και άγνωστες παρόμοιες τηλεοπτικές σειρές, προβαλλόμενες από τους διάφορους σταθμούς και δεν αποτελούν εσωτερικά πρωτότυπα στοιχεία απολαυόντα προστασίας, αλλά κοινότυπα στοιχεία διαπλοκής πάσης φύσεως σχέσεων (οικογενειακών ερωτικών, επαγγελματικών, ταξικών κ.λπ.), χωρίς καμία πρωτοτυπία δημιουργικής σύλληψης, γιατί τελούν, χωρίς ουσιαστικές παραλλαγές, στο σύνολό τους, υπό το πρίσμα των ίδιων εκδοχών (π.χ. εξώγαμα τέκνα, καυγάδες, ερωτικά πάθη, ερωτικές αντιζηλίες, συγκρούσεις γονέων και τέκνων, ερωτικά τρίγωνα πολλές φορές και συγγενών εξ αγχιστείας ώριμης ηλικίας ατόμων με πολύ νεώτερα άτομα, εκμετάλλευση των σχέσεων αυτών για ιδιοτελείς σκοπούς εκ μέρους των νεώτερων ατόμων, διαζύγια, εκβιασμοί, αδικήματα επιβουλής ζωής κ.λπ.). Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά ως αποδειχθέντα τα εξής: «Οι εκκαλούσες – εφεσίβλητες Μ. και Θ. Τ., μητέρα και θυγατέρα αντίστοιχα, ενεργώντας από κοινού, ολοκλήρωσαν περί το τέλος του έτους 2000 τη συγγραφή ενός σεναρίου – ρομάντσου κατάλληλου για τηλεοπτική διασκευή και προβολή σε σειρά επεισοδίων με τον τίτλο «Δ.» το οποίο, αφού διατύπωσαν σε κείμενο δέκα πυκνογραμμένων σελίδων, το κατέθεσαν, στις 11.1.2002, στη Συμβ/φο Αθηνών …, η οποία και συνέταξε την υπ’ αριθμ. …/11.1.2002 σχετική πράξη της. Στο κείμενο αυτό, που όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αποκαλείται διεθνώς με τον όρο Filmexpose ή bible, αφενός σκιαγραφούνται οι ήρωες της σειράς και το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, στο οποίο αυτοί εντάσσονται, και αφετέρου διαγράφεται, κατά συνοπτικό τρόπο, η πλοκή αυτής, η οποία, στην προκειμένη περίπτωση, έχει ως ακολούθως: «Η Χριστίνα είναι ένα πανέμορφο 25χρονο κορίτσι, που εργάζεται σε οίκο μόδας (πίσω όμως από τον οποίο κρύβεται μια καλά οργανωμένη υπηρεσία κολ – γκερλς) για να μεγαλώσει το νόθο παιδί της (Λένα), που έχει αποκτήσει με το Δημήτρη, ο οποίος έχει εξαφανιστεί για να μην επωμιστεί τις ευθύνες του. Μέσα από το επάγγελμα της αυτό γνωρίζεται με τον πλούσιο 55χρονο επιχειρηματία Παύλο Μακρή, που έχει δύο παιδιά απ’ τον πρώτο του γάμο τον Κώστα και την Έλσα. Ο Παύλος ερωτεύεται τη Χριστίνα, την οποία και παντρεύεται υιοθετώντας παράλληλα και την ως άνω εξώγαμη κόρη της. Η δική του όμως κόρη, η Έλσα, που είναι ψυχίατρος, είναι παντρεμένη με το Δημήτρη, με τον οποίο δεν έχουν αποκτήσει παιδί λόγω προβλήματος της Έλσας. Όταν η Χριστίνα, σύζυγος του Παύλου, συναντηθεί με το Δημήτρη (γαμπρό του Παύλου) αρχίζει να ξαναζωντανεύει ο ερωτάς τους και η ‘Ελσα, όντας δολοπλόκα και ραδιούργα, προσπαθεί να την απομακρύνει από τη ζωή του άντρα και πατέρα της. Στο τέλος, μετά από διάφορες περιπέτειες, ο μεν Παύλος πεθαίνει, η δε Χριστίνα, ο Δημήτρης και το παιδί τους (Λένα) θα βρεθούν όλοι μαζί αγαπημένοι, ενώ η κακιά και στείρα Έλσα θα δώσει διαζύγιο στο Δημήτρη και θα αποκατασταθεί και αυτή με ένα συνάδελφό της». Το σενάριο αυτό, συνοδευόμενο από μορφοποίηση των δυο πρώτων επεισοδίων, οι εκκαλούσες – εφεσίβλητες απέστειλαν, στις 23.5.2002, πλην άλλων, και στην εκκαλούσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Τ.» προκειμένου να μελετηθεί από τους αρμοδίους (ειδικούς) υπαλλήλους αυτής και να διερευνηθεί η δυνατότητα της τηλεοπτικής του διασκευής και προβολής από το σταθμό … της ιδιοκτησίας της, πλην όμως η ως άνω εκκαλούσα, αποδεχόμενη τις αρνητικές εισηγήσεις των αρμοδίων υπαλλήλων του ελληνικού προγράμματος του σταθμού, Β. Γ. και Σ. Κ., απέρριψε την πρόταση με την επίκληση ότι «… ο προγραμματισμός του καναλιού δεν μας επιτρέπει να δώσουμε συνέχεια». Η εν λόγω εκκαλούσα είχε ήδη αρχίσει την τηλεοπτική διασκευή σεναρίου με τον τίτλο «Σ.», που είχε συγγράψει η εκκαλούσα Α. Γ., η οποία, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, υπήρξε σεναριογράφος και των επιτυχημένων τηλεοπτικών σειρών [...]. Το σενάριο αυτό, το οποίο είχε εγκριθεί από τις αρμόδιες υπαλλήλους της παραπάνω εκκαλούσας Ρ. Ρ. και Β. Γ., παρουσίαζε την παρακάτω, κατά συνοπτικό τρόπο, πλοκή: «Ο Ε., ο οποίος είναι πενηντάχρονος εκδότης του περιοδικού με τον τίτλο Σ., έχει ήδη ένα γάμο στο ενεργητικό του και ετοιμάζεται τώρα να παντρευτεί τη Θ. (30-35 ετών), πρώην μοντέλο και νυν διευθύντρια του περιοδικού. Τη γνώρισε μέσω του αδερφού του, Σ., με τον οποίο αυτή είχε πριν δεσμό. Εκείνη ήταν ερωτευμένη μαζί του, ο Σ. όμως την άφηνε να πιστεύει ότι για εκείνον ήταν απλά μια περιπέτεια. Όταν όμως η Θ. σχετίστηκε με τον αδερφό του, ο Σ. συνειδητοποίησε ότι στην πραγματικότητα ήταν ερωτευμένος μαζί της. Ο Σ. είναι τριανταπέντε χρονών και εργάζεται ως φωτογράφος στο παραπάνω περιοδικό. Ο Ε. έχει δυο παιδιά από τον πρώτο του γάμο τον Ά. και τη Ζ., που δεν θέλει το γάμο του πατέρα της με τη Θ. Άσπονδη φίλη της Θ. είναι η Α. πρώην ερωμένη του Ε., που θα ήθελε να ήταν εκείνη στη θέση της ως μέλλουσα σύζυγος του. Είναι η υπεύθυνη μόδας του περιοδικού. Διατηρεί μια σχέση έρωτα – μίσους με τον αδερφό της Θ., το Μ. με τον οποίο πιθανότατα θα συμμαχήσει καθώς μοιράζονται τις ίδιες φιλοδοξίες. Η Θ. αγαπάει τον αδερφό της και για χάρη της ο Ε. τον έβαλε στην εταιρεία όπου εκείνος εξελίσσεται τώρα σε ανερχόμενο στέλεχος». Το διασκευασμένο σε τηλεοπτική σειρά ως άνω σενάριο άρχισε να μεταδίδεται με τον τίτλο «…» αντί του αρχικού «Σ.» από το σταθμό … της ως άνω εκκαλούσας από την 16.12.2002, έχοντας πραγματοποιήσει μέχρι την άσκηση της κρινομένης αγωγής 196 προβολές (επεισόδια) διαρκείας 30 λεπτών το καθένα. Οι εκκαλούσες, ισχυριζόμενες, με την υπό κρίση αγωγή τους ότι η εν λόγω τηλεοπτική σειρά αποτελεί αυθαίρετη διασκευή του δικού τους σεναρίου (Δ.), με το οποίο παρουσιάζει τόσες ομοιότητες ώστε να νομίζει κανείς ότι πρόκειται για (αντιγραφή του) το ίδιο σενάριο ενόψει του ότι κατά τα εκτιθέμενα σ’ αυτήν. «1). Τόσο ο αριθμός των πρωταγωνιστικών χαρακτήρων αυτής, όσο και η διάκρισή τους σε πέντε αντρικούς και πέντε γυναικείους ταυτίζεται με τον αριθμό και τη διάκριση των χαρακτήρων του προστατευόμενου έργου (μας). 2). Οι ιδιότητες των χαρακτήρων της επίδικης σειράς είναι όλες παρόμοιες ή αντίστοιχες μ’ αυτές των χαρακτήρων του προστατευόμενου έργου (μας) για παράδειγμα ο Παύλος, βασικός πρωταγωνιστής του έργου (μας) πρόεδρος ομίλου επιχειρήσεων και ηλικίας μεταξύ 50-55 ετών και ο Ε., βασικός πρωταγωνιστής της επίδικης σειράς και εκδότης περιοδικού μόδας, της αυτής ηλικίας 3). Η πλοκή είναι παρόμοια, εάν όχι ίδια. Ενδεικτικά, οι ανωτέρω Ε. και Παύλος είναι και οι δύο ερωτευμένοι με μια γυναίκα – μανεκέν, η οποία στο παρελθόν διατηρούσε σχέση με στενό συγγενικό τους πρόσωπο, στην περίπτωση του Ε. με τον αδερφό του και στην περίπτωση του Παύλου με τον γαμπρό του. Ή όταν κάποτε Ε. και Παύλος καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα στη γυναίκα που επιθυμούν και στα παιδιά τους επιλέγουν και οι δύο το ίδιο, τα παιδιά τους», επικαλούνται παράνομη και υπαίτια προσβολή του επί του ως άνω σεναρίου πνευματικού τους δικαιώματος, πλην όμως αβασίμως καθόσον (και ανεξάρτητα από το ότι είναι απρόσφορη για τη διαπίστωση της υπάρξεως παράνομης αντιγραφής η αντιπαραβολή (σύγκριση) ενός απλού σεναρίου, που δεν έχει μορφοποιηθεί σε οπτικοακουστικό έργο, με ένα μορφοποιημένο οπτικοακουστικό έργο, προκειμένου να διακριβωθεί από αυτήν (αντιπαραβολή) η ύπαρξη στο πρώτο ιδίων πρωτοτύπων και συνακολούθως προστατευτέων στοιχείων) ούτε η πλοκή της διαλαμβανομένης στο σενάριο των εκκαλουσών – εφεσίβλητων υπόθεσης, που συνίσταται στην κεντρική ιδέα του ερωτικού τριγώνου Παύλου – Χριστίνας – Δημήτρη, ούτε οι ιδιότητες των χαρακτήρων της σειράς αυτής, ούτε οι περιλαμβανόμενοι στα μορφοποιημένα δύο επεισόδια διάλογοι, ούτε τέλος ο αριθμός των πρωταγωνιστών μπορεί να θεωρηθούν ως πρωτότυπα στοιχεία, υπό την έννοια ότι αυτά παρουσιάζουν είτε ατομική ιδιομορφία, η οποία, κρινόμενη με το μέτρο της στατικής μοναδικότητας, θα απέκλειε τη δυνατότητα σε οποιοδήποτε άλλο σεναριογράφο να συγγράψει, κάτω από παρόμοιες συνθήκες, το ίδιο ως άνω σενάριο, είτε ένα ελάχιστο όριο δημιουργικού ύψους κάποια δηλαδή απόσταση από τα ήδη γνωστά ή αυτονόητα, ενόψει του ότι το μοτίβο του σεναρίου αυτού, κινούμενο φανταστικά σε επίπεδο προσωπικών συμπεριφορών των ηρώων του και των διαπροσωπικών τους σχέσεων (ερωτικό τρίγωνο) συναντάται και σε πολλές άλλες τηλεοπτικές σειρές με διαφορετικές εκδοχές ειδικότερα : 1) στη σειρά «ΤΟΛΜΗ ΚΑΙ ΓΟΗΤΕΙΑ», όπου …, 2) στη σειρά «ΔΥΝΑΣΤΕΙΑ», όπου …, 3) στη σειρά «ΑΤΙΘΑΣΑ ΝΙΑΤΑ», όπου …, 4) … και 5) …. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι η φύση της θεματολογίας όλων των καθημερινών τηλεοπτικών σειρών, οι οποίες πραγματεύονται (στην ίδια σειρά) τη διαπλοκή των ανθρωπίνων σχέσεων (οικογενειακών, ερωτικών, επαγγελματικών, ταξικών), υπό το πρίσμα των ίδιων σχεδόν εκδοχών (χωρισμοί, καυγάδες, πάθη, αντιζηλίες, μοιραία ατυχήματα, συγκρούσεις γονέων – τέκνων, ερωτικά τρίγωνα), που αποτελούν το διαχρονικό κλισέ κάθε ερωτικής, δραματικής κ.λπ. σειράς, περιορίζει στο ελάχιστο τη δυνατότητα εισφοράς πρωτοτύπων, απολαυόντων προστασίας, εσωτερικών στοιχείων, όπως συμβαίνει και στην ένδικη περίπτωση του σεναρίου των εναγουσών – εκκαλουσών, το κεντρικό μοτίβο του οποίου αλλά και η γενικότερη πλοκή, όπως αυτά αναλύθηκαν παραπάνω αποτελούν, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα απ’ αυτές (εκκαλούσες), κοινότυπα στοιχεία χωρίς καμία πρωτοτυπία, που απαντώνται και σε άλλες τηλεοπτικές σειρές και επομένως δεν μπορεί να γίνει λόγος για προσβολή του πνευματικού τους δικαιώματος με την επικαλούμενη (από τις εκκαλούσες) αντιγραφή (μη πρωτοτύπων) εισφορών αυτών». Με όλα αυτά τα οποία ανελέγκτως επί της ουσίας έγιναν δεκτά, το Εφετείο έκρινε ότι δεν συντρέχει η προϋπόθεση της πρωτοτυπίας, ώστε το επίμαχο σενάριο σειράς τηλεοπτικών επεισοδίων που συνέγραψαν οι αναιρεσείουσες, να χαρακτηρισθεί ως πνευματικό έργο από άποψη κεντρικού «μοτίβου» και γενικότερης πλοκής, εντεύθεν δε, ύστερα από εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης απέρριψε ως αβάσιμη την αγωγή τους με την οποία ζητούν να αναγνωρισθεί υπέρ αυτών η πατρότητα του έργου και να τους επιδικάσει αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Έτσι κρίνοντας το Εφετείο δεν υπέπεσε στην από το άρθρο 559 αριθ. 1 πλημμέλεια, που αποδίδεται στην απόφασή του με τον τρίτο και τέταρτο κατά το ένα μέρος του λόγους της αναίρεσης, ήτοι δεν παραβίασε ευθέως τις παραπάνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν 2121/1993 , αφού υπό τις ανέλεγκτες επί της ουσίας παραδοχές που προαναφέρθηκαν το παραπάνω ένδικο σενάριο σειράς τηλεοπτικών επεισοδίων από άποψη γενικότερου «μοτίβου», πλοκής και αλληλουχίας των καταστάσεων των πρωταγωνιστών του, ως αναφερόμενο σε κοινότυπα στοιχεία κοινής θεματολογίας των περισσότερων γνωστών τηλεοπτικών σειρών, δεν αποτελεί προσωπικό πνευματικό δημιούργημα των δημιουργών του (αναιρεσειουσών) που αντανακλά την προσωπικότητα τους, δεν παρουσιάζει όριο δημιουργικού ύφους, ούτε στατικής μοναδικότητας κατά την έννοια που προαναφέρθηκαν, και κατά λογική πιθανότητα είναι δεκτή και η από άλλο δημιουργό με παρόμοιες συνθήκες και με τους ίδιους στόχους δημιουργία του, δηλαδή δεν εμφανίζει πρωτοτυπία με την επίσης προαναφερόμενη έννοια και δεν προστατεύεται από τις πιο πάνω διατάξεις του Ν 2121/1993. Από τις ίδιες πιο πάνω παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης στο αποδεικτικό της πόρισμα, προκύπτει ότι έχει νόμιμη βάση και δη την απαιτούμενη αιτιολογία, γιατί καλύπτεται χωρίς λογικά κενά και αντιφάσεις και με πληρότητα και σαφήνεια, χωρίς να χρειαζόταν οποιαδήποτε άλλη περαιτέρω παραδοχή, το πραγματικό του εφαρμοστέου εδώ κανόνα ουσιαστικού δικαίου του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν 2121/1993 την οποία η προσβαλλόμενη απόφαση δεν παραβίασε εκ πλαγίου με ανεπαρκείς αιτιολογίες, ενώ δεν ήταν αναγκαία η παράθεση και άλλων. Επομένως, τα όσα αντίθετα υποστηρίζουν οι αναιρεσείουσες με τον πέμπτο λόγο του αναιρετηρίου κατά το ένα μέρος με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ κρίνονται αβάσιμα και απορριπτέα, όπως και ο αντίστοιχος λόγος αναίρεσης. Εξάλλου, ο ίδιος πέμπτος λόγος της αναίρεσης κατά την σ’ αυτόν κατά το άλλο μέρος του περιλαμβανόμενη αιτίαση από τις διατάξεις των άρθρων 559 αριθ. 19 και 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ ότι υπάρχει έλλειψη νόμιμης βάσης ή ανεπάρκεια των αιτιολογιών της προσβαλλόμενης απόφασης, σχετικά με την εκτίμηση των αποδείξεων, που αφορούν το ίδιο πιο πάνω προαναφερόμενο κρίσιμο ζήτημα του κατά πόσο δηλαδή το επίμαχο σενάριο συγκέντρωσε τις προϋποθέσεις της πρωτοτυπίας και τα αντίστοιχα επιχειρήματα των αναιρεσιβλήτων, και τα περί του αντιθέτου επιχειρήματα των αναιρεσειουσών, που έχουν σχέση με το τελικό αποδεικτικό πόρισμα στο οποίο κατέληξε το δικαστήριο και βρίσκονται κατά τις αναιρεσείουσες σε αντίθεση με το ότι το επίμαχο σενάριο είχε στοιχεία πρωτοτυπίας είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, αφού κατά τα προεκτιθέμενα, το από τις αποδείξεις πόρισμα εκτίθεται με σαφήνεια πειστικότητα και κατά λογική ακολουθία στην προσβαλλόμενη απόφαση, με τον ίδιο δε λόγο κατά τα λοιπά, εκ του περιεχόμενου του οποίου δεν συντρέχει εξαιρετική περίπτωση από εκείνες του άρθρου 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ, πλήττεται πλέον, μέσω των προαναφερόμενων επιχειρημάτων των αναιρεσειουσών η ουσία αποκλειστικά της υπόθεσης, που δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο. [...] [Απορρίπτει την αίτηση για αναίρεση της ΕφΑθ 2932/2006.]
πηγή: nb.org/blog/
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα