Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά - Απόρριψη αίτησης διότι τα χρέη χαρακτηρίζονται εμπορικά, καθώς αφορούν εγγυήσεις της αιτούσας υπέρ ετερόρρυθμης εταιρείας που ανήκε κατά 50% στο σύζυγο της ως ομόρρυθμο εταίρο και κατά 50% στην ίδια ως ετερόρρυθμο εταίρο (Ειρηνοδικείο Αθηνών, αριθμός απόφασης 54/2011)
Περίληψη: Ρυθμίσεις οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Προϋποθέσεις υπαγωγής στο ν. 3869/2010. Εξαίρεση προσώπων με πτωχευτική ικανότητα-εμπορική ιδιότητα. Σύμβαση εγγύησης ως εμπορική πράξη. Στην περίπτωση που η εγγύηση δίνεται από τον εγγυητή για κερδοσκοπία με αμοιβή ή άλλη χρηματική ωφέλεια, ή έχει αυτός οικονομικό συμφέρον από την υπόθεση, για την οποία δόθηκε, η πράξη αυτή είναι εμπορική και μάλιστα ανεξάρτητα από τον εμπορικό χαρακτήρα της κύριας οφειλής ή της εμπορικής ιδιότητας του εγγυητή. Απόρριψη αίτησης διότι τα προς ρύθμιση χρέη χαρακτηρίζονται εμπορικά, εφόσον αφορούν σε εγγυήσεις της αιτούσας υπέρ ετερόρρυθμης εταιρείας που ανήκε κατά 50% στο σύζυγο της ως ομόρρυθμο εταίρο και κατά 50% στην ίδια την αιτούσα ως ετερόρρυθμο εταίρο.
[...] Σύμφωνα με το άρθρο 111 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., που κατά το άρθρο 741 Κ.Πολ.Δ. εφαρμόζεται και στην παρούσα εκούσια δικαιοδοσία, η διαδικασία στο ακροατήριο στηρίζεται στην έγγραφη προδικασία. Κατά τη δεύτερη δε παράγραφο του ίδιου άρθρου, δεν είναι δυνατόν να εισαχθεί στο δικαστήριο αίτηση δικαστικής προστασίας κύρια ή παρεμπίπτουσα χωρίς την τήρηση προδικασίας, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά. Η αίτηση, που εισάγεται χωρίς προδικασία απορρίπτεται ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως, πράξη δε προδικασίας αποτελεί και η επίδοση στον καθού αντιγράφου της αιτήσεως με κλήση προς συζήτηση. Κατά το άρθρο δε 271 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. αν ο καθού δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση ή εμφανιστεί αλλά δε λάβει μέρος σ` αυτήν κανονικά, το δικαστήριο αν η αίτηση ή η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκαν σ` αυτόν νόμιμα και εμπρόθεσμα, κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση. Οπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης αυτής ο δωδέκατος καθού δεν εμφανίστηκε όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου. Η δε αιτούσα δεν προσκομίζει τη σχετική έκθεση επιδόσεως, από την οποία να προκύπτει ότι επιδόθηκε σ` αυτόν αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση. Πρέπει, λοιπόν, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην προηγούμενη πρόταση να κηρυχθεί ως απαράδεκτη η συζήτηση της αιτήσεως ως προς αυτόν ελλείψει προδικασίας, όπως αναφέρεται στο διατακτικό. Οπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες με αριθμούς 9092Β/2-2-1011, 9101Β/4- 2-2011, 9089Β/1-2-2011 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθήνας Αθανασίου Μαυριανού, ακριβή επικυρωμένα αντίγραφα της υπό κρίση αιτήσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της αποφάσεως αυτής επιδόθηκαν νόμιμα στους πέμπτη, ένατη και ενδέκατο καθών. Εφόσον, λοιπόν, οι τελευταίοι δεν εμφανίστηκαν κατά την εκφώνηση της υποθέσεως στο ακροατήριο από τη σειρά του πινακίου θα δικαστούν σαν είναι παρόντες. Στην αίτηση, που κρίνεται, εκτίθενται τα παρακάτω: Η αιτούσα, η οποία δεν έχει εμπορική ιδιότητα και ως εκ τούτου στερείται πτωχευτικής ικανότητας, έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της προς τους πιστωτές του, που περιέχονται στην αίτηση. Ζητάει, λοιπόν, κατ` εκτίμηση του περιεχομένου της αιτήσεως, να γίνει δικαστική ρύθμιση των οφειλών της με σκοπό να απαλλαγεί από αυτές και να εξαιρεθεί η κύρια κατοικία της από τη ρευστοποίηση. Η αίτηση αυτή αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας [άρθρο 3 ν. 3869/2010] και για το παραδεκτό της προσκομίζονται νόμιμα οι προβλεπόμενες από την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 α] η από 2-2-2011 βεβαίωση αποτυχίας του εξωδικαστικού συμβιβασμού, που υπογράφεται από τον Δικηγόρο Μάριο Σπανακή και β] υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας με ημερομηνία 1-2- 2011 για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας της αιτούσας και των εισοδημάτων της ίδιας και του συζύγου της, των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα, καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία. Εξάλλου από την αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 2 του ν. 3869/2010 προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη όμοια αίτηση της αιτούσας, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές της. Περαιτέρω η υπό κρίση αίτηση είναι νόμιμη και ορισμένη, διότι στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 8, 9 και 11 του ν. 3869/2010 και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της πλευρά, μετά την καταβολή των νόμιμων τελών συζητήσεως, εφόσον δεν επιτεύχθηκε δικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και των πιστωτών του. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. Ι του ν. 3869/2010, φυσικά πρόσωπα, που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών τους [οφειλέτες], δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση, που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής η έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας στον οφειλέτη, αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για τη δυνατότητα υπαγωγής του στις διατάξεις του νόμου 3869. Πτωχευτική ικανότητα έχουν τα πρόσωπα, που έχουν την εμπορική ιδιότητα, την οποία αποκτούν κατά το υποκειμενικό [ουσιαστικό] σύστημα, σύμφωνα με το άρθρο 1 του ΕμπΝ, εφόσον ενεργούν κατά σύνηθες επάγγελμα εμπορικές πράξεις. Περαιτέρω η από τα άρθρα 847 επ. ΑΚ ρυθμιζόμενη σύμβαση εγγύησης είναι καθεαυτή αστικού δικαίου σύμβαση, αφού κατά κανόνα παρέχεται χαριστικώς προς εξυπηρέτηση συμφερόντων άλλου. Στην περίπτωση όμως, που η εγγύηση δίνεται από τον εγγυητή για κερδοσκοπία με αμοιβή ή άλλη χρηματική ωφέλεια, ή έχει αυτός οικονομικό συμφέρον από την υπόθεση, για την οποία δόθηκε, η πράξη αυτή είναι εμπορική και μάλιστα ανεξάρτητα από τον εμπορικό χαρακτήρα της κύριας οφειλής ή της εμπορικής ιδιότητας του εγγυητή. Είναι δηλαδή πράξη αντικειμενικά εμπορική, διότι περιέχει διαμεσολάβηση στην παροχή πίστης για την ανάληψη κινδύνου και κερδοσκοπία, στοιχεία, που αποτελούν αντικειμενικά γνωρίσματα χαρακτηρισμού της πράξεως ως εμπορικής κατά το άρθρο 2 του β.β/τος 2/14-5- 1835 «περί της αρμοδιότητος των εμποροδικείων». Επομένως τέτοιες εγγυήσεων, εφόσον παρέχονται κατά σύνηθες επάγγελμα με σκοπό βιοπορισμού, αποτελούν αντικειμενικά εμπορικές πράξεις, που προσδίδουν στον παρέχοντα αυτές την ιδιότητα του εμπόρου κατά το άρθρο 1 του ΕμπΝ. [ΑΠ 1692/1998 ΕλΔ40.101, ΑΠ 108/1997 ΕλΔ39.101]. Εξάλλου η παροχή τέτοιων εγγυήσεων προσδίδει την ιδιότητα του εμπόρου, κατά την έννοια του άρθρου 1 του ΕμπΝ, στον παρέχοντα αυτές, όταν ασκείται κατά σύνηθες και όχι απαραίτητα κατά κύριο επάγγελμα. Η κτήση δηλαδή της εμπορικής ιδιότητας δεν αποκλείεται από την παράλληλη με αυτές άσκηση και άλλου μη εμπορικού επαγγέλματος ή άλλης ιδιότητας. [ΟλΑΠ 1513/1980 ΝοΒ 1981 109], ΜΠρΠ 158/1995, ΕφΘ 225/1994, ΠΠρΘεσσαλ. 42385/2005 δημ. ΝΟΜΟΣ]. Μία από τις πιστώτριες της αιτούσας με τις προτάσεις της αρνήθηκε την αίτηση και ζήτησε την απόρριψή της ισχυριζόμενη ότι η αιτούσα έχει εμπορική ιδιότητα και συνεπώς πτωχευτική ικανότητα. Ο ισχυρισμός αυτός είναι νόμιμος, διότι στηρίζεται στην προηγούμενη πρόταση της αποφάσεως αυτής και πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική του πλευρά. Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα, που εξετάστηκε με επιμέλεια της αιτούσας και περιλαμβάνεται στα πρακτικά, τα έγγραφα, που προσκομίζουν οι διάδικοι και τα όσα συνομολογούνται από τους διαδίκους, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του δικαστηρίου, τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα ........., είναι έγγαμη με δύο παιδιά, συνταξιούχος τραπεζική υπάλληλος. Ο σύζυγος της ......... είναι έμπορος ως ομόρρυθμος εταίρος κατά ποσοστό 50% της ετερόρρυθμης εμπορικής εταιρείας με την επωνυμία «.........» και το διακριτικό τίτλο «.........», ενώ η αιτούσα είναι ετερόρρυθμος εταίρος της ίδιας εταιρείας κατά ποσοστό 50%. [βλ προσκομιζόμενο συμφωνητικό τροποποίησης της ετερορρύθμου εταιρείας με την επωνυμία «.......», με πράξη κατάθεσης 12887/2006]. Αντικείμενο της εταιρείας αυτής είναι η πώληση με κέρδος ποτών, αναψυκτικών και άλλων συναφών ειδών. Η αιτούσα δεν επικαλέστηκε ότι η παραπάνω εταιρεία έχει λυθεί η περατωθεί με οποιονδήποτε τρόπο. Πιστωτές της αιτούσας είναι οι παρακάτω προς τους οποίους αυτή έχει τις εξής αντίστοιχα ληξιπρόθεσμες οφειλές: 1. Η «......... ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ»: Α. δυνάμει της με αριθμό ....... συμβάσεως στεγαστικού δανείου οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 34.000 ευρώ, Β. δυνάμει της με αριθμό ........ συμβάσεως στεγαστικού δανείου οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 30.000 ευρώ, Γ. δυνάμει της με αριθμό ........ συμβάσεως στεγαστικού δανείου οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 57.000 ευρώ, Δ. λόγω κατάπτωσης των με αριθμούς ........ και ........ εγγυητικών επιστολών για ποσά 50.000 ευρώ και 100.000 ευρώ αντίστοιχα, τα οποία καταβλήθηκαν από την τράπεζα για λογαριασμό της εταιρείας με την επωνυμία «.........» στην εταιρεία με την επωνυμία «........» η αιτούσα οφείλει ως εγγυήτρια το ποσό των 150.000 ευρώ, Ε. δυνάμει των με αριθμούς ......., ..... και ........ συμβάσεων αλληλόχρεου λογαριασμού, οι οποίες καταρτίστηκαν μεταξύ της τράπεζας και της εταιρείας με την επωνυμία «.........» και την οποία η αιτούσα υπέγραψε ως εγγυήτρια οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 100.000 ευρώ, ΣΤ. δυνάμει της με αριθμό ........ συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 15.000 ευρώ, Ζ. δυνάμει της με αριθμό ........ συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 2.000 ευρώ, Η. δυνάμει της με αριθμό ........ συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 11.000 ευρώ, Θ. δυνάμει της με αριθμό .......... συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 4.000 ευρώ, Ι. δυνάμει της με αριθμό ........ συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 3.200 ευρώ, ΙΑ. δυνάμει της με αριθμό ......... συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 8.200 ευρώ, IB. δυνάμει της με αριθμό ......... συμβάσεως προσωπικού δανείου οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 103.000 ευρώ, ΙΓ. δυνάμει της με αριθμό ......... συμβάσεως προσωπικού δανείου οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 8.400 ευρώ, ΙΔ. δυνάμει της με αριθμό ......... συμβάσεως προσωπικού δανείου οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 17.500 ευρώ, ΙΕ. δυνάμει της με αριθμό ........ συμβάσεως προσωπικού δανείου οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 30.000 ευρώ, 2. Η «........ ΤΡΑΠΕΖΑ Α.Ε.»: Α. δυνάμει της με αριθμό .......... συμβάσεως αλληλοχρέου λογαριασμού, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ της τράπεζας και της εταιρείας με την επωνυμία «......» και την οποία η αιτούσα υπέγραψε ως εγγυήτρια οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 145.000 ευρώ, Β. δυνάμει της με αριθμό ........... συμβάσεως προσωπικού δανείου οφειλόμενο υπόλοιπο 23.000 ευρώ, Γ. δυνάμει της με αριθμό ......... συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο υπόλοιπο 1.920 ευρώ, 3. Η «........ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» δυνάμει των με αριθμούς ......... και ........ συμβάσεων αλληλοχρέου λογαριασμού, που καταρτίστηκαν μεταξύ της τράπεζας και της εταιρείας με την επωνυμία «.........» και την οποία η αιτούσα υπέγραψε ως εγγυήτρια οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 130.000 ευρώ, 4. Η «........»: Α. δυνάμει της με αριθμό .......... συμβάσεως αλληλοχρέου λογαριασμού, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ της τράπεζας και της εταιρείας με την επωνυμία «...........» και την οποία η αιτούσα υπέγραψε ως εγγυήτρια, οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 174.000 ευρώ, Β. δυνάμει της με αριθμό ......... συμβάσεως αλληλοχρέου λογαριασμού, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ της εταιρείας με την επωνυμία «........» και την οποία η αιτούσα υπέγραψε ως εγγυήτρια, οφειλόμενο υπόλοιπο 16.200 ευρώ, 5. Η «........» Α. δυνάμει της με αριθμό ......... συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο ποσό 3.240 ευρώ και Β. δυνάμει της με αριθμό .......... συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 3.250 ευρώ, 6. Η «.........» δυνάμει της με αριθμό ....... συμβάσεως αλληλοχρέου λογαριασμού, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ της τράπεζας και της εταιρείας με την επωνυμία «..........» και την οποία η αιτούσα υπέγραψε ως εγγυήτρια, οφειλόμενο υπόλοιπο 56.000 ευρώ, 7. Η «.....»: Α. δυνάμει της με αριθμό ........ συμβάσεως ανακυκλούμενης πιστώσεως, οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 20.250 ευρώ, Β. δυνάμει της με αριθμό ......... συμβάσεως πιστωτικής κάρτας οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό 1.100 ευρώ, 8. Η εταιρεία «........», δυνάμει της με αριθμό 22863/2009 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε βάσει των τριάντα δύο τιμολογίων πωλήσεως, που αναφέρονται σ` αυτήν, δυνάμει των οποίων η παραπάνω εταιρεία πώλησε στην εταιρεία με την επωνυμία «........» για τις ανάγκες της εμπορίας της τα εμπορεύματα, που περιγράφονται σ` αυτά, την εξόφληση των οποίων εγγυήθηκε η αιτούσα. Το οφειλόμενο βάσει αυτών ποσό είναι 100.000 ευρώ. 9. Η εταιρεία με την επωνυμία «..........» από σύμβαση πώλησης εμπορευμάτων, για την οποία δεν αποδείχθηκε μεταξύ τίνων έχει καταρτιστεί, λόγω και της ερημοδικίας της εταιρείας αυτής οφειλόμενο ποσό 10.000 ευρώ, 10. Η εταιρεία με την επωνυμία «..........» δυνάμει των με αριθμούς ........, ........., ........, ........ και ....... διαταγών πληρωμής του δικαστηρίου αυτού, οι οποίες εκδόθηκαν με βάση συναλλαγματικές αποδοχής της αιτούσας οφειλόμενο ποσό 47.250 ευρώ. Οι αναφερόμενες στην αίτηση απαιτήσεις των 1. .......... από σύμβαση δανείου με οφειλόμενο υπόλοιπο 33.000 ευρώ και 2. .......... από συναλλαγματική με οφειλόμενο ποσό 2.525,91 ευρώ δεν αποδείχθηκαν. Οπως, λοιπόν, προκύπτει από την παραπάνω κατάσταση πιστωτών, η αιτούσα για μεγάλο χρονικό διάστημα εγγυούταν στα πλαίσια των προαναφερθεισών συμβάσεων αλληλοχρέου λογαριασμού μεταξύ των πιστωτών της και της εταιρείας με την επωνυμία «..........», τις δοθείσες στην εταιρεία αυτή πιστώσεις. Τις εγγυήσεις αυτές παρείχε ατομικά χάριν κερδοσκοπίας προς δικό της όφελος, διότι η υπέρ ης η εγγύηση ετερόρρυθμη εταιρεία ανήκει κατά 50% στο σύζυγο της ........ ως ομόρρυθμο εταίρο και κατά 50% στην ίδια την αιτούσα ως ετερόρρυθμο εταίρο. Περαιτέρω, όπως συνομολογήθηκε από την αιτούσα προϋπόθεση για τη χρηματοδότηση της παραπάνω εταιρείας από τις τράπεζες, αποτελούσε η προσωπική της εγγύηση, διότι είχε μεγάλη ακίνητη περιουσία, αν δε αρνούταν να εγγυηθεί δεν θα χορηγούνταν οι πιστώσεις, που ήταν αναγκαίες για την επικερδή συνέχιση των εργασιών της εταιρείας. Τα παραπάνω προκύπτουν σαφώς από την κατάθεση του μάρτυρα αποδείξεως, συζύγου της αιτούσας και ομόρρυθμου εταίρου της εταιρείας, ο οποίος αναφέρει ότι οι όλες οφειλές της αιτούσας, που περιέχονται στην κατάσταση πιστωτών εξυπηρετούσαν τις υποχρεώσεις της εταιρείας, ακόμα και οι αναφερόμενες ως στεγαστικά δάνεια, προσωπικά δάνεια και συμβάσεις πιστωτικών καρτών και εξοφλούνταν από την εταιρεία και μόνο. Επομένως η υπογραφή από την αιτούσα ως εγγυήτρια των πιστωτικών συμβάσεων της εταιρείας, εφόσον γινόταν κατά συνήθεια και με σκοπό το κέρδος της προσέδοσε την εμπορική ιδιότητα, λόγω της οποίας όλες τις οι συναλλαγές τεκμαίρεται ότι έγιναν χάριν αυτής, βάσει του άρθρου 8 παρ. 2 του διατάγματος περί της αρμοδιότητας των Εμποροδικείων, επομένως η αιτούσα έχει πτωχευτική ικανότητα, δεν επικαλέστηκε δε την με οποιοδήποτε τρόπο απώλεια της εμπορικής της ιδιότητας. Κατά ακολουθία των παραπάνω, ενόψει των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών και σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη, πρέπει, αφού γίνει δεκτός ο σχετικός ισχυρισμός πιστώτριας ως βάσιμος κατά την ουσιαστική του πλευρά, η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί λόγω μη συνδρομής της ουσιαστικής προϋπόθεσης της έλλειψης πτωχευτικής ικανότητας στο πρόσωπο της αιτούσας. Παράβολο ερημοδικίας δεν θα οριστεί διότι δεν προβλέπεται η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας κατά της αποφάσεως αυτής, [άρθρο 14 ν. 3869/2101]. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της αιτήσεως ως προς το δωδέκατο καθού. Δικάζει τους πέμπτη, ένατη και ενδέκατο καθών σαν να είναι παρόντες και τους λοιπούς διαδίκους κατά αντιμωλία. Απορρίπτει την αίτηση.
πηγή: nomos
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα