Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά (νόμος Κατσέλη) - Ρυθμίσεις οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων (Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης, αριθμός απόφασης 5105/2011)
Περίληψη: Ρυθμίσεις οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Διαδικασία υπαγωγής στο ν. 3869/2010. Δικονομικά θέματα. Στοιχεία για το ορισμένο της αίτησης. Δεν απαιτείται να αναφέρεται πώς ο αιτών περιήλθε σε οικονομική αδυναμία ούτε ποιό είναι το κόστος διαβίωσης αυτού και της οικογένειάς του, ούτε η εμπορική αξία της κύριας κατοικίας του. Στην περίπτωση υποβολής του αιτήματος της εξαίρεσης της πρώτης κατοικίας από την εκποίηση, ο νόμος καθορίζει τους όρους της εξαίρεσης (ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών μέχρι το συνολικό ποσό που ανέρχεται στο 85% της εμπορικής αξίας της) και δεν απαιτείται καμμία σχετική αναφορά στην αίτηση. Αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενοχών άρθρου 288 ΑΚ. Σχέση της διατάξεως αυτής προς τις διατάξεις του ν. 3869/2010. Σκοπός του νόμου αυτού είναι να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών, που κατά κύριο λόγο είναι οι τράπεζες. Καθήκον του οφειλέτη για ειλικρινή δήλωση των περιουσιακών του στοιχείων και εισοδημάτων, καθ` όλο το διάστημα της διαδικασίας της ρύθμισης. Ενστάσεις των πιστωτριών τραπεζών: 1) Κατάχρηση δικαιώματος. Το γεγονός ότι ο αιτών έχει περιουσιακά αντικείμενα, όπως ακίνητο και αυτοκίνητο και εισοδήματα με τα οποία και μπορεί να ζήσει και να καταβάλει τις οφειλές του δεν συνιστά καταχρηστική άσκηση του κρινόμενου δικαιώματος. 2) Ενσταση μη καλόπιστης εκπλήρωσης της σύμβασης λόγω μη αποδοχής από τον αιτούντα της αντιπρότασης της τράπεζας για διακανονισμό της οφειλής-μη νόμιμη.
[...] Με την κρινόμενη αίτησή του, ο αιτών, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τις πιστώτριες, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητά, όπως σαφώς συνάγεται από όλο το περιεχόμενο της αίτησης, τη ρύθμιση των χρεών του, με την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή του κατάσταση, όπως αυτή εκτίθεται και το γεγονός ότι η σύζυγός του έχει μηδενικά εισοδήματα, με σκοπό την εν μέρει απαλλαγή του απ` αυτά. Από τις μετέχουσες πιστώτριες η με την επωνυμία «.........» και η με την επωνυμία «...........» ισχυρίζονται ότι η κρινόμενη αίτηση είναι αόριστη, διότι αφ` ενός δεν εξειδικεύεται στο υπό κρίση δικόγραφο πως ο αιτών περιήλθε σε οικονομική αδυναμία και αφ` ετέρου δεν προκύπτει το κόστος διαβίωσης αυτού και της οικογένειάς του και τέλος η τρίτη πιστώτρια με την επωνυμία «.........» επίσης ισχυρίζεται ότι η κρινόμενη αίτηση είναι αόριστη, διότι σ` αυτή επίσης δεν εξειδικεύεται το κόστος διαβίωσης του αιτούντα ούτε αναφέρεται αν έγινε προσπάθεια από τη σύζυγό του εξεύρεσης εργασίας και ποια είναι αυτή. Οι παραπάνω ισχυρισμοί είναι απορριπτέοι, καθότι η έλλειψη των παραπάνω στοιχείων δεν καθιστά απορριπτέα ως απαράδεκτη την κρινόμενη αίτηση λόγω αοριστίας, διότι σ` αυτή (αίτηση), πέραν των στοιχείων που αναφέρονται στη μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών από τον οφειλέτη- φυσικό πρόσωπο, η αίτηση πρέπει να περιέχει και: α) κατάσταση της περιουσίας του αιτούντα και των εισοδημάτων του συζύγου του, β) κατάσταση των πιστωτών του και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και γ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, στοιχεία που περιέχονται σ` αυτή (Κρητικός, ρύθμιση ν. 3869/2010 σελ.64 και Ε. Κιουπτσίδου Αρμεν./64-Ανάτυπο σελ. 1477) και ουδέν άλλο στοιχείο απαιτείται για την πληρότητα του ορισμένου της εν λόγω αίτησης. Συνεπώς τα προαναφερόμενα στοιχεία από τις πιστώτριες θα αποτελέσουν θέματα της αποδεικτικής διαδικασίας. Τέλος, όσον αφορά το γεγονός ότι δεν αναφέρεται στην κρινόμενη αίτηση η εμπορική αξία της εν λόγω κατοικίας, όπως ισχυρίζεται η «........................», τούτο δεν είναι από τα στοιχεία που πρέπει να περιέχεται (βλ. Κρητικός και Ε Κιουπτσίδου παραπάνω) και τούτο θα προκύψει κατά την αποδεικτική διαδικασία Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας διαδικασίας των άρθρων 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν.3869/2020), εφόσον για το παραδεκτό της: α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με την διαμεσολάβηση προσώπου απ` αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. άρθρο 2 ν. 3869/2010), ο οποίος απέτυχε, όπως βεβαιώνεται από το διαμεσολαβητή δικηγόρο Θεσσαλονίκης Παντελή Ματσουκατίδη, β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 2 παρ.1 ν. 3869/ 2010 από την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντα για ρύθμιση των χρεών τους στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ` άρθρο 13 παρ.2 του ν.3869/2010 (βλ. σχετικές βεβαιώσεις των γραμματέων του Δικαστηρίου αυτού και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Παραδεκτά εισάγεται για συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση των μετεχόντων πιστωτριών και επίδοση σ` αυτές των εγγράφων του άρθρου 5 παρ.1 ν. 3869/2010, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του άρθρου 4 παρ.2 και 4 ν. 3869/2010 (βεβαίωσης αποτυχίας εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνης δήλωσης για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων κλπ) και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού (βλ. την υπ` αριθμ. 23/2011 έκθεση της Ειρηνοδίκη του παρόντος Ειρηνοδικείου). Περαιτέρω η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ.3, 8 και 9 του ν. 3869/2010. Όσον αφορά τον ισχυρισμό της «......» περί μη νομίμου του αιτήματος της ένδικης αίτησης περί εξαίρεσης από την εκποίηση της πρώτης κατοικίας του αιτούντα, χωρίς την καταβολή του 85% της εμπορικής αξίας αυτής, όπως αιτείται ο αιτών, τούτος στερείται νομικής βασιμότητας, διότι, σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 9 του ν.3869/2010, στην περίπτωση υποβολής του αιτήματος της εξαίρεσης της πρώτης κατοικίας από την εκποίηση, ο νόμος καθορίζει τους όρους της εν λόγω εξαίρεσης, που είναι η ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών μέχρι το συνολικό ποσό που ανέρχεται στο 85% της εμπορικής αξίας της εν λόγω κατοικίας και δεν καταλείπεται περιθώριο επιλογής από τον αιτούντα των προϋποθέσεων, βάση των οποίων θα πραγματοποιηθεί η εν λόγω εξαίρεση. Επομένων ο τεθείς από τον αιτούντα όρος περί εξαίρεσης της πρώτης κατοικίας χωρίς την καταβολή του 85% της εμπορικής αξίας αυτής στερείται οποιασδήποτε έννομης συνέπειας και θεωρείται, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, ως μη τεθείς. Με βάση τα εκτιθέμενα σ` αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του αιτούντα στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών του, πρέπει επομένως να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα μετά την καταβολή των νομίμων τελών συζήτησης. Ι. Η καθιερούμενη από τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ αρχή της καλόπιστης εκτέλεσης των ενοχών στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής και την επαναφορά της ισορροπίας των παροχών, που διαταράχθηκε από διάφορα περιστατικά, προβλεπτά ή απρόβλεπτα, με κριτήρια αντικειμενικά για την ασφάλεια των συναλλαγών και γενικότερα του δικαίου (βλ. Βαθρακοκοίλης ερμηνεία άρθρου 288 ΑΚ σελ. 423). Περαιτέρω με το Ν. 3869/2010 παρέχεται η δυνατότητα της ρύθμισης για το φυσικό πρόσωπο, των χρεών του με απαλλαγή από αυτά και βρίσκει τη νομιμοποίησή της ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μία χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μία τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί και ευρύτερα το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα (βλ. αιτιολογική έκθεση ν. 3869/2010). Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο ν. 3869/2010 εξειδικεύοντας τη διάταξη του άρθρου 288 ΑΚ, με τις διατάξεις του, στοχεύει στην οριοθέτηση της παροχής του οφειλέτη, καθότι με το καθιερούμενο πλαίσιο διατάξεων αυτού, καθορίζει τις προϋποθέσεις ρύθμισης των χρεών απαλλαγής απ` αυτά του οφειλέτη-φυσικού προσώπου, με σκοπό να επαναφέρει την ισορροπία των παροχών μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών, που κατά κύριο λόγο είναι οι τράπεζες. ΙΙ. Με τη διάταξη της παρ.1 του άρθρου 10 ν. 3869/2010 επιβάλλεται στον οφειλέτη το καθήκον για ειλικρινή δήλωση των περιουσιακών του στοιχείων και εισοδημάτων, καθ` όλο το διάστημα της διαδικασίας της ρύθμισης που αρχίζει με την κατάθεση της αίτησης του άρθρου 4 παρ.1, αλλά και την περίοδο της ρύθμισης των άρθρων 8 παρ.2 και 9 παρ.2 του νόμου. Ειδικότερες μορφές του καθήκοντος αυτού αποτελούν οι υποχρεώσεις για ακρίβεια των στοιχείων που περιέχονταν στις καταστάσεις της παρ.1 του άρθρου 4, για αλήθεια του περιεχομένου της δήλωσης της παρ.2β του άρθρου 4. Η παράβαση των υποχρεώσεών του αυτών, εφόσον έγινε από δόλο ή βαριά αμέλεια έχει ως συνέπεια την απόρριψή της αίτησης ρύθμισης ή την έκπτωση από τη ρύθμιση ή την έκπτωση από την απαλλαγή που έχει ήδη αποφασιστεί και μέχρι 2 χρόνια μετά την επέλευσή της, παράλληλα δε νέα αίτηση ρύθμισης μπορεί να υποβληθεί μετά την πάροδο δύο (2) ετών από την τελεσίδικη απόρριψη της προηγούμενης αίτησης ή την τελεσιδικία της απόφασης περί έκπτωσης. Από τις μετέχουσες η πιστώτρια με την επωνυμία «............» με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συζήτησης δίκης και τις εμπρόθεσμα και νομότυπα κατατεθείσες προτάσεις της, εκτός των άλλων, (ένσταση αοριστίας, όπως προαναφέρεται) υπέβαλε: 1) Την ένσταση καταχρηστικής άσκησης του κρινόμενου δικαιώματος, διότι ο αιτών έχει περιουσιακά αντικείμενα, όπως ακίνητο και αυτοκίνητο και εισοδήματα με τα οποία και μπορεί να ζήσει και να καταβάλει και επομένως μπορεί να καταβάλει τα επίδικα χρέη. Η εν λόγω ένσταση είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι τα παραπάνω επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν μπορούν να υπαχθούν στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ. 2) Την ένσταση της μη καλόπιστης εκπλήρωσης της σύμβασης λαμβανομένου υπόψη των συναλλακτικών ηθών, καθότι η ίδια (πιστώτρια), κατανοώντας τη δυσμενή οικονομική κατάσταση του αιτούντα, αντιπρότεινε με τις από 19/4/2011 παρατηρήσεις της στα πλαίσια του δικαστικού συμβιβασμού, την αποπληρωμή της οφειλής της σε διάρκεια 118 μηνών και με κυμαινόμενο επιτόκιο με βάση τα προβλεπόμενα στη σύμβαση (δανειακή) ή το «Euribor» τριμήνου πλέον περιθωρίου, δηλαδή με σημερινό τελικό επιτόκιο 7%, πλέον εισφορά ν. 128/75, πληρωτέας με μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις των 198 ευρώ, πράγμα το οποίο δεν αποδέχτηκε ο αιτών κατά παράβαση της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών. Η εν λόγω ένσταση, σύμφωνα με τα εκτενώς αναφερόμενα στη μείζονα νομική σκέψη με αριθμό Ι είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, καθότι ο νομοθέτης με τη θέσπιση των διατάξεων του ν.3869/2010 παρείχε στον αιτούντα το δικαίωμα να αρνηθεί την αντιπρόταση της εν λόγω πιστώτριας (άρθρο 7§1 του εν λόγω νόμου) και να προβεί στη συνέχεια στην άσκηση της κρινόμενης αίτησης χωρίς η εν λόγω ενέργειά του να προσκρούσει στην καλή πίστη και στα συναλλακτικά ήθη, καθότι αυτή (ενέργειά του) πηγάζει από νόμιμο δικαίωμά του. 3) Την ένσταση ανειλικρινούς δήλωσης του αιτούντα, καθότι ο αιτών στην κρινόμενη αίτηση ισχυρίζεται ότι το μηνιαίο εισόδημά του ανέρχεται στα 436,11 ευρώ, που προέρχεται από συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας του κατά ποσοστό 55% ήτοι ετησίως λαμβάνει το ποσό των 5.185,32 ευρώ, όμως από το εκκαθαριστικό του σημείωμα καθώς και από τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2010 προκύπτει ότι το ετήσιό του εισόδημα ανέρχεται στο ποσό των 9.375,39 ευρώ, που αναλύεται στο ποσό των 5.978,73 ευρώ καθαρά ποσά από κύριες συντάξεις και στο ποσό των 3,396,66 ευρώ καθαρά ποσά από επικουρικές συντάξεις. Τη παραπάνω ένσταση, με τον ίδιο τρόπο (δήλωση στα πρακτικά κλπ) υπέβαλε και η πιστώτρια τράπεζα με την επωνυμία «.............». Η εν λόγω ένσταση, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα νομική σκέψη με αριθμό ΙΙ είναι νόμιμη και πρέπει να εξεταστεί η ουσιαστική βασιμότητα αυτής. Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρα απόδειξης, η οποία εξετάστηκε στο ακροατήριο και της οποίας η κατάθεση εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συζήτησης δίκης, τα έγγραφα που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, από τις ομολογίες που συνάγονται από τους ισχυρισμούς των διαδίκων (άρθρο 261 ΚΠολΔ) και απ` όλη γενικά τη διαδικασία αποδείχτηκαν τα ακόλουθα: Ο αιτών …………………………….., κάτοικος Πολίχνης Θεσσαλονίκης, γεννηθείς το έτος 1951, είναι έγγαμος ……………………………… και έχουν δύο ενήλικα παιδιά έγγαμα. Εργαζόταν μέχρι το Μάρτιο του 2006 ως επιπλοποιός, οπότε άρχισε να αντιμετωπίζει έντονα καρδιολογικά προβλήματα και συγκεκριμένα υπέστη οξύ έμφραγμα πλαγίου τοιχώματος και διαπιστώθηκε ότι πάσχει από στεφανιαίο νόσο και συνεπεία αυτών των προβλημάτων υγείας κρίθηκε ανάπηρος αρχικά κατά ποσοστό 55% και στη συνέχεια με την υπ` αριθμ. 14202/24-6-2010 απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκ/τος Θεσ/νίκης του ΙΚΑ-ΕΤΑΚ κατά ποσοστό 52% και του χορηγήθηκε αναπηρική σύνταξη από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ανερχόμενη στο ποσό των 436,11 ευρώ, η οποία (απόφαση) θα ισχύσει μέχρι τις 30/6/2010 (βλ. σχετική απόφαση). Προσέτι θα λαμβάνει μέχρι τις 31/12/2011 σε μηνιαία βάση το ποσό των 153,33 ευρώ ως επίδομα του ΕΚΑΣ (βλ. σχετικό έγγραφο του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ). Η σύζυγός του, ηλικίας 58 ετών, δεν εργάζεται από το έτος 2001 και στο εξής, παρά συνεισφέρει στις οικογενειακές ανάγκες με την προσφορά εργασιών στην οικία τους, λόγω του γεγονότος ότι είναι δύσκολη η ανεύρεση εργασίας λόγω της δυσχερούς οικονομικής κατάστασης της χώρας την τρέχουσα περίοδο η οποία πλήττει και την απασχόληση, καθότι προσπάθησε να ανεύρει εργασία για περίθαλψη ηλικιωμένων και μικρών παιδιών και δεν ανεύρε. Σημειώνεται ότι αυτή εργαζόταν περιστασιακά καθότι έχει 100 ένσημα Ι.Κ.Α. κατ` έτος (βλ. κατάθεση της μάρτυρα). Οι οικογενειακές τους δαπάνες περιορίζονται σ` αυτές που απαιτούνται για την ικανοποίηση των βιοτικών τους αναγκών, αφού τα παιδιά τους είναι ενήλικα και έχουν δική τους οικογένεια και δεν αποδείχτηκε οικονομική τους εξάρτηση για κάποιο λόγο από τον ίδιο (αιτούντα). Επίσης περαιτέρω πρέπει να σημειωθεί ότι η παραπάνω οικονομική κατάσταση του αιτούντα θα ισχύσει μέχρι τις 30/6/2012 οπότε παύει η ισχύς της προαναφερθείσας απόφασης του Διευθυντή του ΙΚΑ-ΤΕΑΜ Θεσ/νίκης και εντεύθεν δεν είναι δυνατόν να διαγνωστεί το ποσό της σύνταξης που θα εισπράττει, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος της δυνατότητας συνταξιοδότησης της συζύγου του αιτούντα με την παρέλευση της ηλικίας αυτής. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης ο αιτών είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, καθότι οι καθών-πιστώτριες δεν προβάλουν ισχυρισμό ότι η ανάληψη αυτών έγινε εντός του τελευταίου έτους, τα οποία δεν είναι εξοπλισμένα με εμπράγματη ασφάλεια και θεωρούνται κατά πλάσμα του νόμου σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.3 ν. 3869/2010, με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα, υπολογίζονται δε με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο αυτό βλ. σε Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ. 99). 1) Από την τράπεζα με την επωνυμία «..............» του έχουν χορηγηθεί α) με την από 200605095287000 σύμβαση μια πιστωτική κάρτα, από τα οποία οφείλει μαζί με τους τόκους και τα έξοδα μέχρι την κοινοποίηση της αίτησης στις 25/2/2011 το συνολικό ποσό των 2.748,95 ευρώ, β) με τη με αριθμό 1840709 σύμβαση ένα στεγαστικό δάνειο, από το οποίο οφείλει μαζί με τους τόκους μέχρι την κοινοποίηση της αίτησης στις 25-2-2011 το συνολικό ποσό των 17.570,11 ευρώ Ήτοι στην εν λόγω πιστώτρια οφείλει συνολικά το ποσό των 20.319,09 ευρώ. 2) Από την τράπεζα με την επωνυμία «...............» με την υπ` αριθμ. 00200709115352 σύμβαση του χορηγήθηκε δάνειο, από το οποίο οφείλει μαζί με τους τόκους, μέχρι την κοινοποίηση της αίτησης στις 25/2/2011 το συνολικό ποσό των 16.762,27 ευρώ και 3) Από την τράπεζα με την επωνυμία «.........................» του έχουν χορηγηθεί α) με την με αριθμό 5458650760939163 σύμβαση πιστωτική κάρτα, από την οποία οφείλει μαζί με τους τόκους μέχρι την κοινοποίηση της κλήσης στις 25-2-2011 το συνολικό ποσό των 3.051,14 ευρώ και β) με τη με αριθμό 002691109605961588 σύμβαση ένα καταναλωτικό δάνειο από το οποίο οφείλει μαζί με τους τόκους μέχρι την κοινοποίηση της παρούσας στις 25-2- 2011 το ποσό των 15.818,56 ευρώ. Από το έτος 2006 έχει πάψει να εξυπηρετεί τα δάνειά του αυτά και έτσι περιήλθε σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία να πληρώνει τα ληξιπρόθεσμα χρέη του προς τις πιο πάνω πιστώτριές του, η δε αδυναμία του αυτή δεν οφείλεται σε δόλο (δεν προβάλλεται δόλια περιέλευση). Άλλη πηγή εισοδήματος πέραν της παραπάνω σύνταξης και του επιδόματος ΕΚΑΣ δε διαθέτει ο αιτών, μοναδικό δε ακίνητο περιουσιακό στοιχείο αποτελεί ένα διαμέρισμα του 1ου ορόφου οικοδομής επί της οδού …………………….στην Πολίχνη Θεσσαλονίκης, εμβαδού 79 τ.μ., κατασκευής τους έτους 1974, το οποίο βρίσκεται σε οικόπεδο 145 τ.μ. και δε διαθέτει κεντρική θέρμανση, η εμπορική του δε αξία εκτιμάται στο ποσό των 35.000 ευρώ, λαμβανομένων υπόψη της παλαιότητάς του (37 ετών περίπου), της περιοχής στην οποία βρίσκεται, του ορόφου (1ου) και του εμβαδού του και των πτωτικών τάσεων της αγοράς ακινήτων λόγω της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας. Το διαμέρισμα αυτό αποτελεί την κύρια κατοικία του και η αξία του δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολόγητου ποσού για έγγαμο χωρίς τέκνα, όπως ο αιτών, που ανέρχεται σε 200.000 € προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή της από την εκποίηση. Περαιτέρω αποδείχτηκε ότι τα εισοδήματα του αιτούντα για το οικονομικό έτος 2010-χρήση 2009 δεν ανέρχονταν στο ποσό των 9.375,39 ευρώ, όπως ισχυρίζονται οι δεύτερη και τρίτη των πιστωτριών, αλλά στο ποσό των 5,448,52 ευρώ, καθότι τα ποσά των 2,149,08 ευρώ και 1.177,79 ευρώ ήτοι συνολικά 3.326,87 αντιστοιχούσαν σε αναδρομικά του έτους 2008 για σύνταξη Ι.Κ.Α. και ΤΕΑΜ αντίστοιχα (βλ. σχετικές βεβαιώσεις αποδοχών). Επομένως η προβληθείσα ένσταση της ανειλικρινούς δήλωσης του αιτούντα για τον παραπάνω λόγο πρέπει ν` απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Συντρέχουν επομένως στο πρόσωπο του αιτούντα οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 και ειδικότερα αυτή των άρθρων 8 παρ.2 και 9 παρ.2. Πέραν του παραπάνω ακινήτου στον αιτούντα ανήκει κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου και κατά 50% στη σύζυγό του ένα Ι.Χ. αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής NISSAN, τύπου Σάννυ, έτους κατασκευής 1992 με αριθμό κυκλοφορίας………………., αυτό δε, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πρέπει να εξαιρεθεί της εκποίησης, λόγω της πολύ μικρής αξίας, λόγω της παλαιότητάς του και επειδή χρησιμεύει μόνο για τις μετακινήσεις της οικογένειάς του, η δε προσφορά του προς εκποίηση δε θα προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον. Επομένως η ρύθμιση των χρεών του θα γίνει κατά πρώτο με μηνιαίες καταβολές απευθείας στις πιο πάνω πιστώτριες από τα εισοδήματά του επί τετραετία, που θα αρχίζουν αμέσως με την κοινοποίηση προς αυτήν της απόφασης, από τις οποίες οι πιστώτριές του θα ικανοποιηθούν συμμέτρως (άρθρο 8 παρ.2 ν. 3869/10) και εφόσον δεν υπάρχει αίτημα του αιτούντα για μηδενικές καταβολές με την επιφύλαξη όμως τροποποίησης της παρούσας ως προ το ύψος των μηνιαίων καταβολών σε περίπτωση μεταβολής των εισοδημάτων του αιτούντα και της συζύγου αυτού (άρθρο 8 παρ.4 ν. 3869/2010) για τους λόγους που εκτίθενται παραπάνω. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, όπως προαναφέρθηκε, μοναδικό εισόδημα του αιτούντα αποτελεί η σύνταξή του, η οποία ανέρχεται μαζί με το επίδομα του ΕΚΑΣ στο ποσό των 589,44 ευρώ και ενόψει αυτού το προς διάθεση στις πιστώτριές του ποσό, λαμβανομένων υπόψη των βασικών προσωπικών και οικογενειακών του αναγκών ανέρχεται στο ποσό των 150 ευρώ το μήνα, ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες. Το συνολικό ποσό των οφειλών του ανέρχεται στο ποσό των 55.950,97 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε 20.319,09 ευρώ προς την «.............», σε 16.762,27 ευρώ προς την «...........» και σε 18.869,61 ευρώ προς την «....», σε κάθε μία αναλογεί από το ποσό των 150 ευρώ, στη μεν πρώτη το ποσό των 54,47 ευρώ (150 : 55.950,97 Χ 20.319,09), στη δε δεύτερη το ποσό των 44,94 ευρώ (150 : 55.950,97 Χ 16.762,27) και στην τρίτη το ποσό των 50,59 ευρώ (150 : 55.950,97 Χ 18.869,61 ευρώ). Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της τετραετίας και με την επιφύλαξη της μη μεταβολής των εισοδημάτων του αιτούντα και της συζύγου του, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η κάθε πιστώτρια θα έχει λάβει τα εξής ποσά: 1) Η πρώτη (.............) το ποσό των 2.614,56 ευρώ (48 Χ 54,47), η δεύτερη (......) το ποσό των 2.157,12 (44,94 Χ 48) και η τρίτη (......) το ποσό των 2428,321 ευρώ (48 Χ 50,59). Ήτοι συνολικά ο αιτών από το παραπάνω ποσό των 55.950,97 ευρώ θα έχει καταβάλει με τις μηνιαίες καταβολές επί τετραετία συνολικά το ποσό των 7.200 ευρώ και επομένως απομένει υπόλοιπο 48.750,97 ευρώ. Η ικανοποίηση των υπολοίπων απαιτήσεων των πιστωτριών θα γίνει με περαιτέρω καταβολές προς διάσωση της πρώτης κατοικίας του αιτούντος, που σύμφωνα με το νόμο μπορεί να ανέλθει μέχρι το 85% της εμπορικής αξίας του ακινήτου, δηλαδή μέχρι του ποσού των 29.750 ευρώ (το 85% των 35.000), πρέπει δε να οριστεί στο ποσό των 18.000 ευρώ, αφού ληφθούν υπόψη η ηλικία του αιτούντος, η τωρινή του οικονομική κατάσταση και με την επιφύλαξη της μεταβολής των εισοδημάτων αυτού, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού, η οποία θα ξεκινήσει τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση της αποφάσεως αυτής, θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά τον χρόνο αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο χρόνος δε τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού, πρέπει να οριστεί σε δέκα χρόνια. Η μηνιαία δόση που θα καταβάλει ο αιτών στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής ανέρχεται στο ποσό των 150 ευρώ το μήνα, το οποίο θα κατανέμεται συμμετρικά στις πιστώτριές του, όπως αναφέρεται στο ιστορικό της απόφασης αυτής, καθότι, δεν αποδείχτηκε ότι κάποια από τις πιστώτριες είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη, οι δε μηνιαίες δόσεις θα αρχίσουν να καταβάλλονται την 5-8-2014, δηλαδή μετά την παρέλευση τριών ετών από τη δημοσίευση της αποφάσεως αυτής, καθόσον κρίνεται ότι στον αιτούντα πρέπει να παρασχεθεί περίοδος χάριτος διάρκειας τριών ετών. Ενόψει των παραπάνω πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ` ουσία και να ρυθμιστούν οι αναφερόμενες στην αίτηση οφειλές του αιτούντος, όπως αναφέρεται στο διατακτικό. Η απαλλαγή του από κάθε υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι των πιστωτριών του, θα επέλθει σύμφωνα με το νόμο (άρθρο 11 παρ.1 ν.3869/2010) μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων, που του επιβάλλονται με την απόφαση αυτή. Το ακίνητο της κύριας κατοικίας που εξαιρείται από την εκποίηση θα συνεχίσει να είναι υπέγγυο έναντι των πιστωτριών και μετά το πέρας της τετραετίας. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του ν. 3869/2010. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων. ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση. ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ τις επί τετραετία μηνιαίες καταβολές του αιτούντος προς τις πιστώτριές του, οι οποίες θα αρχίζουν την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την κοινοποίηση προς αυτόν της παρούσας απόφασης, ποσού, στην «............... ................», πενήντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα επτά λεπτών (54,47) σαράντα τεσσάρων ευρώ και ενενήντα τεσσάρων λεπτών (44,94) στην «........ ............», πενήντα ευρώ και πενήντα εννέα λεπτών (50,59) στην «....... ..........» . τα παραπάνω δε ποσά με την επιφύλαξη της μεταβολής των οικογενειακών εισοδημάτων του αιτούντος. ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία του αιτούντα, δηλαδή το διαμέρισμα, εμβαδού 79 τ.μ., το οποίο βρίσκεται στον 1ο όροφο οικοδομής επί οικοπέδου 145 τ.μ., επί της οδού ………………………..Πολίχνη Θεσσαλονίκης. ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της παραπάνω κατοικίας το ποσό των 18.000 € επί 10 χρόνια, στις πιστώτριες τα εξής ποσά: στην «........................» το ποσό των πενήντα τεσσάρων ευρώ και σαράντα επτά λεπτών (54,47), στη «...............» το ποσό των σαράντα τεσσάρων ευρώ και ενενήντα τεσσάρων λεπτών (44,94) και στην «.........» το ποσό των πενήντα ευρώ και πενήντα εννιά λεπτών (50,59). Τα παραπάνω δε ποσά με την επιφύλαξη της μεταβολής των οικογενειακών εισοδημάτων του αιτούντος. Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα ξεκινήσει την 5η-8-2014 ήτοι τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο αποπληρωμής σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
πηγή: nomos
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.