Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας - Διαιτησία
Ποιές διαφορές μπορούν να υπαχθούν σε διαιτησία. Αρθρο 867. Διαφορές ιδιωτικού δικαίου μπορούν να υπαχθούν σε διαιτησία με συμφωνία, αν εκείνοι που τη συνομολογούν έχουν την εξουσία να διαθέτουν ελεύθερα το αντικείμενο της διαφοράς. Οι διαφορές που αναφέρονται στο άρθρο 663 δεν μπορούν να υπαχθούν σε διαιτησία.
Συμφωνία για διαιτησία που αφορά μελλοντικές διαφορές - πότε είναι έγκυρη. Αρθρο 868. Συμφωνία για διαιτησία που αφορά μελλοντικές διαφορές είναι έγκυρη μόνο αν είναι έγγραφη και αναφέρεται σε ορισμένη έννομη σχέση, από την οποία θα προέλθουν οι διαφορές.
Εγγραφη η συμφωνία για διαιτησία - θεραπεία έλλειψης εγγράφου. Αρθρο 869. 1. Η συμφωνία για διαιτησία καταρτίζεται εγγράφως. Εγγραφη θεωρείται η συμφωνία και αν καταρτίστηκε με ανταλλαγή ενυπόγραφων επιστολών, τηλεγραφημάτων, τηλετυπημάτων ή ενυπόγραφων τηλεομοιοτύπων. Αν αυτοι που συνομολόγησαν τη συμφωνία εμφανιστούν στους διαιτητές και λάβουν ανεπιφύλακτα μέρος στη διαιτητική διαδικασία, η έλλειψη εγγράφου θεραπεύεται. 2. Η συμφωνία για διαιτησία διέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου για τις συμβάσεις". *** Το άρθρο 869 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 άρθρου 17 Ν.2331/1995,ΦΕΚ Α 173/24-8-1995,με το άρθρο 25 δε αυτού ορίζεται ότι" η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει ως ορίζεται από το άρθρο 103 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα,(***δηλ.10 ημέρες μετά την δημοσίευσή του), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του"
Χρόνος πρότασης ένστασης για υπαγωγή διαφοράς σε διαιτησία. Αρθρο 870. 1. Αν είναι εκκρεμής δίκη στα τακτικά πολιτικά δικαστήρια για τη διαφορά που συμφωνείται να επιλυθεί διαιτητικά, η υπαγωγή της στη διατησία πρέπει να προτείνεται κατά την πρώτη Συζήτηση μετά τη συνομολόγηση της συμφωνίας, διαφορετικά είναι απαράδεκτη και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 264. 2. Η συμφωνία για διαιτησία μπορεί να γίνει και ενώπιον του δικαστηρίου ή του εντετελμένου δικαστή κατά τη Συζήτηση της υπόθεσης, οπότε το δικαστήριο παραπέμπει την υπόθεση στη διαιτησία και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 264.
Ποιοί διορίζονται διαιτητές - ακυρότητες. Αρθρο 871. 1. Διαιτητές μπορούν να οριστούν ένας ή περισσότεροι, καθώς και ολόκληρο δικαστήριο. 2. Δεν μπορούν να οριστούν διαιτητές οι ανίκανοι για δικαιοπραξία, όποιοι έχουν περιορισμένη ικανότητα για δικαιοπραξία, όποιοι από καταδίκη έχουν στερηθεί την άσκηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων και τα νομικά πρόσωπα. (3-5) *** Οι παρ. 3,4 και 5,οι οποίες είχαν προστεθεί με το άρθρο 1 του Ν. 1816/1988 (Α` 251) και τροποποιηθεί με την παρ.13 του άρθρου 9 του Ν.2145/1993 (ΦΕΚ Α 88), Καταργήθηκαν από την παρ.2 άρθρου 17 Ν.2331/1995,ΦΕΚ Α 173/24-8-1995,με το άρθρο 25 δε αυτού ορίζεται ότι" η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει ως ορίζεται από το άρθρο 103 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα,(***δηλ.10 ημέρες μετά την δημοσίευσή του), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του"
Ορισμός δικαστικών λειτουργών ως διαιτητών. Αρθρο 871Α. 1. Ο Ορισμός δικαστικών λειτουργών ως διαιτητών ή επιδιαιτητών διέπεται από τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων. 2. Δικαστικός λειτουργός μπορεί να είναι μόνο μοναδικός διαιτητής (μονομελής διαιτησια) ή επιδιαιτητής. Δεν μπορει να ασκήσει διαιτητικά έργα ο δικαστικός λειτουργός που δεν έχει συμπληρώσει πενταετή του- λάχιστον συνολική δικαστική υπηρεσία. 3. Αν η διαιτησία, κατά τη συμφωνία των μερών, προβλέπεται ότι θα διεξαχθεί από δικαστικό λειτουργό ορισμένου δικαστηρίου, αυτάς είναι ο εκάστοτε εκ περιτροπής καλούμενος κατά τη σειρά αρχαιότητας μεταξύ των υπηρετούντων στο δικαστήριο αυτό προέδρων και δικαστών την ημέρα κατάθεσης της αίτησης. Το όνομα του δικασηκού αυτού λειτουργού γνωστοποιείται στον αιτούντα από τον πρόεδρο του δικαστηρίου ή από τον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου που διευθύνει το δικαστήριο. 4. Ορισμός συγκεκριμένου δικαστικού λειτουργού ως διαιτητή ή επιδιαιτητή, ειτε ονομασπκά ειτε έμμεσα, με κριτήριο τη θέση ή ιδιότητα που έχει ή θα έχει στο μέλλον, είναι άκυρος. Η ακυρότητα αυτή δεν επιδρά στη συμφωνία για τη διαιτησία. Στην περίπτωση αυτή διαιτητής ή επιδιαιτητής είναι ο κατά την προηγούμενη παράγραφο καλούμενος από το δικαστήριο, στο οποίο ο συγκεκριμένος δικαστηκός λειτουργός υπηρετούσε κατά την κατάρτιση της διαιτητικής συμφωνίας. 5. Αν η διαιτησία, κατά τη συμφωνία των μερών, προβλέπεται ότι θα διεξαχθεί από δικαστικό λειτουργό, χωρίς όμως να καθορίζεται με την Ιδια ή με μεταγενέστερη συμφωνία το δικαστήριο από το οποίο θα προέλθει, θεωρείται ότι τα μέρη απέβλεπαν στο δικαστήριο του τόπου οπου καταρτίστηκε η συμφωνία για τη διαιτησία. Αν στον τόπο κατάρτισης της συμφωνίας λειτουργούν δικαστήρια διαφάρων δικαιοδοσιών ή βαθμών και δεν προκύπτει από τη συμφωνία εκείνο στο οποίο απέβλεψαν τα μέρη, θεωρείται ότι απέβλεψαν στο πολιτικό πρωτοδικείο και, αν πρόκειται για διοικητική διαφορά, στο διοικητικό πρωτοδικείο. 6. Σε κάθε δικαστήριο τηρείται από τη γραμματεία ιδιαίτερο βιβλίο, στο οποίο καταχωρίζονται για καθεμία από τις διαιτησίες και σε χωριστή στήλη, τα ονοματεπώνυμα των διαδίκων, καθώς και του μοναδικού διαιτητή ή επιδιαιτητή, οι χρονολογίες έκδοσης της απόφασης και της κατάθεσής της, καθώς και ο αριθμός της. 7. Ο κατά ης προηγούμενες διατάξεις καλούμενος δικαστικός λειτουργός υποχρεούται να διεξαγάγει τη διαιτησία η οποία αποτελεί μέρος των δικαστικών του καθηκόντων. Σε περίπτωση νόμιμου κωλύματος ή λόγου εξαίρεσης καλείται ο κατά σειράν επόμενος. Μεταγενέστερη μεταβολή στην υπηρεσιακή κατάσταση του δικαστικού λειτουργού δέν επιδρά στην ιδιότητά του ως μοναδικού διαιτητή ή επιδιαιτητή. 8. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται ανάλογα και όταν με τη συμφωνία των μερών προβλέπεται ότι ο διαιτητής ή ο επιδιαιτητής θα είναι εισαγγελικός λειτουργός". ***Το άρθρο 871A προστέθηκε από την παρ.2 άρθρου 17 Ν.2331/1995, ΦΕΚ Α 173/24-8-1995,με το άρθρο 25 δε αυτού ορίζεται ότι" η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει ως ορίζεται από το άρθρο 103 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα,(***δηλ.10 ημέρες μετά την δημοσίευσή του), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του" *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Με τις παρ. 1 και 3 άρθρ.18 Ν.2331/1995 ορίζεται ότι: 1. Οι διατάξεις του άρθρου 871 Α, που προστίθεται στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με τον παρόντα νόμο, καταλαμβάνουν και τις συμφωνίες για διαιτησία από δικαστικούς λειτουργούς, οι οποίες είχαν συνομολογηθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του, εκτός αν έχει ήδη αρχισει η διεξαγωγή της διαιτησίας. 3. Οι διατάξεις του άρθρου 871 Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που προστέθηκε με τον παρόντα νόμο, δεν εφρμόζονται ως προς την επιλογή του προσώπου του διαιτητή ή επιδιαιτητή στις διαιτησίες που αφορούν διαφορές από διεθνείς συναλλαγές μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή νομικού προσώπου του δημόσιου τομέα και τρίτου ή από τη νομοθεσία για τις επενδύσεις κεφαλαίων εισα- γόμενων στην Ελλάδα ή από συμβάσεις που έχουν κυρωθεί με νόμο, εφόσον σε κάθε περίπτωση το ένα των μερών είναι το Δημόσιο ή τα ανωτέρω αναφερόμενα νομικά πρόσωπα. Δεν επιτρέπεται όμως ο ορισμός ως διαιτητή ή επιδιαιτητή του Ιδιου δικαστικού λειτουργού πριν από την πάροδο τριετίας από την περάτωση τέτοιας διαιτησίας στην οποία συμμετείχε. Οι διατάξεις του άρθρου 882 Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, για το ύψος και την κατανομή της αμοιβής, εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις αυτές χωρίς παρέκκλιση. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Για την εφαρμογή των άρθρων 871 Α και 882 Α και στο κύριο προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,βλ. άρθ.6 ν.1816/1988 όπως αυτότροποποιήθηκε από τον Ν.2331/1995. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με την παρ.6 άρθρου 18 Ν.2331/1995 ορίζεται ότι: " Διατάξεις νόμων που ρυθμίζουν την ανάθεση διαιτησιών σε δικαστικούς λειτουργούς κατά τρόπο διάφορο από αυτόν που προβλέπεται στο άρθρο 871 Α καταργούνται, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο".
Τρόπος ορισμού και αριθμός διαιτητών - ακυρότητα συμφωνίας. Αρθρο 872. Αν με τη συμφωνία για διαιτησία δεν ορίζονται οι διαιτητές ή ο τρόπος του ορισμού τους, το κάθε μέρος ορίζει ένα διαιτητή. Συμφωνία με την οποία ορίζεται ότι το ένα από τα μέρη θα ορίσει διαιτητή και για το άλλο μέρος ή ότι τα μέρη μπορούν να ορίσουν άνισο αριθμό διαιτητών είναι άκυρη.
Πρόσκληση ορισμού διαιτητών - προθεσμίες και γνωστοποιήσεις. Αρθρο 873. 1. Αν οι διαιτητές δεν ορίζονται με τη συμφωνία για διαιτησία, αλλά είτε κατά τη συμφωνία είτε κατά το άρθρο 872 τους διαιτητές τους ορίζουν τα συμβαλλόμενα μέρη, το καθένα μπορεί να καλέσει το άλλο εγγράφως να ορίσει το διαιτητή ή τους διαιτητές, μέσα σε προθεσμία οκτώ τουλάχιστον ημερών και πρέπει να γνωστοποιήσει στο έγγραφο και το διαιτητή ή τους διαιτητές που το ίδιο ορίζει. Το μέρος στο οποίο απευθύνεται η κλήση οφείλει, μέσα στην οριζόμενη προθεσμία, να ανακοινώσει σε εκείνον που το καλεί, το διαιτητή ή τους διαιτητές που αυτό ορίζει. 2. Σε κάθε διαιτητή γνωστοποιούνται τα ονόματα και οι διευθύνσεις του άλλου ή των άλλων διαιτητών.
Ορισμός επιδιαιτητή - προθεσμία. Αρθρο 874. Αν οι διαιτητές είναι περισσότεροι και με τη συμφωνία για διαιτησία δεν ορίζεται διαφορετικά, οι διαιτητές οφείλουν να ορίσουν τον επιδιαιτητή μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την τελευταία κατα το άρθρο 873 παρ. 2 γνωστοποίηση και να το ανακοινώσουν στα μέρη που συνομολόγησαν τη συμφωνία.
Αντικατάσταση διαιτητή ή επιδιαιτητή. Αρθρο 875. 1. Αν ο διαιτητής που όρισε ένα από τα μέρη πεθάνει ή για οποιοδήποτε λόγο αρνείται ή κωλύεται να διενεργήσει τη διαιτησία ή εξαιρεθεί, το άλλο μέρος μπορεί να καλέσει εγγράφως το μέρος που όρισε αυτόν το διαιτητή να ορίσει άλλον, μέσα σε προθεσμία οκτώ τουλάχιστον ημερών. Το μέρος στο οποίο απευθύνεται η κλήση οφείλει μέσα στην οριζόμενη προθεσμία να ανακοινώσει σε εκείνον που το καλεί το διαιτητή που αυτό ορίζει. 2. Αν ο επιδιαιτητής που όρισαν οι διαιτητές πεθάνει ή για οποιοδήποτε λόγο αρνείται ή κωλύεται να διενεργήσει τη διαιτησία και οι διαιτητές δεν ορίσουν άλλον, καθένα από τα μέρη μπορεί να καλέσει εγγράφως τους διαιτητές να ορίσουν άλλον επιδιαιτητή, μέσα σε προθεσμία οκτώ ημερών και να το ανακοινώσουν στα μέρη που συνομολόγησαν τη συμφωνία.
Ορισμός διαιτητή ή επιδιαιτητή από τρίτο. Αρθρο 876. 1. Αν κατά τη συμφωνία για διαιτησία τρίτος ορίζει το διαιτητή ή τους διαιτητές ή τον επιδιαιτητή, καθένα από τα μέρη και αν πρόκειται για τον επιδιαιτητή και καθένας από τους διαιτητές, μπορεί να καλέσει τον τρίτο εγγράφως να ορίσει, μέσα σε προθεσμία οκτώ τουλάχιστον ημερών, το διαιτητή ή τους διαιτητές ή τον επιδιαιτητή και να το ανακοινώσει σε εκείνον που καλεί και, αν πρόκειται για επιδιαιτητή, και στους διαιτητές. 2. Οι διατάξεις της παρ. 1 εφαρμόζονται και στην περίπτωση που ο διαιτητής ή επιδιαιτητής τον οποίον όρισε ο τρίτος πεθάνει ή για οποιοδήποτε λόγο αρνείται ή κωλύεται να διενεργήσει τη διαιτησία.
Μη ανάκληση ορισμού διαιτητή ή επιδιαιτητή. Αρθρο 877. Ο ορισμός διαιτητή από κάποιο από τα μέρη, ο ορισμός επιδιαιτητή από τους διαιτητές ή ο ορισμός των διαιτητών ή του επιδιαιτητού από τρίτον δεν ανακαλείται.
Ορισμός διαιτητή ή επιδιαιτητή από το δικαστήριο - αρμοδιότητα. Αρθρο 878. 1. Αν δεν οριστεί εμπρόθεσμα ο διαιτητής ή οι διαιτητές ή ο επιδιαιτητής και η συμφωνία για διαιτησία δεν ορίζει διαφορετικά, τους ορίζει με αίτηση το μονομελές πρωτοδικείο. Αρμόδιο είναι το μονομελές πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ορίζει η συμφωνία ότι θα διενεργηθεί η διαιτησία, διαφορετικά το μονομελές πρωτοδικείο της κατοικίας όποιου υποβάλλει την αίτηση ή, αν δεν υπάρχει κατοικία, της διαμονής του. Αν δεν υπάρχει και διαμονή, το μονομελές πρωτοδικείο της πρωτεύουσας του κράτους. 2. Η παρ. 1 εφαρμόζεται και όταν ο διαιτητής ή ο επιδιαιτητής που όρισε το μονομελές πρωτοδικείο πεθάνει ή για οποιοδήποτε λόγο αρνείται ή κωλύεται να διενεργήσει τη διαιτησία. *** ΠΡΟΣΟΧΗ: Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από 16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2012,δυνάμει των άρθρων 17 (παρ.29-30) και 110 παρ.21 Ν.4055/2012,ΦΕΚ Α 51/12.3.2012,ως εξής: «1. Αν δεν οριστεί εμπρόθεσμα ο διαιτητής ή οι διαιτητές ή ο επιδιαιτητής και η συμφωνία για διαιτησία δεν ορίζει διαφορετικά, τους ορίζει με αίτηση το ειρηνοδικείο. Αρμόδιο είναι το ειρηνοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ορίζει η συμφωνία ότι θα διενεργηθεί η διαιτησία, διαφορετικά το ειρηνοδικείο της κατοικίας όποιου υποβάλλει την αίτηση ή, αν δεν υπάρχει κατοικία, της διαμονής του. Αν δεν υπάρχει και διαμονή, το ειρηνοδικείο της πρωτεύουσας του Κράτους.» «2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται και όταν ο διαιτητής ή ο επιδιαιτητής που όρισε το ειρηνοδικείο πεθάνει ή για οποιονδήποτε λόγο αρνείται ή κωλύεται να διενεργήσει τη διαιτησία.» 3. Η αίτηση δικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 επ., και έχουν δικαίωμα να την υποβάλουν και τα μέρη που συνομολόγησαν τη συμφωνία για διαιτησία και αν πρόκειται για επιδιαιτητή και καθένας από τους διαιτητές. Η απόφαση δεν μπορεί να προσβληθεί με ένδικα μέσα. Αίτηση για ανάκληση ή για μεταρρύθμιση της απόφασης είναι απαράδεκτη μετά την έναρξη της διαιτητικής διαδικασίας.
Κατάλογος διαιτητών. Αρθρο 879. 1. Σε κάθε μονομελές πρωτοδικείο τηρείται Κατάλογος διαιτητών τον οποίο καταρτίζει το πολυμελές πρωτοδικείο, σύμφωνα με όσα ορίζονται με διατάγματα που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού της Δικαιοσύνης. 2. Το μονομελές πρωτοδικείο ορίζει τους διαιτητές ή το διαιτητή από τον κατάλογο των διαιτητών και, αν δεν υπάρχει κατάλογος ή, αν συντρέχει κατά την κρίση του σοβαρός λόγος, ορίζει το κατάλληλο πρόσωπο. *** ΠΡΟΣΟΧΗ: Το άρθρο 879 αντικαθίσταται από 16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2012,δυνάμει των άρθρων 17 παρ.31 και 110 παρ.21 Ν.4055/2012,ΦΕΚ Α 51/12.3.2012,ως εξής: «1. Σε κάθε ειρηνοδικείο τηρείται κατάλογος διαιτητών τον οποίο καταρτίζει το πολυμελές πρωτοδικείο, σύμφωνα με όσα ορίζονται με διατάγματα που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων 2. Το ειρηνοδικείο ορίζει τους διαιτητές ή τον διαιτητή από τον κατάλογο των διαιτητών και, αν δεν υπάρχει κατάλογος ή αν συντρέχει κατά την κρίση του σοβαρός λόγος, ορίζει το κατάλληλο πρόσωπο.»
Αποδοχή, αποποίηση διορισμού - άδεια για άρνηση εκπλήρωσης καθηκόντων. Αρθρο 880. 1. Οποιος ορίζεται ως διαιτητής ή επιδιαιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να δεχτεί το διορισμό του. 2. Οποιος αποδέχτηκε τον ορισμό του ως διαιτητή ή επιδιαιτητή μπορεί για σοβαρό λόγο να αρνηθεί να εκπληρώσει τα καθήκοντά του, ύστερα από άδεια του δικαστηρίου. Η άδεια παρέχεται από το μονομελές πρωτοδικείο του τόπου της κατοικίας του ή αν δεν υπάρχει κατοικία της διαμονής του και αν δεν υπάρχει και διαμονή, από το μονομελές πρωτοδικείο της πρωτεύουσας του κράτους, ύστερα από αίτησή του που δικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 επ. Η απόφαση δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα, δεν ανακαλείται ούτε μεταρρυθμίζεται. *** ΠΡΟΣΟΧΗ: Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από 16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2012,δυνάμει των άρθρων 17 παρ.32 και 110 παρ.21 Ν.4055/2012,ΦΕΚ Α 51/12.3.2012,ως εξής: «2. Όποιος αποδέχτηκε τον ορισμό του ως διαιτητή ή επιδιαιτητή μπορεί για σοβαρό λόγο να αρνηθεί να εκπληρώσει τα καθήκοντα του, ύστερα από άδεια του δικΑποδοχή,αποποίηση διορισμού-άδεια για άρνηση εκπλ.καθηκόντωναστηρίου. Η άδεια παρέχεται από το ειρηνοδικείο του τόπου της κατοικίας του ή αν δεν υπάρχει κατοικία της διαμονής του και αν δεν υπάρχει και διαμονή, από το ειρηνοδικείο της πρωτεύουσας του Κράτους, ύστερα από αίτηση του που δικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 επ.. Η απόφαση δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα, δεν ανακαλείται ούτε μεταρρυθμίζεται.»
Ευθύνη διαιτητών. Αρθρο 881. Οι διαιτητές και ο επιδιαιτητής κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους ευθύνονται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια.
Αμοιβή διαιτητών - παρακράτηση. Αρθρο 882. Το μέρος που καλεί για Συζήτηση προκαταβάλλει το μισό της αμοιβής του διαιτητή ή των διαιτητών και του επιδιαιτητή, το οποίο ορίζεται στην επόμενη παράγραφο. Υποχρέωση προκαταβολής του ίδιου ποσοστού της αμοιβής έχει και κάθε άλλο μέρος, εφ` όσον με αίτημά του διευρύνεται το αντικείμενο της διαιτησίας. Το ποσό της προκαταβολής σε κάθε περίπτωση προσδιορίζεται από το διαιτητικό δικαστήριο με πράξη που καταχωρίζεται στην αίτηση ή στα Πρακτικά. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις ή για λόγους επιείκειας η προκαταβολή μπορεί, με την ίδια πράξη, να περιοριστεί σε ποσό μικρότερο από αυτό που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, όχι όμως κάτω από το ένα τρίτο του ποσού της αμοιβής. 2. Το ύψος της συνολικής αμοιβής διαιτητών και επιδιαιτητών υπολογίζεται σε ποσοστό της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς με βάση τον ακόλουθο πίνακα: Για το τμήμα αξίας έως 500.000 δρχ. [χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ] 6% Για το τμήμα αξίας 500.001 [1.500,01 ευρώ] έως 2.000.000 δρχ.[5.900 Ε] 5% Για το τμήμα αξίας 2.000.001 [5.900,01 Ε] έως 5.000.000δρχ.[15.000 Ε] 4% Για το τμήμα αξίας 5.000.001 [15.000,01 Ε]έως 10.000.000 δρχ.[29.000 Ε]3% Για το τμήμα αξίας 10.000.001 [29.000,01Ε]έως 50.000.000 δρχ.[150.000Ε] 2% Για το τμήμα αξίας 50.000.001 [150.000,01] και άνω 1%. ***Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε ευρώ στο άρθρο 0 Αν το αντικείμενο της διαφοράς δεν είναι αποτιμητό σε χρήμα, η αμοιβή προσδιορίζεται από το διαιτητικό δικαστήριο κατά εύλογη κρίση. "Αν ο επιδιαιτητής είναι δικαστικός λειτουργός, η αμοιβή του ρυθμίζεται από το άρθρο 882 Α και οι διαιτητές λαμβάνουν συνολικώς τα δύο τρίτα της κατά την παρούσα παράγραφο αμοιβής. Το ποσό της αμοιβής κατά διαιτητή ή επιδιαιτητή που δεν έχει την ιδιότητα δικαστικού λειτουργού δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δεκαπέντε εκατομμύρια (15.000.000) δραχμές [σαράντα τέσσερις χιλιάδες (44.000) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε ευρώ στο άρθρο 0]εκτός αν η διαιτησία είναι διεθνής". ***Το τελευταίο εδάφιο της παρ.2,το οποίο είχε αντικατασταθεί με την παρ.17 άρθρου 9 Ν.2145/1993 (ΦΕΚ Α 88) αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από την παρ.3 άρθρου 17 Ν.2331/1995,ΦΕΚ Α 173/24-8-1995, με το άρθρο 25 δε αυτού ορίζεται ότι" η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει ως ορίζεται από το άρθρο 103 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, (***δηλ.10 ημέρες μετά την δημοσίευσή του), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του" 3. Με τη διαιτητική απόφαση γίνεται ο τελικός καθορισμός της αμοιβής και των εξόδων της διαιτησίας, στα οποία περιλαμβάνεται και η αμοιβή του γραμματέα. 4. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδίως σε πολύ απλές υποθέσεις ή για λόγους επιείκειας, οι διαιτητές μπορούν να περιορίσουν την αμοιβή τους έως το μισό. Με τη διαιτητική απόφαση κατανέμεται η συνολική αμοιβή μεταξύ διαιτητών και επιδιαιτητή. Αν τα μέρη αποφασίζουν τη ματαίωση της διαιτησίας, οφείλουν να το γνωστοποιήσουν εγγράφως στους διαιτητές, οι οποίοι στην περίπτωση αυτήν καθορίζουν τα έξοδα και αμοιβή μειωμένη, ανάλογη με την εργασία που είχε γίνει έως την ημέρα της ματαίωσης της διαιτησίας. 5. Η διαιτητική απόφαση ορίζει και το μέρος που θα επιβαρυνθεί με την αμοιβή και τα έξοδα, κατ` ανάλογη εφαρμογή των άρθρων 176 έως 180, 183 έως 185 και 188. "Σε κάθε περίτπωση η διαιτητική απόφαση μπορεί να ορίζει ότι τα μέρη είναι υπόχρεα εις ολόκληρο για την καταβολή της αμοιβής και των εξόδων, οπότε εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 480 επ. του Αστικού Κώδικα". ***Το εντός " " εδάφιο προστέθηκε με την παρ.14 του άρθρου 9 του Ν.2145/1993 (ΦΕΚ Α 88) 6. Κάθε ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα να προσφύγει εναντίον της διάταξης της διαιτητικής απόφασης που καθορίζει το ύψος της αμοιβής των διαιτητών και τα έξοδα ή να ζητήσει τον καθορισμό τους, αν δεν έχουν οριστεί. Η προσφυγή ασκείται μέσα σε τρεις μήνες από την κατά το άρθρο 893 παρ. 2 κατά2θεση της απόφασης και εκδικάζεται από το μονομελές πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των άρθρων 678 έως 681. "7. Στους διαιτητές και στον επιδιαιτητή, εάν δεν έχει ιδιότητα δικαστικού λειτουργού, καταβάλλεται ποσοστό ίσο με το ογδόντα τοις εκατό (80%) της αμοιβής τους. Το υπόλοιπο είκοσι τοις εκατό (20%) καταβάλλεται συγχρόνως στο Ταμείο Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.). Εάν το αντικείμενο της διαφοράς είναι αποτιμητό σε χρήμα, η καταβολή του κατά το προηγούμενο εδάφιο ποσοστού είναι προϋπόθεση για την κατά το άρθρο 893 κατάθεση της διαιτητικής αποφάσεως και την περιαφή του τύπου της εκτελέσεως". Ο περιορισμός της αμοιβής των διαιτητών ή επιδιαιτητών, δεν ισχύει σε διεθνείς διαιτησίες". ***Τα δύο πρώτα εδάφια της παρ.7,όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.17 άρθρου 9 Ν.2145/1993 (ΦΕΚ Α 88) αντικαταστάθηκαν ως άνω από την παρ.4 άρθρου 17 Ν.2331/1995,ΦΕΚ Α 173/24-8-1995, με το άρθρο 25 δε αυτού ορίζεται ότι" η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει ως ορίζεται από το άρθρο 103 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, (***δηλ.10 ημέρες μετά την δημοσίευσή του), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του" ***Το άρθρο 882 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 2 του Ν. 1816/1988 ( Α` 251). *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ :Κατά το άρθρο 5 παρ.2 του Ν. 1816/1988 το άρθρο 882 εφαρμόζεται και στις συμφωνίες διαιτησίας που συνομολογήθηκαν έως την έναρξη της ισχύος του (15.11.1988) έστω και αν η διαιτητική διαδικασία έχει ήδη αρχίσει, εκτός άν η αμοιβή έχει καταβληθεί έν όλω ή εν μέρει.
Ανώτατα όρια αμοιβής διαιτητού / δικαστού. Παρακράτηση. Αρθρο 882Α. 1. Η αμοιβή δικαστικού ή εισαγγελικού λειτουργού ως μοναδικού διαιτητή ή ως επιδιαιτητή, κατανεμόμενη κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, δεν μπορεί να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) επι της μέχρι 2.000.000 δραχμών [πέντε χιλιάδων εννιακοσίων (5.900) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε Ευρώ στο άρθρο 0]αξίας του αντικειμένου της διαφοράς, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 11, το τέσσερα τοις εκατό (4%) επι του επιπλέον και μέχρι 5.000.000 δραχμών [δέκα πέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε Ευρώ στο άρθρο 0]τμήματος της αξίας αυτής, το τρία τοις εκατό (3%) επι του περαιτέρω και μέχρι 10.000.000 δραχμών [είκοσι εννέα χιλιάδων (29.000) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε Ευρώ στο άρθρο 0]τμήματος αυτής. το δύο τοις εκατό (2%) επί του επιπλέον και μέχρι 50.000.000 δραχμών [εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε Ευρώ στο άρθρο 0]τμήματος αυτής και το ένα τοις εκατά (1 %) επι του περαιτέρω τμήματος της αξίας, ούτε μπορεί να είναι ανώτερη των 15.000.000 δραχμών [σαράντα τεσσάρων χιλιάδων (44.000) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε Ευρώ στο άρθρο 0]και επί διεθνών διαιτησιών των 20.000.000 δραχμών [πενήντα εννέα χιλιάδων (59.000) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε Ευρώ στο άρθρο 0]. Αν το αντικείμενο της διαφοράς δεν είναι αποτιμητό σε χρήμα, η αμοιβή του δικαστικού λειτουργού καθορίζεται από αυτόν, όχι όμως άνω του ορίου των 10.000.000 δραχμών [είκοσι εννέα χιλιάδων (29.000) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε Ευρώ στο άρθρο 0]. Στην περίπτωση αυτή, καθώς και όταν ο καθορισμός της αμοιβής στηρίζεται σε αποτίμηση του αντικειμένου της διαφοράς από το διαιτητή ή επιδιαιτητή, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 6 του προηγούμενου άρθρου 882. Το ποσό της αμοιβής διπλασιάζεται αν ο δικαστικός λειτουργός έχει βαθμό προέδρου εφετών, εφέτη, εισαγγελέα ή αντεισαγγελέα εφετών, Παρέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου και τριπλασιάζεται αν έχει βαθμό Αρεοπαγίτη ή Συμβούλου του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου και άνω, δεν μπορεί όμως να υπερβεί τα δεκαπέντε εκατομμύρια (15.000.000) δραχμές [σαράντα τέσσερις χιλιάδες (44.000) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε Ευρώ στο άρθρο 0]και προκειμένου περί διεθνών διαιτησιών τα εικοσι εκατομμύρια (20.000.000) δραχμές [πενήντα εννέα χιλιάδες (59.000) ευρώ. Βλ. διατάξεις και τρόπο μετατροπής σε Ευρώ στο άρθρο 0]. 2."Από το ποσό της αμοιβής ο δικαστικός λειτουργός λαμβάνει ποσοστό 35%, 25% καταβάλλεται συγχρόνως σε ειδικό λογαριασμό του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.), το δε υπόλοιπο 40% κατατίθεται σε έντοκο λογαριασμό και περιέχεται σε κοινό ταμείο που τηρείται από τον οικείο πρόεδρο ή εισαγγελέα, ο οποΙος τον Ιανουάριο κάθε τρίτου έτους κατανέμει το σύνολο των ποσών και των τόκων των δύο προηγούμενων ετών στους δικαστές ή τους εισαγγελείς που υπηρέτησαν στο δικαστήριο ή την εισαγγελία κατά τα εν λόγω δύο προηγούμενα έτη, ανάλογα με τη διάρκεια της υπηρεσίας τους κατά τη διετΙα αυτή." Εάν το αντικείμενο της διαφοράς είναι αποτιμητό σε χρήμα, η καταβολή των κατά το προηγούμενο εδάφιο ποσοστών είναι προϋπόθεση για την κατά το άρθρο 893 κατάθεση της διαιτητικής αποφάσεως και την περιαφή του τύπου της εκτελέσεως. Στην κατά την παρούσα παράγραφο διανομή μετέχουν και όσοι δεν έχουν συμπληρώσει την κατά το άρθρο 871 Α, παρ. 2, εδάφιο β`, πενταετία. Η πρώτη κατανομή μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος θα γίνει τον Ιανουάριο του 1998. "Αντί της κατανομής το ποσοστό του 40% μπορεί, με απόφαση της Ολομέλειας του οικείου δικαστηρίου ή της εισαγγελίας, να διατίθεται, εν όλω ή εν μέρει, για σκοπούς συνδεόμενους με τη λειτουργία του δικαστηρΙου ή για την αρωγή αναξιοπαθούντων δικαστικών λειτουργών και υπαλλήλων." *** Το πρώτο εδάφιο της παρ.2 αντικαταστάθηκε ως άνω και το τελευταίο εδάφιο αυτής προστέθηκε με τις παρ.1 και 2 αντίστοιχα άρθρ. 12 Ν.3043/2002, ΦΕΚ Α 192/21.8.2002 3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 3, 4, 5 και 7 εδάφιο 3 του προηγούμενου άρθρου 882, εκτός από τη διάταξη του εδαφίου β` της παραγράφου 4, εφαρμόζονται αναλόγως και στη διαιτητική αμοιβή δικαστικών λειτουργών". *** Το άρθρο 882 Α προστέθηκε από την παρ.5 άρθρ.17 Ν.2331/1995, ΦΕΚ Α 173/24-8-1995,με το άρθρο 25 δε αυτού ορίζεται ότι " η ισχύς αυτού του νόμου αρχίζει ως ορίζεται από το άρθρο 103 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα,(***δηλ.10 ημέρες μετά την δημοσίευσή του), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του" *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Με την παρ.2 άρθρ.18 Ν.2331/1995 ορίζεται ότι: " Οι διατάξεις του άρθρου 882 Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που προστίθεται με τον παρόντα νάμο, εφαρμόζονται και στις διαιτησίες που διεξάγονται ήδη με συμμετοχή δικαστικών λειτουργών, εκτός αν η αμοιβή έχει εξοφληθεί έως την 5η Μαίου 1995. Αν η αμοιβή έχει εν μέρει μόνο καταβληθεί έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, ο δικαστικάς λειτουργός, που διεξάγει τη διαιτησία, δικαιούται προσωπικά το υπόλοιπο της αμοιβής, εφόσον με την καταβολή του η συνολική αμοιβή δεν θα υπερβαίνει τα δεκαπέντε (15) εκατομμύρια (15.000.000) δραχμές και επί διεθνούς διαιτησίας τα είκοσι εκατομμύρια (20.000.000) δραχμές. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι ως άνω διατάξεις". ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Για την εφαρμογή των άρθρων 871 Α και 882 Α και στο κύριο προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,βλ. άρθ.6 ν.1816/1988
Ανάκληση και εξαίρεση διαιτητών. Αρθρο 883. 1. Εκείνοι που συνομολόγησαν τη συμφωνία για διαιτησία μπορούν από κοινού να ανακαλέσουν τους διαιτητές καθώς και τον επιδιαιτητή. 2. Οι διαιτητές και ο επιδιαιτητής μπορούν να προτείνουν την εξαίρεσή τους ή να εξαιρεθούν από εκείνους που συνομολόγησαν τη συμφωνία διαιτησίας για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 52 παρ. 1, καθώς και αν δεν μπορούν να είναι διαιτητές κατα το άρθρο 871 παρ. 2. Αν τους όρισε ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη, η εξαίρεση μπορεί να ζητηθεί μόνο για λόγους που επήλθαν ή έγιναν γνωστοί σε εκείνον που ζητεί την εξαίρεση μετά τον ορισμό του διαιτητή ή του επιδιαιτητή. Για την εξαίρεση αποφαίνεται το δικαστήριο που είναι αρμόδιο κατά το άρθρο 878 παρ. 1 και τηρούνται οι διατάξεις των άρθρων 58 έως 60. Η απάφαση δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα και έως την έκδοσή της οι διαιτητές αναβάλλουν την εκδίκαση της υπόθεσης.
Ορισμός προθεσμίας διεξαγωγής διαιτησίας από το δικαστήριο. Αρθρο 884. Αν η διεξαγωγή της διαιτησίας ή η έκδοση της διαιτητικής απόφασης καθυστερεί και δεν ορίζεται με τη συμφωνία προθεσμία για την έκδοσή της, το αρμόδιο κατα το άρθρο 878 παρ. 1 δικαστήριο με αίτηση ενός από τα μέρη τάσσει εύλογη προθεσμία για τον παραπάνω σκοπό. Η αίτηση δικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 741 επ. και η απόφαση δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα.
Πότε παύει να ισχύει η συμφωνία για διαιτησία. Αρθρο 885. Η συμφωνία για διαιτησία παύει να ισχύει, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από την ίδια, 1) αν οι διαιτητές ή ο επιδιαιτητής που ορίστηκαν με τη συμφωνία ή κατόπιν όρισαν από κοινού οι συμβαλλόμενοι πεθάνουν ή δεν αποδεχτούν τον ορισμό τους και δεν έχουν οριστεί αντικαταστάτες ή ο τρόπος της αντικατάστασής τους, 2) αν περάσει η προθεσμία της ισχύος της συμφωνίας που ορίστηκε από την ίδια τη συμφωνία ή η προθεσμία για την έκδοση της διαιτητικής απόφασης ή η προθεσμία που τάσσεται κατά το άρθρο 884, 3) αν οι συμβαλλόμενοι συνομολόγησαν εγγράφως την κατάργηση της συμφωνίας.
Διαδικασία - Αρχή ισότητας και εκατέρωθεν ακρόασης. Αρθρο 886. 1. Η διαδικασία διεξάγεται ενώπιον των διαιτητών και του επιδιαιτητή που ενεργούν από κοινού. Οι διαιτητές αυτοί ορίζουν, κατά την ελεύθερη κρίση τους, τον τόπο και τον χρόνο της διεξαγωγής της διαιτητικής διαδικασίας και τη διαιτητική διαδικασία, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη συμφωνία διαιτησίας. 2. Κατά τη διαιτητική διαδικασία τα μέρη έχουν τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις, τηρείται η αρχή της ισότητας και πρέπει να καλούνται τα μέρη να παραστούν κατά τις συζητήσεις, να αναπτύξουν, κατά την κρίση των διαιτητών, προφορικώς ή εγγράφως τους ισχυρισμούς τους και να προσκομίσουν τις αποδείξεις τους. 3. Ο επιδιαιτητής διευθύνει τη Συζήτηση. Η παράσταση με δικηγόρο ή η εκπροσώπηση από δικηγόρο δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Ερημοδικία - Ερευνα δικαιοδοσίας - Εξέταση παρεμπιπτόντων. Αρθρο 887. 1. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά με τη συμφωνία διαιτησίας, η υπόθεση δικάζεται και αν τα συμβαλλόμενα μέρη ή ένα από αυτά δεν προσέλθουν ή δεν αναπτύξουν τους ισχυρισμους τους ή δεν προσκομίσουν τις αποδείξεις τους. 2. Οι διαιτητές, αν δεν ορίζεται διαφορετικά από τη συμφωνία για διαιτησία, αποφαίνονται για τη δικαιοδοσία τους και εξετάζουν τα παρεμπίπτοντα ζητήματα.
Απόδειξη. Αρθρο 888. 1. Μάρτυρες και πραγματογνώμονες μπορούν να εξετασθούν χωρίς όρκο ή ενόρκως. Οι διαιτητές δεν μπορούν να επιβάλουν ποινές ή να διατάξουν τη λήψη αναγκαστικών μέτρων για τη διεξαγωγή αποδείξεων, εκτός αν διαιτητής είναι δικαστήριο. Τέτοια μέτρα διατάζει, με αίτηση των διαιτητών, το ειρηνοδικείο το οποίο αποφασίζει αν η λήψη τους είναι νόμιμη. Οι συμβαλλόμενοι στη συμφωνία για διαιτησία μπορούν να εξετασθούν κατά τις διατάξεις των άρθρων 415 έως 420. 2. Η ενέργεια ορισμένων διαδικαστικών πράξεων μπορεί να ανατεθεί σε κάποιον από τους διαιτητές. 3. Οι διαιτητές μπορούν να ζητήσουν να διεξαχθούν αποδείξεις από το ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου πρόκειται να διεξαχθεί η Απόδειξη. Το ειρηνοδικείο αποφασίζει αν η διεξαγωγή της Απόδειξης είναι νόμιμη και έχει όλες τις εξουσίες δικαστηρίου που διατάζει Απόδειξη.
Ασφαλιστικά μέτρα. Αρθρο 889. 1. Οι διαιτητές δεν μπορούν να διατάζουν, να μεταρρυθμίζουν ή να ανακαλούν Ασφαλιστικά μέτρα. 2. Αν διατάχθηκαν Ασφαλιστικά μέτρα από το αρμόδιο δικαστήριο και ορίστηκε προθεσμία για την άσκηση αγωγής ή συντρέχει περίπτωση να εφαρμοστούν τα άρθρα 715 παρ. 5 και 729 παρ. 5, ο αιτών είναι υποχρεωμένος να προκαλέσει την έναρξη της διαιτητικής διαδικασίας μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία. Οι διατάξεις των άρθρων 693 παρ. 2, 715 παρ. 5 εδαφ. δεύτερο και 729 παρ. 5 εδαφ. δεύτερο εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή.
Εφαρμογή ουσιαστικού δικαίου - μη αποκλεισμός εφαρμογής διατάξεων δημόσιας τάξης. Αρθρο 890. 1. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά από τη συμφωνία για διαιτησία, οι διαιτητές εφαρμόζουν τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. 2. Με τη συμφωνία για διαιτησία δεν μπορεί να αποκλειστεί η εφαρμογή διατάξεων δημόσιας τάξης.
Απόφαση κατά πλειοψηφία - ισοψηφία - υπερίσχυση γνώμης επιδιαιτητή. Αρθρο 891. Αν οι διαιτητές είναι περισσότεροι και με τη συμφωνία για διαιτησία δεν ορίζεται διαφορετικά, αποφασίζουν όλοι από κοινού με τον επιδιαιτητή, κατά πλειοψηφία. Αν δεν σχηματιστεί πλειοψηφία, υπερισχύει η γνώμη του επιδιαιτητή.
Διαιτητική απόφαση - υπογραφή της - περιεχόμενο αυτής. Αρθρο 892. 1. Η διαιτητική απόφαση πρέπει να συντάσσεται εγγράφως και να υπογράφεται ιδιοχείρως από τους διαιτητές. Αν κάποιος από τους διαιτητές αρνείται ή κωλύεται να υπογράψει, πρέπει αυτό να βεβαιώνεται στο έγγραφο της απόφασης, καθώς και ότι εκείνος που αρνείται ή κωλύεται έλαβε μέρος στη διαιτητική διαδικασία και στη διάσκεψη και να υπογράφεται από την πλειοψηφία των διαιτητών. Στη δεύτερη περίπτωση του άρθρου 891 αρκεί η υπογραφή από τον επιδιαιτητή. Με τη συμφωνία για διαιτησία μπορεί να οριστεί ότι η διαιτητική απόφαση υπογράφεται ιδιοχείρως μόνον από τον επιδιαιτητή ή από αυτόν και κάποιον από τους διαιτητές. 2. Η διαιτητική απόφαση πρέπει να αναφέρει α) το όνομα και το επώνυμο του επιδιαιτητή και των διαιτητών, β) τον τόπο και το χρόνο της έκδοσής τους, γ) τα ονόματα και τα επώνυμα εκείνων που έλαβαν μέρος στη διαιτητική διαδικασία, δ) τη συμφωνία για διαιτησία στην οποία βασίστηκε, ε) το αιτιολογικό και στ) το διατακτικό. Με τη συμφωνία διαιτησίας μπορεί να οριστεί ότι η διαιτητική απόφαση αρκεί να αναφέρει τη συμφωνία διαιτησίας και το διατακτικό.
Εκδοση και κατάθεση απόφασης. Αρθρο 893. 1. Η διαιτητική απόφαση ολοκληρώνεται από τη στιγμή που θα υπογραφεί σύμφωνα με το άρθρο 892. 2. Ο διαιτητής ή, αν είναι περισσότεροι διαιτητές, ο επιδιαιτητής ή με εντολή του ένας από τους διαιτητές, είναι υποχρεωμένος, αν δεν ορίζεται διαφορετικά από τη συμφωνία διαιτησίας, να καταθέσει το πρωτότυπο της διαιτητικής απόφασης στη γραμματεία του μονομελούς πρωτοδικείου της περιφέρειας στην οποία εκδόθηκε και να παραδώσει αντίγραφά της σ` αυτούς που συνομολόγησαν τη συμφωνία διαιτησίας.
Διόρθωση ή ερμηνεία της απόφασης. Αρθρο 894. Με αίτηση ενός από αυτούς που συνομολόγησαν τη συμφωνία, η οποία κοινοποιείται στους άλλους και στους διαιτητές μπορεί, με την τήρηση των διατάξεων των άρθρων 315 και 316, να γίνει διόρθωση ή ερμηνεία της διαιτητικής απόφασης από εκείνους που την εξέδωσαν. Το άρθρο 320 εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή.
Ενδικα μέσα. Αρθρο 895. 1. Η διαιτητική απόφαση δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα. 2. Με τη συμφωνία διαιτησίας μπορεί να επιτραπεί προσφυγή κατά της διαιτητικής απόφασης σε άλλους διαιτητές, αλλά πρέπει να οριστούν συγχρόνως οι προυποθέσεις, η προθεσμία και η διαδικασία για την άσκηση και την εκδίκασή της.
Δεδικασμένο. Αρθρο 896. Η διαιτητική απόφαση, αν με τη συμφωνία διαιτησίας δεν ορίζεται προσφυγή κατά το άρθρο 895 παρ. 2 ή πέρασε η ορισμένη για την προσφυγή προθεσμία, αποτελεί Δεδικασμένο και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 322, 324 έως 330, 332 έως 334.
Ακύρωση διαιτητικής απόφασης - λόγοι. Αρθρο 897. Η διαιτητική απόφαση μπορεί να ακυρωθεί ολικά ή εν μέρει μόνο με δικαστική απόφαση για τους επόμενους λόγους 1) αν η συμφωνία για τη διαιτησία είναι άκυρη, 2) αν εκδόθηκε αφού η συμφωνία για τη διαιτησία έπαψε να ισχύει, 3) αν εκείνοι που την εξέδωσαν ορίστηκαν κατά παράβαση των όρων της συμφωνίας για τη διαιτησία ή των διατάξεων του νόμου ή αν τα μέρη τους είχαν ανακαλέσει, ή αποφάνθηκαν αν και είχε γίνει δεκτή αίτηση εξαίρεσής τους, 4) αν εκείνοι που την εξέδωσαν ενήργησαν υπερβαίνοντας την εξουσία που τους παρέχει η συμφωνία για τη διαιτησία ή ο νόμος, 5) αν παραβιάστηκαν οι διατάξεις των άρθρων 886 παρ. 2, 891, 892, 6) αν είναι αντίθετη προς διατάξεις δημόσιας τάξης ή προς τα χρηστά ήθη, 7) αν είναι ακατάληπτη ή περιέχει αντιφατικές διατάξεις, 8) αν συντρέχει λόγος Αναψηλάφησης κατά το άρθρο 544. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά το άρθρο 33 παρ.3 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66: " Κατά της διαιτητικής απόφασης (*** του Σ.Φ.Δ. επί φορολογικών διαφορών) χωρεί αίτηση ακυρώσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 897 και 899 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως. Η εκδίκαση της αίτησης ακυρώσεως υπάγεται στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, το οποίο αποφαίνεται αμετακλήτως. Η άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως δεν επηρεάζει την πρόοδο της διαδικασίας της προηγούμενης παραγράφου.
Αγωγή ακύρωσης - αρμοδιότητα. Αρθρο 898. Αρμόδιο για την εκδίκαση της αγωγής ακύρωσης είναι το εφετείο στην περιφέρεια του οποίου εκδόθηκε η διαιτητική απόφαση. Η αγωγή εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 670 εώς 673, 675 και 676. Αίτηση αναίρεσης προσδιορίζεται για Συζήτηση μέσα σε τρεις μήνες από την επίσπευση του προσδιορισμού. ***Το άρθρο 898 αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 3 του Ν. 1816/1988 (Α` 251). ***Κατά το άρθρο 5 παρ.3 του Ν. 1816/1988 οι διατάξεις των άρθρων 898 και 901 παρ.2 εφαρμόζονται και στις αγωγές ακύρωσης ή αναγνώρισης της ανυπαρξίας διαιτητικών αποφάσεων που δεν έχουν συζητηθεί έως την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού (15.11.1988). *** Κατά το άρθρ. 6 παρ. 2 εδ. α` του Ν. 1816/1988: "Οι διατάξεις αυτού του νόμου περί διαιτησίας ισχύουν και όταν διαιτητής ή επιδιαιτητής ορίζεται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, μέλος του κύριου προσωπικού των νομικών υπηρεσιών της διοίκησης".
Νομιμοποίηση για ακύρωση διαιτητικής απόφασης - Προθεσμία άσκησης αγωγής. Αρθρο 899. 1. Την ακύρωση της διαιτητικής απόφασης έχουν δικαίωμα να ζητήσουν εκείνοι που συνομολόγησαν τη συμφωνία για τη διαιτησία και καθένας που έχει έννομο συμφέρον. Η αγωγή απευθύνεται εναντίον όλων όσων συνομολόγησαν τη συμφωνία διαιτησίας. 2. Η αγωγή για την ακύρωση της διαιτητικής απόφασης για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 897 αριθ. 1 έως 7 ασκείται μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την κοινοποίησή της, διαφορετικά είναι απαρέδεκτη. Σε αγωγή ακύρωσης για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 897 αριθ. 8 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 545. "3. Η άσκηση της αγωγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης. Εφόσον η αγωγή ασκήθηκε παραδεκτά, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να χορηγήσει αναστολή, με ή και χωρίς εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της αγωγής, αν πιθανολογεί την ευδοκίμηση κάποιου λόγου ακύρωσης". ***Η παρ.3 προστέθηκε από την παρ.15 άρθρ.9 Ν.2145/1993 (Α 88). ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά το άρθρο 33 παρ.3 Ν.3943/2011,ΦΕΚ Α 66: " Κατά της διαιτητικής απόφασης (*** του Σ.Φ.Δ. επί φορολογικών διαφορών) χωρεί αίτηση ακυρώσεως, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 897 και 899 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως. Η εκδίκαση της αίτησης ακυρώσεως υπάγεται στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, το οποίο αποφαίνεται αμετακλήτως. Η άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως δεν επηρεάζει την πρόοδο της διαδικασίας της προηγούμενης παραγράφου.
Παραίτηση από το δικαίωμα ακύρωσης - άκυρη. Αρθρο 900. Είναι άκυρη η παραίτηση από το δικαίωμα της άσκησης αγωγής για την ακύρωση διαιτητικής απόφασης πριν από την έκδοσή της.
Αναγνώριση της ανυπαρξίας διαιτητικής απόφασης - λόγοι. Αρθρο 901. 1. Μπορεί να επιδιωχθεί με αγωγή ή ένσταση η αναγνώριση της ανυπαρξίας διαιτητικής απόφασης μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) αν δεν συνομολογήθηκε συμφωνία διαιτησίας, β) αν η απόφαση εκδόθηκε επάνω σε αντικείμενο που δεν μπορούσε να υπαχθεί σε διαιτησία, γ) αν η απόφαση εκδόθηκε σε διαιτητική δίκη που έγινε κατά ανύπαρκτου φυσικού ή νομικού προσώπου. 2. Η αγωγή της παρ. 1 υπάγεται στο εφετείο, στην περιφέρεια του οποίου εκδόθηκε η διαιτητική απόφαση. Η αγωγή εκδικάζεται κατά την διαδικασία των άρθρων 670 έως 673, 675 και 676. Αίτηση αναίρεσης προσδιορίζεται για Συζήτηση μέσα σε τρεις μήνες από την επίσπευση του προσδιορισμού. ***Κατά το άρθρο 5 παρ.3 του Ν. 1816/1988 οι διατάξεις των άρθρων 898 και 901 παρ.2 εφαρμόζονται και στις αγωγές ακύρωσης ή αναγνώρισης της ανυπαρξίας διαιτητικών αποφάσεων που δεν έχουν συζητηθεί έως την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού (15.11.1988). ***Κατά το άρθρο 6 παρ. 2 εδ. α` του Ν. 1816/1988: "Οι διατάξεις αυτού του νόμου περί διαιτησίας ισχύουν και όταν διαιτητής ή επιδιαιτητής ορίζεται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, μέλος του κύριου προσωπικού των νομικών υπηρεσιών της διοίκησης". "3. Η άσκηση της αγωγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης. Εφόσον η αγωγή ασκήθηκε παραδεκτά, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. να χορηγήσει αναστολή με εγγύηση ή και χωρίς εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της αγωγής, αν πιθανολογεί την ευδοκίμηση κάποιου λόγου ανυπαρξίας". ***Η παρ.3 προστέθηκε με την παρ.16 του άρθρου 9 του Ν.2145/1993 (ΦΕΚ Α 88)
Μόνιμες διαιτησίες. Αρθρο 902. 1. Στα επιμελητήρια, στα χρηματιστήρια αξιών και εμπορευμάτων και στις επαγγελματικές ενώσεις προσώπων οι οποίες αποτελούν νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, μπορούν, με προηγούμενη γνωμοδότηση του διοικητικού τους συμβουλίου, να οργανώνονται Μόνιμες διαιτησίες, με διατάγματα που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του Υπουργού της Δικαιοσύνης και του Υπουργού που έχει την εποπτεία του επιμελητηρίου, του χρηματιστηρίου ή της ένωσης. 2. Τα διατάγματα της παρ. 1 ορίζουν ποιές διαφορές μπορούν να υπαχθούν στη διαιτησία κάθε επιμελητηρίου, χρηματιστηρίου ή ένωσης, καθώς και τις λεπτομέρειες για την οργάνωση της διαιτησίας. Στις διαιτησίες αυτές εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 867 εώς 900. Τα ίδια διατάγματα μπορούν, κατ` απόκλιση από τις διατάξεις αυτές, να ορίζουν α) αντί για το μονομελές πρωτοδικείο, να αποφασίζουν στις περιπτώσεις των άρθρων 878, 880 παρ. 2 και 824, ο πρόεδρος ή το διοικητικό συμβούλιο ή επιτροπή από συμβούλους του επιμελητηρίου, του χρηματιστηρίου ή της ένωσης, β) την υποχρέωση εκλογής των διαιτητών και του επιδιαιτητή από κατάλογο διαιτητών που συντάσσεται κατά ορισμένα χρονικά διαστήματα από το επιμελητήριο, το χρηματιστήριο, ή την ένωση, γ) τη διαιτητική διαδικασία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 886 παρ.2, δ) το ουσιαστικό δίκαιο που πρέπει να εφαρμόζουν ο επιδιαιτητής και οι διαιτητές, ε) τα στοιχεία που πρέπει να περιέχει η διαιτητική απόφαση, με την τήρηση όμως των διατάξεων του άρθρου 892 παρ. 2.
Δεδικασμένο από αλλοδαπή διαιτητική απόφαση. Αρθρο 903. Με επιφύλαξη αυτών που ορίζουν διεθνείς συμβάσεις, αλλοδαπή διαιτητική απόφαση αποτελεί Δεδικασμένο, χωρίς άλλη διαδικασία, αν συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: 1) αν η συμφωνία διαιτησίας στην οποία βασίστηκε η έκδοσή της είναι έγκυρη κατά το δίκαιο που τη διέπει, 2) αν το αντικείμενο της διαιτητικής απόφασης μπορεί να γίνει αντικείμενο συμφωνίας διαιτησίας κατά το ελληνικό δίκαιο, 3) αν η απόφαση δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα ή προσφυγή ή δεν εκκρεμεί διαδικασία αμφισβήτησης του κύρους της, 4) αν ο διάδικος που νικήθηκε δεν στερήθηκε κατά τη διαιτητική διαδικασία το δικαίωμα της υπεράσπισης, 5) αν η απόφαση δεν είναι αντίθετη με απόφαση ελληνικού δικαστηρίου που εκδόθηκε στην ίδια υπόθεση και αποτελεί Δεδικασμένο για τους διαδίκους μεταξύ των οποίων εκδόθηκε η αλλοδαπή διαιτητική απόφαση, 6) αν η απόφαση δεν είναι αντίθετη προς τη δημόσια τάξη ή προς τα χρηστά ήθη.
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.