Διαζύγιο - Παραχώρηση στον ένα σύζυγο της οικογενειακής στέγης ανεξαρτήτως της κυριότητάς της (Άρειος Πάγος, αριθμός απόφασης 792/2000)
Περίληψη: Διακοπή έγγαμης συμβίωσης. Παραχώρηση στον ένα σύζυγο της οικογενειακής στέγης ανεξαρτήτως της κυριότητας επ` αυτής. Λόγοι που επιβάλλουν την παραχώρηση. Οταν η παραχώρηση γίνεται με αντάλλαγμα αυτό συμψηφίζεται με το ποσό διατροφής που οφείλει ο άλλος σύζυγος υπέρ του ανηλίκου τέκνου τους.
[...] Κατά το άρθρο 1393 εδ. α? του Α.Κ., σε περίπτωση διακοπής της συμβιώσεως, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή των ίδιων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιος από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα της χρήσεώς του. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαστήριο, μέσα στην εξουσία του να προστατεύσει την οικογένεια σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβιώσεως, έχει το δικαίωμα να παραχωρήσει την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει ως οικογενειακή στέγη στον ένα από τους συζύγους. Η εν λόγω παραχώρηση γίνεται με βάση τις ειδικές συνθήκες του καθενός συζύγου, το συμφέρον των τέκνων και τις αρχές της επιείκειας, οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλουν κατά περίπτωση η παραχώρηση αυτή να γίνεται και προς το σύζυγο που δεν έχει εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα στο ακίνητο, όπως επίσης να γίνεται με αντάλλαγμα ή χωρίς αντάλλαγμα, το οποίο είναι δυνατόν να υπολογισθεί ή και να μην υπολογισθεί κατά τον καθορισμό της διατροφής, που οφείλει ο υπόχρεος και κύριος της παραχωρούμενης οικογενειακής στέγης στον άλλο σύζυγο ή στα τέκνα του. Σε περίπτωση δε που η παραχώρηση γίνεται, κατά τα ανωτέρω, με αντάλλαγμα και αυτό δεν υπολογίσθηκε κατά τον καθορισμό της οφειλόμενης διατροφής, τότε καθορίζεται από το δικαστήριο είτε με την απόφαση που παραχωρεί τη χρήση, είτε με άλλη μεταγενέστερη απόφαση (Α.Π. 19/1997). Στην προκείμενη περίπτωση το Εφετείο που δίκασε, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε τα ακόλουθα: Οι διάδικοι, που είναι σύζυγοι από το έτος 1979, αγόρασαν το έτος 1985 ένα οικόπεδο εμβαδού 350 τ.μ. , που βρίσκεται στην κνω Βούλα Αττικής, στο οποίο, κατά το έτος 1988, έκτισαν οικοδομή, που έχει υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3741/1929 περί της ιδιοκτησίας κατ? ορόφους και της οποίας έγιναν συγκύριοι ο μεν αναιρεσίβλητος κατά το 1/5, η δε αναιρεσείουσα κατά τα 4/5 εξ αδιαιρέτου. Η οικοδομή αυτή αποτελείται από πρώτο υπόγειο, δεύτερο υπόγειο, ισόγειο και μια μαιζονέττα, που περιλαμβάνει τους πρώτο και δεύτερο υπέρ το ισόγειο ορόφους. Κατά το έτος1990 οι διάδικοι μεταβίβασαν κατά ψιλή κυριότητα τη μαιζονέττα στον ανήλικο γιο τους Αντώνιο και το ισόγειο στη Χριστίνα Βουγιουκλή, θυγατέρα της αναιρεσείουσα από τον προηγούμενο γάμο της και έκτοτε παραμένουν συνεπικαρπωτές των οριζόντιων αυτών ιδιοκτησιών κατά τα ίδια, ως άνω, ποσοστά εξ αδιαιρέτου. Οι διάδικοι, μέχρι τις αρχές Μαρτίου 1992, οπότε διακόπηκε η συμβίωσή τους, χρησιμοποιούσαν τη μαιζονέττα, που έχει συνολική επιφάνεια 134 τ.μ., ως κατοικία και το δεύτερο υπόγειο ως αποθήκη της, έκτοτε δε την αποκλειστική χρήση των ακινήτων αυτών έχει η αναιρεσείουσα, η οποία διαμένει μαζί με τον ανήλικο γιο τους στη μαιζονέττα και χρησιμοποιεί το δεύτερο υπόγειο ως αποθήκη, ενώ ο αναιρεσίβλητος εγκαταστάθηκε στο πρώτο υπόγειο, όπου παρέμεινε μέχρι την 1.6.1992, οπότε αποβλήθηκε από αυτό σε εκτέλεση της 5331/1992 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που είχε διατάξει τη μετοίκησή του τόσο από την οικογενειακή στέγη, όσο και από ολόκληρη την πολυκατοικία. Περαιτέρω το Εφετείο δέχθηκε ότι με την 1741/1992 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που επικυρώθηκε με την 5438/1993 απόφαση του Εφετείου Αθηνών και η οποία καταλαμβάνει και το επίδικο χρονικό διάστημα από 1.6.1992 έως 30.11.1992, υποχρεώθηκε ο αναιρεσίβλητος να καταβάλει στην αναιρεσείουσα 40.000 δραχμές μηνιαίως για διατροφή του ανήλικου τέκνου τους, κατά τον καθορισμό της οποίας δεν υπολογίσθηκε η χρήση των ως άνω ακινήτων (μαιζονέττας και αποθήκης). Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο έκρινε ότι ο αναιρεσίβλητος δικαιούται αποζημιώσεως για τη χρήση από την αναιρεσείουσα του ιδανικού του μεριδίου επί των ανωτέρω ακινήτων, η μισθωτική αξία του οποίου δέχθηκε ότι ανέρχεται σε 40.000 δραχμές μηνιαίως και επιδίκασε σ? αυτόν, κατά μερική παραδοχή της αγωγής του, για την αιτία αυτή και για το προαναφερόμενο εξάμηνο χρονικό διάστημα, το συνολικό ποσό των 240.000 δραχμών. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, με ανεπαρκείς αιτιολογίες, την ως άνω ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1393 Α.Κ. και γι? αυτό ο μοναδικός λόγος της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, από το άρθρο 559 αριθ.1 και 19 Κ.Πολ.Δ., με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την από 1-6-1999 αίτηση της Μαρίας Ροϊλού για αναίρεση της 9479/1998 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, την οποία ορίζει σε δραχμές διακόσιες ογδόντα χιλιάδες (280.000).
πηγή: nomos
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα.