Έκδοση διαταγής πληρωμής για το κατάλοιπο κλεισθέντος αλληλόχρεου λογαριασμού - Συμφωνία μεταξύ του πιστούχου και της πιστοδότριας Τράπεζας ότι το ύψος της οφειλής του πρώτου θα αποδεικνύεται από απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της τελευταίας (Πολυμελές Πρωτοδικείο Σερρών, αριθμός απόφασης 40/2013)
Περίληψη: Διαταγή πληρωμής. Στοιχεία δικογράφου αίτησης. Εκδοση διαταγής πληρωμής για το κατάλοιπο κλεισθέντος αλληλόχρεου λογαριασμού. Συμφωνία μεταξύ του πιστούχου και της πιστοδότριας Τράπεζας ότι το ύψος της οφειλής του πρώτου θα αποδεικνύεται από απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της τελευταίας. Αποδεικτική δύναμη. Εκτύπωση του αποσπάσματος των βιβλίων αυτών, που περιέχονται σε ηλεκτρονική μορφή εντός του υπολογιστή. Δεν είναι απαραίτητο να αναφέρονται στην αίτηση και τα επί μέρους κονδύλια πιστώσεων και χρεώσεων, αφού τα κονδύλια αυτά περιλαμβάνονται στο σχετικό απόσπασμα.
[...] Σύμφωνα με το άρθρο 626§2 ΚΠολΔ το δικόγραφο της αίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής πρέπει να περιέχει: α) όσα ορίζουν τα άρθρα 118 και 117, ως και το άρθρο 119§1 ΚΠολΔ, β) αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής και γ) την απαίτηση και το ακριβές ποσό των χρημάτων ή των χρεογράφων με τους τυχόν οφειλόμενους τόκους των οποίων ζητείται η καταβολή. Η διάταξη αυτή διαφοροποιείται από τη σχετική για το περιεχόμενο της αγωγής διάταξη του άρθρου 216§1 ΚΠολΔ και δεν απαιτεί, όπως εκείνη, τον ουσιαστικό ή συγκεκριμένο προσδιορισμό της ιστορικής βάσης, αλλά αρκείται στην έκθεση εκείνων μόνον των περιστατικών που εξατομικεύουν την απαίτηση από άποψη του αντικειμένου της, του είδους και του τρόπου της γέννησης της και δικαιολογούν την ύπαρξη αντίστοιχης συγκεκριμένης οφευλής εκείνου κατά του οποίου απευθύνεται η αίτηση, προς τον αιτούντα. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 623 και 624§1 ΚΠολΔ συνάγεται ότι μπορεί να ζητηθεί, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624επ ΚΠολΔ, η έκδοση διαταγής πληρωμής για το οφειλόμενο κατάλοιπο κλεισθέντος αλληλόχρεου λογαριασμού, εφόσον τούτο είναι ορισμένο κατά ποσό και δεν εξαρτάται από αίρεση ή προθεσμία και υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύονται εγγράφως: α) η σύμβαση ανοίγματος του λογαριασμού, β) το κλείσιμο του και γ) το υπόλοιπο που προέκυψε από το κλείσιμο του λογαριασμού αυτού. Εξάλλου, η συμφωνία μεταξύ του πιστούχου και της πιστοδότριας Τράπεζας ότι το ύψος της οφειλής του πρώτου προς τη δεύτερη θα αποδεικνύεται από απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της τελευταίας δεν προσκρούει στη δημόσια τάξη και γι` αυτό είναι έγκυρη. Το απόσπασμα αυτό, στο οποίο αποτυπώνεται η κίνηση, το κλείσιμο του λογαριασμού και το κατάλοιπο, επέχει θέση αποδεικτικού μέσου με ισχύ ιδιωτικού εγγράφου, το αντίγραφο δε αυτού έχει αποδεικτική δύναμη ίση με το πρωτότυπο, εφόσον η ακρίβεια τούτου βεβαιώνεται από αρμόδια αρχή ή δικηγόρο.
Στην περίπτωση όμως των μηχανογραφικώς τηρούμενων εμπορικών βιβλίων, η εκτύπωση του αποσπάσματος των βιβλίων αυτών, που περιέχονται σε ηλεκτρονική μορφή εντός του υπολογιστή, εφόσον η γνησιότητα της εκτύπωσης βεβαιώνεται από τον υπάλληλο που την ενήργησε, αποτελεί το πρωτότυπο έγγραφο που έχει στα χέρια της η τράπεζα προς απόδειξη του περιεχομένου του εξαχθέντος από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή αποσπάσματος των βιβλίων της. Επομένως, στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται βεβαίωση της ακρίβειας τούτου από αρμόδια αρχή ή δικηγόρο, αφού δεν πρόκειται για αντίγραφο. Από τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στο άρθρο 626§§1 και 2 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι στην αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής για το κατάλοιπο κλεισθέντος αλληλόχρεου λογαριασμού, μεταξύ της αιτούσας πιστοδότριας Τράπεζας και του καθ` ου η αίτηση πιστούχου αρκεί να αναφέρεται ότι μεταξύ των διαδίκων συμφωνήθηκε ότι το ποσό αυτό θα αποδεικνύεται από το απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της αιτούσας και ότι ο σχετικός λογαριασμός έκλεισε με ορισμένο υπόλοιπο υπέρ αυτής, το οποίο αποδεικνύεται από το πλήρες απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων της, στο οποίο εμφανίζεται η όλη κίνηση του λογαριασμού, από την υπογραφή της συμβάσεως πιστώσεως μέχρι το κλείσιμο της. Δεν είναι δε απαραίτητο να αναφέρονται στην αίτηση και τα επί μέρους κονδύλια πιστώσεων και χρεώσεων, αφού τα κονδύλια αυτά περιλαμβάνονται στο σχετικό απόσπασμα, από το οποίο κατά τη συμφωνία των διαδίκων, αποδεικνύεται η απαίτηση της πιστοδότριας Τράπεζας (ΑΠ 370/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 35/2011 ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση ο ανακόπτων με την κρινόμενη ανακοπή του εκθέτει ότι δυνάμει της υπ` αριθμόν .../2011 διαταγής πληρωμής της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σερρών, που εκδόθηκε βάσει συμβάσεως αλληλοχρέου λογαριασμού, στην οποία ο ίδιος είχε συμβληθεί ως εγγυητής, υποχρεώθηκε να καταβάλει στον καθ` ου η ανακοπή, εις ολόκληρον με την πρωτοφειλέτρια εταιρεία και τους λοιπούς εγγυητές, το ποσό των 452.912,81 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων, και ότι η προαναφερθείσα διαταγή πληρωμής είναι άκυρη για τους αναφερόμενους στην ανακοπή λόγους. Ζητά δε την ακύρωση της διαταγής πληρωμής για τους λόγους αυτούς και την καταδίκη του Ρ/Α καθ` ου η ανακοπή στα δικαστικά του έξοδα. Με το περιεχόμενο αυτό η ανακοπή παραδεκτά και αρμοδίως καθ` ύλη και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού κατ` άρθρο 632§1εδ.α` ΚΠολΔ, κατά την τακτική διαδικασία, με την οποία εκδικάζεται η απαίτηση από αλληλόχρεο λογαριασμό, ασκήθηκε δε την 23.01.2012, όπως προκύπτει από την υπ` αριθμόν 8583/23.01.2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Σερρών Βασιλείου Τσίκου, δηλαδή εμπρόθεσμα κατ` άρθρο 633§2 ΚΠολΔ εντός δεκαπέντε εργασίμων ημερών από την επίδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής στον ανακόπτοντα, η οποία έλαβε χώρα την 09.01.2012, όπως προκύπτει από την σημείωση του δικαστικού επιμελητή Δημητρίου Κουτρουμανίδη στο σώμα της επιδοθείσας διαταγής. Πρέπει, επομένως, να εξετασθεί περαιτέρω το παραδεκτό και το βάσιμο των προβαλλόμενων λόγων ανακοπής. Με τον πρώτο λόγο ανακοπής ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής εκδόθηκε βάσει αόριστης αιτήσεως, διότι δεν αναφερόταν σε αυτήν ότι οι δύο αλληλόχρεοι λογαριασμοί, από τους οποίους προέκυψε χρεωστικό κατάλοιπο σε βάρος της πρωτοφειλέτριας εταιρείας και το οποίο υποχρεώθηκε να καταβάλει και ο ίδιος ως εγγυητής, τηρήθηκαν προς εξυπηρέτηση μακροπρόθεσμων δανείων, καθώς επίσης ότι δεν αναφέρθηκαν οι λεπτομέρειες των δανείων αυτών και δεν προσκομίσθηκαν τα σχετικά έγγραφα εκταμίευσης τους. Ο λόγος αυτός ανακοπής είναι νομικά αβάσιμος, δεδομένου ότι κατά τα αναλυτικά εκτεθέντα στην μείζονα σκέψη της παρούσας αναγκαίες προϋποθέσεις για την έκδοση διαταγής πληρωμής με βάση αλληλόχρεο λογαριασμό είναι, πρώτον, να αναφέρονται στην αίτηση η σύμβαση ανοίγματος του λογαριασμού, το κλείσιμο του και το υπόλοιπο που προέκυψε απο το κλείσιμο του λογαριασμού αυτού και, δεύτερον, να προσκομίζονται τα σχετικά έγγραφα από τα οποία να προκύπτουν τα ανωτέρω. Το γεγονός οτι οι δυο επίδικοι αλληλόχρεοι λογαριασμοί τηρήθηκαν προς εξυπηρέτηση μακροπροθέσμων δανείων δεν συνιστά στοιχείο του ορισμένου της αιτήσεως για την έκδοση διαταγής πληρωμής κατά τα ανωτέρω, για τον ίδιο δε λόγο δεν επηρεάζει το κύρος της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής το ότι δεν προσκομίσθηκαν τα ιδιωτικά έγγραφα σχετικά με τις εκταμιεύσεις των εν λόγω δανείων. Σε κάθε δε περίπτωση, από την επισκόπηση του δικογράφου της ανακοπής, στο οποίο ενσωματώνεται και το δικόγραφο της αίτησης διαταγής πληρωμής, προκύπτει ότι η χορήγηση των δανείων αυτών αναφέρεται στο απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων του καθ` ου η ανακοπή, το οποίο είναι συνημμένο στην αίτηση διατανής πληρωμής και αναπόσπαστο μέρος αυτής και το οποίο προσκομίσθηκε κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής. Άρα, ο πρώτος λόγος ανακοπής είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος. Με τους δεύτερο και τρίτο των λόγων ανακοπής ο ανακόπτων ισχυρίζεται αφ` ενός ότι το συνολικό ποσό που υποχρεώθηκε να καταβάλλει στον καθ` ου η ανακοπή με της προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής δεν ταυτίζεται με το άθροισμα των καταλοίπων των δύο κλεισθέντων αλληλόχρεων λογαριασμών, βάσει των οποίων εκδόθηκε η διαταγή, όπως τα κατάλοιπα αυτά προκύπτουν από τα συνημμένα στην αίτηση διαταγής πληρωμής και προσκομιζόμενα κατά την έκδοση αυτής αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων του καθ` ου η ανακοπή, αφ` ετέρου δε ότι τα εν λόγω αποσπάσματα δεν προσκομίσθηκαν κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής, συνακόλουθα δε το ποσό που υποχρεώθηκε να καταβάλλει δεν αποδυκνύεται εγγράφως.
Οι λόγοι αυτοί είναι νόμιμοι και πρέπει να εξετασθούν περαιτέρω κατ` ουσία. Με τον τέταρτο λόγο ανακοπής ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι τα αντίγραφα των συμβάσεων αλληλοχρέου λογαριασμού και οι πρόσθετες αυτών πράξεις, αλλά και τα αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων του καθ` ου η ανακοπή, εάν υποτεθεί ότι αυτά προσκομίστηκαν, βάσει των οποίων εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής ήταν ανίσχυρα ως ακριβή αντίγραφα, διότι δεν έχει επικολληθεί σε αυτά το απαιτούμενο από το άρθρο 10 § 1 περ. κι΄Ν. 4114/1960 ειδικό ένσημο υπέρ του Ταμείου Νομικών. Η εν λόγω διάταξη καταργήθηκε με το άρθρο 22§8 περ.β΄ Ν. 1868/1989, ισχύει δε σήμερα η παρεμφερής διάταξη του άρθρου 30§2 περ.δ΄Ν.4114/1960, όπως αυτό ισχύει, η οποία ορίζει <<Εισφορά (υπέρ του Κ.Ε.Α.Δ.) από ειδικό ένσημο αξίας ίσης με την παράσταση δικηγόρου στο πρωτοδικείο που επικολλάται απο τους δικηγόρους στα αντίγραφα εγγράφων που επικυρώνουν με εξαίρεση όσα προσκομίζονται στα δικαστήρια ως σχετικά. Σε περίπτωση μη επικόλλησης τα αντίγραφα είναι ανίσχυρα>>. Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι τα επικυρωμένα απο δικηγόρο ακριβή αντίγραφα που προσκομίζονται στο Δικαστήριο, όπως εν προκειμένω για την έκδοση διαταγής πληρωμής, είναι ισχυρά, ακόμη κι αν δεν έχει επικολληθεί το εν λόγω ένδημο, ο λόγος αυτός της ανακοπής δεν είναι νόμιμος. Από τα νομίμως προσκομιζόμενα και επικαλούμενα απο τους διαδίκους έγγραφα αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Ο καθ` ου η ανακοπή με την υπ` αριθμόν 995/09.02.2005 σύμβαση χορήγησης πίστωσης με ανοιχτό (αλληλόχρεο) λογαριασμό, όπως αυτή συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε με τις υπ` αριθμόν 995/1/12.04.2005, 995/2/14.07.2005, 995/3/03.01.2006, 995/4/12.01.2007, 995/5/29.05.2007 και 995/6/28.01.2008 συμβάσεις αυξήσεως πίστωσης και τις υπ` αριθμόν 995/Α/01.03.2007, 995/Β/28.01.2008, 995/Γ/28.07.2008, 995/Ε/25.09.2009, 995/Ζ/06.10.2009 και 995/Η/03.08.2010 πρόσθετες πράξεις, χορήγησε στην ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία "......................" πίστωση με αλληλόχρεο λογαριασμό μέχρι του ποσού των 550.000 ευρώ, την δε ως άνω σύμβαση προσυπέγραψε ως εγγυητής και ο ανακόπτων με την υπ` αριθμόν 995/Β/12.01.2007 πρόσθετη πράξη παροχής εγγύησης, μεταξύ άλλων. Η πίστωση λειτούργησε μέσω των υπ` αριθμόν ................ και .................. ανοιχτών λογαριασμών, πλην όμως η οφειλέτρια δεν τήρησε τις συμβατικές της υποχρεώσεις με αποτέλεσμα ο καθ` ου η ανακοπή να προβεί στο κλείσιμο αυτών την 31.05.2011 και να μεταφέρει τα υπόλοιπα αυτών στον υπ` αριθμόν .................... λογαριασμό. Κατά το χρόνο του κλεισίματος των ως άνω λογαριασμών, ήτοι την 31.05.2011, το υπόλοιπο του μεν υπ` αριθμόν ............... λογαριασμού ανερχόταν στο ποσό των 328.452,22 ευρώ, πλέον τόκων που καταλογίσθηκαν την ημέρα εκείνη ύψους 624,50 ευρώ, ήτοι συνολικά υπόλοιπο 329.076,72 ευρώ, του δε υπ` αριθμον ................... λογαριασμού σε αυτό των 123.836,09 ευρώ, ήτοι στο συνολικό ποσό των (329.076,72+123.836,09=) 452.921,81 ευρώ. Τα ανωτέρω προκύπτουν ευχερώς απο τα προσκομιζόμενα αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων του καθ΄ού η ανακοπή, τα οποία προσκομίζονται σε πρωτότυπο κατά τα εκτεθέντα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, δεδομένου ότι ο καθ΄ου η ανακοπή τηρεί τα εμπορικά του βιβλία μηχανογραφικώς και ότι η γνησιότητα της προσκομιζόμενης εκτύπωσης των αποσπασμάτων των βιβλίων αυτών, που περιέχονται σε ηλεκτρονική μορφή εντός του υπολογιστή, βεβαιώνεται εγγράφως στο σώμα αυτής από δύο υπάλληλους του συνεταιρισμού με την από 06.07.2011 σημείωση τους.
Άλλωστε, ως εκ περισσού η εν λόγω εκτύπωση βεβαιώνεται ως προς το γνήσιο του αντιγράφου αυτής και από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του συνεταιρισμού. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, ο δεύτερος λόγος της ανακοπής, με τον οποίο ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι το άθροισμα των καταλοίπων των αλληλόχρεων λογαριασμών δεν ταυτίζεται με το ποσό που υποχρεώθηκε να καταβάλει και ότι, άρα, το ποσό αυτό δεν αποδείχθηκε εγγράφως, πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος. Αναφορικά δε με τον τρίτο λόγο ανακοπής, ότι δηλαδή ότι τα ως άνω αποσπάσματα δεν προσκομίσθηκαν κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής, στην 2η και την 5η σελίδα της προσβαλλόμενης διαταγής αναφέρεται ρητά ότι ο αιτών και ήδη καθ` ου η ανακοπή προσκόμισε σε πρωτότυπο και νομίμως επικυρωμένο αντίγραφο μεταξύ άλλων και αποσπάσματα των μηχανογραφικώς τηρούμενων εμπορικών του βιβλίων, στα οποία εμφανίζεται η κίνηση των προαναφερθέντων λογαριασμών και από τα οποία προκύπτει, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, το χρεωστικό υπόλοιπο των 452.912,81 ευρώ, το οποίο υποχρεώθηκε να καταβάλλει τελικώς ο ανακόπτων. Ο ισχυρισμός του τελευταίου ότι σε έλεγχο του στο αρχείο του Πρωτοδικείου Σερρών δεν ανευρέθησαν τα αποσπάσματα αυτά συνημμένα στο πρωτότυπο της διαταγής πληρωμής αφ` ενός μεν δεν αποδείχθηκε, καθώς ο ανακόπτων δεν προσκομίζει κάποιο αποδεικτικό μέσο σχετικά, αφ` ετέρου δε, ακόμη κι αν υποτεθεί αληθής, από το γεγονός ότι τα εν λόγω έγγραφα δεν βρίσκονται στο αρχείο του Πρωτοδικείου δεν αποδεικνύεται άνευ ετέρου ότι αυτά δεν προσκομίστηκαν στο Δικαστήριο που εξέδωσε την διαταγή πληρωμής, ιδιαίτερα εν όψει της ως άνω ρητής αναφοράς της Δικαστού που εξέδωσε την διαταγή ότι τα έγγραφα αυτά προσκομίστηκαν και λήφθηκαν υπόψη. Πάντως, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου ο εν λόγω ισχυρισμός είναι προφανέστατα αβάσιμος, δεδομένου ότι τα αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων του καθ` ου η ανακοπή, βεβαιωμένα για το γνήσιο της εκτύπωσης από τα ηλεκτρονικά αρχεία αυτού από δύο υπάλληλους της τράπεζας με την από 06.07.2011 σημείωση τους στο σώμα της εκτύπωσης και επικυρωμένα από δικηγόρο, ευρίσκονται συνημμένα στο σώμα της αίτησης για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής. Άρα, και ο τρίτος λόγος ανακοπής πρέπει να απορριφθεί ως αναπόδεικτος. Συνακόλουθα, λαμβανομένου υπόψη ότι άπαντες οι λόγοι ανακοπής είναι απορριπτέοι κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη ανακοπή, να επικυρωθεί η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής και να καταδικασθεί κατ` άρθρο 176 ΚΠολΔ ο ανακόπτων στα δικαστικά έξοδα του καθ` ου η ανακοπή, όπως αναφέρεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ: ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων. ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανακοπή. ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΙ την υπ` αριθμόν ../2011 διαταγή πληρωμής της Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σερρών. ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ανακόπτοντα στα δικαστικά έξοδα του καθ` ου η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.