Οι ρυθμίσεις του νόμου 4072/2012 για την καταχώριση και προστασία των εθνικών εμπορικών σημάτων
Ι. Εισαγωγή: O Ν 4072/2012 καταργεί τον Ν 2239/1994 και επιχειρεί να εκσυγχρονίσει τη νομοθεσία περί εμπορικών σημάτων, υιοθετώντας, μεταξύ άλλων, τα συμπεράσματα της νομολογίας (εθνικής και κοινοτικής). Ο νέος Νόμος ενσωματώνει την Οδηγία 2004/48/ΕΚ και τις ρυθμίσεις που αφορούν την προστασία των διεθνών σημάτων, ενώ παράλληλα εισάγει καινοτόμες για τα ελληνικά δεδομένα ρυθμίσεις όπως η κατάργηση της υποχρεωτικής κατάθεσης από δικηγόρο, η υποχρέωση και ηλεκτρονικής κατάθεσης της δήλωσης και του σήματος, η δυνατότητα ηλεκτρονικής εξ αποστάσεως κατάθεσης καθώς και η εισαγωγή του θεσμού του εξεταστή, ως αποκλειστικού οργάνου ελέγχου σε πρώτο βαθμό. Η Διοικητική Επιτροπή Σημάτων (ΔΕΣ) διατηρείται ως δευτεροβάθμιο όργανο διοικητικού ελέγχου για την εξέταση προσφυγών και ανακοπών. Με το παρόν επιχειρείται μία σύντομη παράθεση των ρυθμίσεων του νέου Νόμου και η επισήμανση των κυριότερων αλλαγών που αυτός επιφέρει στο Δίκαιο των Σημάτων.
ΙΙ. Έννοια και προϋποθέσεις προστασίας του σήματος: Στο νέο Νόμο ορίζεται ότι σήμα μπορεί να αποτελέσει κάθε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα άλλων επιχειρήσεων. Μπορούν να αποτελέσουν σήμα ιδίως λέξεις, ονόματα, επωνυμίες, ψευδώνυμα, απεικονίσεις, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, χρώματα, ήχοι, συμπεριλαμβανομένων των μουσικών φράσεων, το σχήμα του προϊόντος ή της συσκευασίας του. Όπως και με το προϊσχύον καθεστώς, προβλέπεται ότι το δικαίωμα για αποκλειστική χρήση του σήματος αποκτάται με την καταχώρισή του. Ως προς τους λόγους απόλυτου απαραδέκτουδιατηρούνται καταρχήν οι προβλέψεις του Ν 2239/1994 ενώ προστίθεται λόγος απολύτου απαραδέκτου σχετιζόμενος με τις γεωγραφικές ενδείξεις και προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης των οινοπνευματωδών και γεωργικών προϊόντων. Η συνδρομή των λόγων αυτών ελέγχεται πλέον από το μονομελές όργανο ελέγχου (εξεταστής). Ως προς την έρευνα των σχετικών λόγων απαραδέκτου διατηρείται καταρχήν ο προέλεγχος από τον εξεταστή της Διεύθυνσης Εμπορικής και Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας, ενώ πλέον η έγγραφη συναίνεση δικαιούχου προγενέστερου σήματος μπορεί να δοθεί όχι μόνο στην Υπηρεσία Σημάτων, όπως προέβλεπε το προϊσχύον δίκαιο, αλλά σε οποιοδήποτε στάδιο εξέτασης της αίτησης (ενώπιον του εξεταστή, της ΔΕΣ ή του Διοικητικού Πρωτοδικείου ή Εφετείου). Παράλληλα, η άρνηση αποδοχής της συναίνεσης περιορίζεται στον κίνδυνο παραπλάνησης του κοινού, ιδίως ως προς την ποιότητα των προϊόντων ή των υπηρεσιών. Τέλος, καταργήθηκε η διάταξη του Ν 2239/1994 που ρύθμιζε το ζήτημα των σημάτων που αποτελούνται από το όνομα του καταθέτη, και ήδη προβλέπεται ότι ο νεότερος καταθέτης που θέλει να καταθέσει ως σήμα το όνομά του, παρότι το ίδιο όνομα έχει κατατεθεί προηγουμένως από άλλον προς διάκριση των ίδιων προϊόντων, πρέπει να προσθέσει κάποιο διακριτικό σημείο. Λόγος της κατάργησης είναι ότι, και η περίπτωση αυτή, πρέπει να κρίνεται, όπως οι άλλες περιπτώσεις συγκρούσεως σημάτων, με βάση δηλαδή τη διάταξη του άρθρου 124 παρ. 1 περ. β’ του νέου Νόμου, η οποία θέτει ως προϋπόθεση για τη συνύπαρξη σημάτων που ομοιάζουν μεταξύ τους τη δημιουργία ή μη κινδύνου σύγχυσης.
ΙΙΙ. Περιεχόμενο δικαιώματος – Έκταση και διάρκεια της προστασίας: Σύμφωνα με το άρθρο 148 η προστασία του σήματος είναι δεκαετής και αρχίζει από την επομένη της ημερομηνίας κατάθεσης, ενώ στο ίδιο άρθρο ορίζονται και οι όροι για την ανανέωση του σήματος. Στο άρθρο 125 περιγράφεται η προστασία που παρέχεται στον δικαιούχο του σήματος. Στη διάταξη αυτή επεκτείνονται οι αρνητικές εξουσίες του δικαιούχου και σε νέες έννοιες που εισήχθησαν με την Οδηγία 2000/95/ΕΚ, δηλαδή πέραν της παραποίησης και της απομίμησης και στις έννοιες της ταυτότητας, της ομοιότητας και του κινδύνου σύγχυσης. Παράλληλα, καταργήθηκε η διάταξη του Ν 2239/1994, η οποία επέβαλλε όπως η χρήση του σήματος να γίνεται μόνο στα ίδια προϊόντα και τις ίδιες υπηρεσίες του δικαιούχου, καθώς ήταν αντίθετη με την αρχή της απεξάρτησης του σήματος από την επιχείρηση, η οποία ακολουθείται στο ελληνικό δίκαιο. Στο άρθρο 126 τίθενται οι περιορισμοί στην παρεχόμενη στο δικαιούχο του σήματος προστασία. Εν προκειμένω, αξίζει να σημειωθεί η διαφοροποίηση που εισάγει πλέον η νέα διάταξη σε σχέση με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 20 του Ν 2239/1994. Η διαφοροποίηση έγκειται στο ότι η απαγόρευση της «εν είδει σήματος» χρήσης αποτελεί, σύμφωνα με τη νέα διατύπωση, την κυριότερη περίπτωση αθέμιτης χρήσης, ενώ, κατά τη διατύπωση της καταργηθείσας διάταξης μπορούσε να εκληφθεί ότι πρόκειται για προϋπόθεση που ισχύει παράλληλα προς την αθέμιτη χρήση. Το άρθρο 127 εισάγει νέες ρυθμίσεις αναφορικά με την απώλεια δικαιώματος λόγω ανοχής, καθώς αναφέρεται στην αποδυνάμωση του δικαιώματος του προγενέστερου δικαιούχου να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος εφόσον ανέχτηκε εν γνώσει του χρήση του σήματος αυτού για περίοδο πέντε συνεχών ετών εκτός αν η κατάθεση του μεταγενέστερου σήματος έγινε με κακή πίστη, αλλά και στην αδυναμία δικαιούχου μεταγενέστερου σήματος να απαγορεύσει τη χρήση προγενέστερου σήματος ή άλλου δικαιώματος. Στο επόμενο άρθρο προβλέπεται ότι ο δικαιούχος δεν μπορεί, κατ’ αρχήν, να απαγορεύει τη χρήση του σήματος για προϊόντα που έχουν διατεθεί με το σήμα αυτό στον ΕΟΧ, από τον ίδιο ή με τη συγκατάθεσή του (ανάλωση του δικαιώματος), εκτός αν συντρέχουν οι αναφερόμενες στο άρθρο προϋποθέσεις. Στο άρθρο 129 προβλέπεται ότι ο καταθέτης μπορεί, οποτεδήποτε και ανεξαρτήτως εκκρεμοδικίας, να προβεί σε δήλωση μη διεκδίκησης δικαιωμάτων σε ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία του σήματος. Τέλος, με το Νόμο εισάγεται ο θεσμός της διαίρεσης της δήλωσης κατάθεσης ή της καταχώρισης του σήματος, με τον οποίο διευκολύνεται η διαδικασία καταχώρισης σήματος στις περιπτώσεις που πλήττεται ένα σήμα για ορισμένα από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που διακρίνει και όχι για όλα.
ΙV. Το σήμα ως περιουσιακό αγαθό: Με το νέο Νόμο καταρχήν επιβεβαιώνεται η απεξάρτηση του σήματος από την επιχείρηση, επιλογή που, άλλωστε, ακολουθούσε και ο Ν 2239/1994. Η απεξάρτηση του σήματος από την επιχείρηση έχει ως συνέπεια και ότι είναι δυνατή η αυτοτελής σύσταση εμπράγματων δικαιωμάτων επί του σήματος. Σύμφωνα με τις νέες ρυθμίσεις επιτρέπεται, εκτός του σήματος και η μεταβίβαση του δικαιώματος προσδοκίας σε κατατεθέν αλλά μη καταχωρημένο ακόμη σήμα, και αντίθετα με τα όσα μέχρι σήμερα ίσχυαν, επιτρέπεται η μερική μεταβίβαση σήματος ή της δήλωσης σήματος, εφόσον δε δημιουργείται παραπλάνηση του κοινού. Για τη μεταβίβαση προβλέπεται έγγραφος τύπος ο οποίος ωστόσο δεν είναι συστατικός, ενώ ούτε η προβλεπόμενη καταχώριση της μεταβίβασης στο Βιβλίο Σημάτων έχει συστατική λειτουργία. Αναφορικά με το θεσμό της παραχώρησης άδειας χρήσης ο νέος Νόμος καθορίζει τις προϋποθέσεις για την παροχή άδειας χρήσης σήματος και το περιεχόμενό της και επιφέρει ορισμένες σημαντικές μεταβολές. Καταρχήν καταργεί το θεσμό της παράλληλης άδειας χρήσης σήματος. Αντ’ αυτού προβλέπεται η παραχώρηση άδειας χρήσης με απόλυτη ενέργεια, δυνάμει της οποίας ο αδειούχος μπορεί να στραφεί εξ ιδίου δικαιώματος κατά τρίτων προσβολέων. Έπειτα, προβλέπεται η δυνατότητα του δικαιούχου του σήματος να στραφεί κατά του αδειούχου σε περίπτωση που ο αδειούχος παραβιάζει τους σ’ αυτήν αναφερόμενους όρους. Προβλέπεται ακόμη ότι ο αποκλειστικός αδειούχος μπορεί να ασκήσει και αυτοτελώς τις κατά τρίτου προσβολέα αξιώσεις, εφόσον ο δικαιούχος αδρανεί να τις ασκήσει, παρότι ειδοποιήθηκε για την προσβολή, ενώ παρέχεται δικαίωμα παρέμβασης στον αδειούχο στη δίκη μεταξύ του δικαιούχου και του τρίτου προσβολέα, με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη. Τέλος, στο άρθρο 133 ρητά ορίζεται ότι το σήμα μπορεί να είναι αντικείμενο μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης και αυτοτελούς εκποίησής του από το σύνδικο της πτώχευσης ενώ ρητά ορίζεται ότι τα δικαιώματα του αποκτώντα επί του σήματος εγγράφονται στο Βιβλίο Σημάτων. Ο νέος Νόμος δεν περιέχει διάταξη αντίστοιχη με τη διάταξη του Ν 2239/1994, σύμφωνα με την οποία δε χωρούσε κατάσχεση και εκποίηση εν πτωχεύσει σήματος που αποτελείτο από το όνομα του δικαιούχου, ρύθμιση ορθή καθώς αυτός που χρησιμοποιεί το όνομά του ως σήμα αποδέχεται και την εμπορευματοποίηση αυτού.
Πηγή: ΔΕΕ 4/2012, 422 (nbblog)
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα