Κώδικας Ποινικής Δικονομίας - Αποδείξεις - Γενικοί ορισμοί
Αρχή της ηθικής απόδειξης. Αρθρο 177. 1.Οι δικαστές δεν είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν νομικούς κανόνες αποδείξεων, πρέπει όμως να αποφασίζουν κατά τη πεποίθησή τους, ακολουθώντας τη φωνή της συνείδησής τους και οδηγούμενοι από την απροσωπόληπτη κρίση που προκύπτει από τις συζήτησεις και που αφορά την αλήθεια των πραγματικών γεγονότων, την αξιοπιστία των μαρτύρων και την αξία των άλλων αποδείξεων. "2. Αποδεικτικά μέσα, που έχουν αποκτηθεί με αξιόποινες πράξεις ή μέσω αυτών, δεν λαμβάνονται υπόψη στην ποινική διαδικασία." *** Το κείμενο του άρθρου 177 αριθμήθηκε ως παράγραφος 1 και η παρ.2 προστέθηκε με την παρ.7 άρθρ.2 Ν.2408/1996 (Α 104) και αντικαταστάθηκε στη συνέχεια ως άνω με το άρθρο 10 παρ.2 Ν.3674/2008,ΦΕΚ Α 136/10.7.2008.
Αποδεικτικά μέσα. Αρθρο 178. Κυριότερα αποδεικτικά μέσα στην ποινική διαδικασία είναι: α) οι ενδείξεις β) η Αυτοψία γ) η πραγματογνωμοσύνη δ) η ομολογία του κατηγορουμένου ε) οι μάρτυρες και στ) τα έγγραφα.
Επιτρεπόμενα Αποδεικτικά μέσα. Αρθρο 179. Στην ποινική διαδικασία επιτρέπεται κάθε είδος αποδεικτικών μέσων. Εξαίρεση από αυτό το γενικό κανόνα ως προς το παραδεκτό της μαρτυρικής απόδειξης υπάρχει όταν βάση του εγκλήματος είναι κάποια ιδιωτική υποχρέωση. Σ` αυτή την περίπτωση η απόδειξη της ιδιωτικής υποχρέωσης κρίνεται κατά τις διατάξεις του αστικού νόμου, ενώ για την απόδειξη της ίδιας της αξιόποινης πράξης επιτρέπεται κάθε αποδεικτικό μέσο.
Δημήτριος Χ. Καραγιάννης, δικηγόρος, Θεσσαλονίκη - Αθήνα