Άρθρο 22. Εκκαθάριση περιουσίας.
1. Μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την αποδοχή του διορισμού του, ο εκκαθαριστής περιουσίας του παρόντος κεφαλαίου διενεργεί απογραφή της περιουσίας, για την οποία εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 840 και 841 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Στην απογραφή καλούνται εκπρόσωποι της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. και της αστυνομικής αρχής, οι οποίοι συνυπογράφουν τη σχετική έκθεση απογραφής, και μπορεί να παρίσταται κάθε ενδιαφερόμενος. Η αξία των στοιχείων της περιουσίας που αναγράφεται στην έκθεση απογραφής προσδιορίζεται κατ` εκτίμηση του εκπροσώπου της Δ.Ο.Υ.. Αντίγραφο της έκθεσης απογραφής αποστέλλεται στην αρμόδια αρχή μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την περαίωση της. 2. Αν συντρέχει σπουδαίος λόγος που καθιστά αδύνατη την άμεση απογραφή της περιουσίας, διενεργείται με εντολή του εκκαθαριστή σφράγιση της περιουσίας από συμβολαιογράφο του τόπου αυτής, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των διατάξεων των άρθρων 827 έως 840 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η αποσφράγιση και απογραφή της περιουσίας διενεργούνται από τον εκκαθαριστή ύστερα από την άρση του σπουδαίου λόγου, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των διατάξεων των άρθρων 832 έως 841 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και της παραγράφου 1 του παρόντος. 3. Στις ενέργειες εκκαθάρισης περιλαμβάνονται, ιδίως, η περιέλευση των πραγμάτων της περιουσίας στην κατοχή του εκκαθαριστή, η λήψη μέτρων για τη διατήρηση ή συντήρηση των στοιχείων της, η είσπραξη απαιτήσεων και η πληρωμή χρεών ή βαρών της περιουσίας, η εκποίηση κινητών και ακινήτων, η εκμίσθωση κινητών ή ακινήτων και η σύναψη συμβάσεων εφόσον δεν αντιβαίνουν στο σκοπό ταχείας εκκαθάρισης της περιουσίας, η δικαστική εκπροσώπηση, ο συμβιβασμός και κάθε άλλη πράξη σχετική με την εξακρίβωση των στοιχείων της περιουσίας και τα δικαιώματα ή τις απαιτήσεις επ` αυτής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κώδικα. 4. Οι διατάξεις των άρθρων 1914,1916,1917,1920 και 1921 του Αστικού Κώδικα εφαρμόζονται συμπληρωματικά για τους εκκαθαριστές περιουσιών του παρόντος κώδικα.
Άρθρο 23. Χρήματα, τιμαλφή, κινητές αξίες, απαιτήσεις.
1. Χρηματικά ποσά κατατεθειμένα σε πιστωτικά ιδρύματα ή στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π.Δ.), αναλαμβάνονται από τον εκκαθαριστή, με την προσκόμιση: α) αντιγράφου της διαθήκης, πιστοποιητικού δημοσίευσης της και πιστοποιητικού ότι δεν δημοσιεύθηκε άλλη διαθήκη ή αντιγράφου του εγγράφου δωρεάς και β) αντίγραφο του διορισμού και της αποδοχής του. Τα αναλαμβανόμενα ποσά βεβαιώνονται και εισπράττονται ως δημόσια έσοδα από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. 2. Τίτλοι παραστατικοί αξίας με τα τοκομερίδια και τις μερισματαποδείξεις τους, κοσμήματα, χρυσαφικά, άλλα είδη ιδιαίτερης αξίας και σημαντικά έγγραφα παραδίδονται για φύλαξη, με εντολή του εκκαθαριστή, σε πιστωτικό ίδρυμα ή το Τ.Π.Δ., εκποιούνται δε, ολικά ή μερικά, με απόφαση της αρμόδιας αρχής και το προϊόν της εκποιήσεως αποδίδεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο. Η εκποίηση χρεω-γράφων και κινητών αξιών που αποτελούν αντικείμενα διαπραγμάτευσης στο Χρηματιστήριο Αθηνών, γίνεται μέσω αυτού. 3. Οι απαιτήσεις κεφαλαίου ή τόκων από οποιαδήποτε αιτία, βεβαιώνονται ως δημόσια έσοδα, αφού προηγηθεί πρόσκληση από τον εκκαθαριστή στον οφειλέτη για εκούσια καταβολή της οφειλής εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της πρόσκλησης. Η βεβαίωση ενεργείται με βάση τη συστατική πράξη και τους τίτλους, δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, επί των οποίων στηρίζεται η απαίτηση. Αν δεν υπάρχουν τέτοιοι τίτλοι και η απαίτηση αμφισβητείται από τον οφειλέτη, επιδιώκεται η αναγνώριση της δικαστικά. 4. Απαιτήσεις και χρήματα, που βρίσκονται στην αλλοδαπή, εισπράττονται από τον αρμόδιο πρόξενο και το προϊόν αποστέλλεται με επιταγή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. που προβαίνει στη βεβαίωση του ποσού αυτού ως δημόσιου εσόδου.
Άρθρο 24. Εκποίηση και εκμίσθωση κινητών και ακινήτων. 1. Ακίνητα της περιουσίας διατηρούνται αυτούσια, αν η εκποίηση τους δεν κρίνεται απαραίτητη για την πληρωμή χρεών της κληρονομίας ή δεν ορίζεται διαφορετικά στη συστατική πράξη. Τα διατηρούμενα ακίνητα μεταγράφονται και αποτελούν ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου. Η εκμίσθωση στοιχείων των περιουσιών των άρθρων 22 έως 32 επιτρέπεται όταν συμβιβάζεται με το σκοπό της ταχείας εκκαθάρισης της περιουσίας. Μετά τη λήξη της εκκαθάρισης, ο κατά νόμον διαχειριστής της περιουσίας μπορεί να καταγγείλει αζημίως τη μίσθωση και πριν τη λήξη της. Η καταγγελία ενεργεί μετά την πάροδο τριμήνου από την περιέλευση της στο μισθωτή. Για την εκποίηση ακινήτων απαιτείται έγκριση της αρμόδιας αρχής. «Για όλα τα θέματα που σχετίζονται με διαχείριση ακινήτων περιουσιών η αρμόδια αρχή μπορεί να ζητήσει τη συνδρομή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή της Κτηματικής Υπηρεσίας που βρίσκεται το ακίνητο.» ***Το εντος "" εδάφιο προστέθηκε με τη παρ.4 του άρθρου 32 του Ν.4223/2013 (ΦΕΚ Α 287/31.12.2013) 2. Η εκποίηση κινητών και ακινήτων στοιχείων της περιουσίας διενεργείται από τον εκκαθαριστή στον προσφέροντα τη μεγαλύτερη τιμή, ύστερα από τη δημοσίευση επί δύο (2) τουλάχιστον μήνες σχετικής ανακοίνωσης στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών και τυχόν άλλες ιστοσελίδες που κρίνονται κατάλληλες για την ευρύτερη δυνατή δημοσιότητα και αφού υποβληθούν γραπτές προσφορές εκ μέρους των ενδιαφερομένων. Στη δημοσιευόμενη ανακοίνωση περιλαμβάνονται οι όροι της πώλησης, καθώς και ο τρόπος εξόφλησης του τιμήματος εφάπαξ ή σε έντοκες δόσεις διάρκειας μέχρι τριών (3) ετών, ανάλογα με την αξία των, προς εκποίηση, πραγμάτων. Αν πρόκειται για εκποίηση κινητών πραγμάτων που υπόκεινται σε φθορά ή η αξία τους δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ, η σχετική ανακοίνωση αναρτάται επί δεκαήμερο τουλάχιστον. Για την εκποίηση ακινήτων και μεγάλης αξίας κινητών απαιτείται προεκτίμηση της αξίας τους από πιστοποιημένους εκτιμητές. Εφόσον δεν υποβληθούν συμφέρουσες προσφορές, ο εκκαθαριστής μπορεί να απευθύνεται σε μεσίτες ακινήτων για την εκποίηση ακινήτων της περιουσίας, οι οποίοι δικαιούνται αμοιβής. Η αρμόδια αρχή μπορεί σε κάθε περίπτωση να αποφασίσει την κατ` άλλο τρόπο εκποίηση κινητού ή ακινήτου της περιουσίας, μετά από γνώμη του Συμβουλίου. 3. Εφόσον το ανώτερο προσφερόμενο τίμημα πώλησης είναι τουλάχιστον ίσο με ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85/100) επί της προεκτιμηθείσας αξίας, ο εκκαθαριστής συνάπτει τη σύμβαση, ύστερα από προηγούμενη ενημέρωση της αρμόδιας αρχής, η οποία μπορεί μέσα σε ένα (1) μήνα να διατάξει τη μη σύναψη της σύμβασης με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της. Η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας τεκμαίρεται ως συναίνεση της αρμόδιας αρχής. Για την εκποίηση ακινήτου σε τιμή κατώτερη του ως άνω ποσοστού απαιτείται προηγούμενη έγκριση της αρμόδιας αρχής. 4. Αν ο αγοραστής δεν προσέλθει ή αρνηθεί να υπογράψει το οικείο συμβόλαιο εντός εύλογης προθεσμίας, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν δύναται να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, επιβάλλεται χρηματική ποινή ίση με το δέκα τοις εκατό (10/100) της προσφοράς του, η οποία βεβαιώνεται και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, εν συνεχεία δε, μπορεί να καλείται ο δεύτερος κατά σειρά πλειοδότης για την υπογραφή του συμβολαίου, εφόσον το προσφερόμενο από αυτόν τίμημα πώλησης είναι τουλάχιστον ίσο με ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85/100) επί της προεκτιμηθείσας αξίας. Εφόσον είναι μικρότερο, για τη σύναψη της σύμβασης απαιτείται η προηγούμενη έγκριση της αρμόδιας αρχής. 5. Αν τα προς εκποίηση ακίνητα είναι εκμισθωμένα, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 614 και 615 του Αστικού Κώδικα. 6. Κοσμήματα, χρυσαφικά και άλλα είδη ιδιαίτερης αξίας που αποτελούν αντικείμενο δραστηριότητας του ενεχυροδανειστηρίου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου εκποιούνται από αυτό. Αυτοκίνητα, άλλα μεταφορικά μέσα ή άλλα κινητά πράγματα, μπορεί να εκποιούνται από τη Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού του Υπουργείου Οικονομικών. 7. Το προϊόν της εκκαθάρισης βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο από κληρονομικό δικαίωμα του Δημοσίου ή δωρεά, υπό το οικείο κεφάλαιο και άρθρο του Προϋπολογισμού του Κράτους. Τα σχετικά στοιχεία βεβαίωσης αποστέλλονται από τον εκκαθαριστή στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. της τελευταίας κατοικίας του διαθέτη ή της κατοικίας του δωρητή. Αρμόδιος προς βεβαίωση εσόδων περιουσίας στην αλλοδαπή, είναι ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. κατοίκων εξωτερικού. 8. Η εκμίσθωση ακινήτων της περιουσίας διενεργείται από τον εκκαθαριστή στον προσφέροντα τη μεγαλύτερη τιμή, ύστερα από τη δημοσίευση επί είκοσι (20) τουλάχιστον ημέρες σχετικής ανακοίνωσης στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών και τυχόν άλλες ιστοσελίδες που κρίνονται κατάλληλες για την ευρύτερη δυνατή δημοσιότητα. Για την εκμίσθωση ακινήτων αντικειμενικής αξίας άνω των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ απαιτείται προεκτίμηση της μισθωτικής αξίας τους από πιστοποιημένους εκτιμητές. Για ακίνητα μικρότερης αξίας, η προεκτίμηση διενεργείται από τον εκκαθαριστή με βάση πρόσφορα συγκριτικά στοιχεία. Εφόσον δεν υποβληθούν συμφέρουσες προσφορές, ο εκκαθαριστής μπορεί να απευθύνεται σε μεσίτες ακινήτων για την εκμίσθωση ακινήτων της περιουσίας, οι οποίοι δικαιούνται αμοιβής. Η αρμόδια αρχή μπορεί σε κάθε περίπτωση να αποφασίσει την κατ` άλλο τρόπο εκμίσθωση ακινήτου της περιουσίας. 9. Εφόσον το προσφερόμενο μίσθωμα είναι τουλάχιστον ίσο με ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85/100) επί της προεκτιμηθείσας αξίας, ο εκκαθαριστής συνάπτει τη σύμβαση, ύστερα από προηγούμενη ενημέρωση της αρμόδιας αρχής, η οποία μπορεί μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες να διατάξει να μη συναφθεί η σύμβαση, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση της. Η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας τεκμαίρεται ως συναίνεση της αρχής. Αν το προσφερόμενο μίσθωμα είναι μικρότερο απαιτείται για τη σύναψη της σύμβασης η προηγούμενη έγκριση της αρμόδιας αρχής. Αν ο μισθωτής δεν προσέλθει ή αρνηθεί να υπογράψει το οικείο συμφωνητικό, επιβάλλεται χρηματική ποινή ίση με τρία (3) μηνιαία μισθώματα της προσφοράς του, ποινή η οποία βεβαιώνεται και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, εν συνεχεία δε, μπορεί να καλείται ο δεύτερος κατά σειρά πλειοδότης για την υπογραφή του συμφωνητικού εφαρμοζομένων αναλόγως των τριών πρωτών εδαφίων. 10. Η αρχική διάρκεια της μίσθωσης ορίζεται στα ελάχιστα χρονικά όρια που προβλέπονται από το νόμο, ανάλογα με το είδος της μίσθωσης. Μετά τη λήξη της μίσθωσης μπορεί να συμφωνείται η ανανέωση για χρόνο ίσο ή και βραχύτερο, με τους ίδιους, ή επουσιωδώς διαφορετικούς, όρους, το δε σχετικό μισθωτήριο υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή προς ενημέρωση αυτής. Με το μισθωτήριο συμβόλαιο συμφωνείται η αναπροσαρμογή του μισθώματος κατά τις ισχύουσες κατά περίπτωση διατάξεις. Κατ` εξαίρεση μπορεί να συμφωνηθεί έκτακτη αναπροσαρμογή όταν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι (ιδίως απρόοπτη μεταβολή των οικονομικών συνθηκών της αγοράς). Η σχετική τροποποιητική σύμβαση υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή προς ενημέρωση αυτής. Η αρμόδια αρχή μπορεί, εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών, να μην εγκρίνει την υποβληθείσα σε αυτήν τροποποιητική σύμβαση, αλλιώς τεκμαίρεται η συναίνεση της. Για την υπεκμίσθωση του ακινήτου με τους ίδιους όρους της αρχικής μίσθωσης ενημερώνεται ο εκτελεστής και η αρμόδια αρχή.
Άρθρο 25. Κληροδοτήματα σε μετρητά. 1. Αν περιέχεται σε διαθήκη κληροδότημα σε μετρητά προς το Δημόσιο, το ποσό βεβαιώνεται από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. και εισπράττεται από τον βεβαρημένο ως δημόσιο έσοδο, ύστερα από έγγραφη πρόσκληση της Δ.Ο.Υ. προς αυτόν και κατά τον τρόπο που ορίζεται στη διαθήκη, εκτός αν αποδεικνύεται ότι δεν υφίστατο κατά το χρόνο του θανάτου του διαθέτη. Αν δεν ορίζε ται σχετικά στη διαθήκη, το ποσό του κληροδοτήματος καταβάλλεται από τον βεβαρημένο εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τη ρητή ή σιωπηρή αποδοχή της κληρονομιάς αν το ποσό του κληροδοτήματος είναι μικρότερο του ποσού των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ και εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών σε κάθε άλλη περίπτωση. Μετά την πάροδο του χρόνου που τάσσεται στη διαθήκη ή της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου οφείλεται ο νόμιμος τόκος υπερημερίας. 2. Οι προθεσμίες της προηγούμενης παραγράφου παρατείνονται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, αν δεν συντρέχει υπαιτιότητα του υπόχρεου για την καθυστέρηση ή συντρέχουν σοβαροί λόγοι για την αδυναμία έγκαιρης απόδοσης του κληροδοτήματος. Με όμοια απόφαση μπορεί να επιτραπεί η καταβολή κληροδοτήματος με δόσεις, αν η εφάπαξ καταβολή κρίνεται δυσχερής. Με την απόφαση καθορίζεται ο αριθμός των δόσεων, η προθεσμία εξόφλησης κάθε δόσης, ως και το είδος και το ποσό της ασφάλειας, που πρέπει να παράσχει ο υπόχρεος για την καταβολή του κληροδοτήματος. Οι δόσεις είναι έντοκες, με επιτόκιο ίσο προς το εκάστοτε ισχύον επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης εξόφλησης ο βεβαρημένος οφείλει τόκο υπερημερίας.
Άρθρο 26. Χρέη και βάρη κληρονομιάς - Δαπάνες εκκαθάρισης.
1. Το Δημόσιο ευθύνεται για τα χρέη του κληρονομουμένου, εφόσον αυτά αποδεικνύονται νόμιμα. Προκειμένου για χρέη από περιουσία επαγόμενη στο Δημόσιο εξ αδιαθέτου, αυτό ευθύνεται μέχρι το ενεργητικό της κλη-ρονομίας. Η ικανοποίηση των δανειστών γίνεται κατά τη σειρά που προβλέπεται από τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για την κατάταξη δανειστών επί κατασχέσεως ακινήτων. 2. Η πληρωμή των χρεών και βαρών της κληρονομίας και των δαπανών εκκαθάρισης γίνεται σε βάρος του ενεργητικού της, πριν από τη βεβαίωση των οικείων στοιχείων του ενεργητικού ως δημοσίου εσόδου. Αν δεν υπάρχουν ακόμα μετρητά στο ενεργητικό, η πληρωμή γίνεται σε βάρος των πιστώσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 65. Αν τα χρέη και βάρη είναι βέβαια και εκκαθαρισμένα, πληρώνονται από τον εκκαθαριστή, αλλιώς η έγκριση για την πληρωμή χορηγείται από την αρμόδια αρχή ύστερα από αίτημα του εκκαθαριστή που συνοδεύεται από τα αποδεικτικά στοιχεία του χρέους ή των δαπανών. Για την πληρωμή χρεών προς το Δημόσιο δεν απαιτείται η έγκριση της αρμόδιας αρχής. 3. Με απόφαση της αρμόδιας αρχής μπορεί να επιτραπεί η πληρωμή των εξόδων εκκαθάρισης της κληρονομίας ή η διάθεση ποσού στον εκκαθαριστή για την πληρωμή επειγουσών δαπανών εκκαθάρισης, με τον όρο απόδοσης σχετικού λογαριασμού διάθεσης του. Η αρμόδια αρχή, μετά από γνώμη του Συμβουλίου, μπορεί να αναβάλει την πληρωμή χρεών, εν όλω ή εν μέρει, μέχρι πέρατος της εκκαθάρισης.
Άρθρο 27. Εκπροσώπηση στο δικαστήριο.
Μέχρι την έγκριση της οριστικής λογοδοσίας, ο εκκαθαριστής εκπροσωπεί την περιουσία ενώπιον των δικαστηρίων σε δίκες σχετικές με την εξακρίβωση και εκκαθάριση της. Για την άσκηση αγωγής ή ένδικου μέσου ή προκειμένου να προβεί σε ομολογία, ο εκκαθαριστής οφείλει να ζητεί την έγκριση της αρμόδιας αρχής. Σε επείγουσες περιπτώσεις ο εκκαθαριστής ενεργεί μέσα στις νόμιμες προθεσμίες και χωρίς προηγούμενη έγκριση και ανακοινώνει χωρίς καθυστέρηση την ενέργεια του στην αρμόδια αρχή.
Άρθρο 28. Υποχρεώσεις οφειλετών.
Τρίτοι, κάτοχοι ή οφειλέτες στοιχείων περιουσίας ή οφειλέτες απαιτήσεων της κληρονομιάς, που αποδίδουν ή καταβάλλουν την απαίτηση σε άλλον τρίτο, γνωρίζοντας ή υπαίτια αγνοώντας ότι ο τρίτος αυτός αμφισβητεί το κληρονομικό ή άλλο δικαίωμα του Δημοσίου, δεν απαλλάσσονται από την υποχρέωση τους απέναντι στο Δημόσιο. Απαλλάσσονται όμως αν καταθέσουν τα επίδικα στοιχεία στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων μέχρι την αμετάκλητη επίλυση της αμφισβήτησης, δικαστικώς ή εξωδίκως. Όταν τα οφειλόμενα πράγματα είναι ανεπίδεκτα δημόσιας κατάθεσης, προκαλείται με αίτηση του εκκαθαριστή ή της αρμόδιας αρχής ο ορισμός μεσεγγυητή, σύμφωνα με τα άρθρα 725 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.