Ως ωφέλημα νοείται και κάθε όφελος που έχει ο νομέας από την ενοικίαση ή την με άλλον τρόπο χρήση του πράγματος από τον ίδιο, ως συνέπεια των οποίων εξοικονομεί τη δαπάνη, στην οποία θα υποβαλλόταν εάν μίσθωνε άλλο όμοιο πράγμα, οπότε η ωφέλεια συνίσταται στην εξοικονόμηση της σχετικής δαπάνης για τα μισθώματα.
Διατάξεις: άρθρα 961, 962, 999, 1000, 1096, 1098 ΑΚ
[...] Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1096 και 1098 του ΑΚ προκύπτει ότι ο νομέας ενέχεται να αποδώσει τα ωφελήματα που έχουν εξαχθεί από το πράγμα μετά την επίδοση της αγωγής, επιπλέον δε, ευθύνεται και για τα ωφελήματα που δεν εισέπραξε από δική του υπαιτιότητα μετά την επίδοση της αγωγής, ενώ μπορούσε να τα εισπράξει σύμφωνα με τους κανόνες της τακτικής διαχείρισης, καθώς επίσης και ότι εάν ο νομέας ήταν κακόπιστος κατά το χρόνο που κατέβαλε το πράγμα (γνώριζε, δηλαδή, ή από βαριά αμέλεια αγνοούσε ότι δεν έχει δικαίωμα να νέμεται το πράγμα), ή εάν έμαθε αργότερα ότι δεν έχει δικαίωμα νομής, υπέχει από τότε, ως προς το πράγμα και τα ωφελήματα του πράγματος, την ίδια ευθύνη που έχει και για το χρόνο μετά την επίδοση της αγωγής, δηλαδή ενέχεται να αποδώσει όχι μόνο τα ωφελήματα που πραγματικά, έστω και κατά παράβαση των κανόνων της τακτικής διαχείρισης, εισέπραξε, αλλά και εκείνα που δεν εισέπραξε από δική του υπαιτιότητα, ενώ μπορούσε να τα εισπράξει σύμφωνα με τους κανόνες της τακτικής διαχείρισης. Η ενοχή αυτή υφίσταται ανεξάρτητα από την όχληση για την απόδοσή του. Ωφελήματα του πράγματος, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 961 παρ. 1 και παρ. 3 και του άρθρου 962 του ΑΚ, είναι όχι μόνο οι (φυσικοί) καρποί, δηλαδή τα προϊόντα του, καθώς επίσης και καθετί που αποκτά κανένας από το πράγμα, σύμφωνα με τον προορισμό του, αλλά και οι πολιτικοί καρποί, δηλαδή οι πρόσοδοι που παρέχει το πράγμα ή το δικαίωμα, με βάση ορισμένη έννομη σχέση και ακόμη κάθε όφελος που παρέχει η χρήση του πράγματος ή του δικαιώματος. Επομένως, ως ωφέλημα νοείται και κάθε όφελος που έχει ο νομέας από την ενοίκηση ή τη με άλλον τρόπο χρήση του πράγματος από τον ίδιο, ως συνέπεια των οποίων εξοικονομεί τη δαπάνη, στην οποία θα υποβαλλόταν εάν μίσθωνε άλλο όμοιο πράγμα, οπότε η ωφέλεια συνίσταται στην εξοικονόμηση της σχετικής δαπάνης για τα μισθώματα (ΑΠ 540/2002 ΕλλΔνη 2002,1667, ΑΠ 686/2010, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOS, ΑΠ 1773/2011 NOMOS, ΑΠ 1753/2012 NOMOS, ΕφΛαρ 557/2003, Δικογραφία 2003,460, ΕφΛαρ 162/2004 Δικογραφία 2004,480, ΕφΙω 302/2004 ΕλλΔνη 2006,270, ΕφΑθ 250/2007 ΕφΑΔ 2008,300, ΕφΑθ 666/2007 ΕφΑΔ 2008,434, ΕφΑθ 7934/2007 ΕλλΔνη 2008,1106, ΕφΑθ 568/2009 ΕλλΔνη 2009,1108, ΕφΑΔ 395/2010, ΕπΔικΠολ 2010,137). Εξάλλου, εφόσον ο νόμος δεν διακρίνει, η ευθύνη του νομέα για την απόδοση των ωφελημάτων του πράγματος ισχύει όχι μόνο όταν ενάγεται με τη διεκδικητική αγωγή, αλλά και με ιδιαίτερη αγωγή (ΑΠ 134/2006 NOMOS, ΑΠ 686/2010, ό.π., ΑΠ 1753/2012, ό.π., ΕφΛαρ 557/2003, ό.π., ΕφΛαρ 162/2004, ό.π., ΕφΑθ 250/2007, ό.π., ΕφΑθ 7934/2007, ό.π.).
[...] Με το συμβολαιογραφικό έγγραφο αγοραπωλησίας οριζόντιων ιδιοκτησιών με τον αριθμό .../3.11.2008 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Ευ. Μ., το οποίο έχει νόμιμα μεταγραφεί στα οικεία βιβλία μεταγραφών, η εφεσίβλητη απέκτησε, λόγω αγοράς από τον οικοπεδούχο Γ. Μ. και με την υπόδειξη του εργολήπτη Δ. Μ., την πλήρη κυριότητα της αυτοτελούς και ανεξάρτητης οριζόντιας ιδιοκτησίας με τα στοιχεία Υ-1, του υπόγειου ορόφου πολυκατοικίας, η οποία εμφαίνεται α) στο από μήνα Μάρτιο του έτους 1987 σχεδιάγραμμα κάτοψης του υπογείου του αρχιτέκτονος μηχανικού Δ. Μ. που έχει προσαρτηθεί στη συμβολαιογραφική πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας με τον αριθμό .../1.8.1988 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Π. Γ., η οποία έχει νόμιμα μεταγραφεί στα οικεία βιβλία μεταγραφών και β) στον από μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2008 πίνακα αναλογιών του αρχιτέκτονος μηχανικού Δ. Μ. που έχει προσαρτηθεί στη συμβολαιογραφική πράξη τροποποίησης της πιο πάνω αναφερόμενης συμβολαιογραφικής πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, με τον αριθμό .../14.10.2008 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Ευ. Μ., η οποία έχει νόμιμα μεταγραφεί στα οικεία βιβλία μεταγραφών. Η προαναφερόμενη οριζόντια ιδιοκτησία βρίσκεται σε πολυώροφη οικοδομή που έχει ανεγερθεί σε οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο, το οποίο βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου ... Αττικής, μέσα στο σχέδιο πόλης του Δήμου αυτού και στην κτηματογραφημένη περιοχή, στη θέση «Β.», στο οικοδομικό τετράγωνο με τον αριθμό ... που περιβάλλεται από τις οδούς ... και στη συμβολή των οδών ..., στην οποία φέρει τον οικοδομικό αριθμό ... και Δ., στην οποία φέρει τον οικοδομικό αριθμό ..., έχει επιφάνεια το οικόπεδο αυτό 2.275,47 τετραγωνικά μέτρα και εμφαίνεται με τα κεφαλαία αλφαβητικά γράμματα Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Α στο από μήνα Μάρτιο του έτους 1987 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονος μηχανικού Δ. Μ. Ο οικοπεδούχος, ο οποίος είχε καταστεί κύριος του οικοπέδου αυτού με ειδική διαδοχή, κατά τον τρόπο που περιγράφεται ειδικότερα στα πιο πάνω αναφερόμενα συμβολαιογραφικά έγγραφα, αποφάσισε να ανεγείρει σε αυτό δύο πολυκατοικίες, από τις οποίες η μία έχει πρόσοψη στην οδό ... και η άλλη έχει πρόσοψη στην οδό Δ., αποτελούμενες καθεμία από αυτές από υπόγειο, ισόγειο (pilotis), πέντε πάνω από το ισόγειο ορόφους και δώμα.
Ακολούθως, δε, ο οικοπεδούχος υπήγαγε τις πολυκατοικίες αυτές που ήδη είχε ξεκινήσει να ανεγείρει στο οικόπεδο, στις διατάξεις του νόμου 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του ΑΚ, με τη συμβολαιογραφική πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας με τον αριθμό .../1.8.1988 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Π. Γ., η οποία έχει νόμιμα μεταγραφεί στα οικεία βιβλία μεταγραφών, όπως έχει τροποποιηθεί στη συνέχεια α) με τη συμβολαιογραφική πράξη με τον αριθμό .../25.5.1989 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Π. Γ., η οποία έχει νόμιμα μεταγραφεί στα οικεία βιβλία μεταγραφών και β) με τη συμβολαιογραφική πράξη με τον αριθμό .../14.10.2008 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Ευ. Μ., η οποία έχει νόμιμα μεταγραφεί στα οικεία βιβλία μεταγραφών. Στη συνέχεια, ο οικοπεδούχος και ο εργολήπτης συμφώνησαν να αποπερατώσει ο τελευταίος τις πολυκατοικίες αυτές με το σύστημα της αντιπαροχής και για το λόγο αυτό υπογράφηκε το προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο με τον αριθμό .../1.8.1988 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Π. Γ., με το οποίο συμφωνήθηκε ότι οι αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες που περιγράφονται σ’ αυτό, με τις αναλογίες τους στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα πράγματα, χώρους και εγκαταστάσεις των πολυκατοικιών, στις οποίες αντιστοιχούν τα 660 χιλιοστά εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου, περιήλθαν κατά κυριότητα στον οικοπεδούχο, με τη σύνταξη και μεταγραφή της πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, ενώ οι υπόλοιπες αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες, με τις αναλογίες τους στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα πράγματα, χώρους και εγκαταστάσεις των πολυκατοικιών, στις οποίες αντιστοιχούν τα υπόλοιπα 340 χιλιοστά εξ αδιαιρέτου του οικοπέδου, συμφωνήθηκε ότι θα περιέλθουν κατά κυριότητα στον εργολήπτη ή σε τρίτα πρόσωπα που αυτός θα υποδείξει, ως εργολαβικό αντάλλαγμα για την αποπεράτωση των οριζόντιων ιδιοκτησιών του οικοπεδούχου. Μεταξύ αυτών των τελευταίων, περιλαμβάνεται και η οριζόντια ιδιοκτησία με τα στοιχεία Υ-1 του υπόγειου ορόφου της πολυκατοικίας που έχει πρόσοψη στην οδό Ευ. αριθ. 37. Η οριζόντια αυτή ιδιοκτησία (αίθουσα) αποτελείται από έναν ενιαίο χώρο και W.C., έχει επιφάνεια 280 τετραγωνικά μέτρα, ιδιόκτητο και συνολικό όγκο 826 κυβικά μέτρα, ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 21 χιλιοστά εξ αδιαιρέτου που αντιστοιχούν σε 47,82 τετραγωνικά μέτρα του οικοπέδου και συνορεύει βόρεια εν μέρει με ακάλυπτο χώρο οικοπέδου, εν μέρει με μέρος πλατύσκαλου κλιμακοστασίου, εν μέρει με μηχανοστάσιο, εν μέρει με χώρο λέβητα θέρμανσης και εν μέρει με χώρο δεξαμενής καυσίμων, νότια με ακάλυπτο χώρο οικοπέδου, πέρα από αυτόν με πρασιά και πέρα από αυτήν με την οδό ..., ανατολικά εν μέρει με ακάλυπτο χώρο οικοπέδου, εν μέρει με πλατύσκαλο κλιμακοστασίου, εν μέρει με μηχανοστάσιο, εν μέρει με μέρος χώρου λέβητα θέρμανσης και εν μέρει με ανατολικό όριο της οικοδομής στην οδό Ευ. αριθ. 37 και δυτικά με ακάλυπτο χώρο οικοπέδου, πέρα από αυτόν με πρασιά και πέρα από αυτήν με την οδό Ευ.
Από την έναρξη του έτους 2004, οι εκκαλούντες, οι οποίοι αποτελούν συνιδιοκτήτες αυτοτελών και ανεξάρτητων οριζόντιων ιδιοκτησιών που βρίσκονται στην ίδια πολυώροφη οικοδομή και οι οποίοι γνώριζαν ότι η πιο πάνω αναφερόμενη οριζόντια ιδιοκτησία δεν ανήκε κατά κυριότητα σ’ αυτούς, αλλά -ανήκε κατά κυριότητα- σε τρίτο πρόσωπο, ακόμη και χωρίς να γνωρίζουν συγκεκριμένα ότι ανήκε κατά κυριότητα στον οικοπεδούχο και στη συνέχεια (από το Νοέμβριο του 2008 και μετά) στην εφεσίβλητη, προέβαιναν σε χρήση της ιδιοκτησίας αυτής για τη στάθμευση μέσα σ’ αυτήν των Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτων τους. Ειδικότερα, σε χρόνο που δεν προέκυψε με ακρίβεια από τις αποδείξεις, αλλά ανάγεται πάντως σε χρόνο προγενέστερο του έτους 2004, οι εκκαλούντες αντικατέστησαν την παλιά σιδερένια πόρτα εισόδου στην υπόγεια αποθήκη, με άλλη, νεότερη πόρτα που έχει τα χαρακτηριστικά πόρτας εισόδου σε κλειστό χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων (γκαραζόπορτας) και η οποία ανοίγει με τηλεχειρισμό, προκειμένου να καταστεί ευχερής η χρήση του χώρου της υπόγειας αποθήκης ως χώρου στάθμευσης των αυτοκινήτων των εκκαλούντων. Ο ισχυρισμός των τελευταίων ότι στην αντικατάσταση της παλιάς πόρτας προέβησαν οι συνιδιοκτήτες της πολυκατοικίας με δικές τους δαπάνες εξαιτίας της φθοράς της προηγούμενης, δεν κρίνεται πειστικός από το Δικαστήριο τούτο, αφού στην περίπτωση εκείνη (δηλαδή, της ενδεχόμενης φθοράς της προηγούμενης πόρτας) ενδεδειγμένη ενέργεια θα αποτελούσε είτε η επισκευή της, είτε -σε κάθε περίπτωση- η αντικατάστασή της με παρόμοια πόρτα. Αντίθετα, στην προκείμενη περίπτωση αποδεικνύεται ότι η παλιά πόρτα εισόδου στην υπόγεια αποθήκη αντικαταστάθηκε με άλλη, η οποία αποκλίνει από τα χαρακτηριστικά (ανοιγόμενη κατά την οριζόντια διάστασή της) και την ποιότητα κατασκευής της προηγούμενης και της οποίας -νέας πόρτας- η εικόνα και τα τεχνικά χαρακτηριστικά (ανοιγόμενο προς τα επάνω - κυλιόμενο συνεχές μεταλλικό φύλλο, αποτελούμενα από επάλληλα αρθρωτά ελάσματα, άνοιγμα της πόρτας με τη χρήση τηλεχειριστηρίου) παραπέμπουν ευθέως και χωρίς αμφιβολία σε πόρτα εισόδου σε κλειστό χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων.
Επίσης, ελέγχεται ως αβάσιμος ο ισχυρισμός των εκκαλούντων ότι τηλεχειριστήριο της πόρτας αυτής (όπως επίσης και κλειδιά εσωτερικής πόρτας που συνέδεε την υπόγεια αποθήκη με το κεντρικό κλιμακοστάσιο της πολυκατοικίας) διέθετε μόνον ο εκάστοτε διαχειριστής της πολυκατοικίας, προκειμένου να εισέρχεται σ’ αυτή για τις ανάγκες του καθαρισμού της, αλλά και της απόφραξης των σωληνώσεων και αποχετεύσεων της πολυκατοικίας που βρίσκονται στο υπόγειο, δεδομένου ότι αποδεικνύεται πως, εκτός από το διαχειριστή της πολυκατοικίας, κλειδιά της εσωτερικής πόρτας, για την οποία έγινε λόγος προηγουμένως, αλλά και τηλεχειριστήρια της γκαραζόπορτας διέθεταν και οι εκκαλούντες, προκειμένου να εξυπηρετείται η χρήση του υπογείου από αυτούς, ως χώρου στάθμευσης των Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτων τους και μάλιστα δύο Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτων (με τους αριθμούς κυκλοφορίας ..., εργοστασίου κατασκευής ΤΟΥΟΤΑ και ..., εργοστασίου κατασκευής ΡΕUGΕΟΤ) που ανήκουν κατά κυριότητα στον πρώτο εκκαλούντα και ενος Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου (με τον αριθμό κυκλοφορίας ..., εργοστασίου κατασκευής SUBARU) που ανήκει κατά κυριότητα στη δεύτερη εκκαλούσα. Στο σημείο τούτο είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι οι εκκαλούντες δεν αμφισβητούν ειδικά, ρητά και αιτιολογημένα τους αγωγικούς ισχυρισμούς για την κτήση από αυτούς του εμπράγματου δικαιώματος της κυριότητας των πιο πάνω αναφερόμενων Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτων και συνακόλουθα συνάγεται από το Δικαστήριο τούτο σιωπηρή ομολογία της αλήθειας του πραγματικού αυτού ισχυρισμού (άρθρο 261 εδ. β του ΚΠολΔ). Κατά συνέπεια, αποδεικνύεται ότι οι εκκαλούντες χρησιμοποιούσαν την υπόγεια αποθήκη ως χώρο στάθμευσης των Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτων τους από την 1η.1.2004 και μέχρι τις 31.1.2009 και για το λόγο αυτό, ως κακόπιστοι νομείς κατά το χρόνο κατάληψης του πράγματος (αφού γνώριζαν ότι κανένα δικαίωμα δεν είχαν να νέμονται την υπόγεια αποθήκη), ενέχονται να αποδώσουν τα ωφελήματα αυτού, σύμφωνα με τη μείζονα (νομική) σκέψη που προηγήθηκε. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε ότι θεμελιώνεται ευθύνη των εκκαλούντων, ως κακόπιστων νομέων του πράγματος, για την απόδοση των ωφελημάτων αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 961, 962, 999, 1000, 1096 και 1098 του ΑΚ, κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, δεν έσφαλε στην ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου, ούτε προέβη σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, αλλά ορθά έκρινε. Συνακόλουθα, οι σχετικοί τρεις πρώτοι λόγοι της κρινόμενης έφεσης, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι κατ’ ουσίαν.
Στην προκείμενη περίπτωση, σύμφωνα με τη μείζονα (νομική) σκέψη που προηγήθηκε, ως ωφέλημα, το οποίο οφείλουν να αποδώσουν οι εκκαλούντες, θα πρέπει να νοηθεί το όφελος που αποκόμισαν από τη χρήση του πράγματος, ως συνέπεια της οποίας αυτοί εξοικονόμησαν τη δαπάνη, στην οποία θα υποβάλλονταν εάν μίσθωναν άλλο όμοιο πράγμα, δηλαδή κλειστούς χώρους για τη στάθμευση δύο Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτων ο πρώτος εκκαλών και ενός Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου η δεύτερη εκκαλούσα, οπότε η ωφέλειά τους συνίσταται στην εξοικονόμηση της σχετικής δαπάνης για τα μισθώματα, τα οποία οι ίδιοι θα κατέβαλλαν για την παραχώρηση σ’ αυτούς της χρήσης, στο πλαίσιο σύμβασης μίσθωσης, των χώρων αυτών για τη στάθμευση των αυτοκινήτων τους. Κατά συνέπεια, ως ωφέλημα δεν είναι ορθό να εκληφθεί η μισθωτική αξία όλου του χώρου της υπόγειας αποθήκης (επιφάνειας 280 τετραγωνικών μέτρων), με δεδομένο ότι -όπως προαναφέρθηκε- η χρησιμότητα που παρείχε σ αυτούς (εκκαλούντες) η εκμετάλλευση του χώρου (ανεξάρτητα από την επιφάνειά του) δεν συνίσταται σε τίποτε άλλο, παρά μόνο στη στάθμευση μέσα σε αυτόν των αυτοκινήτων των εκκαλούντων, όμοια όπως θα συνέβαινε εάν η αποθήκη είχε επιφάνεια 20 τετραγωνικών μέτρων, δηλαδή τόση, όση ήταν αναγκαία για τη στάθμευση ενός Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου (για καθένα από τα Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητα των εκκαλούντων). Η υιοθέτηση αντίθετης ερμηνευτικής εκδοχής, η οποία θα εξαρτούσε τον υπολογισμό των ωφελημάτων με κριτήριο την επιφάνεια του πράγματος και όχι τη χρησιμότητα που το πράγμα παρέχει στο νομέα, ενόψει της συγκεκριμένης χρήσης που ο τελευταίος επιφυλάσσει και ασκεί σ’ αυτό, θα ήταν, ενόψει της ρευστότητας του σχετικού κριτηρίου (της επιφάνειας του πράγματος), προδήλως ανεπιεικής για το νομέα του πράγματος που ενέχεται στην απόδοση των ωφελημάτων του, όπως χωρίς δυσκολία είναι δυνατό να γίνει αντιληπτό εάν κάποιος υποθέσει ότι η υπόγεια αποθήκη, για την οποία γίνεται λόγος στην κρινόμενη περίπτωση, είχε επιφάνεια χιλίων ή και περισσότερων ακόμη τετραγωνικών μέτρων. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι α) ο Κ. Μ. με το από 15.2.1995 ιδιωτικό συμφωνητικό έχει εκμισθώσει στον Ελ. την αποθήκη με τα στοιχεία Υ-1 του υπόγειου ορόφου της πολυώροφης οικοδομής που βρίσκεται στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, στην οδό Ζ. αριθ. 22, σε απόσταση περίπου ενάμισι χιλιομέτρου από την πολυώροφη οικοδομή της οδού Ευ. αριθ. ..., επιφάνειας 195 τετραγωνικών μέτρων, με μίσθωμα που ήδη ανέρχεται στο ποσό των 850 ευρώ το μήνα (μισθωτική αξία 4,36 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο), β) ο Π. Λ. με το από 20.8.2003 ιδιωτικό συμφωνητικό έχει εκμισθώσει στον Ε. την αποθήκη με τα στοιχεία Υ-2 του υπόγειου ορόφου της πολυώροφης οικοδομής που βρίσκεται στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, στην οδό Ζ. αριθ. ..., σε απόσταση περίπου ενάμισι χιλιομέτρου απο την πολυώροφη οικοδομή της οδού Ευ. αριθ. ..., επιφάνειας 185 τετραγωνικών μέτρων, με μίσθωμα που ήδη ανέρχεται στο ποσό των 851 ευρώ το μήνα (μισθωτική αξία 4,60 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο), γ) ο Κ. Μ. με το από 6.6.2005 ιδιωτικό συμφωνητικό έχει εκμισθώσει στον Κ. Β. την αποθήκη με τα στοιχεία Υ-2 του υπόγειου ορόφου της πολυώροφης οικοδομής που βρίσκεται στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, στην οδό Ζ. αριθ. ..., σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από την πολυώροφη οικοδομή της οδού Ευ. αριθ. ..., επιφάνειας 230 τετραγωνικών μέτρων, με μίσθωμα που ήδη ανέρχεται στο ποσό των 676 ευρώ το μήνα (μισθωτική αξία 2,94 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο), δ) ο Π. Λ. με το από 2.11.2011 ιδιωτικό συμφωνητικό έχει εκμισθώσει στον Γ. Χ. την αποθήκη με τα στοιχεία Υ-1 του υπόγειου ορόφου της πολυώροφης οικοδομής που βρίσκεται στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, στην οδό Ζ. αριθ. ..., σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από την πολυώροφη οικοδομή της οδού Ευ. αριθ. ..., επιφάνειας 210 τετραγωνικών μέτρων, με μίσθωμα που ήδη ανέρχεται στο ποσό των 945,27 ευρώ το μήνα (μισθωτική αξία 4,50 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο) και ε) ο Α. Μ. με το από 24.1.2006 ιδιωτικό συμφωνητικό έχει εκμισθώσει στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «P.» την αποθήκη με τα στοιχεία Υ-2 του υπόγειου ορόφου της πολυώροφης οικοδομής που βρίσκεται στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, στην οδό Ζ. αριθ. ..., σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου από την πολυώροφη οικοδομή της οδού Ευ. αριθ. ..., επιφάνειας 235 τετραγωνικών μέτρων, με μίσθωμα που ήδη ανέρχεται στο ποσό των 851 ευρώ το μήνα (μισθωτική αξία 3,62 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο).
Από την προσήκουσα αξιολόγηση και την ορθή εκτίμηση όλων, χωρίς εξαίρεση, των αποδεικτικών μέσων που μνημονεύονται προηγουμένως στο σκεπτικό της απόφασης αυτής, αποδεικνύεται ότι η μισθωτική αξία κλειστού, υπόγειου χώρου στάθμευσης αυτοκινήτου στην περιοχή, στην οποία βρίσκεται η υπόγεια αποθήκη, για την οποία έγινε λόγος προηγουμένως στο σκεπτικό της απόφασης αυτής, δεν υπερέβαινε κατά τον κρίσιμο χρόνο (από την 1η.1.2004 μέχρι και τις 31.1.2009) το ποσό των τεσσάρων (4) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο το μήνα, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προαναφερόμενα μίσθια υπερτερούν, δεδομένου ότι βρίσκονται πιο κοντά προς το θαλάσσιο μέτωπο του Παλαιού Φαλήρου, σε οδό που παρουσιάζει υψηλότερη συναλλακτική δραστηριότητα και αυξημένη εμπορική κίνηση (οδός Ζ.) έναντι των οδών Ευ. και Δ. και αφορούν αποθηκευτικούς χώρους, η μισθωτική αξία των οποίων είναι μεγαλύτερη από τη μισθωτική αξία χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων. Κατά συνέπεια, το όφελος που αποκόμισαν οι εκκαλούντες από τη χρήση του πράγματος συνίσταται στην εξοικονόμηση της δαπάνης, στην οποία αυτοί θα υποβάλλονταν, εάν μίσθωναν κλειστούς, υπόγειους χώρους για τη στάθμευση δύο Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτων ο πρώτος εκκαλών και ενός Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου η δεύτερη εκκαλούσα, οπότε η ωφέλειά τους, την οποία καλούνται να αποδώσουν, συνίσταται στην εξοικονόμηση της σχετικής δαπάνης για τα μισθώματα, τα οποία αυτοί θα κατέβαλλαν για τη μίσθωση των χώρων αυτών. Ειδικότερα, ο πρώτος εκκαλών θα καλούνταν να καταβάλει για το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα (από την 1.1.2004 μέχρι και τις 31.1.2009), διάρκειας πέντε ετών και ενός μήνα, δηλαδή συνολικής διάρκειας [(5 έτη x 12 μήνες/έτος =) 60 μήνες + 1 μήνας =] 61 μηνών, για καθεμία κλειστή, υπόγεια θέση στάθμευσης αυτοκινήτου, επιφάνειας 20 τετραγωνικών μέτρων, το ποσό των (20 τετραγωνικά μέτρα x 4 ευρώ/τετραγωνικό μέτρο/μήνα -) 80 ευρώ το μήνα και άρα, για ολόκληρο το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, το ποσό των (80 ευρώ/μήνα x 61 μήνες =) 4.880 ευρώ και για τις δύο κλειστές, υπόγειες θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτου το συνολικό ποσό των (4.880 x 2 =) 9.760 ευρώ, ενώ η δεύτερη εκκαλούσα θα καλούνταν να καταβάλει για το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα (από την 1.1.2004 μέχρι και τις 31.1.2009), διάρκειας πέντε ετών και ενός μήνα, δηλαδή συνολικής διάρκειας [(5 έτη x 12 μήνες/έτος =) 60 μήνες + 1 μήνας =] 61 μηνών, για μια κλειστή, υπόγεια θέση στάθμευσης αυτοκινήτου, επιφάνειας 20 τετραγωνικών μέτρων, το ποσό των (20 τετραγωνικά μέτρα x 4 ευρώ/τετραγωνικό μέτρο/μήνα =) 80 ευρώ το μήνα και άρα, για ολόκληρο το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, το συνολικό ποσό των (80 ευρω/μήνα x 61 μήνες =) 4.880 ευρώ.
Τα προαναφερόμενα ποσά οι εκκαλούντες είναι υποχρεωμένοι να αποδώσουν στην εφεσίβλητη, η οποία κατέστη κυρία του πράγματος (υπόγειας αποθήκης) με τη μεταγραφή του τίτλου κτήσης της κυριότητας (συμβολαιογραφικό έγγραφο αγοραπωλησίας οριζοντίων ιδιοκτησιών με τον αριθμό .../3.11.2008 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Ευ. Μ.) στα οικεία βιβλία μεταγραφών, ενώ για το προηγούμενο χρονικό διάστημα (από την 1.2004 και μετά) έχει εκχωρηθεί σ’ αυτήν η απαίτηση για την απόδοση των ωφελημάτων του πράγματος που διατηρούσε ο δικαιοπάροχός της, οικοπεδούχος Γ. Μ. έναντι των υποχρέων, με την από 10.11.2008 έγγραφη σύμβαση εκχώρησης απαίτησης (αρθρα 455 επ. του ΑΚ) μεταξύ της εφεσίβλητης και του οικοπεδούχου, με τη σύμπραξη του εργολήπτη, την οποία -εκχώρηση- η εφεσίβλητη ανήγγειλε στους εκκαλούντες (άρθρο 460 του ΑΚ) με την επίδοση σ’ αυτούς της από 26.1.2009 αγωγής της, στην οποία γίνεται μνεία της εκχώρησης της απαίτησης αυτής στην ίδια (εφεσίβλητη) από το δικαιοπάροχό της. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση δέχθηκε την από 26.1.2009 αγωγή, στο μέτρο που αυτή στρεφόταν εναντίον των εκκαλούντων, ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και υποχρέωσε τους εκκαλούντες να καταβάλουν στην εφεσίβλητη το ποσό των 68.320 ευρώ ο πρώτος από αυτούς και το ποσό των 34.160 ευρώ η δεύτερη από αυτούς (υπολογίζοντας με το ποσό των 8 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο το μήνα τη μισθωτική αξία ολόκληρη της υπόγειας αποθήκης, επιφάνειας 280 τετραγωνικών μέτρων), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, προέβη σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Συνακόλουθα, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, κατά το σχετικό (τέταρτο) βάσιμο λόγο της κρινόμενης έφεσης, αφού, δε, κρατηθεί περαιτέρω η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό και ερευνηθεί κατ’ ουσίαν η από 26.1.2009 αγωγή της εφεσίβλητης (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), πρέπει να γίνει αυτή δεκτή, ως νόμιμη (στηριζόμενη στις διατάξεις που μνημονεύονται ειδικότερα προηγουμένως στο σκεπτικό της απόφασης αυτής) και ως εν μέρει βάσιμη κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι για το αντικείμενό της καταβλήθηκε το νόμιμο τέλος δικαστικού ενσήμου που αναλογεί, με τις προσαυξήσεις υπέρ τρίτων (βλ. τη σχετική μνεία στην εκκαλούμενη απόφαση) και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι Κ. Κ. και Ε. Κ. να καταβάλουν στην ενάγουσα ο μεν πρώτος από αυτούς το συνολικό ποσό των 9.760 ευρώ, η δε δεύτερη από αυτούς το συνολικό ποσό των 4.880 ευρώ και στις δύο περιπτώσεις με το νόμιμο τόκο από την επόμενη ημέρα από την επίδοση της αγωγής στους εκκαλούντες μέχρι την εξόφληση (άρθρο 346 του ΑΚ), όπως ζητείται με την κρινόμενη αγωγή. Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, ενόψει της μερικής νίκης και μερικής ήττας και των δύο πλευρών, πρέπει να κατανεμηθούν ανάλογα με την έκταση της νίκης και της ήττας καθενός από τα διάδικα μέρη (άρθρα 178 παρ. 1 και 183 του ΚΠολΔ). Ειδικότερα, το Δικαστήριο υπολογίζει [σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 100 παρ. 1 εδ. α, 107 παρ. 1 εδ. α και 110 παρ. 1 του ΝΔ 3026/1954 «Περί του Κώδικος των Δικηγόρων», όπως ο Κώδικας αυτός ίσχυε πριν από την κατάργησή του με τη διάταξη του άρθρου 166 παρ. 2 του νόμου 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων» που επήλθε από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως -ΦΕΚ 208/27.9.2013, τεύχος Α’- δηλαδή σε χρόνο μεταγενέστερο από εκείνον της δημοσίευσης της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρο 533 παρ. 2 του ΚΠολΔ), συνυπολογιζομένων των τελών χαρτοσήμου, δικαστικού ενσήμου κ.λπ.] τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας στο συνολικό ποσό των 6.500 ευρώ και τα δικαστικά έξοδα των εναγόμενων στο συνολικό ποσό των 4.500 ευρώ, ενώ το ποσοστό της νίκης και της ήττας των διαδίκων ορίζεται σε 15/100 και σε 85/100 αντίστοιχα (15/100 ποσοστό νίκης της ενάγουσας και 85/100 ποσοστό ήττας της, αντίστροφα, δε, 85/100 ποσοστό νίκης των εναγομένων και 15/100 ποσοστό ήττας τους).
Συνακόλουθα, η ενάγουσα δικαιούται να εισπράξει από τους εναγομένους, σε ίσα μέρη από καθέναν από αυτούς (άρθρο 180 παρ. 1 του ΚΠολΔ) το ποσό των (6.500 ευρώ x 15/100 =) 975 ευρώ, ενώ εξαιτίας της μερικής ήττας της βαρύνεται η ίδια με το υπόλοιπο ποσό των δικαστικών της εξόδων, από (6.500 ευρώ x 85/100 =) 5.525 ευρώ, περαιτέρω, δε, οι εναγόμενοι δικαιούνται να εισπράξουν από την ενάγουσα το ποσό των (4.500 ευρώ x 85/100 =) 3.825 ευρώ, ενώ εξαιτίας της μερικής ήττας τους βαρύνονται οι ίδιοι με το υπόλοιπο ποσό των δικαστικών τους εξόδων, από (4.500 ευρώ x 15/100 =) 675 ευρώ, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό [για τον τρόπο κατανομής των δικαστικών εξόδων κατα τον προαναφερόμενο τρόπο, βλ. Κεραμέως, Αστικό δικονομικό δίκαιο, γενικό μέρος, 1986, τρίτο τμήμα, κεφάλαιο XI, αριθ. 133 III, σελ. 343-344, Βαθρακοκοίλη, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ερμηνευτική-νομολογιακή ανάλυση (κατ’ άρθρο), πρώτος τόμος, 1994, άρθρο 178 αριθ. 6, σελ. 1027-1028, Κεραμέως/Κονδύλη/Νίκα (- Ορφανίδης), ΚΠολΔ I (2000), άρθρο 178 αριθ. 2, σελ. 415-416, Βαθρακοκοίλη, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ερμηνευτική-νομολογιακή ανάλυση (κατ’ άρθρο), συμπληρωματικός τόμος, 2001, άρθρο 178 αριθ. 3, σελ. 210]. [...]