Περίληψη: Ενόψει της ρύθμισης του άρθρου 70 ΚΔΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 83 του Ν 4139/2013, κατά την οποία επιτρέπεται η άσκηση δεύτερης προσφυγής, όταν η πρώτη έχει απορριφθεί τελεσιδίκως για λόγους τυπικούς, και της ερμηνείας αυτού, υπό το φως του άρθρου 20 παρ.1 του Συντάγματος και 6 της ΕΣΔΑ, που διασφαλίζει για όλα τα πρόσωπα το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, στην οποία περιλαμβάνεται και η προσωρινή δικαστική προστασία, πρέπει να γίνει δεκτό, ότι, κατά μείζονα λόγο, είναι επιτρεπτή η άσκηση δεύτερης αίτησης αναστολής όταν η πρώτη αίτηση έχει απορριφθεί για τυπικό λόγο. Εφόσον, επομένως, η απόρριψη της πρώτης αίτησης εχώρησε λόγω μη συμπερίληψης στο δικόγραφο αυτής της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης του άρθρου 203 παρ. 2 του ΚΔΔ και της εκδοθείσας δυνάμει αυτού υπουργικής απόφασης ΠΟΛ 1182/25.7.2013, η οποία τίθεται ως προϋπόθεση του παραδεκτού της άσκησής της, ήτοι για τυπικό λόγο και όχι για λόγο ουσίας και με την νέα αίτηση θεραπεύτηκε η εν λόγω πλημμέλεια, ενώ εξάλλου το καθού δεν επικαλείται, ούτε άλλωστε προκύπτει ότι έχει υποστεί σχετική δικονομική βλάβη, το δικαστήριο κρίνει ότι η υπό κρίση αίτηση αναστολής είναι παραδεκτή.
Διατάξεις: άρθρα 70, 203 [παρ. 2] ΚΔΔ, 20 [παρ.1] Συντ., 6 ΕΣΔΑ
[...] 2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναστολή εκτέλεσης της υπ’αριθμ. …/12/4.11.2013 καταλογιστικής πράξης του Προισταμένου της Διεύθυνσης του Τελωνείου Ρόδου, με την οποία η πρώτη αιτούσα ανώνυμη εταιρεία κηρύχθηκε αλληλεγγύως υπόχρεη, ως αστικώς συνυπεύθυνη, με τον δεύτερο αιτούντα, Πρόεδρο, Διευθύνοντα Σύμβουλο και νόμιμο εκπρόσωπο αυτής, που χαρακτηρίσθηκε με την ίδια πράξη ως κύριος υπαίτιος λαθρεμπορικής παράβασης, για την καταβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ), ύψους 1.391.516,70 ευρώ, φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), ύψους 889.999,40 ευρώ και δικαιώματος υπέρ της ΕΤΕΠΠΑΑ (το οποίο βεβαιώνεται και εισπράττεται μαζί με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και επί του ιδίου παραστατικού εγγράφου, κατ’ άρθρο 117 Ν 2960/2001), ύψους 56.996,52 ευρώ και την καταβολή πολλαπλών τελών, συνολικού ύψους 7.008.817,45 ευρώ, που καθορίσθηκαν στο τριπλάσιο των ως άνω διαφυγουσών δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων πλέον τελών χαρτοσήμου και ΟΓΑ 2,4/100 (2.281.516,10Χ3+164.269,15). Η αναστολή αυτή ζητείται, κατά το μη αναστελλόμενο αυτοδικαίως ποσοστό 30/100 και 50/100 αντιστοίχως των πιο πάνω ποσών (1.169.256,31 + 2.102.645,23 = 3.271.901,54), μέχρι να δημοσιευθεί οριστική απόφαση επί της από 19.12.2013 (αριθμ. καταχ. 547/2013) προσφυγής, που οι αιτούντες έχουν ασκήσει κατά της πιο πάνω πράξης, η οποία εκκρεμεί προς προσδιορισμό στο Δικαστήριο τούτο.
3. Επειδή, κατά της ίδιας πράξης οι αιτούντες είχαν ασκήσει την από 19.12.2013 αίτηση αναστολής, η οποία απορρίφθηκε τύποις με την 7/2014 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, λόγω μη συμπερίληψης στο δικόγραφο αυτής της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης του άρθρου 203 παρ. 2 του ΚΔΔ και της εκδοθείσας δυνάμει αυτού υπουργικής απόφασης ΠΟΛ. 1182/25.7.2013 (ΦΕΚ Β΄ 1816), η οποία τίθεται ως προυπόθεση του παραδεκτού της άσκησής της. Και ναι μεν στο άρθρο 203 παρ. 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν 2717/1999) ορίζεται ότι «Δεύτερη αίτηση κατά της ίδιας πράξης είναι απαράδεκτη, εκτός αν ο αιτών έχει ήδη υποβάλλει παραίτηση από την πρώτη», ενόψει όμως της ρύθμισης του άρθρου 70 του ίδιου Κώδικα, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 83 του Ν 4139/2013, κατά την οποία επιτρέπεται η άσκηση δεύτερης προσφυγής, όταν η πρώτη έχει απορριφθεί τελεσιδίκως για λόγους τυπικούς, και της ερμηνείας αυτού, υπό το φως του άρθρου 20 παρ.1 του Συντ. και 6 της ΕΣΔΑ, που διασφαλίζει για όλα τα πρόσωπα το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, στην οποία περιλαμβάνεται και η προσωρινή δικαστική προστασία (ΣτΕ ΕΑ 496/2011 Ολ, 136/2013, απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαικής Ενωσης Micallef κατά Μάλτας της 15ης.10.2009), πρέπει να γίνει δεκτό, ότι, κατά μείζονα λόγο, είναι επιτρεπτή η άσκηση δεύτερης αίτησης αναστολής όταν η πρώτη αίτηση έχει απορριφθεί για τυπικό λόγο. Εφόσον, επομένως, η απόρριψη της πρώτης αίτησης εχώρησε για τον ως άνω τυπικό λόγο και όχι για λόγο ουσίας και με την νέα αίτηση θεραπεύτηκε η εν λόγω πλημμέλεια, ενώ εξάλλου το καθού δεν επικαλείται, ούτε άλλωστε προκύπτει ότι έχει υποστεί σχετική δικονομική βλάβη, το Δικαστήριο κρίνει ότι η υπό κρίση αίτηση αναστολής είναι παραδεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω.
4. Επειδή, στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν 2717/1999 (Α΄ 99), στο άρθρο 202, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 34 του Ν 3900/2010 (Α΄ 213) και ακολούθως, συμπληρώθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν 4051/2012 (Α΄ 40), ορίζεται ότι: «1. Η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή μόνο εφόσον ο αιτών επικαλεσθεί και αποδείξει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη ή αν το δικαστήριο εκτιμά ότι το ένδικο βοήθημα είναι προδήλως βάσιμο. 2. Ειδικώς επί φορολογικών, τελωνειακών και διαφορών με χρηματικό αντικείμενο το δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της πράξης, κατά το μέρος που συνεπάγεται τη λήψη ενός ή περισσότερων αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ή διοικητικών μέτρων για τον εξαναγκασμό ή τη διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής, εφόσον ο αιτών αποδεικνύει ότι η βλάβη, την οποία επικαλείται, προέρχεται από τα μέτρα αυτά. 3. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση απορρίπτεται: α) εάν η προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη ή αβάσιμη, ακόμη και αν η βλάβη του αιτούντος από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης είναι ανεπανόρθωτη, β) αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του δημόσιου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. γ) Αν η δήλωση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 203 έχει ουσιώδεις παραλείψεις ή ανακρίβειες. 4. Η χορήγηση αναστολής αποκλείεται κατά το μέρος που η προσβαλλόμενη πράξη έχει ήδη εκτελεσθεί».
5. Επειδή, όπως κρίθηκε με την 496/2011 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας, στα πλαίσια της διαδικασίας του άρθρου 1 της παρ. 1 του Ν 3900/2010, ως «ανεπανόρθωτη» βλάβη η αποσόβηση της οποίας καθιστά, σύμφωνα με τα άρθρα 20 παρ. 1, 94 και 95 του Συντ., επιβεβλημένη την παροχή προσωρινής προστασίας, νοείται όχι μόνον η κατά κυριολεξία μη αναστρέψιμη, αλλά και εκείνη, της οποίας η αποκατάσταση, υπό τις συγκεκριμένες οικονομικές και λοιπές συνθήκες, είναι για τον διάδικο δυσχερής σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αδυνατεί πράγματι να την επιτύχει. Εξάλλου, προκειμένου περί φορολογικών, τελωνειακών και διαφορών με χρηματικό αντικείμενο, σε περίπτωση αποδοχής του αιτήματος προσωρινής δικαστικής προστασίας δεν αναστέλλεται η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης καθ’ αυτήν, αλλά απαγορεύεται η λήψη από την Διοίκηση των αναφερομένων στην παράγραφο 2 του άρθρου 202 μέτρων. Τούτο δε ισχύει όταν ο αιτών επικαλείται ως λόγο αναστολής ανεπανόρθωτη βλάβη από την λήψη των συγκεκριμένων μέτρων (αναγκαστικών ή διοικητικών). Στην περίπτωση, επομένως, αυτή είναι δυνατή η αναστολή μόνον ως προς τα συγκεκριμένα αυτά μέτρα. Αντιθέτως, και επί διαφορών με χρηματικό αντικείμενο είναι δυνατή η αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλομένης πράξεως καθ’ εαυτήν, δηλαδή η καθ’ ολοκληρίαν αποδοχή της αιτήσεως αναστολής, αν το δικαστήριο εκτιμά ότι το κύριο ένδικο βοήθημα είναι προδήλως βάσιμο. Περίπτωση δε πρόδηλης βασιμότητας του κυρίου ενδίκου βοηθήματος συντρέχει ιδίως όταν αυτό βασίζεται σε πάγια νομολογία ή σε νομολογία της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας και, πάντως, όχι όταν πιθανολογείται απλώς η ευδοκίμησή του.
6. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Μετά από έλεγχο που πραγματοποιήθηκε από υπαλλήλους του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ) Περιφερειακής Διεύθυνσης Νοτίου Αιγαίου σε υποκατάστημα της πρώτης αιτούσας εταιρείας με την επωνυμία «…», εγκεκριμένου αποθηκευτή με αριθμό αδείας …, που διατηρεί την αριθμ. … φορολογική αποθήκη στην κοινότητα Δαματριάς Ρόδου,με αντικείμενο εργασιών το χονδρικό εμπόριο ποτών, αναψυκτικών, παραγωγή και εμπορία ζύθου, διαπιστώθηκε ότι η ανωτέρω εταιρεία απέκρυψε πωλήσεις 10.705.267,58 λίτρων (107.052,67 εκατόλιτρων) ζύθου (μπύρας) και δεν κατέβαλε τις αντίστοιχες φορολογικές επιβαρύνσεις, ήτοι τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), τον ειδικό φόρο κατανάλωσης (ΕΦΚ) και το δικαίωμα υπέρ του Ειδικού Ταμείου Ελέγχου Παραγωγής και Ποιότητας Αλκοόλης, Αλκοολούχων ποτών (ΕΤΕΠΠΑΑ) για την χρονική περίοδο από τον Ιανουάριο του 2008 έως και τον Μάιο του 2012. Οι αρμόδιοι ελεγκτές κατέληξαν στο πιο πάνω συμπέρασμα μετά από συσχέτιση των δηλώσεων ειδικού φόρου κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών (ΔΕΦΚ) που υπέβαλε στο Τελωνείο Ρόδου η ως άνω εταιρεία για τις πωληθείσες ανά μήνα ποσότητες ζύθου για την ανωτέρω χρονική περίοδο και των συγκεντρωτικών καταστάσεων του εμπορικού της εταιρείας για το ίδιο χρονικό διάστημα. Ακολούθως και αφού η από 12.11.2012 πορισματική αναφορά των υπαλλήλων του ΣΔΟΕ απεστάλη στον αρμόδιο Προιστάμενο του Τελωνείου Ρόδου και καταχωρήθηκε ως πρωτόκολλο τελωνειακής παράβασης με αριθμό …/30.11.2012, αυτός εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη με την οποία αφού χαρακτήρισε την πιο πάνω τελωνειακή παράβαση λαθρεμπορία κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 119Α παρ.2 και 142 παρ. 2 του Ν 2960/2001, κήρυξε την ως άνω εταιρεία αλληλεγγύως υπόχρεη ως αστικώς συνυπεύθυνη με τον δεύτερο αιτούντα Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο αυτής, που χαρακτηρίστηκε ως ο κύριος υπαίτιος της λαθρεμπορικής παράβασης και καταλόγισε σε βάρος τους τα προαναφερθέντα ποσά πολλαπλών τελών και δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων. Κατά της ως άνω απόφασης αυτοί άσκησαν την από 19.12.2013 προσφυγή τους.
7. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση αναστολής οι αιτούντες ζητούν την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης ισχυριζόμενοι, κατά πρώτον, ότι η ασκηθείσα προσφυγή τους είναι προδήλως βάσιμη, γιατί υπολογίσθηκαν εσφαλμένα τα καταλογισθέντα σε βάρος τους ποσά ΦΠΑ και ΕΦΚ κατά τα έτη 2008-2012, δεδομένου ότι τόσον από τα υπάρχοντα και τεθέντα υπ’ όψιν των ελεγκτών του ΣΔΟΕ επίσημα φορολογικά στοιχεία της Εταιρείας (περιοδικές και εκκαθαριστικές δηλώσεις ΦΠΑ, φορολογικά παραστατικά, εμπορικά ισοζύγια κ.ά), όσο και από τον διενεργηθέντα στα βιβλία και στοιχεία αυτής έλεγχο από το αρμόδιο Τελωνείο Ρόδου προκύπτει ότι έχει καταβληθεί στο Τελωνείο και στη ΔΟΥ Ρόδου το σύνολο των αναλογούντων στις πωληθείσες ποσότητες εμπορευμάτων φόρων, προβάλλοντας σειρά ουσιαστικών ισχυρισμών και επιχειρημάτων σε αντίκρουση των πορισμάτων του ελέγχου. Όμως δοθέντος ότι η παραδοχή ως βάσιμων των ως άνω λόγων της προσφυγής προυποθέτει ενδελεχή έρευνα της υπόθεσης κατά το νόμο και την ουσία της, η προσφυγή δεν παρίσταται ως προδήλως βάσιμη και συνεπώς ο σχετικός λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
8. Επειδή, περαιτέρω, η πρώτη αιτούσα εταιρεία επικαλείται ως λόγο αναστολής την ανεπανόρθωτη βλάβη που θα υποστεί από την λήψη συγκεκριμένων σε βάρος της αναγκαστικών μέτρων είσπραξης και διοικητικών μέτρων για τον εξαναγκασμό και τη διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής της σε σχέση με περιουσιακά της στοιχεία και απαιτήσεις, που έχει, λόγω της παντελούς αδυναμίας καταβολής του ένδικου ποσού. Ισχυρίζεται ότι η ακίνητη περιουσία της, όπως αποτυπώνεται στη σχετική Βεβαίωση Δηλωθείσας Περιουσιακής Κατάστασης της 1ης Ιανουαρίου 2013 και δηλώνεται στην συνημμένη στην κρινόμενη αίτηση δήλωση περιουσιακής κατάστασης, συνίσταται στην βιομηχανική της εγκατάσταση, μέσω της οποίας ασκεί την επιχειρηματική της δραστηριότητα και αναπτύσσει την εν γένει παραγωγική της λειτουργία, η οποία αποτελείται από τα εξής ακίνητα με τα επ’αυτών κτίσματα, των οποίων έχει την πλήρη κυριότητα: 1) Αγροτεμάχιο, επιφανείας 24.691,00 τ.μ., στον Δήμο Πεταλούδων Ρόδου του Ν. Δωδεκανήσου, αντικειμενικής αξίας 90.000,00 Ευρώ, επί του οποίου έχουν ανεγερθεί τα πιο κάτω, υπό στοιχεία α έως και γ κτίσματα: α) Βιομηχανική εγκατάσταση επιφανείας 1.453,00 τ.μ., έτους κατασκευής 2002, αντικειμενικής αξίας 350.000,00 Ευρώ. β) Βιομηχανική εγκατάσταση επιφανείας 1.000,00 τ.μ., έτους κατασκευής 2006, αντικειμενικής αξίας 100.000,00 Ευρώ και γ) Βιομηχανική εγκατάσταση επιφανείας 602,00 τ.μ., έτους κατασκευής 2008, αντικειμενικής αξίας 80.000,00 Ευρώ καθώς και 2) Αγροτεμάχιο επιφανείας 6.710,00 τ.μ., στον Δήμο Πεταλούδων Ρόδου του Ν. Δωδεκανήσου, αντικειμενικής αξίας 30.000,00 Ευρώ. Ότι, η λήψη οποιουδήποτε αναγκαστικού μέτρου σε σχέση με πιο πάνω ακίνητα και τις βιομηχανικές της εγκαταστάσεις καθώς και επί του παγίου εξοπλισμού της εταιρείας της, με βάση το σχετικό μητρώο παγίων, θα έχει ως συνέπεια την διακοπή της λειτουργίας της και συνακόλουθα την ακύρωση της υπαγωγής της στην διαδικασία συνδιαλλαγής στην οποία έχει υπαχθεί, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των Ν 3588/2007 και 3858/2010, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 27/2013 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, με την οποία επικυρώθηκε η συμφωνία αυτή με την πλειοψηφία των πιστωτών της και στην οποία εμπεριέχεται το 80,73/100 των απαιτήσεων αυτών έναντι της Εταιρείας της. Για την απόδειξη των ισχυρισμών της αυτών προσκομίζει α) τις σελίδες 1-46 του αναλυτικού βιβλίου παγίων της εταιρείας, με ημερομηνία κινήσεων από 1.1.2009 έως 31.12.2013 και κωδικό παγίων (Μάσκα): 12* και β) Την υπ’ αριθμ. 27/2013 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου σύμφωνα με την οποία έγινε δεκτή η αίτηση επικύρωσης της συμφωνίας συνδιαλλαγής και επικυρώθηκε η συμφωνία με την πλειοψηφία των πιστωτών της, που περιλαμβάνεται στην έκθεση – γνωμοδότηση του μεσολαβητή ….
Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι η λήψη του μέτρου της κατάσχεσης εις χείρας των πελατών της εταιρείας της ως και των τραπεζικών ιδρυμάτων που τυχόν τηρούνται τραπεζικοί λογαριασμοί της ως τρίτων καθώς και η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος των νομίμων εκπροσώπων της δυνάμει του άρθρου 25 του Ν 1882/1990 λόγω μη καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο θα της προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη. Για την απόδειξη της οικονομικής της κατάστασης προσκομίζει τα ακόλουθα στοιχεία: Α) Τις οικονομικές καταστάσεις της Εταιρείας (Ισολογισμούς, Κατάσταση Λογαριασμού Αποτελεσμάτων Χρήσεως, Πίνακας Διαθέσεως Αποτελεσμάτων) για τις χρήσεις 2010 (10η εταιρική χρήση), 2011 (11η εταιρική χρήση) και 2012 (12η εταιρική χρήση), από τις οποίες προκύπτουν ζημιές ύψους 350.988,85 Ευρώ, 349.488,42 Ευρώ και 426.131,65 Ευρώ αντίστοιχα. Β) Τα οικονομικά στοιχεία της χρήσης (2012), σύμφωνα με τα οποία τα διαθέσιμά της ανέρχονταν στο ποσό των 122.082,12 Ευρώ, ενώ οι εισπρακτέες (μεταχρονολογημένες) επιταγές στο ποσό των 265.820,36 Ευρώ, οι επιταγές σε καθυστέρηση (ανείσπρακτες) στο ποσό των 3.131.633,92 Ευρώ και οι χορηγηθείσες, ως εγγύηση, σε τράπεζες επιταγές στο ποσό των 2.942.851,45 Ευρώ. Επίσης, οι μακροπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις της ανέρχονταν σε 2.872.842,00 Ευρώ και οι βραχυπρόθεσμες τοιαύτες σε 5.463.924,52 Ευρώ, οι υποχρεώσεις έναντι των προμηθευτών της σε 1.048.029,49 Ευρώ και οι επιταγές πληρωτέες σε 1.294.244,27 Ευρώ. Γ) Το διαθέσιμο Ισοζύγιο του μηνός Δεκεμβρίου 2013, σύμφωνα με το οποίο: τα χρηματικά διαθέσιμά της (λογ. 38) ανέρχονταν στο ποσό των 40.878,33 Ευρώ, οι απαιτήσεις της από πελάτες (λογ. 30) σε 1.501.246,37 Ευρώ και από διαφόρους χρεώστες (λογ. 33) σε 6.511.991,52 Ευρώ, οι βραχυπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις της (λογ. 52) στο ποσό των 7.189.712,10 Ευρώ, ενώ οι μακροπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις της (λογ. 45) σε 923.812,30 Ευρώ, οι υποχρεώσεις της έναντι των προμηθευτών της (λογ. 50) στο ποσό των 432.997,57 Ευρώ, οι υποχρεώσεις της έναντι διαφόρων πιστωτών (λογ. 53) σε 1.311.744,27 Ευρώ και οι υποχρεώσεις από φόρους – τέλη (λογ. 54) στο ποσό των 735.576,20 Ευρώ. Δ) Την υπ’ αριθμ. πρωτ. 69491/21.2.2014 Βεβαίωση Ασφαλιστικής Ενημερότητος του ΙΚΑ, σύμφωνα με την οποία δεν οφείλει ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές για το προσωπικό της. Αντίθετα, το Ελληνικό Δημόσιο ζητά την απόρριψη της αίτησης αναστολής, υποστηρίζοντας ότι οι αιτούντες είναι αφερέγγυοι οφειλέτες και δεν διασφαλίζονται τα συμφέροντά του, καθόσον ήδη σε βάρος τους από 29.8.2012 έχουν εκδοθεί δέκα πέντε καταλογιστικές πράξεις για εκπρόθεσμη καταβολή φορολογικών επιβαρύνσεων για αντίστοιχες μηνιαίες δηλώσεις ειδικού φόρου κατανάλωσης και λοιπών φορολογιών καθώς και η υπ’αριθμ. …/25.10.2012 καταλογιστική πράξη για τελωνειακή παράβαση – λαθρεμπορία. Ότι, με αίτησή της η πρώτη αιτούσα υπήχθη σε ρύθμιση με μηνιαίες δόσεις για τις φορολογικές επιβαρύνσεις του έτους 2012, για τις οποίες ήταν ενήμερη μέχρι τον Οκτώβριο του 2013, ενώ αυτή οφείλει από την ως άνω αιτία, συνολικό ποσό 192.813,07 ευρώ. Ότι, η αιτούσα εταιρεία οφείλει ποσό 368.618,22 ευρώ για πωλήσεις ζύθου για τους μήνες Μάιο έως Νοέμβριο 2013, ενώ δεν περιλαμβάνονται στην συμφωνία συνδιαλλαγής, σύμφωνα με το σκεπτικό της 27/13 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου οφειλές αυτής προς το Τελωνείο ύψους 309.935,81 ευρώ. Επικουρικά, ζητά από το Δικαστήριο, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 205 παρ. 3 του ΚΔΔ, να οριστεί ως προυπόθεση ισχύος της αναστολής οποιοσδήποτε πρόσφορος όρος για την διασφάλιση των οφειλών των αιτούντων.
9. Επειδή, το Δικαστήριο εκτιμώντας τα δεδομένα της κρινόμενης υπόθεσης, ιδίως την οικονομική κατάσταση της αιτούσας εταιρείας και τις εν γένει συνθήκες της αγοράς, που ως κοινώς γνωστό τα τελευταία έτη χαρακτηρίζεται από πρωτοφανή οικονομική ύφεση και κρίση, το γεγονός της υπαγωγής αυτής στην διαδικασία της συνδιαλλαγής των άρθρων 99 επ. των Ν 3588/2007 και 3858/2010, την ανάγκη διατήρησης, αξιοποίησης και ανόρθωσης της επιχείρησης της, ώστε να καταστεί δυνατόν, αφενός να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας και να ικανοποιηθούν οι πιστωτές της, και αφετέρου να μπορέσει να ανταπεξέλθει στην καταβολή των προς το Δημόσιο και τους λοιπούς ασφαλιστικούς οργανισμούς οφειλών της, και λαμβάνοντας περαιτέρω υπόψη του ότι, από την αναφερόμενη στην σκέψη 8 ακίνητη περιουσία της το υπ’ αριθμ. 1 αγροτεμάχιο, επιφανείας 24.691,00 τμ με τις επ’αυτού ανεγερθείσες βιομηχανικές εγκαταστάσεις (με στοιχεία α, β και γ), επιφανείας 1.453,00 τ.μ, 1.000,00 τ.μ. και 602,00 τ.μ, αντίστοιχα αποτελούν την βιομηχανική εγκατάσταση της έδρας της, μέσω της οποίας αναπτύσσει την εν γένει παραγωγική της δραστηριότητα, κρίνει ότι η βλάβη που θα της προκληθεί από την λήψη κάποιου από τα αναφερόμενα στο άρθρο 202 παρ. 2 του ΚΔΔ μέτρα σε σχέση με αυτά καθώς και τον πάγιο εξοπλισμό της επιχείρησής της, που είναι απαραίτητος για την λειτουργία αυτής, και ειδικότερα τα μηχανήματα, τις τεχνικές εγκαταστάσεις και τον λοιπό μηχανολογικό εξοπλισμό, όπως αυτός εξειδικεύθηκε και προσδιορίσθηκε με την προσκομισθείσα στο Δικαστήριο κατάσταση του Αναλυτικού Βιβλίων Παγίων, με ημερομηνία κινήσεων από 1.1.2009 έως 31.12.2013 και κωδικό παγίων (Μάσκα) 12* του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου, παρίσταται ανεπανόρθωτη, καθόσον δεν θα δύναται να λειτουργήσει την επιχείρησή της, δεδομένης της οικονομικής της αδυναμίας. Αντίθετα, η αιτούσα εταιρεία δεν θα υποστεί βλάβη από την λήψη τέτοιων μέτρων σε βάρος του υπ’αριθμ. 2 ακινήτου της, ήτοι ενός αγροτεμαχίου επιφανείας 6.710,00 τ.μ., στον Δήμο Πεταλούδων Ρόδου του Ν. Δωδεκανήσου, καθόσον τυχόν αποστέρησή του δεν θα επηρεάσει την λειτουργία της. Κατόπιν αυτού, το Δικαστήριο σταθμίζοντας περαιτέρω, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 202 παρ. 3 περ. β του ΚΔΔ, την βλάβη αυτή προς το δημόσιο συμφέρον, ενώ εξάλλου, η προσφυγή δεν παρίσταται προδήλως απαράδεκτη ή αβάσιμη, κρίνει ότι η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή κατά το μέρος που αφορά την λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης ως προς τα πιο πάνω περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας εταιρείας καθώς και τον ως άνω προσδιοριζόμενο πάγιο εξοπλισμό (μηχανήματα-τεχνικές εγκαταστάσεις – λοιπό μηχανολογικό εξοπλισμό).Προς διασφάλιση όμως του δημοσίου συμφέροντος πρέπει, κατά την κρίση του δικαστηρίου, να επιτραπεί στο καθού η αίτηση Ελληνικό Δημόσιο η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης στο περιγραφόμενο ως άνω (υπ’ αριθμ. 1) ακίνητο για το ποσό της ένδικης οφειλής, ύψους 3.271.901,54 ευρώ, σύμφωνα με την διάταξη της περ. β της παρ. 3 του άρθρου 205 του ΚΔΔ.
10. Επειδή, ως προς τα λοιπά μέτρα, της λήψης του μέτρου της αναγκαστικής κατάσχεσης εις χείρας πελατών της εταιρείας της ως τρίτων σε σχέση με απαιτήσεις που έχει έναντι αυτών καθώς και εις χείρας τραπεζικών ιδρυμάτων για τους λογαριασμούς, που τυχόν τηρεί σ’αυτά, από την εκτέλεση των οποίων θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν συντρέχει κατά τούτο περίπτωση αποδοχής της κρινόμενης αίτησης. Τούτο γιατί, ο λόγος αυτός, όπως διατυπώνεται, αναφερόμενος συλλήβδην στους πελάτες και διάφορους χρεώστες και στο σύνολο των απαιτήσεων έναντι αυτών καθώς και στο σύνολο των Τραπεζικών ιδρυμάτων και των δανειακών και λοιπών υποχρεώσεων, που έχει (με βάση τα στοιχεία του διαθεσίμου ισοζυγίου Δεκεμβρίου 2013), είναι απορριπτέος προεχόντως ως αόριστος. Πέραν τούτου επισημαίνεται ότι, όπως η ίδια επικαλείται (σελίς 18 της αίτησης), έχουν ήδη δεσμευτεί οι τραπεζικοί της λογαριασμοί με σχετική απόφαση της 33ης Διεύθυνσης Ελέγχου Τελωνείων της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και ΕΚΦ της Γενικής Γραμματείας Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, κατ’επίκληση του διατάξεων του άρθρου 153 παρ. 1 του Ν 2960/2001.
11. Επειδή, περαιτέρω ο δεύτερος αιτών προβάλλει παντελή οικονομική αδυναμία για την καταβολή του καταλογισθέντος σε βάρος του ποσού και υποστηρίζει ότι η άμεση εκτέλεση της ανωτέρω καταλογιστικής πράξεως, συνιστάμενη στην λήψη αναγκαστικών μέτρων σε σχέση με την ακίνητη περιουσία που διαθέτει και συνίσταται στην πλήρη κυριότητα, ενός οικοπέδου επιφανείας 35,00 τ.μ., που βρίσκεται στον Δήμο Πεταλούδων Ρόδου του Ν. Δωδεκανήσου, επί της οδού Κάστρου, με αντικειμενική αξία 1.050,00 Ευρώ, καθώς και, κατά ποσοστό συνιδιοκτησίας 33.33/100, ενός αγροτεμαχίου, επιφανείας 1.050,00 τ.μ., που βρίσκεται στον Δήμο Πεταλούδων Ρόδου του Ν. Δωδεκανήσου, επί της οδού Πύλα, με αντικειμενική αξία 7.000,00 Ευρώ, θα του επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη. Για την απόδειξη της οικονομικής του κατάστασης επικαλείται και προσκομίζει τις δηλώσεις Φόρου Εισοδήματος (Έντυπα Ε1, Ε2, Ε3) οικονομικών ετών 2012 και 2013 (χρήσεις 2011 και 2012) και τα αντίστοιχα Εκκαθαριστικά σημειώματα,σύμφωνα με τα οποία το καθαρό φορολογητέο εισόδημα του ανήλθε στα ποσά αντίστοιχα των 34.304,00 Ευρώ και των 19.150,37 Ευρώ για τα έτη αυτά καθώς και το υπ’ αριθμ. πρωτ. …/17.12.2013 Πιστοποιητικό Οικογενειακής Κατάστασης του Δήμου Ρόδου από το οποίο προκύπτει ότι έχει δύο τέκνα ηλικίας 18 και 16 ετών αντίστοιχα.
12. Επειδή, το Δικαστήριο εκτιμώντας τα παραπάνω και λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη ότι τα ακίνητα, ιδιοκτησίας του αιτούντος δεν καλύπτουν προσωπικές ανάγκες στέγασης αυτού και της οικογένειάς του κρίνει ότι η βλάβη που θα προκληθεί σ’αυτόν από την τυχόν λήψη σε βάρος του αναγκαστικών μέτρων σε σχέση με αυτά δεν παρίσταται ανεπανόρθωτη και συνεπώς δεν συντρέχει κατά τούτο περίπτωση αποδοχής της κρινόμενης αίτησης. Τέλος, απορριπτέος είναι και ο λόγος ως προς την βλάβη του από την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του ως νομίμου εκπροσώπου της Εταιρείας, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25 του Ν 1882/1990, λόγω μη καταβολής ληξιπροθέσμων χρεών αυτής, προεχόντως γιατί, στην προκείμενη περίπτωση, ενόψει όσων έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Δικαστήριο μπορεί να χορηγήσει αναστολή μόνο ως προς την λήψη από την διοίκηση συγκεκριμένων αναγκαστικών ή διοικητικών μέτρων σε σχέση με περιουσιακά του στοιχεία και δεν μπορεί να διατάξει την αναστολή στο σύνολο αυτής καθεαυτής της πράξης (αφού η προσφυγή δεν κρίθηκε, εν προκειμένω, προδήλως βάσιμη) και συνακόλουθα να διατάξει την αναστολή καταβολής του χρέους, ζήτημα το οποίο και μόνο συνδέεται με την άσκηση ή μη ποινικής δίωξης σε βάρος του ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας, και ανεξαρτήτως του αν η αναστολή αυτή ασκεί επιρροή στο αξιόποινο της μη της καταβολής του οικείου χρέους (πρβλ. ΑΠ (Ποιν.) 586/2013).
13. Επειδή, συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή κατά το μέρος που συνεπάγεται την λήψη αναγκαστικών μέτρων προς διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής της πρώτης αιτούσας εταιρείας σε σχέση με την ακίνητη περιουσία αυτής και τον πάγιο εξοπλισμό της, κατά τα γενόμενα ειδικότερα δεκτά στην σκέψη 9, μέχρι να δημοσιευθεί οριστική απόφαση επί της από 19.12.2013 προσφυγής και να απορριφθεί αυτή κατά τα λοιπά. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση μέρους του παραβόλου, ποσού 30 ευρώ στην αιτούσα εταιρεία και η κατάπτωση του υπολοίπου μέρους υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ άρθρο 277 παρ. 9 του ΚΔΔ, και να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων, κατ’ άρθρο 275 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα.
[Δέχεται εν μέρει την αίτηση ως προς την πρώτη αιτούσα ανώνυμη εταιρεία και αναστέλλει την εκτέλεση της υπ’αριθμ. .../12/4.11.2013 καταλογιστικής πράξης του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης του Τελωνείου Ρόδου κατά το μέρος που συνεπάγεται την λήψη αναγκαστικών μέτρων προς διασφάλιση της είσπραξης της οφειλής αυτής σε σχέση με το αναφερόμενο στο σκεπτικό ως υπ’αριθμ. 1 ακίνητο, ιδιοκτησίας της, τις επ’αυτού βιομηχανικές εγκαταστάσεις και τον πάγιο εξοπλισμό (με κωδικό 12 του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου), κατά τα γενόμενα ειδικότερα δεκτά στην σκέψη 9 της παρούσας απόφασης. Επιτρέπει στο καθού η αίτηση Ελληνικό Δημόσιο να προβεί στην εγγραφή προσημείωσης υποθήκης στο ως άνω ακίνητο, για το ποσό των 3.271.901,55 ευρώ. Απορρίπτει την αίτηση κατά τα λοιπά.]